Ο Μίκης Θεοδωράκης υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους μουσικούς συνθέτες του ελληνικού πενταγράμμου και, παράλληλα, μια δραστήρια πολιτική προσωπικότητα, καθώς συνδέθηκε με τις σημαντικότερες στιγμές της σύγχρονης ιστορίας. Ο Μίκης Θεοδωράκης αποτελεί μια πολυσυζητημένη προσωπικότητα. Για πολλούς, έγραψε το μουσικό χαλί της ζωής τους, ενώ στο πρόσωπο του εκφράζεται και ακτινοβολεί όλη η εικόνα του έθνους και του λαού μας. Ωστόσο, δε λείπουν και επικριτές του, κυρίως για το πολιτικό του στίγμα, στις κρίσιμες πολιτικές καμπές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.
Τα πρώτα χρόνια και τα πρώτα καλλιτεχνικά βήματα του Μίκη Θεοδωράκη
Γεννημένος στο νησί της Χίου τον Ιούλιο του 1925, με καταγωγή από Κρήτη και Μικρά Ασία, ο Μίκης Θεοδωράκης θα περάσει τα πρώτα χρόνια της ζωής του σε διαφορετικά μέρη της Ελλάδας, όπως η Μυτιλήνη, τα Γιάννενα, η Πάτρα και η Τρίπολη. Ο λόγος ήταν οι συχνές εργασιακές μεταθέσεις του πατέρα του, Γιώργη Θεοδωράκη, καθώς εργαζόταν ως δημόσιος υπάλληλος.
Τα πρώτα του μουσικά ακούσματα έρχονται από το σπίτι και είναι κυρίως η λαϊκή μουσική, καθώς και η βυζαντινή, η οποία θα τον επηρεάσει και στις μετέπειτα συνθέσεις του.
Παράλληλα, θα ξεκινήσει από μικρή ηλικία την ενασχόληση με την ποίηση, ενώ διάφορες πηγές αναφέρουν πως το πρώτο του μουσικό κομμάτι το ολοκλήρωσε στην ηλικία των 12 ετών, βασιζόμενος πάνω σε στίχους διάσημων Ελλήνων λογοτεχνών, των οποίων τα βιβλία μπορούσε να βρει από το σχολείο του ή την τοπική βιβλιοθήκη.
Αργότερα, το 1943, ο δρόμος του θα τον φέρει στην Αθήνα, όπου θα συνεχίσει τις μουσικές του σπουδές, αλλά και θα ξεκινήσει την πολιτική του δραστηριότητα, στο Κομμουνιστικό Κόμμα και την ΕΠΟΝ.
Σε διαδηλώσεις εντός του έτους, ο Μίκης Θεοδωράκης θα συλληφθεί από τους Ιταλούς, θα βασανιστεί και θα φυλακιστεί. Αυτό, όμως, δε θα τον αποθαρρύνει, καθώς εκεί θα έρθει σε επαφή με διάφορα πολιτικά κείμενα, και τη μαρξιστική φιλοσοφία.
Ο Εμφύλιος Πόλεμος και τα Δεκεμβριανά
Η συγκεκριμένη ιστορική περίοδος είναι που ο Μίκης Θεοδωράκης θα γνωρίσει την εξορία. Το 1947, θα συλληφθεί στην Αθήνα και θα σταλθεί στο νησί της Ικαρίας ως εξόριστος. Εκεί, θα γνωρίσει τον Βασίλη Ζάννο, τους οποίους θα συνδέσει και μια αποτυχημένη απόπειρα δραπέτευσης από τον τόπο εξορίας. Αργότερα, εκμεταλλευόμενος την αμνηστία του Σοφούλη, θα προσπαθήσει ξανά να συνεχίσει παράνομα το πολιτικό του έργο και θα έρθει σε επαφή με τον Δημοκρατικό Στρατό, πράγμα που θα τον οδηγήσει ξανά στο νησί της Ικαρίας, ενώ αργότερα θα σταλθεί στην Μακρόνησο, όπου και θα υποστεί βασανιστήρια.
Θα πρέπει να αναφερθεί πως μετά από πιέσεις, ο Μίκης Θεοδωράκης θα πραγματοποιήσει στη Μακρόνησο τη δήλωση μετάνοιας, πράγμα το οποίο αμφισβητήθηκε από τον ίδιο και τους συγγενείς του. Ο ίδιος θα φύγει από τον τόπο εξορίας της Μακρονήσου ως ανάπηρος.
Για τα Δεκεμβριανά, ο Μίκης Θεοδωράκης, σε συνέντευξη που θα παραχωρήσει μετά από χρόνια, θα δηλώσει πως «Η μάχη του Δεκέμβρη με ατσάλωσε πρώτα απ’ όλα ως άνθρωπο, όπως κάθε πόλεμος στον οποίο αναγκάζεται κανείς να πάρει μέρος για να υπερασπίσει τα ιδανικά του. Κάθε στιγμή είχα τη βεβαιότητα ότι υπερασπίζομαι τον ελληνικό λαό στην συντριπτική του πλειοψηφία, πράγμα που διαπίστωνα στην πράξη, γιατί κυριολεκτικά εμείς οι μαχητές του ΕΛΑΣ κολυμπούσαμε μέσα στην αγάπη του λαού.
Ήξερα όμως πως ο άξονας αυτός έβγαινε μέσα από την πεποίθησή μου ότι, ανάμεσα στο 1940 και στο 1945, γεννήθηκε ένας άλλος, καινούργιος διαφορετικός ελληνικός λαός, όπως τον είχα πλάσει μέσα στη φαντασία μου διαβάζοντας και ακούγοντας για τις κορυφαίες εποχές των Ελλήνων από την αρχαιότητα έως τους Βαλκανικούς πολέμους. Το ΕΑΜ ήταν για μένα μία τέτοια μεγάλη, μοναδική στιγμή με έναν λαό ελεύθερο και συγχρόνως επικίνδυνο για όσους είχαν πιστέψει -όπως οι Άγγλοι- ότι είχαν έως τότε να κάνουν με ανθρωπάκια που τρέμανε μπροστά στην εξουσία».
Ο γάμος του Μίκη Θοεδωράκη, το Παρίσι και ο Επιτάφιος
Το 1953, Ο Μίκης Θεοδωράκης θα παντρευτεί την γιατρό Μυρτώ Αλτίνογλου, με την οποία θα αποκτήσει μετέπειτα δύο παιδιά. Έναν χρόνο αργότερα, θα πάει στο Παρίσι προκειμένου να συνεχίσει τις μουσικές του σπουδές στη μουσική ανάλυση, στη διεύθυνση ορχήστρας, στη μουσική για μπαλέτο και για κινηματογράφο.
Οι προσπάθειές του θα αποδώσουν καρπούς 3 χρόνια αργότερα, το 1957, όπου και θα βραβευθεί από το Φεστιβάλ Μόσχας με το πρώτο βραβείο, και με το βραβείο «Κόπλεϋ», το οποίο αποδίδεται για τον καλύτερο συνθέτη σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ενώ παράλληλα συνθέτει πολλά έργα συμφωνικής μουσικής και μουσικής δωματίου.
Το 1958 σηματοδοτεί τη «στροφή» του προς το λαϊκό τραγούδι. Ένα βράδυ, μέσα σε ένα αυτοκίνητο, περιμένοντας την Μυρτώ Αλτίνογλου, ο Μίκης θα έρθει σε επαφή με το έργο του Γιάννη Ρίτσου, ο «Επιτάφιος», και θα ξεκινήσει να μελοποιεί αργότερα τα ποιήματα του έργου. Το 1960, επιστρέφει στην Ελλάδα και πραγματοποιούνται οι ηχογραφήσεις του Επιταφίου, ενώ πραγματοποιεί και επιπρόσθετες συνθέσεις τραγουδιών. Επίσης, καταπιάνεται και με το «Άξιον Εστί» , το οποίο χαρίζει στον Οδυσσέα Ελύτη το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Είναι η συγκεκριμένη χρονική περίοδος, που ο Μίκης Θεοδωράκης καταφέρνει μέσα από τις μελοποιήσεις του, να βάλει στο τραπέζι του κάθε λαϊκού νοικοκυριού την αφρόκρεμα του πνεύματος και της διανόησης, δίπλα από το κρασί και το ψωμί του.
Η πολιτική σταδιοδρομία του Μίκη Θεοδωράκη, και τα χρόνια της Χούντας
Η πολιτική εμπλοκή του Μίκη Θεοδωράκη ξεκινάει μετά από την δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη το 1963 από παρακρατικούς μηχανισμούς. Αμέσως μετά τη δολοφονία του, θα ιδρυθεί η Νεολαία Λαμπράκη, και ο Μίκης αρχικά θα αποτελέσει ένα από τα ιδρυτικά μέλη της κίνησης και, αργότερα, πρόεδρος, μέχρι και το 1967.
Κατά τη χρονική αυτή διάρκεια, θα εκλεγεί και πρώτη φορά βουλευτής το 1964 με την ΕΔΑ και μέλος της εκτελεστικής επιτροπής του κόμματος.
Το 1967, με τη χούντα των συνταγματαρχών, τα πάντα θα αλλάξουν ριζικά. Ο Μίκης και η μουσική του θα μπουν στη μαύρη λίστα του καθεστώτος και ολόκληρη η δισκογραφία του θα απαγορευτεί και θα λογοκριθεί.
Το ίδιο, όμως, έτος, θα ενταχθεί στο Πατριωτικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο όντας ένα από τα ιδρυτικά στελέχη, πράξη που θα τον οδηγήσει στη σύλληψη από το χουντικό καθεστώς. Τότε, είναι που φυλακίζεται στη διαβόητη για τα βασανιστήρια οδό Μπουμπουλίνας, ενώ, αργότερα, θα μεταφερθεί στις φυλακές Αβέρωφ και, λίγο μετά, στο στρατόπεδο του Ωρωπού.
Το πνεύμα του Μίκη Θεοδωράκη, όμως, δε φυλακίζεται και εξακολουθεί να συνθέτει κυρίως πολιτικά τραγούδια, τα οποία δραπετεύουν στο εξωτερικό, λόγω της εγχώριας λογοκρισίας.
Η εξορία, το Παρίσι και τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης
Στο στρατόπεδο του Ωρωπού είναι που αρχίζει και χειροτερεύει η υγεία του σπουδαίου μουσικοσυνθέτη, σηκώνοντας ένα μεγάλο κύμα διαμαρτυρίας που ξεκινάει από το εξωτερικό, και από διάσημες φωνές της παγκόσμιας τέχνης, δημιουργώντας την πολιτική πίεση στο καθεστώς, το οποίο και τελικώς τον αφήνει το 1970, με τον Μίκη να πηγαίνει στο Παρίσι, συνεχίζοντας τη δράση του, με τον τρόπο του.
«Μες στα σύρματα κλεισμένοι, μα η καρδιά μας πάντα ορθή
πάντα ο ίδιος όρκος μένει, λευτεριά και προκοπή
Κι εσύ λαέ βασανισμένε, μην ξεχνάς τον Ωρωπό»
Ο Μίκης Θεοδωράκης δεν θα ξεχάσει το στρατόπεδο του Ωρωπού, και από το Παρίσι, θα προπαγανδίσει την αντικαθεστωτική του θέση και θα διαδώσει το μουσικό του στίγμα, που θα γίνει σύμβολο αντίστασης, συμβάλλοντας στην πτώση της δικτατορίας.
Το 1972, θα ιδρύσει τον πολιτικό φορέα «Νέα Ελληνική Αριστερά», ενώ παράλληλα θα οριστεί και συνιδρυτής του Εθνικού Συμβουλίου Αντίστασης.
Δύο χρόνια αργότερα, το 1974, με την πτώση της Δικτατορίας, γυρίζει στην Ελλάδα και πραγματοποιεί μεγάλου βεληνεκούς συναυλίες, ενώ παράλληλα εξακολουθεί να συνθέτει μουσική, με πιο γνωστή τη συναυλία στο Στάδιο Καραϊσκάκη τρεις μήνες μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, όπου συμμετείχαν φωνές όπως του Αντώνη Καλογιάννη και της Μαρίας Φαραντούρη.
Το 1976 ιδρύει το πολιτικό κίνημα «Πολιτισμός της Ειρήνης», παραθέτοντας διαλέξεις και συναυλίες στην ελληνική επικράτεια.
Το 1981 εξελέγη βουλευτής με το ΚΚΕ. Το 1983 του απονέμεται το βραβείο Λένιν για την Ειρήνη, και το 1985 επανεκλέγεται βουλευτής Επικρατείας πάλι με το ΚΚΕ. Τον Οκτώβριο του 1989 ήταν στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας, ενώ έγινε υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Την δεκαετία του 80′, ο Μίκης Θεοδωράκης δίνει πολλές συναυλίες στη γειτονική Τουρκία, με κυρίως νεανικό ακροατήριο και πολιτικό πρόταγμα φιλίας μεταξύ των δύο λαών. Το 1990 θα πραγματοποιήσει πάνω από 30 συναυλίες πανευρωπαϊκά υπό την αιγίδα της Διεθνούς Αμνηστίας. Συνεχίζει δίνοντας συναυλίες για την ηλιακή ενέργεια, κατά του αναλφαβητισμού, κατά των ναρκωτικών, και της ατομικής ενέργειας κυρίως μετά το πυρηνικό ατύχημα στο Τσέρνομπιλ.
Το 1992 συνέθεσε τον ύμνο των Ολυμπιακών Αγώνων που πραγματοποιήθηκαν Βαρκελώνη και, παράλληλα, πολιτικά αποστασιοποιήθηκε από τη Νέα Δημοκρατία.
Τα τελευταία πολιτικά βήματα του Μίκη Θεοδωράκη
Η πολιτική κινητικότητα συνεχίστηκε κυρίως την περίοδο των μνημονιακών χρόνων, όπου η ζοφερή κατάσταση στην κοινωνική πλειοψηφία τον οδήγησε το 2010 να δημιουργήσει τη Σπίθα, ένα κίνημα ανεξάρτητων πολιτών, οι οποίοι τέθηκαν ενάντια στις μνημονιακές πολιτικές, έως το 2013, όπου και ο Μίκης σταματάει την ενεργή πολιτική δραστηριότητα.
Από το 2013 μέχρι και τον θάνατό του, Ο Μίκης Θεοδωράκης σε πολιτικό επίπεδο αρκέστηκε σε δημόσιες τοποθετήσεις κατά καιρούς, με τις περισσότερες να είναι αμφιλεγόμενες κατά γενική ομολογία, με εμβληματικότερη τη σειρά τοποθετήσεων για την επίλυση του Μακεδονικού και την επικείμενη συμφωνία των Πρεσπών.
Το τελευταίο γραπτό στίγμα του Μίκη Θεοδωράκη ήταν πολιτικό. Σε μία επιστολή του προς τον Γενικό Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος, Δημήτρη Κουτσούμπα, η οποία γράφτηκε τον Οκτώβριο του 2020, του τονίζει πως στις τελευταίες του στιγμές, στην ώρα του απολογισμού, τα μεγάλα μεγέθη είναι αυτά που μετρούν, και πως ο ίδιος το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του, το πέρασε κάτω από την σημαία του ΚΚΕ, τονίζοντας πως θα επιθυμούσε να αφήσει αυτόν τον κόσμο ως Κομμουνιστής, αλλά και να τονιστούν οι αγώνες του για την ενότητα των Ελλήνων.
Ο επίλογος ενός συμβόλου μιας εποχής
Ο Μίκης Θεοδωράκης σύνθεσε και πειραματίστηκε με πολλά μουσικά είδη, από όπερες και συμφωνική μουσική μέχρι τη μουσική δωματίου, τα ορατόρια, μπαλέτα, και χορωδιακή εκκλησιαστική μουσική, πολιτικό τραγούδι, μουσική θεάτρου και κινηματογράφου, λαϊκό τραγούδι, μετασυμφωνικά έργα, ενώ πλούσια είναι και η συγγραφική του δραστηριότητα.
Ο Μίκης Θεοδωράκης έφυγε από τη ζωή, έπειτα από ανακοπή, στις 2 Σεπτεμβρίου του 2021, στα 96 του χρόνια. Αποτελεί ένα τεράστιο μουσικό και παράλληλα πολιτικό κεφάλαιο για την σύγχρονη ελληνική ιστορία. Μέσα από τη μουσική του, καταφέραμε να έρθουμε σε επαφή με τα λόγια των μεγαλύτερων Ελλήνων του πνεύματος, και να ταυτιστούν με το έργο του τα συναισθήματα, οι αγώνες και οι διεκδικήσεις ενός έθνους. Εκρηκτικός και πάντα αμφιλεγόμενος.
Εάν κάναμε μια προσπάθεια να συμπυκνώσουμε το έργα και τις ημέρες του Μίκη Θεοδωράκη σε μια φράση, αυτή θα ήταν ότι: Σε μια ζωή που τραβά διαρκώς την ανηφόρα, για να γυρίσει ο ήλιος της δικαιοσύνης, θέλει δουλειά πολλή. Για να σηκωθούμε λίγο ακόμα, λίγο ψηλότερα.
Για το συγκεκριμένο άρθρο χρησιμοποιήθηκαν οι ακόλουθες πηγές:
Πέθανε ο Μίκης Θεοδωράκης – Φτωχότερη η Ρωμιοσύνη, από: www.cnn.gr, Τελευταία πρόσβαση 12/05/2023
Μίκης Θεοδωράκης, 1925 – 2021, από: www.athensvoice.gr, τελευταία πρόσβαση 12/05/2023
Μίκης Θεοδωράκης, απο: biblionet.gr, Τελευταία πρόσβαση 12/05/2023
Μίκης Θεοδωράκης (1925 – 2021): Οι σταθμοί μιας θρυλικής ζωής, από www.lifo.gr, Τελευταία πρόσβαση 12/05/2023
Μίκης Θεοδωράκης: Πολέμησα το Δεκέμβρη, από:mikisguide.gr , Τελευταία πρόσβαση 12/05/2023