Έθιμα και παραδόσεις, που αναβιώνουν σήμερα σε όλη την Ελλάδα, έχουν τις ρίζες τους στην αρχαιότητα. Μπορεί οι αρχαίες δοξασίες να θεωρούνται ξεπερασμένες σήμερα, όμως συναντάμε πολλά στοιχεία τους, που έχουν επιβιώσει. Στη διατήρησή τους μέχρι τις μέρες μας βοήθησε και η Εκκλησία, πιθανόν γιατί τα έθιμα τότε έπαιζαν πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή των ανθρώπων και δεν θα ήταν εύκολο να τα αποβάλλουν. ‘Έτσι, μέσα από την χριστιανική πίστη, διατηρήθηκαν τα σημαντικότερα από τα έθιμα και παραδόσεις, η θρησκεία τα οικειοποιήθηκε, τροποποιήθηκε το νόημα των εθίμων και των παραδόσεων καθώς επίσης άλλαξε και ο αρχικός λόγος της δημιουργίας τους. Παρέμεινε όμως ο βασικός τρόπος αναβίωσής τους κι αυτό μας δείχνει ότι τα έθιμα και οι παραδόσεις μας έχουν διαχρονικό χαρακτήρα.
Τα έθιμα της γιορτής των Χριστουγέννων
Ξεκινώντας από τα κάλαντα, οι εορτασμοί την περίοδο Χριστουγέννων και πρωτοχρονιάς έχουν φτάσει ως τις μέρες μας από τα αρχαία χρόνια. Τα κάλαντα γιορτάζονταν τον μήνα των Πυανεψιών, από 23 Σεπτεμβρίου μέχρι 22 Οκτωβρίου, που ήταν ο 4ος μήνας του αθηναϊκού ημερολογίου. Τα Πυανέψια, αρχικά προς τιμήν της σκυράδος Αθηνάς και του Απόλλωνα κι αργότερα του Διονύσου, γιόρταζαν την γονιμότητα της χρονιάς, η οποία έφευγε για να συνεχιστεί από την γονιμότητα του επόμενου χρόνου, συμβόλιζαν την χαρά, τον πλούτο και την ειρήνη και τα τραγουδούσαν στα σπίτια των πλουσίων. Τα μικρά παιδιά γύριζαν στα σπίτια, κρατώντας ένα κλαδί ελιάς ή αγριελιάς, που λεγόταν ειρεσιώνη, και ήταν στολισμένο με μαλλί άσπρο και κόκκινο, σύμβολα υγείας και ομορφιάς, αλλά και φθινοπωρινούς καρπούς, όπως σύκα, καρύδια, αμύγδαλα κ.α. Τα παιδία αυτά έπρεπε να έχουν ζωντανούς και τους δυο γονείς τους. Μόλις τελείωναν τα κάλαντα, έπαιρναν φιλοδώρημα και μετά τοποθετούσαν την ειρεσιώνη στην είσοδο του ναού του Απόλλωνα ανήμερα της γιορτής και μετά την κρεμούσαν στην είσοδο του σπιτιού τους για 1 χρόνο και ύστερα την έκαιγαν.
Η ειρεσιώνη είχε το ρόλο ικεσίας στον Απόλλωνα για την αποφυγή των λοιμών. Θεωρείται ο πρόγονος του χριστουγεννιάτικου δέντρου. Γενικά το διήμερο της πρωτοχρονιάς λεγόταν κάλαντα και άναβαν φανάρια έξω από τα σπίτια, τραγουδώντας συνέχεια.
Ακολουθεί το «Τριέσπερον», που γενικεύτηκε στα ελληνιστικά χρόνια. Εκεί τιμούσανε τον θεό Ήλιο. Η γιορτή του φωτός ξεκινούσε κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο, τη νύχτα 21ης προς 22ας Δεκεμβρίου, και κορυφωνόταν με την αναγέννηση του Ήλιου, τη νύχτα 24ης προς 25η Δεκεμβρίου. Με το χειμερινό ηλιοστάσιο ο Ήλιος νικά το σκοτάδι και προετοιμάζεται ερχομός της Άνοιξης. Οι αρχαίοι Έλληνες γιόρταζαν την ίδια περίοδο την γέννηση του Διονύσου, που αποκαλούνταν σωτήρας και καλός ποιμένας. Τον χειμώνα θρηνούσαν τον θάνατο του Διονύσου από τους Τιτάνες και στα τέλη του Δεκέμβρη γιόρταζαν την αναγέννησή του. Οι ιέρειες ανέβαιναν στην κορυφή του ιερού βουνού, κρατούσαν ένα νεογέννητο μωρό και φώναζαν «Ο Διόνυσος ξαναγεννήθηκε. Ο Διόνυσος ζει». Η ημερομηνία της αναγέννησης του θεού Ήλιου αργότερα έγινε η ημερομηνία γέννησης του Χριστού, παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει εξακριβωμένη ημερομηνία για την γέννησή του ή υπάρχουν κάποια στοιχεία που συνηγορούν για άλλη ημερομηνία, προς το Φθινόπωρο. Κατά τους 3 πρώτους χριστιανικούς αιώνες δεν γιορτάζανε Χριστούγεννα ούτε άλλη γιορτή ή γενέθλια αγίου, καθώς θεωρούνταν αρχαιοελληνικό και άρα ειδωλολατρικό έθιμο. Η 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα γέννησης του Χριστού καθιερώθηκε στη Ρώμη από τον Πάπα Ιούλιο τον Α’ τον 4ο μ.Χ. αιώνα, μετά από έρευνα στα αρχεία της Ρώμης για την χρονιά της απογραφής επί Αυγούστου. Και μέχρι την εποχή του Ιουστινιανού, τον 6ο αιώνα μ.Χ., ο εορτασμός των Χριστουγέννων είχε εξαπλωθεί σε όλη την Ανατολή.
Ακόμα και το έθιμο της βασιλόπιτας έχει ρίζες στην αρχαία Ελλάδα. Οι αρχαίοι συνήθιζαν να προσφέρουν στους θεούς εορταστικούς άρτους σε διάφορες περιστάσεις, όπως για να γυρίσουν νικητές από έναν πόλεμο, για να σκοτώσουν πολλά θηράματα στο κυνήγι, αλλά και σε γιορτές όπως τα Θαλύσια, προς τιμήν της θεάς Δήμητρας, οπότε οι θεριστές έφτιαχναν τα Θαλύσια αρτίδια, στα Θεσμοφόρια, όπου έφτιαχναν άρτους, σε γάμους, προς τιμήν των νεκρών, κ.α. Από τους αρχαίους Έλληνες πήραν και οι Ρωμαίοι την κατασκευή ενός είδος αρωματικού ψωμιού, μέσα στο οποίο έβαζαν ένα νόμισμα, για να έχουν υγεία και καλή χρονιά. Μαζί με το νόμισμα έβαζαν κι ένα μικρό κομμάτι πάπυρο κι αν τύχαινε σε δούλο του σπιτιού, του χάριζαν την ελευθερία. Αργότερα στο Βυζάντιο, έφτιαχναν γλυκά ψωμιά, έβαζαν μέσα φλουρί και το στόλιζαν με ένα ζυμαρένιο σταυρό κα με το μονόγραμμα την Παναγίας και του Χριστού δεξιά κι αριστερά. Ο χριστιανισμός συνέδεσε την βασιλόπιτα και το φλουρί με τον Μέγα Βασίλειο και τοποθέτησε την κοπή της την 1η μέρα του νέου χρόνου.
Οι εορτασμοί της περιόδου τελειώνουν με τον εορτασμό των Θεοφανίων. Κι εδώ τα έθιμα και οι παραδόσεις, που ζούσαν για 2.500 χρόνια, ενσωματώθηκαν στην χριστιανική θρησκεία και τα βλέπουμε μέχρι και σήμερα. Συνδέθηκαν με την καθημερινότητα των ανθρώπων σε διάφορα μέρη και αναβιώνουν τις ημέρες του Δωδεκαήμερου, μέσα από φωτιά και μεταμφιέσεις, κυρίως στην περιοχή της Μακεδονίας. Όπως εξηγεί και ο Γιώργος Μελίκης, δημοσιογράφος, ιστορικός και λαογράφος, η φωτιά συμβολίζει το καθαρτήριο και μια νέα αρχή για την καλή χρονιά. Η φωτιά συνδέεται με το έθιμο, που έχει ρίζες στα Παναθήναια και το κάψιμο της ειρεσιώνης. Σε πολλά μέρη της Ελλάδας σήμερα ανάβουνε φωτιές στις πλατείες, γύρω μαζεύεται όλη η κοινότητα και γλεντάει για τον ερχομό του Χριστού. Εκεί καίγονται και τα κακά πνεύματα και μαζί τους κάθε αρνητικό, που έχει προκύψει στην κοινότητα.
Οι μεταμφιέσεις την περίοδο του Δωδεκαημέρου, κυρίως την ημέρα των Θεοφανίων, συναντιούνται κυρίως σε περιοχές της βόρειας Ελλάδας. Σήμερα αναβιώνουν τα λογκατσάρια, τα ρογκατσάρια ή ρουγκατσάρια κ.α. Οι άνθρωποι μεταμφιέζονται φορώντας τομάρια ζώων και κουδούνια και με αυτά επιδιώκουν να εξευμενίσουν τα κακά πνεύματα καθώς και τις ψυχές των νεκρών, που παίρνουν την μορφή καλικάντζαρων κι επιστρέφουν για να ενοχλήσουν τους ζωντανούς. Οι ρίζες κι εδώ βρίσκονται στους πιστούς του θεού Διονύσου, που περιέπαιζαν όλο τον κόσμο, όπως κάνουν σήμερα οι μεταμφιεσμένοι. Τα Θεοφάνια, που γιορτάζουμε σήμερα, στην αρχαία Ελλάδα γιορταζόταν για την επιστροφή του θεού Απόλλωνα από την χώρα των υπερβόρειων, όπου περνούσε τον χειμώνα, σύμφωνα με τις δοξασίες. Το Πάσχα, επίσης, έρχεται την περίοδο που γιορτάζανε οι αρχαίοι τα Αδώνια, δηλαδή κάθε Άνοιξη, αναπαριστώντας των θάνατο του Άδωνι. Οι γυναίκες στόλιζαν το νεκρικό κρεβάτι του Άδωνι, γιου του Έρωτα, όπως σήμερα στολίζεται ο επιτάφιος, με λουλούδια, πρασινάδες και καρπούς, και στην συνέχεια γινόταν η περιφορά του με μοιρολόγια. Την επόμενη μέρα γιόρταζαν όλοι την ανάσταση του Άδωνι.
Τα δαιμόνια την περίοδο του Δωδεκαημέρου στην αρχαιότητα ήταν οι κήρες, οι ψυχές στον Άδη, που κατά τα Ανθεστήρια, όταν άνοιγε ο Άδης κι ανέβαιναν στον πάνω κόσμο, ενοχλούσαν τους ανθρώπους και μόλυναν τα φαγητά. Αποτρεπτικό για όλα τα δαιμόνια ήταν η φωτιά, που τα εμποδίζει να πλησιάσουν.
Τα έθιμα και οι παραδόσεις του γάμου
Ο γάμος στην αρχαία Ελλάδα ήταν ένας από τους κυριότερους θεσμούς, που σηματοδοτούσε την κοινωνική καταξίωση και την ευκαιρία να δηλωθεί ο σεβασμός και η υποταγή στους ολύμπιους θεούς. Στην αρχαία Αθήνα, Σπάρτη αλλά και άλλες πόλεις ήταν υποχρεωτικός και οι ανύπαντροι στερούνταν τιμών και φροντίδας από τους νέους αλλά και των πολιτικών τους δικαιωμάτων, γιατί δεν παντρεύτηκαν και δεν πρόσφεραν απογόνους. Μερικά από τα έθιμα κρατάνε μέχρι τις μέρες μας ενώ πολλά άλλα έχουν χαθεί. Στην αρχαία Ελλάδα ο πατέρας της νύφης αποφάσιζε τον γάμο της κόρης του και φρόντιζε για την προίκα, που θα έδινε στον γαμπρό. Η γυναίκα δεν είχε δικαίωμα επιλογής και η κατάλληλη ηλικία γάμου θεωρούνταν τα 15 χρόνια. Ο γαμπρός συχνά ήταν ένας μακρινός συγγενής, μεγαλύτερος από 12 ως 14 χρόνια, μια διαφορά ηλικίας, που θεωρούνταν ιδανική.
Την ημέρα του γάμου η νύφη συνοδευόταν με λαμπάδες και μετά το τέλος της τελετής και της γιορτής οι συγγενείς συνόδευαν το ζευγάρι στην κρεβατοκάμαρα με τραγούδια και χορούς. Το νυφικό ήταν συνήθως ένας απλός λευκός χιτώνας, χρώμα που συμβόλιζε τη χαρά. Στο πίσω μέρος του νυφικού υπήρχε ένας πολύ σφιχτός κόμπος, που έλυνε ο γαμπρός κατά την διάρκεια της τελετής.
Στην αρχαία Αθήνα οι γάμοι συνήθως γινόταν το μήνα Γαμηλιώνα, δηλ. από τα μέσα Ιανουαρίου μέχρι τα μέσα Φεβρουαρίου, και μόνο όταν είχε πανσέληνο. Δεν είχαν θρησκευτικό χαρακτήρα και γι αυτό δεν γινόταν σε κάποιον ναό αλλά στο σπίτι της νύφης. Οι τελετές χωριζόταν σε 3 μέρη, τα Προτέλεια ή Προαύλια ή Προγάμια, τον κυρίως γάμο και τα Επαύλια. Κατά την 1η φάση του γάμου, που κρατούσε 3 μέρες, ο πατέρας της νύφης έκανε τις απαραίτητες προσφορές στους θεούς, η νύφη πρόσφερε τα παιδικά τη παιχνίδια στην θεά Άρτεμη, συμβολίζοντας την αποκοπή της από την προηγούμενη ζωή της και οι μελλόνυμφοι λουζόταν με νερό από ένα ειδικό αγγείο, νερό από την ιερή πηγή Καλλιρρόη. Την 2η μέρα γινόταν το γαμήλιο γεύμα από τον πατέρα της νύφης και η ίδια πήγαινε πάνω σε άμαξα στο καινούριο της σπίτι. Την 3η μέρα η νύφη δεχόταν τα δώρα στο σπίτι. Όλοι οι γάμοι ήταν αφιερωμένοι στην θεά Ήρα, προστάτιδα του γάμου.
Στην αρχαία Σπάρτη και σε άλλες πόλεις, που ήταν επίσης υποχρεωτικός ο γάμος, είχε καθιερωθεί μια γιορτή κατά την οποία οι άγαμοι χλευάζονταν από το συγκεντρωμένο πλήθος. Οι γυναίκες της Σπάρτης ήταν πιο ελεύθερες από της ΑΘήνας. Έβγαιναν ελεύθερα από το σπίτι και γυμναζόταν σε στάδια και παλαίστρες μαζί με τους άντρες. Στην αρχαία Σπάρτη αθάνατος ήταν μόνο εκείνος, που είχε γεννήσει αγόρι, που θα συνέχιζε το όνομά του, παίρνοντας την θέση του πατέρα του στη μάχη, υπερασπιζόμενος την πατρίδα.
Γενικά στην αρχαιότητα το ρόδι ήταν σύμβολο ευφορίας, αφθονίας και καλής τύχης. Στην αρχαία Ελλάδα η νύφη έσπαγε ρόδι για γονιμότητα κι ευημερία. Κι εμείς σήμερα, ειδικά την 1η μέρα του καινούριου χρόνου, σπάμε ένα ρόδι στο κατώφλι του σπιτιού, για να τα φέρει όλα καλότυχα ο νέος χρόνος. Ο γνωστότερος μύθος σχετικά με το ρόδι είναι αυτός της αρπαγής της Περσεφόνης από τον Άδη. Ο Άδης, αφού άρπαξε την Περσεφόνη, της έδωσε να φάει 7 σπόρους ροδιού, για να την δέσει κοντά του. Έτσι, το ρόδι έγινε το σύμβολο του ερχομού της Άνοιξης και είχε έντονη παρουσία στα Ελευσίνια Μυστήρια.
Άλλα θρησκευτικά έθιμα και παραδόσεις
Πολλά από τα έθιμα και παραδόσεις, που συναντάμε στις μέρες στις διάφορες θρησκευτικές γιορτές, έχουν τις ρίζες τους στην Αρχαία Ελλάδα και στα διάφορα τελετουργικά. Για παράδειγμα η νηστεία, που κάνουμε σε διάφορες περιόδους, έχεις τις ρίζες της στην αρχαία Αθήνα και Σπάρτη. Οι ΑΘηναίοι νήστευαν κάθε φορά που γιόρταζαν τα Ελευσίνια Μυστήρια, τα Θεσμοφόρια κ.α. Το ίδιο έκαναν και οι Σπαρτιάτες, νηστεύοντας πριν ξεκινήσουν κάποια πολεμική επιχείρηση.
Στην αρχαιότητα επίσης, είχαν ένα είδος μετάληψης, όπως και σήμερα. Συγκεκριμένα, οι αρχαίοι Έλληνες έπιναν κρασί τιμώντας τον θεό Διόνυσο την πρωτοχρονιά στα Ανθεστήρια. Ακόμα ένα θρησκευτικό μυστήριο, αυτό της βάπτισης, έχει τις ρίζες του στην αρχαιότητα. Τότε συνήθιζαν να βαπτίζουν τα αγάλματα των Θεαίνων επιδιώκοντας την αναγέννησή τους μέσα στο νερό.
Άλλα έθιμα, σχετικά με την θρησκεία, έχουν ρίζες στα αρχαία χρόνια. Τα Αναστενάρια για παράδειγμα, που έχουν τις ρίζες του κατευθείαν στις διονυσιακές τελετές, επιβιώνουν ως σήμερα.
Στην αρχαία Ελλάδα, οι ασθενείς συνήθιζαν να κρεμάνε πάνω σε ιερά αγάλματα διάφορα υφάσματα με σκοπό την θεραπεία τους από ασθένειες. Στην σημερινή εποχή παρατηρούμε την ανάρτηση μαντηλιών, ρούχων ή κλωστών, που ονομάζονται τζάντζαλα, στα κλαδιά δέντρων και σε θάμνους, που βρίσκονται συνήθως κοντά σε εκκλησίες. Αυτά τα τζάντζαλα είναι τάματα πιστών, που ζητούν ίαση. Στη Λέσβο, για παράδειγμα, υπάρχουν δυο ναοί με θεραπευτικές ιδιότητες και ονομάζονται «Άι-Θάραπης (Θεράπων) Τζατζαλιάρης» και «Άι-Γιάννης ο Τζατζαλιάρης» αντίστοιχα.
Μερικά ακόμα έθιμα, που συναντάμε από την εποχή του Διονύσου, έχουν σχέση με τους νεκρούς και την φροντίδα τους. Το στήσιμο του μνημείο με τους συγγενείς του νεκρού καθώς και τα μνημόσυνα, τα συναντάμε ήδη από τους Διονυσιακούς Θιάσους. Συγκεκριμένα τα τριήμερα, τα εννιάμερα και τα σαράντα είναι ένα αρχαίο ελληνικό έθιμο για τους νεκρούς, όπου άφηναν στους τάφους τροφές. Τα κόλλυβα επίσης, ή το γλυκό των νεκρών, είναι μια παράδοση, που έχει επιβιώσει με το ίδιο ακριβώς όνομα από τους προϊστορικούς προελληνικούς πολιτισμούς.
Συμπεράσματα
Αυτά ήταν μερικά από τα έθιμα και τις παραδόσεις, που κι εμείς σήμερα ακολουθούμε, και τα συναντάμε από την εποχή των αρχαίων χρόνων. Το γεγονός αυτό μας επιβεβαιώνει την διαχρονικότητα των εθίμων και μας δείχνει ότι όταν κάτι έχει γερές βάσεις στην καθημερινότητα αλλά και σημαντικές στιγμές του ανθρώπου, αντέχει μέσα στο χρόνο. Θα πρέπει λοιπόν να μην χάνουμε επαφή με τα έθιμα και τις παραδόσεις μας, έτσι ώστε να έχουμε γερές βάσεις, πάνω στις οποίες μπορούμε να χτίσουμε το μέλλον μας. Κι όταν αυτές οι βάσεις θα είναι γερές, θα μπορούμε να ανοίξουμε τα φτερά μας και να προχωρήσουμε. Δεν πρέπει, λοιπόν, να ξεχνάμε τις ρίζες μας, για να μπορέσουμε να βαδίσουμε γερά στο μέλλον.
Ακολουθεί video, που εξηγεί το πως γινόταν ο γάμος στην αρχαία Ελλάδα. Μέσα από αυτό μπορούμε να καταλάβουμε την σύνδεση αυτών των εθίμων με το σήμερα.
Για το άρθρο χρησιμοποιήθηκαν πληροφορίες από:
- Ελληνικά έθιμα από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. (2013). Ανακτήθηκε από: https://www.pontosnews.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 10/4/24
- Καρύτσα, Αν. (2015). Σύγχρονα… αρχαιοελληνικά έθιμα. Ανακτήθηκε από: https://www.schooltime.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 10/4/24
- Αρχαία έθιμα επιβιώνουν μέχρι σήμερα. (2015). Ανακτήθηκε από: https://www.archaiologia.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 10/4/24
- Ηλιούγεννα: Tο αρχαίο Ελληνικό έθιμο των Χριστουγέννων. (2021). Ανακτήθηκε από: https://www.olympia.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 10/4/24
- Παραδόσεις στην Ελλάδα, Ανακτήθηκε από: https://www.discovergreece.com/ Τελευταία πρόσβαση: 10/4/24
- Έθιμα των Χριστουγέννων που κρατούν από την αρχαία Ελλάδα στο σήμερα. (2012). Ανακτήθηκε από: https://www.news.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 10/4/24
- Ο γάμος και τα έθιμα στην Αρχαία Ελλάδα. (2012). Ανακτήθηκε από: https://neoskosmos.com/ Τελευταία πρόσβαση: 10/4/24
- Τα έθιμα των σύγχρονων γιορτών που έχουν καταβολές από την αρχαία Ελλάδα. (2018). Ανακτήθηκε από: https://www.newsbeast.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 10/4/24