Η Δαλιδά ήταν Γαλλίδα τραγουδίστρια και ηθοποιός. Έχει τραγουδήσει σε πάνω από 10 γλώσσες, όπως Γαλλικά, Αραβικά, Ιταλικά, Ελληνικά, Γερμανικά, Αγγλικά, Ιαπωνικά, Εβραϊκά, Ολλανδικά και Ισπανικά και οι περισσότεροι δίσκοι της έγιναν χρυσοί και πλατινένιοι. Είναι η μόνη στη ιστορία που πήρε διαμαντένιο δίσκο για τα 85 εκατομμύρια πωλήσεις παγκοσμίως. Έχει πρωταγωνιστήσει σε 11 ταινίες και 2 αυτοβιογραφικά ντοκιμαντέρ. Από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της είναι τα τραγούδια «Je suis malade», «C’est fini la comedie», «Il venait d’avoir 18 ans» και «Histoire d’un amour». Θεωρείται η σπουδαιότερη τραγουδίστρια της Αιγύπτου και μια από τις σημαντικότερες του κόσμου. Στα 54 της έδωσε τέλος στην ζωή της. Χρόνια μετά τον θάνατό της όλοι θα μιλάνε για την κατάρα που την ακολουθεί: να χάνει με τον πιο τραγικό τρόπο εκείνους που την αγάπησαν.
Τα δύσκολα παιδικά χρόνια
Η Δαλιδά γεννήθηκε στο Κάιρο στις 17 Ιανουαρίου 1933, από γονείς με καταγωγή από την Καλαβρία. Οι παππούδες της είχαν μεταναστεύσει στην Αίγυπτο στις αρχές του αιώνα. Το πραγματικό της όνομα ήταν Γιολάντα Κριστίνα Τζιλιόττι και είχε δύο αδέρφια, τον Μπρούνο και τον Ορλάντο. Η μητέρα τους, Τζουζεπίνα, φρόντισε το σπίτι, σε μια συνοικία, όπου μουσουλμάνοι και χριστιανοί ζούσαν αρμονικά. Πατέρας τους ήταν ο Πιέτρο Τζιλιόττι, πρώτο βιολί στην όπερα του Καΐρου. Έτσι η μικρή Γιολάντα μεγάλωσε μέσα στην μουσική.
Όταν ήταν 10 μηνών κόλλησε ένα μικρόβιο, που της προκάλεσε μόλυνση στα μάτια που προοδευτικά χειροτέρευε. Στα 2 της χρόνια η μόλυνση αυτή την ανάγκασε για 40 μέρες να καθηλωθεί με δεμένα και τα μάτια. Μόνο η μουσική του πατέρα της ανακούφιζε την μικρή Γιολάντα. Παρά τις προσπάθειες όμως και τα δύο χειρουργεία ως τα 14, η αποκατάσταση δεν λειτουργεί κι έτσι αναγκάζεται να φοράει γυαλιά με χοντρούς φακούς, κάτι που την έκανε στόχο κοροϊδευτικών σχολίων από συμμαθητές. Κάποια στιγμή όμως δεν άντεξε και μετά από μια συζήτηση με μια φίλη, σε ένα ξέσπασμα θυμού, πέταξε τα γυαλιά κι αρνήθηκε να τα ξαναφορέσει. Προτιμούσε να βλέπει τον κόσμο θολά. Παρότι δεν έβλεπε πια καθαρά, κατάφερε να εντοπίσει τον 15χρονο Κάρλο, τον πρώτο της έρωτα.
Γενικά τα παιδικά χρόνια της μικρής Γιολάντα ήταν καλά μέχρι της έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τότε οι Σύμμαχοι έκλεισαν τον πατέρα της για 4 χρόνια σε στρατόπεδο συγκέντρωσης λόγω της καταγωγής του. Ο πατέρας της πέθανε όταν εκείνη ήταν 12 ετών.
Η καριέρα στο modeling και το όνομα Δαλιδά
Η Γιολάντα φοίτησε σε μια τοπική σχολή που την οργάνωναν καθολικές καλόγριες. Το ταλέντο της φάνηκε στην σχολική θεατρική ομάδα. Είχε γίνει μια όμορφη νέα γυναίκα, γοητευμένη από την βιομηχανία της ομορφιάς. Στα 18 της, κρυφά από την οικογένειά της, βρίσκει δουλειά ως μοντέλο στον οίκο μόδας Donna. Η οικογένειά της όμως ανακάλυψε τις φωτογραφίες της με μαγιό και σκανδαλίστηκε. Τα πράγματα ηρέμισαν όταν επέστρεψε στις σπουδές της για να ακολουθήσει γραμματειακή καριέρα.
Η επιστροφή στις σπουδές είναι προσωρινή, καθώς το 1954 δηλώνει συμμετοχή στα καλλιστεία και ανακηρύσσεται Μις Αίγυπτος. Εκεί την εντοπίζει ο Σερίφ Κάμελ, διευθυντής του περίφημου Gezira Club, του παλαιότερου και πολυτελέστερου κλαμπ της Αιγύπτου. Η νεαρή, που αισθανόταν ότι το modeling δεν ανταποκρίνεται πια στις φιλοδοξίες της, προσπαθούσε να υιοθετήσει το στυλ Τζέιν Ράσελ. Ο Κάμελ διέκρινε σε αυτήν ένα αστέρι και της πρότεινε να πάει στο Παρίσι. Της πρότεινε να αλλάξει και το όνομά της σε Δαλιδά, λόγω της ομοιότητάς της με τη διάσημη αμερικανίδα ηθοποιό Χέντι Λαμάρ, που είχε πρωταγωνιστήσει ως Δαλιδά στο βιβλικό δράμα «Σαμψών και Δαλιδά» του 1949. Η Δαλιδά φεύγει από το Κάιρο μόνη την παραμονή Χριστουγέννων του 1954, αψηφώντας τις αντιρρήσεις της οικογένειάς της.
Το Παρίσι υποδέχεται την Δαλιδά
Στο Παρίσι, λόγω του παρουσιαστικού της επιλέγεται κυρίως για ρόλους αισθησιακής καστανής βαμπ. Θα την προσέξει όμως ο Γάλλος σκηνοθέτης Μαρκ ντε Γκαστίν. Το 1955 θα κάνει το κινηματογραφικό της ντεμπούτο στο μελόδραμα του Νιαζί Μοσταφά «Ένα Ποτήρι και ένα Τσιγάρο».
Ως ανήσυχο πνεύμα όμως, στο κυνήγι του ονείρου της, στράφηκε και προς το τραγούδι. Αρχίζει μαθήματα ωδικής με έναν διάσημο για την σκληρότητά του δάσκαλο, που ήταν όμως αποτελεσματικός. Μετά από μερικούς μήνες την έστειλε για ακρόαση σε ένα καμπαρέ στην Champs Elysées. Παρότι η προφορά της ήταν έντονη και τα «ρο» της τραβηγμένα, έδειξε μεγάλο επαγγελματισμό και προσελήφθη αμέσως. Λίγους μήνες μετά η Δαλιδά ξεκίνησε να εργάζεται σε ένα πιο αξιοπρεπές κλαμπ, με τον τίτλο του ταχύτερα ανερχόμενου αστεριού της γαλλικής μουσικής, παρά το γεγονός ότι ακόμα δεν είχε υπογράψει συμβόλαιο με κάποια εταιρία.
Τα πράγματα πήγαιναν μέτρια μέχρι που η Δαλιδά συμμετείχε σε ένα διαγωνισμό νέων ταλέντων στο «Ολυμπιά». Εκεί ερμήνευσε το τραγούδι «Étranger au paradis» και αμέσως τράβηξε την προσοχή του διευθυντή του θεάτρου Μπρούνο Κοκουατρίξ, του Εντι Μπάρκλεϊ, ιδιοκτήτης της ομώνυμης δισκογραφικής εταιρείας και του μουσικού παραγωγού του ραδιοφώνου Europe 1, Λισιέν Μορισέ. Αμέσως υπέγραψαν συμβόλαιο. Το πρώτο τραγούδι είχε τίτλο «Madona». Όμως παρότι προωθήθηκε από τον Μορισέ, δεν έγινε μεγάλη επιτυχία.
Το 1956 η 23χρονη Δαλιδά κυκλοφορεί το τραγούδι «Bambino», που γνώρισε απρόσμενα μεγάλη επιτυχία εντός και εκτός γαλλικών συνόρων. Έμεινε για ένα χρόνο στο top 10 της Γαλλίας και πούλησε περισσότερα από 300 χιλιάδες αντίτυπα την πρώτη εβδομάδα της κυκλοφορίας του, αριθμός ρεκόρ για την γαλλική δισκογραφία.
Όπως ήταν φυσικό τα φώτα έπεσαν πάνω στην Δαλιδά και η καριέρα της απογειώθηκε. Πλέον έχει μόνιμα παραγωγό της τον Λισιέν Μορισέ, που την παρότρυνε να τραγουδήσει σε διάφορες γλώσσες με σκοπό τη διεθνή καριέρα. Έτσι μπόρεσε να τραγουδήσει άνετα σε 10 διαφορετικές γλώσσες, κάνοντας περιοδείες σε όλο τον κόσμο, τραγουδώντας με όλα τα μεγάλα ονόματα. Οι ώρες εργασίας ήταν αμέτρητες και οι επαφές μεταξύ τραγουδίστριας και παραγωγού συνεχείς. Επόμενο ήταν λοιπόν να αναπτυχθεί μεταξύ τους ένας μεγάλος έρωτας.
Η διεθνής επαγγελματική επιτυχία
Στην Δαλιδά απονεμήθηκε ο πρώτος χρυσός δίσκος, που παρουσίασε στις 17 Σεπτεμβρίου 1957. Την ίδια χρονιά συμμετέχει στο θέατρο «Ολυμπιά» δίπλα στον Σαρλ Αζναβού. Το επόμενο τραγούδι, που κυκλοφόρησε τα Χριστούγεννα του 1957 είναι το «Gondolier». Άλλες επιτυχίες εκείνης της περιόδου είναι τα «Come Prima ‘Tu Me Donnes» και «Les Gitans» το 1958 και το «Ciao Ciao Bambina» το 1959.
Η Δαλιδά κάνει συνέχεια περιοδείες από το 1958 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960, με εμφανίσεις σε Γαλλία, Αίγυπτο, Ιταλία και Ηνωμένες Πολιτείες. Το 1961 η Δαλιδά πραγματοποίησε για ένα μήνα sold out παραστάσεις στο «Ολυμπιά». Λίγο αργότερα θα ξεκινήσει μια περιοδεία στο Χονγκ Κονγκ και το Βιετνάμ.
Ο γάμος με τον Λισιέν Μορισέ
Μέσα από την επαγγελματική επιτυχία γεννήθηκε ο έρωτας του Λισιέν Μορισέ και της Δαλιδά. Ο Μορισέ ήταν ήδη παντρεμένος και είχε δύο παιδιά. Ο γάμος του τελείωσε και παντρεύτηκε με την Δαλιδά στις 8 Απριλίου 1961. Εκείνος έχει διαμορφώσει το τότε ραδιόφωνο κι εκείνη πια ήταν «εθνική τραγουδίστρια» των Γάλλων. Το 1962 η Δαλιδά αγοράζει στην Μονμάρτρη ένα αρχοντικό, που ο Τύπος της εποχής θα ονομάσει «Κάστρο της Ωραίας Κοιμωμένης».
Σύντομα μετά το γάμο, η Δαλιδά ξεκίνησε την διεθνή περιοδεία, που την έφερε και στις Κάνες. Εκεί ερωτεύτηκε τον Ζαν Σομπιέσκι. Μπορεί να χρωστούσε την καριέρα της στον σύζυγό της, εκείνη όμως διάλεξε τον έρωτα. Ζούσε το πάθος με τον Σομπιέσκι χωρίς να ξεχνά την καριέρα της.
Δυο χρόνια μετά το γάμο, το ζευγάρι Δαλιδά – Μορισέ πήρε διαζύγιο. Ο Μορισέ δεν ήθελε να το πιστέψει. Και για την Δαλιδά όμως δεν ήταν μια εύκολη περίοδος. Κλείστηκε στον εαυτό της και άφησε για λίγο πίσω την καριέρα της. Κι όπως οι περισσότερες γυναίκες μετά από χωρισμό, κι εκείνη αντέδρασε με μια αλλαγή στην εμφάνισή της. Στις 4 Αυγούστου 1964, η μελαχρινή καλλονή μεταμορφώνεται σε μια χάλκινη ξανθιά. Η πρωτότυπη για την εποχή απόχρωση, σε συνδυασμό με τα έντονα χαρακτηριστικά της, καθιέρωσε την Δαλιδά ως style icon. Η νέα εικόνα ενίσχυσε την θηλυκότητα της. Η Δαλιδά υπήρξε από τις πρώτες σταρ που τόλμησε επίσης να φορέσει σμόκιν, το οποίο εκείνη την εποχή μόλις είχε λανσάρει ο Ιβ Σεν Λοράν.
Για την σχέση με τον Μορισέ η Δαλιδά θα πει χρόνια αργότερα ότι ήταν ο μοναδικός άντρας της ζωής της. Είχε μετανιώσει λέγοντας ότι ήταν πολύ νέα για να διορθωθεί. Κι ενώ στα προσωπικά είναι μόνη, στα επαγγελματικά, μάνατζέρ της είναι πια ο νεότερος αδελφός της Μπρούνο και γραμματέας η ξαδέρφη της, Ρόζι.
Το κεφάλαιο Λουίτζι Τένκο
Η Δαλιδά προσαρμόστηκε εύκολα στο νέος είδος μουσικής, το ρεκ εντ ρολ, στις αρχές της δεκαετίας ’60, τραγουδώντας διασκευές όπως το «Garde-moi La Derniere Danse» από το «Save the Last Dance for Me» των The Drifters και το «Que Sont Devenues Les Fleurs» από το «Where Have All the Flowers Gone?» των Kingston Trio. Μέχρι το 1964 είχε πουλήσει πάνω από 30 εκατομμύρια δίσκους παγκοσμίως, εκτός από τις αγγλόφωνες χώρες. Το 1965 κυκλοφόρησε το «La Danse de Zorba», γαλλική διασκευή του «Ζορμπά» του Μίκη Θεοδωράκη. Το ότι έχει γίνει ένα διεθνές αστέρι, έχει ως αποτέλεσμα να βρίσκεται συνεχώς στο στόχαστρο των παπαράτσι.
Τον Οκτώβριο του 1966 γνωρίζει και ερωτεύεται παράφορα τον νέο και ταλαντούχο συνθέτη Λουίτζι Τένκο. Οι παπαράτσι ακολουθούσαν παντού το νέο ζευγάρι. Αρχίζουν να δουλεύουν μαζί ένα τραγούδι για το φεστιβάλ του Σαν Ρέμο του ερχόμενου Ιανουαρίου. Το τραγούδι λέγεται «Ciao Amore, Ciao». Οι διοργανωτές του φεστιβάλ αποφάσισαν να συνοδεύσει επί σκηνής τον κάθε συμμετέχοντα κι ένας διεθνούς φήμης καλλιτέχνης. Έτσι ο 28χρονος Τένκο θα ερμήνευε το κομμάτι μαζί με την Δαλιδά, ο καθένας σε διαφορετική εκτέλεση. Είχαν αποφασίσει μετά τον διαγωνισμό να ανακοινώσουν και τον γάμο τους για τον ερχόμενο Απρίλιο.
Ενώ η Δαλιδά στο Σαν Ρέμο ξεσήκωσε με την ερμηνεία της, ο Τένκο δεν έπεισε. Κανείς τους δεν κέρδισε και ο Τένκο, θύμωσε και εξαπέλυσε δριμύ κατηγορώ προς τους κριτές και το κοινό. Το ίδιο βράδυ, ενώ έτρωγαν στο εστιατόριο του ξενοδοχείου με στελέχη της δισκογραφικής εταιρείας, ο Λουίτζι Τένκο ανέβηκε στο δωμάτιό τους. Η Δαλιδά θα ανέβει στο δωμάτιο για να δει γιατί αργεί. Ήταν ξαπλωμένος μπρούμυτα στο πάτωμα και αρχικά πίστεψε ότι κοιμόταν ζαλισμένος από το αλκοόλ και τα υπνωτικά που είχε καταναλώσει. Όταν τον πήρε στα χέρια της και του χάιδευε τα μαλλιά είδε τα αίματα. Ο Λουίτζι Τένκο είχε αυτοκτονήσει με μια σφαίρα στο κεφάλι.
Αυτό κόστισε πολύ στην Δαλιδά. Τις επόμενες εβδομάδες κάνει ηχογραφήσεις, βγαίνει σε εκπομπές αλλά έχει αρχίσει να κάνει περίεργες σκέψεις. Ένα μήνα μετά επισκέπτεται τα αδέρφια του Τένκο. Θα περάσουν 3 μήνες από την αυτοκτονία του Τένκο όταν η Δαλιδά εφαρμόζει τα σχέδιά της. Ενημέρωσε ότι θα έφευγε για Τορίνο, πήγε στο αεροδρόμιο, μεταμφιέστηκε με μαύρα γυαλιά και μαντήλι και πήγε στο Παρίσι. Εκεί, στο ξενοδοχείο Prince de Galles, έδωσε στη ρεσεψιόν το πραγματικό της όνομα, ζητώντας μόνο να μην την ενοχλήσει κανείς. Στο δωμάτιο, έγραψε 3 γράμματα, στην μητέρα της, στον Λισιέν Μορισέ και στο κοινό της, πήρε ένα ολόκληρο κουτί υπνωτικά χάπια και ξάπλωσε γαλήνια στο κρεβάτι. Ήθελε να πάει κοντά στον αγαπημένο της Λουίτζι.
Για καλή της τύχη όμως, μια καμαριέρα παράκουσε την εντολή της και μπήκε στο δωμάτιο και την βρήκε. Η Δαλιδά έμεινε αρκετές μέρες σε κώμα. Στο πλάι της θα βρεθεί ο Λισιέν Μορισέ, με τον οποίο διατηρούσαν καλές σχέσεις. Είναι ο πρώτος που ειδοποιείται και της συμπαραστάθηκε καθ’ όλη την διάρκεια της μακράς ψυχολογικής της ανάκαμψης. Μετά από αυτή την ιστορία το κοινό την αποκάλεσε «Η Παναγία του τραγουδιού».
Η αυτοκτονία του Λισιέν Μορισέ
Η Δαλιδά άρχισε να συνέρχεται σιγά-σιγά κάνοντας στροφή στην καριέρα της με πιο σοβαρά τραγούδια. Σύμφωνα με δηλώσεις της θα τραγουδούσε μόνο ότι είχε σημασία για εκείνη. Τον Δεκέμβριο του 1968 τιμήθηκε με το Médaille de la Présidence de la République από General Charles de Gaulle, και αποτελεί το μόνο πρόσωπο από τη μουσική βιομηχανία να έχει λάβει αυτό το μετάλλιο.
Στο πλευρό της βρισκόταν πάντα ο πρώην σύζυγός της, που παρέμενε ερωτευμένος μαζί της. Το 1970 όμως ο 41χρονος Μορισέ αυτοκτόνησε. Ήταν ένα ακόμα ισχυρό πλήγμα για την Δαλιδά. Άρχισε να διαβάσει εντατικά, κυρίως Φρόιντ, και βρήκε διέξοδο στον διαλογισμό. Ερωτεύτηκε έναν βουδιστή φιλόσοφο και η καριέρα της μπήκε σε δεύτερη μοίρα. Το τραγούδι όμως ήταν πάντα το φάρμακό της. Κερδίζει το ιταλικό βραβείο Canzonissima, ενώ ταξιδεύει συνέχεια στην Ινδία για να ακούει τα διδάγματα του φιλοσόφου.
Η Δαλιδά της δεκαετίας του ’70
Οι αρχές της δεκαετίας του ’70 έφεραν μερικά από τα πιο επιτυχημένα τραγούδια της Δαλιδά. Το 1973 κυκλοφορεί στα γαλλικά το ιταλικό «Paroles, paroles», που αρχικά κυκλοφόρησε από τη Μίνα. Η Δαλιδά το τραγούδησε με τον καλό της φίλο Αλέν Ντελόν. Οι δυο τους είχαν συναντηθεί καιρό πριν, όταν η 21χρονη Δαλιδά συμμετείχε σε διάφορα κάστινγκ. Οι δυο τους άρχισαν ένα μυστικό αλλά σύντομο ειδύλλιο. Το τραγούδι έγινε μεγάλη επιτυχία και ήταν στην πρώτη θέση σε Γαλλία και Ιαπωνία. Οι ακροατές το ζητούσαν συνέχεια στα ραδιόφωνα.
Επόμενη κυκλοφορία ήταν το «Il Venait d’Avoir Dix-Huit Ans», που έφτασε την 1η θέση σε 9 χώρες και πούλησε στην Γερμανία μόνο 3,5 εκατομμύρια αντίτυπα. Το 1974 κυκλοφόρησε το «Gigi l’Amoroso», που έφτασε στο νούμερο 1 σε 12 χώρες κι αναφέρεται στον πρώην αγαπημένο της Λουίτζι Τένκο. Μετά από αυτό ακολούθησε μια μεγάλη περιοδεία με εμφανίσεις σε Ιαπωνία, Καναδά και Γερμανία. Η ντίσκο βρίσκει την Δαλιδά το 1976 με το τραγούδι «J’attendrai».
Τον Νοέμβριο του 1977 συμμετείχε σε ένα Broadway-σόου στο Carnegie Hall της Νέας Υόρκης, σε χορογραφία του Λέστερ Γουίλσον. Η ερμηνεία της απέσπασε τα εγκωμιαστικά σχόλια κοινού και κριτικών. Το 1979 η Δαλιδά ηχογράφησε το τραγούδι «Salma Ya Salama», βασισμένο σε ένα παλιό αιγυπτιακό τραγούδι για την νοσταλγία της πατρίδας. Αφορμή ήταν η απελευθέρωση των Αιγυπτίων αιχμαλώτων από τους Ισραηλινούς μετά τον Πόλεμο του Γιομ Κιπούρ και οι συμφωνίες του Καμπ Ντέιβιντ, μεταξύ Ισραηλινών και Αιγυπτίων. Η μεγάλη επιτυχία του τραγουδιού οδήγησε στην μετάφρασή του από τα αραβικά στα γαλλικά, ιταλικά και γερμανικά. Ήταν μεταξύ των πρώτων ethnic επιτυχιών του κόσμου.
Αυτό και πολλά άλλα τραγούδια στα αραβικά, όπως τα «Helwa ya balady» και «Ahsan Nass» έγιναν εξαιρετικά δημοφιλή στην Αίγυπτο. Η Δαλιδά έγινε η πρώτη τραγουδίστρια, που ένωσε αραβική και δυτική μουσική. Στην Αίγυπτο γίνεται δεκτή σαν βασίλισσα, με τον ίδιο τον Αιγύπτιο πρόεδρο να την παραλαμβάνει από το αεροδρόμιο. Την επιτυχία αυτή ακολούθησε το single «Génération ‘78», το πρώτο της single που συνοδευόταν κι από βίντεο κλιπ. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε και το τραγούδι «Gigi in Paradisco», που αγαπήθηκε από το κοινό.
Η Δαλιδά στην Ελλάδα
Η Δαλιδά συνεργάστηκε με πολλούς Έλληνες συνθέτες όπως Θεοδωράκη, Χατζιδάκι και Παπαθανασίου, διασκευάζοντας τραγούδια τους. Ερχόταν συχνά στην Ελλάδα αφού τρεις θείοι της είχαν παντρευτεί Ελληνίδες. Στα τέλη της δεκαετίας του ’70, στα πλαίσια διεθνούς περιοδείας, έκανε μια μεγάλη συναυλία στο Καλλιμάρμαρο.
Ο μοιραίος Ρισάρ Σανφρέ
Η Δαλιδά, άκρως συναισθηματική, βρίσκει τον έρωτα στο πρόσωπο του πλεϊμπόι Ρισάρ Σανφρέ, γνωστού ως «Κόμη του Σεντ Ζερμέν», αν και δεν προέκυπτε κάτι τέτοιο από την καταγωγή του. Η σχέση τους είναι θυελλώδης και ο χωρισμός τους οδυνηρός. Η Δαλιδά έπεσε με τα μούτρα στην δουλειά.
Για τα επόμενα 2 χρόνια κυριαρχεί στον τύπο η πολιτική της υποστήριξη στον νέο πρόεδρο Φρανσουά Μιτεράν. Λίγο πριν ξεσπάσει όμως σκάνδαλο, η Δαλιδά αποστασιοποιήθηκε και για τον επόμενο χρόνο έφυγε από το Παρίσι. Στο Παρίσι επιστρέφει το 1983. Ο εκκεντρικός Σανφρέ όμως δεν αντέχει άλλο τον χωρισμό τους και αυτοκτονεί στο Σεν Τροπέ. Η Δαλιδά θα το μάθει αργότερα και θα χάσει τον ενθουσιασμό της για το τραγούδι. Παράλληλα υποφέρει από παροδική απώλεια μνήμης και υποβάλλεται σε 2 διαδοχικά χειρουργεία στα μάτια.
Η καριέρα της θα ανακάμψει 3 χρόνια μετά, όταν θα παίξει σε μια ταινία του διάσημου Αιγύπτιου σκηνοθέτη Γιουσέφ Σαχίν. Η ταινία απέσπασε κολακευτικές κριτικές κι αυτό ανανέωσε την αυτοπεποίθηση της Δαλιδά, που σκεφτόταν να αλλάξει για μια φορά ακόμα καριέρα.
Δαλιδά και Μιτεράν
Οι τραγωδίες έστρεψαν την Δαλιδά προς την φιλοσοφία. Τότε προέκυψε και η γνωριμία της με τον Φρανσουά Μιτεράν το 1981, λίγο πριν εκείνος γίνει πρόεδρος της Γαλλίας. Η σχέση τους όμως θα μείνει κρυφή. Ο Μιτεράν ερωτεύτηκε την Δαλιδά. Όταν εκείνη κυκλοφόρησε το τραγούδι «Gigi l’ amoroso», πολύ θεώρησαν ότι το αφιερώνει στον Μιτεράν, γιατί οι μυστικές υπηρεσίες του είχαν δώσει το ψευδώνυμο «Mimi l’Amoroso». Μόλις ο Μιτεράν ανέλαβε την εξουσία, εμφανίστηκε στα Ηλύσια Πεδία χωρίς εκείνη στον πλευρό του όπως της είχε υποσχεθεί. Η σχέση αυτή τέλειωσε άδοξα και η Δαλιδά έκανε ακόμα μια απόπειρα αυτοκτονίας.
Ο διαμαντένιος δίσκος
Το 1981 κυκλοφορεί το τραγούδι «Rio do Brasil» και ακολουθούν μερικές εμφανίσεις στο «Ολυμπιά». Την νύχτα της πρώτης της ερμηνείας, έγινε η πρώτη τραγουδίστρια, που βραβεύτηκε με διαμαντένιο δίσκο, ως αναγνώριση για τις ρεκόρ πωλήσεις της. Το 1986 κυκλοφορεί το τελευταίο ολοκληρωμένο άλμπουμ της Δαλιδά με τίτλο «Le visage de l’amour», με τελευταίο τραγούδι το και «Mourir Sur Scène».
Η αντίστροφη μέτρηση
Μετά την αυτοκτονία του Σανφρέ, η Δαλιδά ψυχολογικά κατάρρευσε εντελώς. Συνεχίζει όμως κανονικά τις δραστηριότητές της κι αυτό μπέρδεψε τους γύρω της. Γνωρίζει κι ερωτεύεται έντονα το γιατρό Φρανσουά Νοντί. Ο κρυφός έρωτάς τους όμως έληξε κι εκείνη έπεσε σε κατάθλιψη.
Το πρωί του Σαββάτου 2 Μαΐου 1987 έκανε και μια φωτογράφηση για μια εταιρεία που τη σπονσόραρε. Αργότερα εμφανίστηκε καλεσμένη σε μια εκπομπή και το βράδυ έπρεπε να παραβρεθεί στην πρεμιέρα μιας θεατρικής παράστασης, στα Ηλύσια Πεδία. Ακύρωσε όμως αυτή την εμφάνιση λέγοντας ότι είναι κουρασμένη. Στην πραγματικότητα όμως περίμενε όλο το βράδυ ένα τηλεφώνημα από τον Φρανσουά Νοντί. Εκείνος δεν τηλεφώνησε ποτέ.
Ξημερώματα Κυριακής 3 Μαΐου η Δαλιδά ακυρώνει μια πτήση για την Ιταλία. Γράφει 3 γράμματα, ένα για τον εραστή της, ένα για την οικογένειά της και το τελευταίο για τους θαυμαστές της. Σε ένα από αυτά αναφέρει: «Όποιον άντρα αγαπώ τον καταστρέφω. Η ζωή μου έχει γίνει αφόρητη. Συγχωρέστε με». Η κατάθλιψη τελικά την οδήγησε σε υπερβολή δόση βαρβιτουρικών. Σχεδόν 20 χρόνια μετά την πρώτη της απόπειρα αυτοκτονίας, η Δαλιδά βρίσκεται νεκρή στο σπίτι της στη Μονμάρτη.
Ο ξαφνικός της θάνατος βύθισε στη θλίψη Γαλλία και Αίγυπτο. Η Δαλιδά υπήρξε μια πανέμορφη γυναίκα με θεία φωνή. Ήταν η απόλυτη femme fatale της εποχής, που ενέπνεε τον έρωτα και είχε πολλούς λόγους για να ζήσει. Ήταν όμως πολλά κι όσα της προκαλούσαν θλίψη. Μετά τον θάνατό της, το όνομά της δόθηκε σε μια από τις μεγαλύτερες πλατείες της Μονμάρτης.
Η Δαλιδά είχε επιβλητική κορμοστασιά και αγέρωχο παράστημα, που έδινε την εντύπωση άτρωτης γυναίκας. Ήταν όμως μια ευαίσθητη, που δεν βρήκε ποτέ αυτό που έψαχνε στην ζωή. Γι’ αυτό κι επέλεξε να φύγει μόλις στα 54 της.
Ακολουθεί το video με την ζωντανή εμφάνιση σε εκπομπή της Δαλιδά και την εκπληκτική ερμηνεία της επιτυχίας της «Jee suis malade».
Για το άρθρο χρησιμοποιήθηκαν πληροφορίες από:
- Δαλιδά, Ανακτήθηκε από: https://el.wikipedia.org Τελευταία πρόσβαση: 17/4/21
- Δαλιδά, Ανακτήθηκε από: https://www.sansimera.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 17/4/21
- Δαλιδά: Γιατί οι άντρες πέθαιναν για αυτή -Ο κρυφός έρωτας με τον Μιτεράν. (2015). Ανακτήθηκε από: https://www.iefimerida.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 17/4/21
- Κεφαλληνού, Ελ. (2020). Βιογραφία | Dalida. Ανακτήθηκε από: https://www.tralala.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 17/4/21
- Ραγκούση, Π. (2017). Dalida: Ο θάνατος της πάει πολύ. Ανακτήθηκε από: https://www.tovima.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 17/4/21
- Η τραγική ιστορία της γυναίκας που οι τρεις μεγάλοι έρωτες της ζωής της αυτοκτόνησαν. (2017). Ανακτήθηκε από: https://www.newsbeast.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 17/4/21
- «Όποιον άντρα αγαπώ, τον καταστρέφω». Δαλιδά, η μεγάλη ντίβα του τραγουδιού, που και οι τρεις μεγάλοι έρωτες της ζωής της αυτοκτόνησαν. Στο τέλος έβαλε και αυτή τέλος στη ζωή της …, Ανακτήθηκε από: https://www.mixanitouxronou.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 17/4/21
- Νάτσιος, Β. (2017). Δαλιδά: “Συγχωρήστε με, η ζωή έγινε αφόρητη για μένα”… Οι αυτοκτονίες, οι έρωτες, η ντίβα που έγινε θρύλος. Ανακτήθηκε από: https://cosmopoliti.com/ Τελευταία πρόσβαση: 17/4/21
- Μπιτολάς, Δ. (2021). Δαλιδά: Η μοιραία τραγουδίστρια που οδηγούσε στην αυτοκτονία όποιον άντρα έκανε σχέση μαζί της. Ανακτήθηκε από: https://www.enimerotiko.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 17/4/21
- 31 χρόνια χωρίς την Νταλιντά: Η γόησσα τραγουδίστρια ερωτευόταν άντρες που πέθαιναν έως ότου αυτοκτόνησε & η ίδια. (2018). Ανακτήθηκε από: https://www.eirinika.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 17/4/21