«Όταν μια δύναμη φθίνει, τότε επέρχεται η άνοδος μιας άλλης». Αυτή την άποψη, περί της ισορροπίας των δυνάμεων, επικαλέστηκε εμμέσως η Ευρωπαία Επίτροπος Φεντερίκα Μογκερίνι, πριν από μερικούς μήνες, κατά τη διάρκεια της ομιλίας της στο Σερβικό Κοινοβούλιο. Σύμφωνα με αυτή τη δήλωση, προοιωνίζεται ένταξη της Σερβίας στην Ε.Ε., ενώ ταυτόχρονα η Μεγάλη Βρετανία οδηγείται προς το Brexit. Η άποψη αυτή δέχθηκε δριμεία κριτική και αποδοκιμάστηκε από το Σερβικό Ριζοσπαστικό Κόμμα.
Η θέση αυτή -της σερβικής ένταξης στην Ε.Ε.- διαπιστώνεται και από τις προθέσεις της σερβικής κυβέρνησης. Οι ενταξιακές προσπάθειες απέκτησαν ένα πιο ισχυρό έρεισμα μετά από τις δηλώσεις της πρωθυπουργού της Σερβίας, της Άνα Μπρνάμπιτς. Πιο συγκεκριμένα, στο δίλημμα μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ρωσίας, η πρωθυπουργός τοποθετήθηκε υπέρ ενός ευρωπαϊκού προσανατολισμού, δηλώνοντας:
«Εάν η Σερβία αναγκαστεί να επιλέξει μεταξύ των στενών σχέσεων με τη Ρωσία και της εισόδου στην Ε.Ε. τότε θα επιλέξει το δεύτερο. Ο προορισμός μας είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση και αυτό είναι σαφές».
«Η πλειοψηφία της σερβικής κοινής γνώμης βιώνει της Ρωσία ως τον μεγάλο αδερφό και προστάτη, ωστόσο, στρατηγικός στόχος της Σερβίας είναι η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
Advertising
Ωστόσο, η δήλωση της πρωθυπουργού δεν χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό. Αντιθέτως διαπιστώθηκε μια θύελλα αντιδράσεων, εντός και εκτός της χώρας. Πιο συγκεκριμένα, διατυπώθηκαν αρκετές αντιρρήσεις και ενστάσεις τόσο από την αντιπολίτευση όσο και από τη Ρωσία. Σε ένα πρώτο επίπεδο, τοποθετήθηκαν τα δύο κόμματα της Σερβίας, το Δημοκρατικό και το Ριζοσπαστικό, που έκριναν τη στάση της πρωθυπουργού ολέθρια για τα εθνικά συμφέροντα. Κατόπιν, στην ίδια γραμμή τοποθετήθηκε και το εθνικιστικό κίνημα “DVERI”. Μάλιστα, το κίνημα -το οποίο απολαμβάνει κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης- υποστηρίζει πως η Μπρνάμπιτς επιδιώκει, μέσω της απομάκρυνσης της ρωσικής επιρροής, την εδραίωση των συμφερόντων των Βρυξελλών μέσα στη χώρα.
Εν όψει αυτής της δήλωσης, κλήθηκε να τοποθετηθεί και η Μόσχα. Τα κυβερνητικά στελέχη αντιμετώπισαν αυτή την άποψη με έντονο σκεπτικισμό. Πιο συγκεκριμένα, ο Γιούρι Ουσάκωφ εξέφρασε τις αμφιβολίες του για την πρόθεση των Σέρβων να ενταχθούν στην Ε.Ε. Επιπλέον, η Μαρία Ζαχάροβα, προσφάτως επεσήμανε πως θα ήταν πιο επωφελές για τη Σερβία να μην προβεί σε αυτό το βήμα και να διατηρήσει τις καλές σχέσεις και με τις δύο πλευρές.
Από την άλλη πλευρά, ορθώνονται οι φωνές που στηρίζουν αυτή τη θέση και προσπαθούν να κατευνάσουν το εθνικά φορτισμένο κλίμα που επικρατεί. Σε μια δήλωση της Ζοράνα Μιχαΐλοβιτς, της υπουργού υποδομών της Σερβίας, επισημάνθηκε πως η ένταξη στην Ε.Ε. και η εισαγωγή ευρωπαϊκών προτύπων ήταν η «στρατηγική πορεία» της Σερβίας. Εντούτοις, πρόσθεσε ότι η χώρα δεν θα εγκαταλείψει τις σχέσεις της με σημαντικούς εταίρους, όπως η Ρωσία, η Κίνα και οι ΗΠΑ. Επιπροσθέτως, σε αυτή την κατεύθυνση κινήθηκε και ο αντιπρόεδρος της Ένωσης Σοσιαλδημοκρατών της Βοϊβοντίνα, ο Μπόγιαν Κόστρες, ο οποίος χαρακτήρισε την επιλογή της πρωθυπουργού ως «ενθαρρυντική». Μάλιστα, την παρότρυνε να προχωρήσει και στην υλοποίησή της.
Το ενταξιακό κλίμα έμελλε να επισφραγιστεί με τη νέα Σύνοδο των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων που διεξήχθη στην Τεργέστη στις 12 Ιουλίου. Το θέμα αυτής της συνόδου ήταν η δημιουργία ενός περιφερειακού δικτύου μεταφορών – σύνδεσης των κρατών ώστε να αφομοιωθούν περισσότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η συμφωνία αυτή καθίσταται κομβικής σημασίας για τη Σερβία, καθώς στοχεύει στην ευρωπαϊκή της ένταξη. Συνεπώς, σε ένα πρώτο στάδιο, η περιφερειακή σταθερότητα είναι επιτακτική ανάγκη. Σε αυτή τη σύνοδο δεν συμμετείχαν μόνο τα έξι κράτη των Δυτικών Βαλκανίων, αλλά έδωσαν το «παρόν» η Ιταλία, η Γερμανία, η Αυστρία και η Γαλλία. Επίσης, παρευρέθηκαν η Ευρωπαϊκή Ένωση και εκπρόσωποι διεθνών οικονομικών οργανισμών. Με αυτόν τον τρόπο υποδείχθηκε η μελλοντική ένταξη των «έξι» στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τέλος, συνειδητοποιούμε πως η ένταξη της Σερβίας στην ευρωπαϊκή οικογένεια θα είναι ένα δύσκολο εγχείρημα καθώς στην κοινή γνώμη επικρατεί ο φόβος για τη διατάραξη των σχέσεων με τις μη-ευρωπαϊκές χώρες. Επίσης, στην περίπτωση της Σερβίας, οι ιδιαίτερες σχέσεις με τη Ρωσία και ο χαρακτηρισμός της ως «αδελφό έθνος» συνιστά εμπόδιο προς την ευρωπαϊκή κατεύθυνση. Ωστόσο, η πρόσφατη εμπειρία της παγκοσμιοποίησης έχει αποδείξει πως οι σχέσεις συνεργασίας των χωρών μπορούν να διατηρηθούν, ακόμη κι όταν μια χώρα εντάσσεται σε ένα ευρύτερο οργανισμό, όπως η Ε.Ε.