Ο Κάρολος Μαρτέλος αποτελεί μία προσωπικότητα που σφράγισε με την δράση της την ιστορία της Μεσαιωνικής Δύσης. Αποτελεί την αφετηρία της δυναστείας των Καρολιδών, ενώ δεσπόζει στη συνολική μνήμη ως προστάτης της χριστιανοσύνης και μεγάλος πολιτικός μεταρρυθμιστής.
Το Φραγκικό βασίλειο πριν τη γέννηση του Καρόλου
Στις αρχές του 7ου αιώνα ο φραγκικός θρόνος άνηκε στη δυναστεία των Μεροβιγγείων. Παρά, όμως, το μεγάλο συμβολικό βάρος που έφερε η βασιλεία, από το 687 την ουσιαστική εξουσία ασκούσαν οι Πιπινίδες. Αρχηγός την οικογένειας των Πιπινιδών ήταν ο Πιπίνος ο Β’ του Χέρσταλ, ο οποίος είχε τη θέση του μαγιορδόμου στο φραγκικό παλάτι. Ως μαγιορδόμος ήταν αρμόδιος για την διοίκηση του παλατιού, όμως, λόγω αβουλίας του βασιλιά, απέκτησε εκτεταμένες εξουσίες, όπως τον έλεγχο του θησαυροφυλακίου, αλλά και τον ορισμό των διαδόχων.
Η καταγωγή και οι περιουσίες του Πιπίνου τον συνδέουν με την περιοχή της Αυστρασίας, στην οποία είναι ο ουσιαστικός ηγεμόνας. Το 687 στη μάχη του Τερτρύ νίκησε τον μαγιορδόμο της Νευστρίας, εξαλείφοντας έτσι τον ανταγωνισμό. Από εκεί και έπειτα ο Πιπίνος αποτελούσε την ουσιαστική δύναμη του βασιλείου και είναι ο πρώτος που έλαβε τον τίτλο του Πρίγκηπα των Φράγκων.
Η άνοδος του Καρόλου στην εξουσία
Ο Πιπίνος Β’ πεθαίνει το 714 χωρίς να αφήσει άμεσο διάδοχο στο αξίωμα του μαγιορδόμου. Οι γιοι του Γκριμοάλντος και Ντρόγκων έχουν πεθάνει, ενώ ο εγγονός του Θευδάλντος ήταν μόλις 8 χρονών, με αποτέλεσμα οι ευγενείς της Αυστρασίας να αντιτίθενται στην διαδοχή του. Ο Κάρολος, νόθος γιος του Πιπίνου, αιχμαλωτίζεται από την μητριά του Πλεκτρούδη, ώστε να μην διεκδικήσει την διαδοχή.
Με αφορμή τον θάνατο του Πιπίνου ξεσπάει εξέγερση στην Νευστρία, καθώς οι ευγενείς της περιοχής δεν ήθελαν να υπάγονται στον έλεγχο της Αυστρασίας. Με την βοήθεια των Σαξώνων και των Φρισσίων οι Νεύστριοι ευγενείς νικούν τους Αυστράσιους στην Κομπιένη και προχωρούν σε απομάκρυνση των πιστών των Πιπινιδών από τις καίριες του βασιλείου. Κατά τη διάρκεια των γεγονότων αυτών η Πλεκτρούδη αιχμαλωτίζεται στη Κολωνία.
Με την Πλεκτρούδη αιχμάλωτη ο Κάρολος ξεφεύγει από την αιχμαλωσία της μητριάς του και συγκεντρώνει τις δυνάμεις της οικογένειας στις Αρδέννες. Το 717 νικά διαδοχικά τους Νεύστριους στο Μαλμεντύ, στον ποταμό Αμπλέβ και κοντά στο Καμπραί. Στη συνέχεια, περιορίζει τους συμμάχους τους, Σάξωνες και Φρίσσιους. Έτσι, ο Κάρολος γίνεται, όπως και ο πατέρας του, ο απόλυτος κυρίαρχος της Αυστρασίας και της Νευστρίας παίρνοντας και αυτός τον τίτλο του Πρίγκηπα.
Η θρησκευτική του πολιτική
Η εσωτερική κατάσταση του βασιλείου ήταν δύσκολη. Οι περισσότεροι επίσκοποι πλέον δεν προέρχονταν από την Εκκλησία, αλλά από την αριστοκρατία και δημιουργούσαν αριστοκρατικά πριγκιπάτα που ήλεγχαν οι ίδιοι, ενώ συχνά ο καθένας συγκέντρωνε περισσότερες από μία επισκοπικές έδρες. Εξαιτίας της πληθώρας των συγκρούσεων των αριστοκρατών η βασιλική εξουσία ήταν περιορισμένη, γεγονός που ευνοούσε την ανάπτυξη ιδιωτικών εκκλησιών και την ίδρυση μονών χωρίς επισκοπική άδεια. Επίσης, πολλοί επίσκοποι ήταν αναλφάβητοι και με διαστρεβλωμένες απόψεις επί του δόγματος. Μέσα σε αυτό το κλίμα επανεμφανίστηκαν πολλές παγανιστικές δοξασίες και πρακτικές. Εν ολίγοις η εκκλησιαστική διοίκηση ήταν πλήρως αποδιαρθρωμένη.
Η αποδιοργάνωση αυτή έδωσε στον Κάρολο την δυνατότητα να προχωρήσει στη δήμευση πολλών εκκλησιαστικών ιδρυμάτων, την εκδίωξη επισκόπων και την τοποθέτηση έμπιστών του στις θέσεις τους. Μεγάλο μέρος των περιουσιών των επισκόπων και των δημευμένων εκκλησιαστικών ιδρυμάτων κατέληξε στο θησαυροφυλάκιο του βασιλείου και οι γαίες τους πέρασαν σε κοσμικούς έμπιστους του Καρόλου με το καθεστώς προσωρινής εκμετάλλευσης. Οι θρησκευτικές αυτές γαίες ήταν περιζήτητες αφού κατά κανόνα ήταν απαλλαγμένες από φορολογικές, δικαστικές και στρατιωτικές υποχρεώσεις και η αναδιανομή τους επέτρεψαν στον Κάρολο να ενισχύσει τους δεσμούς με τους υποτελείς του.
Ταυτόχρονα, ο Κάρολος επένδυσε στη μεγάλη ιεραποστολική προσπάθεια εκχριστιανισμού του γερμανικού κόσμου που διεξήγαγε ο επίσκοπος της Ουτρέχτης Βιλιμπρόρντος και ο διάδοχός του Βονιφάτιος. Ο τελευταίος θα επεκταθεί γεωγραφικά επιτελώντας ταυτόχρονα παιδαγωγικό, φιλολογικό και μεταρρυθμιστικό για την Εκκλησία έργο. Έτσι, μετά τον μαρτυρικό του θάνατο αναδείχθηκε σε ιεραπόστολος της Γερμανίας. Ο Κάρολος και στη συνέχεια οι γιοι του Πιπίνος και Καρλομάνος παρείχαν σημαντική στήριξη στο έργο του με αποτέλεσμα να αποκτήσουν σημαντικά ερείσματα στις εκχριστιανισμένες από τον Βονιφάτιο περιοχές. Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί η Βαυαρία, η οποία επέμενε πεισματικά στην διατήρηση της αυτονομίας της. Έτσι, ο Κάρολος ασκούσε επιρροή στην περιοχή αυτή μέσω της ιεραποστολής του Βονιφάτιου.
Η αρχή του Φεουδαρχικού συστήματος
Στον Κάρολο Μαρτέλο χρεώνεται η γέννηση του φεουδαρχικού συστήματος, που θα κυριαρχήσει στην Ευρώπη για τους επόμενους αιώνες. Ξεκίνησε με την εμφάνιση ενός συστήματος υποτέλειας με επιρροές από την γερμανική πολεμική αριστοκρατία. Σύμφωνα με το σύστημα αυτό οι πολεμιστές έδιναν όρκο στον ηγεμόνα πως θα τον προστατεύουν. Με αυτό τον τρόπο μετατρέπονταν σε βασάλους του, δηλαδή υποτελείς και προστατευόμενοί του.
Αυτή η πρακτική γνώρισε γρήγορα επιτυχία, καθώς μέσω αυτού του συστήματος υποτέλειας οι βασιλείς μπορούσαν να ελέγξουν πιο εύκολα και αποτελεσματικά την κοινωνία τους. Ο Κάρολος χρησιμοποίησε το σύστημα αυτό για της θρησκευτική του μεταρρύθμιση αλλά και για ισχυροποίηση του στρατεύματος. Έτσι, στις περιοχές μεταξύ Λίγηρα και Ρήνου συγκροτήθηκε γύρω από τη βασιλική φρουρά μια πειθαρχημένη στρατιά, της οποίας την διοίκηση ανέλαβαν ευγενείς υποτελής του Καρόλου και των διαδόχων του. Οι υποτελείς αυτοί δεν ήταν μόνο κοσμικοί άρχοντες αλλά και εκκλησιαστικοί, όπως επίσκοποι και αβάδες.
Η αναχαίτηση των Αράβων
Από τη στιγμή ανάληψης της εξουσίας ο Κάρολος επιδόθηκε σε επιτυχείς πολεμικές εκστρατείες. Αρχικά, περιόρισε τους Φρίσσιους, διευκολύνοντας το ιεραποστολικό έργο του Βιλιμπρόρντου. Στη συνέχεια επενέβη στην Αλαμανία και την Αλσατία, όπου σταδιακά εδραιώνει την κυριαρχία του. Οι συνεχείς νίκες στο πεδίο των μαχών τον κατέστησαν μία ισχυρή δύναμη της εποχής. Η μάχη, όμως, που θα τον αναδείξει ως μία ηρωική φυσιογνωμία και θα του προσδώσει το προσωνύμιο Μαρτέλος (Martel), δηλαδή το «Σφυρί», θα έρθει το 732.
Την εποχή εκείνη η επέκταση του Ισλάμ ήταν αστραπιαία. Μέσα σε λίγες δεκαετίες το χαλιφάτο των Ωμαϋαδών κατέκτησε ολόκληρη την Βόρεια Αφρική και το 711 εισέβαλε στην Ιβηρική. Μόλις ένα χρόνο αργότερα, το 712, επήλθε η πτώση της Βησιγοτθικής πρωτεύουσας Τολέδο. Από εκεί συνέχισαν την κατάληψη ολόκληρης της χερσονήσου.
Το 731, μετά την διεξαγωγή νικηφόρου πολέμου κατά των Σαξόνων, ο Κάρολος έστρεψε την προσοχή του στο εχθρικό βασίλειο της Ακουιτανίας. Οι Φράγκοι προχώρησαν σε δύο λεηλασίες της Ακουιτανίας και σε κατάληψη της πόλης Μπουρζ, την οποία όμως δεν κράτησαν για πολύ. Παρ’ όλη την αντιπαλότητα, όταν ο δούκας της Ακουιτανίας Εύδης ζήτησε την βοήθεια του Καρόλου για αναχαίτηση της προέλασης των Αράβων, εκείνος έσπευσε. Ο στρατός των Φράγκων συνάντησε τον μουσουλμανικό στρατό ανάμεσα στην Τουρ και το Πουατιέ, για αυτό και η μάχη είναι γνωστή ως Μάχη του Πουατιέ ή μάχη της Τουρ. Εκεί ο Κάρολος θα επιτύχει περίφημη νίκη ανακόπτοντας την εξάπλωση του Ισλάμ στην Ευρώπη, με αποτέλεσμα να θεωρείται από πολλούς ιστορικούς ως και σήμερα μία από τις σημαντικότερες στρατιωτικές προσωπικότητες που έχουν περάσει.
Η αρχή της δυναστείας των Καρολιδών
Μετά από τον θρίαμβο στο Πουατιέ ο Κάρολος ελέγχει πλέον πολιτικά την Ακουιτανία και προχωράει στην Προβηγκία, όπου αφενός απωθεί του Άραβες και αφετέρου περιορίζει τη δύναμη της τοπική αριστοκρατίας. Πολιορκεί και καταλαμβάνει την Αβινιόν, την Ανγκτ, τη Νιμ και το Μπεζιέ. Την τύχη της Ακουιτανίας θα έχει στη συνέχεια και η Βουργουνδία. Το 736 καταλαμβάνει τη Λυών, όπου εγκαθίστανται οι γιοι του και η γύρω περιοχή εποικίζεται με Βαυαρούς.
Όταν το 737 πεθαίνει ο τελευταίος Μεροβίγγειος βασιλιάς Τιερύ Δ’, ο Κάρολος δεν ορίζει διάδοχο, αλλά διανέμει το βασίλειο στους γιους του. Στην απόφασή του αυτή δεν συναντά καμία αντίδραση από την αριστοκρατία. Έτσι, ο Καρλομάνος θα λάβει την Αυστρασία, την Αλαμανία και τη Θουριγγία και ο Πιπίνος τη Βουργουνδία, τη Νευστρία και την Προβηγκία. Ο Κάρολος απεβίωσε στις 22 Οκτωβρίου του 741 σε ηλικία 53 ετών και τάφηκε στο αβαείο του Αγίου Διονυσίου υπογραμμίζοντας τη στενή του σχέση με τον μοναχισμό.
Με την δράση του ο Κάρολος Μαρτέλος έθεσε τις βάσεις για την δυναστεία των Καρολιδών και ισχυροποίησε το Φραγκικό βασίλειο, στο οποίο στη συνέχεια βασίλεψε ο γιος του Πιπίνος Γ’, ο επονομαζόμενος Βραχύς. Ο εγγονός του, Καρλομάγνος, θα επεκτείνει το βασίλειο και θα γίνει ο πρώτος Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Ακολουθεί βίντεο με ανάλυση της μάχης της Τουρ:
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτό το άρθρο:
Charles Martel, Ανακτήθηκε από en.wikipedia.org (Τελευταία πρόσβαση 19/10/2022)
Ν. Ε. Καραπιδάκης, Ιστορία της Μεσαιωνικής Δύσης (5ος-11ος αι.), Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 1996
Ρίκα Μπενβενίστε, Από τους Βαρβάρους στους Μοντέρνους, Εκδόσεις ΠΟΛΙΣ, Αθήνα, 2007
Αναστάσιος (Γιαννουλάτος). ΙΣΛΑΜ: Θρησκειολογική επισκόπηση, Εκδόσεις Ακρίτα, Αθήνα, 2006