Στις 10 Μαρτίου του 1910 κηρύχθηκε η Επανάσταση στο Θέρισο με αρχηγό τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Η Κρητική Επανάσταση του 1910 αποτελεί ένα έπος θριαμβικής νίκης του Κρητικού λαού που, μετά τη απελευθέρωσή του από τους Τούρκους, συνέχιζε να παλεύει για τα δικαίωματά του, την ελευθερία και τη δημοκρατία. Στις μέρες μας μπορεί κάποιοι να μην γνωρίζουν για την Κρητική Επανάσταση στο Θέρισο ή να μη θυμούνται τι ακριβώς έγινε. Εν καιρώ κρίσης και κατάρρευσης των πάντων, όμως, η Επανάσταση στο Θέρισο λαμβάνει μια σημασία πολύ κοντά στα γεγονότα του τότε. Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή!
Η πρώτη αυτόνομη Κρητική Πολιτεία
Η Κρήτη με την βοήθεια των Μεγάλων Δυνάμεων (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία και Ιταλία) καταφέρνει το 1898 να απελευθερωθεί από τον Οθωμανικό Ζυγό, μια περίοδο αιματοβαμμένη με πολλά επαναστατικά κινήματα. Τότε, οι Μεγάλες Δυνάμεις διορίζουν στην νευραλγική θέση του Υπάτου Αρμοστή της Κρήτης τον Πρίγκιπα Γεώργιο, τον δευτερότοκο γιο του βασιλιά της Ελλάδας Γεωργίου Α’ και της Μεγάλης Δούκισσας Όλγας Κωνσταντίνοβνα της Ρωσίας.
Ο Γάλλος Ναύαρχος Ποττιέ παρέδωσε τη διοίκηση της Κρήτης στον Πρίγκιπα Γεώργιο ο οποίος αναλαμβάνει τα διοικητικά του καθήκοντά στις 09 Δεκεμβρίου του 1898. Ο Πρίγκιπας Γεώργιος διορίζεται ομόφωνα και ξεκινάει αμέσως τον σχηματισμό της «Κρητικής Πολιτείας».
Το Σύνταγμα της Κρητικής Πολιτείας συντάχθηκε κατά το πρότυπο του ισχύοντος τότε ελληνικού συντάγματος και, αφού εγκρίθηκε από το Συμβούλιο των Πρέσβεων των Προστάτιδων Δυνάμεων στη Ρώμη, τέθηκε αμέσως σε εφαρμογή. Λίγες ημέρες αργότερα συγκροτήθηκε και ορκίστηκε η πρώτη κυβέρνηση την οποία και συνθέτουν σπουδαίες προσωπικότητες της εποχής. Υπουργός Δικαιοσύνης αναλαμβάνει ο Ελ. Βενιζέλος, Εσωτερικών και Συγκοινωνίας ο Μανούσος Κούνδουρος, Δημόσιας Εκπαίδευσης και Θρησκευτικών ο Νικόλαος Γιαμαλάκης, Οικονομικών ο Κων. Φούμης και υπουργός Δημόσιας Ασφάλειας ο Χασάν Σκυλλιανάκης.
Τα πρώτα νέφη
Το θετικό και αισιόδοξο κλίμα των δύο πρώτων ετών της λειτουργίας του νέου καθεστώτος άρχισε να επισκιάζεται από πυκνά νέφη οργής, τα οποία επρόκειτο να δημιουργήσουν λίγο αργότερα σοβαρή εσωτερική κρίση. Το Σύνταγμα της Κρητικής Πολιτείας ήταν υπερβολικά συντηρητικό και παραχωρούσε στον Ηγεμόνα, όπως ονομάστηκε ο Ύπατος Αρμοστής, υπερεξουσίες που εύκολα μπορούσαν να τον οδηγήσουν σε δεσποτική συμπεριφορά. Επιπλέον, η ασάφεια στον ακριβή καθορισμό αρμοδιοτήτων δημιουργούσε τριβές και προσωπικές αντιπαραθέσεις στο έργο της διοίκησης. Οι τοπικοί παράγοντες της Κρήτης που πολέμησαν για την ελευθερία του νησιού και στήριξαν με ενθουσιασμό τον Πρίγκιπα έβλεπαν τώρα με δυσφορία και πικρία να παραγκωνίζονται. Σε καίριες θέσεις διορίζονταν Αθηναίοι σύμβουλοι του Γεωργίου που αγνοούσαν τα κρητικά πράγματα και την ψυχολογία των Κρητών.
Το πιο σημαντικό, όμως, ήταν η διαχείριση του εθνικού ζητήματος της ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα. Στο ουσιώδες αυτό ζήτημα παρατηρήθηκε εξαρχής διάσταση απόψεων μεταξύ του Γεωργίου και του Ελευθερίου Βενιζέλου. Ο Γεώργιος πίστευε ότι η λύση του εθνικού ζητήματος θα ωρίμαζε με συνεχείς παραστάσεις και υπομνήματα προς τις Μεγάλες Δυνάμεις, ενώ ο Βενιζέλος, βλέποντας τα πράγματα πρακτικότερα και ρεαλιστικότερα, θεωρούσε ότι η λύση έπρεπε να είναι σταδιακή με βαθμιαίες κατακτήσεις. Ως πρώτη, μάλιστα , κατάκτηση θεωρούσε την απομάκρυνση των ξένων στρατευμάτων από τις κρητικές πόλεις και την αντικατάστασή τους από ντόπια πολιτοφυλακή με Έλληνες αξιωματικούς.
Η διάσταση των απόψεων στο πολιτικό ζήτημα δεν άργησε να λάβει τη μορφή προσωπικής αντιπαράθεσης. Ο Βενιζέλος είχε καταστήσει σαφές ότι δεν αναγνωρίζει στον Πρίγκιπα το δικαίωμα να διαχειρίζεται προσωπικώς το εθνικό ζήτημα της Κρήτης:
«Ως ένας εκ των τριακοσίων χιλιάδων Κρητών, δεν σας εκχωρώ το δικαίωμά μου, ώστε μόνο εσείς να ρυθμίζετε αυτοβούλως την εθνικήν πολιτικήν του τόπου μου!»
Η «Ηνωμένη Αντιπολίτευση»
Ύστερα από συνεχείς προστριβές μεταξύ των δύο αντρών επέρχεται μια ανοιχτή σύγκρουση που καταλήγει στην απόλυση του Ελευθέριου Βενιζέλου από τη θέση του υπουργού. Επακόλουθο αυτής της ρήξης είναι ο σχηματισμός μιας ισχυρότατης αντιπολίτευσης, την λεγόμενη «Ηνωμένη Αντιπολίτευση», με κεντρικό πρόσωπο τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Στο πλευρό του Βενιζέλου τάσσονται όλοι εκείνοι που είχαν δυσαρεστηθεί από την αυταρχική πολιτική του Πρίγκιπα, υπογράφοντας μια προκήρυξη στις 26 Φεβρουαρίου του 1905 με την οποία ζητούσαν τη μεταβολή του ισχύοντος Συντάγματος.
«Οι υπογεγραμμένοι, αποτελούντες την ηνωμένην εν Κρήτη αντιπολίτευσιν, συνελθόντες εν Χανίοις τη 26η Φεβρουαρίου 1905, αποσκοπούντες εις την εκπλήρωσιν του Εθνικού Προγράμματος, αποφασίζομεν: α) Πρώτον και κύριον μέλημα ημών έστω η επίτευξις του από αιώνων επιδιωκομένου σκοπού της ενώσεως της Κρήτης μετά της ελευθέρας Ελλάδος. β) Αδυνάτου αποβαίνοντος του σκοπού τούτου, θέλομεν επιδιώξει την πολιτικήν προσέγγισιν της πατρίδος μας προς την ελευθέραν Ελλάδα, μεταβαλλομένης από διεθνούς απόψεως της σημερινής καταστάσεως. γ) Μη εκπληρωμένου μηδέ του σκοπού τούτου, θέλομεν επιδιώξει την αναθεώρισιν του ημετέρου συντάγματος κατά το πρότυπον του ελληνικού, όπως απαλλαγή ο τόπος του δεσποτισμού. Του προγράμματος τούτου την πραγμάτωσιν θέλομεν επιδιώξει και δι’ ενόπλων λαϊκών συναθροίσεων. Εν ταις ενεργείαις ημών δεν θέλομεν επιδιώξει προσωπικήν μεταβολήν, αλλ’ επελθούσης τοιαύτης θέλομεν αποκρούσει παντί σθένει και δια των όπλων έτι πάντα μη Έλληνα κυβερνήτην.»
Η Επανάσταση στο Θέρισο
Η επανάσταση κηρύχθηκε στις 10 Μαρτίου 1905 και έμεινε γνωστή ως Επανάσταση του Θερίσου. Οι προκηρυχθείσες εκλογές της 20ης Μαρτίου του ίδιου έτους για την ανάδειξη 64 βουλευτών – με 10 επιπλέον που απευθείας ανατίθεντο από τον Πρίγκιπα – καταγγέλθηκαν από την αντιπολίτευση. Κάλεσαν το λαό σε αποχή, εκφράζοντας την αντίθεσή τους στα ανελεύθερα μέτρα του Πρίγκιπα και στην εκλογική βία. Το νέο επαναστατικό κίνημα μετρούσε 1000 περίπου άνδρες και είχε επικεφαλής τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Συνεργάτες του ήταν ο Κωνσταντίνος Φούμης και Κωνσταντίνος Μάνος, ενώ καθοριστική υπήρξε και η συμβολή του τοπικού παράγοντα Ιωάννη Σφακιανάκη.
Η επανάσταση επεκτάθηκε με γρήγορους ρυθμούς με την προσχώρηση τοπικών παραγόντων και πολεμιστών. Στο Ηράκλειο ήταν ο Α. Στεργιάδης και ο Εμμ. Πολυχρονίδης, στο Ρέθυμνο ο επίσκοπος Διονύσιος Καστρινογιαννάκης και ο Ιω. Τσουδερός, ενώ στο Λασίθι ο επίσκοπος Πέτρος Τίτος και ο Μ. Σφακιανάκης. Ψηφίσματα συμπαράστασης έφταναν από όλη την Κρήτη. Από την άλλη πλευρά, ο Πρίγκιπας είχε υπό την επιρροή του μόνο την εντόπια χωροφυλακή χωρίς όμως την απόλυτη αφοσίωσή της.
Οι αντιδράσεις των Μεγάλων Δυνάμεων
Οι αντιπρόσωποι των Δυνάμεων δεν ενθάρρυναν τη βίαιη καταστολή της επανάστασης που ο Πρίγκιπας Γεώργιος υποστήριζε και αναζήτησαν τρόπους ειρηνικής επίλυσης των διαφορών. Μοναδική εξαίρεση ήταν η Ρωσία που υποστήριζε φανερά τον Πρίγκιπα. Η έκρηξη και η εδραίωση της επανάστασης οδήγησαν τον Γεώργιο σε λήψη σπασμωδικών μέτρων και η κατάσταση πήρε τη μορφή εμφυλίου πολέμου. Η αναμέτρηση περιορίστηκε σε μικροσυμπλοκές στην περιοχή των Χανίων με ελάχιστα θύματα.
Στις 15 Ιουλίου κατά τη συνάντηση της επαναστατικής τριανδρίας (Βενιζέλος, Φούμης, Μάνος) με τους εκπρόσωπους των Μεγάλων Δυνάμεων στις Μουρνιές, ο Βενιζέλος μετέθεσε το επίκεντρο των επαναστατικών αξιώσεων σε πεδίο πρόσφορο να επιτρέψει το συμβιβασμό. Σε απόρρητη επιστολή του γράφει:
«Διαρκούσης της μακράς αυτής συνδιαλέξεως, επωφεληθείς περιστάσεώς τινος είπον ότι κατά την γνώμην μου λυσιτελέστατος τρόπος ενεργείας θα ήτο εν προκειμένω, εάν οι Δυνάμεις αντί να ζητούν να αποκαταστήσουν προσωρινώς το καταρρεύσαν καθεστώς, όπερ ημείς ως απεδείχθη θ΄αποκρούσωμεν διά της βίας, και ύστερον να μελετήσουν τας εισακτέας μεταρρυθμίσεις, απεφάσιζον να αποστείλουν την επιτροπήν, περί ης καί άλλοτε εγένετο λόγος και διαρκούσης της συνδιαλέξεως, την εντεταλμένην να μελετήση τας εισακτέας μεταρρυθμίσεις και αφού λάβη υπ’όψιν το πόρισμα της μελέτης αυτής να προκηρύξουν αυτάς και καλέσουν τον κρητικόν λαόν να τας αποδεχθή».
Η Τελική Συμφωνία
Στις 15 Νοεμβρίου, με την τελική συμφωνία ανάμεσα στους επαναστάτες και τις Προστάτιδες Δυνάμεις εξασφαλίζονταν ο τερματισμός του ένοπλου αγώνα με βάση την παροχή αμνηστίας, την επίβλεψη της αρμοστειακής διοίκησης από τις διεθνείς αρχές και την κάθοδο εξεταστικής επιτροπής στην Κρήτη. Η Διεθνής επιτροπή που κατέφθασε στην Κρήτη το Φεβρουάριο του 1906 ανέλαβε την εξέταση του θέματος και την υποβολή έκθεσης. Οι Μεγάλες Δυνάμεις κατέληξαν έπειτα από διαβουλεύσεις σε νέα ρύθμιση του Κρητικού Ζητήματος. Το οριστικό κείμενο το οποίο επιδόθηκε στον Πρίγκιπα Γεώργιο στις 23 Ιουλίου 1906 προέβλεπε την οργάνωση Κρητικής Χωροφυλακής με νέα σύσταση, την ίδρυση Κρητικής Πολιτοφυλακής με Έλληνες αξιωματικούς και την ανάκληση ξένων στρατευμάτων μετά την αποκατάσταση της εσωτερικής ειρήνης.
Τα μέτρα της επιτροπής απέρρεαν από δύο βασικά πορίσματα: ότι καμία λύση δεν θα ήταν βιώσιμη, εκτός από την ένωση και ότι η στάση του Πρίγκιπα Γεωργίου εμπόδιζε την ομαλή προσωρινή διαρρύθμιση της εσωτερικής πολιτικής ζωής στην Κρήτη. Βάσει αυτών των πορισμάτων εκχωρήθηκε και στον Έλληνα Βασιλιά το δικαίωμα να διορίζει τον ύπατο αρμοστή. Σε εφαρμογή αυτής της ρύθμισης, ο Βασιλιάς Γεώργιος Α’ θα αντικαταστήσει τον δευτερότοκο γιο του με τον Αλέξανδρο Ζαΐμη.
Ο πανηγυρισμός της Ένωσης
Στις 24 Σεπτεμβρίου του 1908, ένα παλλαϊκό συλλαλητήριο συγκλόνισε τη μεγαλόνησο. Χιλιάδες ελληνικές σημαίες ανέμιζαν στα μπαλκόνια, ενώ οι διαδηλωτές βροντοφωνούσαν τη θέληση του λαού να ενωθεί με την Ελλάδα. Μέσα σε ατμόσφαιρα ξέφρενου ενθουσιασμού, η κρητική βουλή αποφάσισε την κατάλυση του καθεστώτος της αυτονομίας και κήρυξε την ένωση. Οι μεγάλες δυνάμεις περιορίστηκαν στο να ζητήσουν την προστασία της τουρκικής μειονότητας. Η ευκαιρία ήταν μοναδική. Όμως, η Τουρκία απειλούσε με πόλεμο και η καταστροφή του 1897 ήταν ακόμη νωπή. Δυο φορές οι Κρητικοί βουλευτές προσπάθησαν να γίνουν δεκτοί στο ελληνικό κοινοβούλιο. Δεν τους το επέτρεψαν.
Η αποχώρηση των ξένων δυνάμεων έμελλε να ολοκληρωθεί τον Ιούλιο του 1909 χωρίς να έχει πραγματοποιηθεί η ένωση. Οι Κρητικοί έπρεπε να περιμένουν ως τη 1η Οκτωβρίου του 1912. Τότε, οι βουλευτές τους έγιναν πανηγυρικά δεκτοί από τη Βουλή των Ελλήνων. Ήταν όμως άλλη εποχή και μόλις ξεκινούσαν οι νικηφόροι Βαλκανικοί πόλεμοι. Με τη συνθήκη της Αθήνας την 1η Νοεμβρίου του 1913, η ένωση επικυρώθηκε και τυπικά.
Αναμφισβήτητα ο κερδισμένος της υπόθεσης αυτής ήταν Ελευθέριος Βενιζέλος και το όνομά του έγινε γνωστό στην Ελλάδα αλλά και σε όλη την Ευρώπη. Η εξέλιξη πάντως των γεγονότων επιβεβαιώνει ότι πέρα από την ενωτική βούληση των ίδιων των Κρητικών ή το περιεχόμενο των συμβατικών διατάξεων του διεθνούς καθεστώτος της Κρήτης, η ολοκλήρωση της ενωτικής διαδικασίας ήταν καθ΄ όλα εξαρτημένη από τις διπλωματικές δυνάμεις.
Πηγές: Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας βιβλίο γ΄λυκείου Wikipedia Εγκυκλοπαίδεια Δομή www.haniotika-nea.gr/epanastatiko-kinima-tou-therisou