Τον περασμένο μήνα, σε μια συνάντηση κορυφής που πραγματοποιήθηκε για το δρόμο του μεταξιού, ο Πρόεδρος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, προέβη σε νέες εξαγγελίες για την υποστήριξη αυτού του εγχειρήματος. Ωστόσο, το γεγονός ότι τόσα χρόνια αυτό το όραμα «έχει μείνει στα χαρτιά», αποδεικνύει πως πρόκειται για ένα δυσεφάρμοστο πρότζεκτ.
«Μία ζώνη – ένας Δρόμος» (Silk Road Economic Belt και 21st century Maritime Silk Road)
Ο δρόμος του μεταξιού, όπως ονομάστηκε από τον Γερμανό γεωγράφο Φερδινάνδο φον Ριχτχόφεν, δεν αποτελεί ένα όραμα που προήλθε από παρθενογένεση. Αντιθέτως, κατά το παρελθόν ήταν η μεγάλη οδός που ένωνε εμπορικά την Ασία με την Ευρώπη και έφθανε έως το λιμάνι της Βενετίας. Με αυτόν τον τρόπο διακινούνταν τα περίφημα είδη πολυτελείας, όπως το μετάξι και τα μπαχαρικά, που ήταν τόσο περιζήτητα για τις ευρωπαϊκές αγορές. Σήμερα, η αναβίωση αυτού του δρόμου αποτελεί πρωταρχικό στόχο για την κινεζική κυβέρνηση και απορρέει από την επιμονή του Κινέζου Προέδρου σε αυτό το σχέδιο. Ωστόσο, η καινοτομία του νέου δρόμου σε σχέση με τον παλαιότερο συνίσταται στο γεγονός ότι πλέον συνοδεύεται και από μία θαλάσσια οδό. Συγκεκριμένα, το φιλόδοξο σχέδιο «Μία ζώνη – ένας Δρόμος» προβλέπει τη δημιουργία δύο οικονομικών ζωνών: τη χερσαία οικονομική ζώνη (Silk Road Economic Belt) και τη θαλάσσια ζώνη (21st century Maritime Silk Road). Για πρώτη φορά, η δημιουργία αυτού του δρόμου εκφωνήθηκε από τον Σι Τζινπίνγκ το 2013. Ένα χρόνο αργότερα, το 2014, εξήγγειλε τη δημιουργία του ταμείου για το δρόμο του μεταξιού. Μάλιστα ο ίδιος ανέφερε πως η κινεζική κυβέρνηση θα διαθέσει συνολικά 124 δις δολάρια σε αυτό το εγχείρημα.
Προβληματισμοί και εμπόδια
Εντούτοις, εγείρονται ερωτήματα και προβληματισμοί ως προς την επιτυχία αυτού του σχεδίου. Το πρώτο ζήτημα που καθιστά επισφαλή την υλοποίηση αυτού του φιλόδοξου πρότζεκτ είναι η γεωπολιτική αστάθεια που διαπιστώνεται στην ασιατική ήπειρο και ιδίως στις χώρες της Μέσης Ανατολής, από τις οποίες προβλέπεται να περνά αυτός ο δρόμος. Η βελτίωση του δικτύου μεταφορών που υπόσχεται η Κίνα θέτει αυτομάτως σε κίνδυνο τόσο το κινεζικό εμπόριο όσο και τις κινεζικές επενδύσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα που απειλεί τα κινεζικά συμφέροντα, αποτελεί η διείσδυση του Ισλαμικού Κράτους σε αυτή την περιοχή, που θέτει σε κίνδυνο τις κινεζικές επενδύσεις και την ασφάλεια των εργαζομένων στα έργα υποδομής. Επομένως, η γεωπολιτική αστάθεια είναι ένας λόγος που θέτει το σχέδιο προς αναθεώρηση.
Άλλο ένα εμπόδιο στον εμπορικό κινεζικό δρόμο αποτελεί το κλίμα αναστάτωσης στη Νότια Κινεζική Θάλασσα. Η κρίση που ήδη έχει αρχίσει να διαφαίνεται, εξαιτίας των κινεζικών αξιώσεων, ενδέχεται να δυσχεράνει περαιτέρω τις σχέσεις της χώρας με τους ανατολικούς της γείτονες αλλά και τις ΗΠΑ. Επομένως, το ενδεχόμενο μιας έντασης της κρίσης σε αυτή την περιοχή, θα έφερνε την Κίνα αφενός εκτεθειμένη από τον Ατλαντικό και αφετέρου αντιμέτωπη με τις ΗΠΑ, οι οποίες ενδέχεται να προβούν σε εμπορικούς περιορισμούς εναντίον της Κίνας, κάτι που φαίνεται να το επιθυμούν πολύ τον τελευταίο καιρό. Δηλαδή, είτε με τη μορφή επιβολής εμπάργκο, είτε μέσω της επιβολής δασμών επί των κινεζικών προϊόντων.
Ως σφοδρός πολέμιος στο δρόμο του μεταξιού τίθεται η Ινδία. Παρ’ όλη την ανάπτυξη της ασιατικής ηπείρου που υπόσχεται η Κίνα, η Ινδία αντιτίθεται με σθένος στον «κινεζικό δρόμο». Μάλιστα, η χώρα υποστηρίζει πως αυτό το σχέδιο αποτελεί ένα είδος ιμπεριαλιστικής εξάπλωσης της Κίνας και πως δεν διαφέρει πολύ από ένα καθεστώς αποικιοκρατίας. Επίσης, εκτιμά πως κάτι τέτοιο θα απορρυθμίσει ορισμένους τομείς της ανθρώπινης ζωής, όπως τις συνθήκες εργασίας, καθώς και το περιβάλλον. Αυτό θα συμβεί στο κλίμα της εναρμόνισης των κρατών με τα χαμηλά στάνταρ της Κίνας. Κατά συνέπεια, η Ινδία τάσσεται ενάντια σε αυτό το εγχείρημα της Κίνας το οποίο θα επιφέρει μεγάλη κοινωνική αναστάτωση στα κράτη που θα συμμετέχουν.
Ανακεφαλαιώνοντας, διαπιστώνουμε πως παρά τα πλεονεκτήματα που παρουσιάζει ο δρόμος του μεταξιού για το διεθνές εμπόριο και για την παγκοσμιοποίηση, ενέχονται ορισμένα προβλήματα, που καθιστούν αδύνατη και επισφαλή την υλοποίησή του. Εξάλλου, το γεγονός ότι δεν έχει σημειωθεί κάποια πρόοδος, υποδεικνύει τη δύσκολη φύση της υλοποίησης του.