Στην περιοχή της Αρχαίας Πύδνας βρίσκεται ο νεολιθικός οικισμός Μακρυγιάλου, ο οποίος αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους προϊστορικούς οικισμούς της Ελλάδας.
Η ιστορία του νεολιθικού οικισμού
Με αφορμή την επέκταση της Εθνικής Οδού και του σιδηροδρομικού δικτύου Αθήνας-Θεσσαλονίκης, οι εργασίες αποκάλυψης του οικισμού ξεκίνησαν το 1992 και ολοκληρώθηκαν λίγα χρόνια αργότερα. Τις ανασκαφές ανέλαβε η ΙΣΤ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων. Ο οικισμός ιδρύθηκε κατά την 6η χιλιετία π.Χ. στους χαμηλούς λόφους, οι οποίοι βρίσκονται σε απόσταση 2 χλμ. από την σημερινή ακτογραμμή.
Πρόκειται για έναν επίπεδο οικισμό, που κατοικήθηκε τόσο κατά τις προδιμηνιακές (Νεότερη Νεολιθική Ι, 5300-4900 π.Χ.), όσο και κατά τις διμηνιακές φάσεις (Νεότερη Νεολιθική ΙΙ, 4800-4500). Χαρακτηριστικό αυτών των αρχιτεκτονικών φάσεων είναι ότι δεν αναπτύσσονταν η μια πάνω στην άλλη, όπως συνέβαινε κατά κανόνα στους νεολιθικούς οικισμούς (τούμπα ή μαγούλα), αλλά εκτείνονταν η μια δίπλα στην άλλη. Η έκταση της ανασκαφής έφτασε στα 60 στρέμματα, ενώ η συνολική έκταση του κατοικημένου χώρου ανέρχεται στα 500 περίπου στρέμματα. Ωστόσο όμως, μεγάλο τμήμα της συνολικής έκτασης του οικισμού καταστράφηκε κατά τη διάρκεια προηγούμενων εργασιών πάνω στο οδικό δίκτυο.
Μακρύγιαλος Ι (5300-4900 π.Χ)
Ο οικισμός της Νεότερης Νεολιθικής Ι (Μακρύγιαλος Ι) αποτελείται από αραιά χτισμένες, κυκλικές καλύβες με σκαμμένα στο έδαφος υπόγεια. Το δάπεδο των οικημάτων αποτελείται από κορμούς δέντρων, οι οποίοι καλύπτουν τα υπόγεια. Η ανωδομή κατασκευαζόταν με πασσάλους, κλαδιά και πηλό. Στην περιφέρεια του οικισμού αποκαλύφθηκαν τεράστια ορύγματα, με διάμετρο που μερικές φορές ξεπερνούσε τα 30 μέτρα. Τα ορύγματα αυτά αποτελούσαν οδηγό για τη χάραξη των τάφρων.
Ο οικισμός Ι περιβάλλεται από διπλή τάφρο. Η εσωτερική τάφρος αποτελείται από λάκκους και έχει πλάτος 4,5 μ. και βάθος 3,5 μ., ενώ η εξωτερική τάφρος είναι μικρότερη. Μετά την εγκατάλειψη αυτού του οικισμού, οι τάφροι χρησιμοποιούνταν για ταφές, αλλά και απορρίμματα. Ανάμεσα στις δύο φάσεις, ενδεχομένως, να μεσολάβησε μια προσωρινή εγκατάλειψη του οικισμού.
Μακρύγιαλος ΙΙ (4800-4500 π.Χ)
Κατά την Νεότερη Νεολιθική ΙΙ (Μακρύγιαλος ΙΙ), ο οικισμός διαφοροποιήθηκε αρκετά, κρατώντας ωστόσο τη βασική δομή της παλαιότερης φάσης. Η συνολική έκταση του οικισμού συρρικνώνεται σημαντικά, ενώ τα κτίσματα είναι μικρότερα, όμως με πιο πυκνή διάταξη. Τα οικήματα ήταν όμοιου τύπου με διάμετρο 5 μέτρων. Κοινοτικά έργα, τάφροι και ορύγματα υπάρχουν και σε αυτή τη φάση, ωστόσο όμως, δεν έπαιζαν τόσο σημαντικό ρόλο. Αντίθετα, οι κάτοικοι του οικισμού έδιναν περισσότερη έμφαση στους ιδιωτικούς χώρους.
Τα κτίσματα παραμένουν κυκλικά και ημιυπόγεια, ενώ σε υπόγειες κατασκευές βρέθηκε σημαντικός αριθμός ευρημάτων. Ανάμεσα στα υπόγεια και ημιυπόγεια οικήματα διαμορφώνονταν ανοιχτοί υπαίθριοι χώροι, συχνά λιθοστρωμένοι, οι οποίοι χρησιμοποιούνταν για τις καθημερινές εργασίες των νεολιθικών ανθρώπων.
Στο τέλος της νεότερης φάσης του οικισμού ΙΙ, χρησιμοποιούνταν ορθογώνια και μεγαλύτερα κτίσματα. Πιο συγκεκριμένα βρέθηκε αψιδωτό κτίριο μήκους 15 μ., που ενδεχομένως να μην ήταν το μοναδικό του οικισμού. Το πιο καλοδιατηρημένο κτίριο είχε έκταση 60 μ., δηλαδή κατά πολύ μεγαλύτερο από τα υπόγεια και ημιυπόγεια που προηγήθηκαν. Και σε αυτή τη φάση, ο οικισμός προστατευόταν από τις τάφρους.
Αρχαιολογικά ευρήματα του νεολιθικού οικισμού
Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως και πολλά εργαλεία, αγγεία και κοσμήματα. Πιο συγκεκριμένα, 10.000 εργαλεία από οψιανό και πυριτόλιθο, 8.000 εργαλεία από λειασμένο λίθο (αξίνες, πελέκεις, σμίλες κ.λπ.). Γύρω στα 240 πήλινα και μαρμάρινα ειδώλια, δαχτυλιόσχημα περίαπτα από μάρμαρο (Μακρύγιαλος Ι) και χαλκό (Μακρύγιαλος ΙΙ), κοσμήματα από οστό και όστρεα και χάλκινα αντικείμενα (χάντρες, περόνες, σφυρηλατημένα σύρματα και ελάσματα). Όλα αυτά τα ευρήματα ξετυλίγουν όλο το φάσμα των δραστηριοτήτων των νεολιθικών ανθρώπων.
Κατά την προδιμηνιακή φάση (φάση Ι), στην κεραμική κυριαρχεί η κατηγορία των μεγάλων μελανοστεφών αγγείων. Η μαύρη στιλβωμένη επιφάνεια διακοσμείται με λεπτές γραμμές από λευκό χρώμα που δύσκολα διασώζεται. Συχνή είναι και η παρουσία αυλακωτής διακόσμησης σε διάφορες παραλλαγές. Επίσης, οι μικρές φιάλες με λαβές διακοσμούνταν, κατά κύριο λόγο, με μορφές ζώων ή ανθρώπων.
Στη διμηνιακή φάση (φάση ΙΙ), χαρακτηριστική είναι η γραπτή και εγχάρακτη κεραμική του κλασικού Διμηνίου (περιοχή Βόλου). Κάποια αγγεία φέρουν εγχάρακτη διακόσμηση με χρωματιστές αναπαραστάσεις ζώων, ενώ άλλα φέρουν πλαστική διακόσμηση.
Η ανάλυση των χάλκινων αντικειμένων δείχνει ότι είναι αποτέλεσμα ενός εξελιγμένου τεχνολογικού σταδίου στη μεταλλουργία. Το επίπεδο της μεταλλουργικής δραστηριότητας, όπως προκύπτει από τα ευρήματα του Μακρυγιάλου, εναρμονίζεται με τα δεδομένα από τους οικισμούς των Σιταγρών, του Ντικιλί Τας, καθώς και με σύγχρονους οικισμούς της ΝΑ Ευρώπης.
Ο οικισμός του Μακρυγιάλου εγκαταλείπεται στα μέσα της 4ης χιλιετίας π.Χ. Πέρα από τη σπουδαιότητα των κινητών ευρημάτων του, αποκτά ιδιαίτερη σημασία, καθώς η έκταση του είναι τόσο μεγάλη, ώστε να θεωρηθεί επαρκές δείγμα για την απάντηση των αρχαιολογικών ερωτημάτων πάνω σε θέματα δομής και οργάνωσης ενός νεολιθικού οικισμού, όπως αυτός εξελισσόταν στον χωροχρόνο.
Νεότερη Νεολιθική Εποχή
Κατά τη Νεότερη Νεολιθική Εποχή (5300-4500 π.Χ.) έχουν ανασκαφεί αρκετές θέσεις, κυρίως στη Μακεδονία. Η ανασύνθεση της εποχής στηρίζεται αρκετά στις μεγάλες ανασκαφές, κυρίως στο Διμήνι και το Σέσκλο Μαγνησίας (τέλη 19ου-αρχές 20ου αιώνα). Στη δεκαετία του 1990 και στις αρχές του 21ου αιώνα, με αφορμή την κατασκευή μεγάλων δημόσιων έργων (εθνικών και επαρχιακών οδών κ.α.) ανασκάφτηκαν και πάλι κάποιες σημαντικές θέσεις. Η πιο σημαντική ανασκαφή που έγινε στο πλαίσιο τέτοιων δημόσιων έργων ήταν στον Μακρύγιαλο Πιερίας, όπου ανασκάφηκε έκταση 60 στρεμμάτων. Τα κατάλοιπα των δύο φάσεων βρίσκονταν σε διαφορετικές περιοχές με μικρή επικάλυψη. Ο Μακρύγιαλος δεν ήταν η πρώτη εκτεταμένη θέση που ανασκάφηκε, όμως ήταν η πρώτη ανασκαφή μεγάλης έκτασης, που έφερε στο φως μεγάλο αριθμό ευρημάτων.
Σημαντικές θέσεις τις περιόδου στη Μακεδονία είναι το Δισπηλιό Καστοριάς, ο Μακρύγιαλος, τα Σέρβια, τα Παλιάμπελα Κολινδρού, η Σταυρούπολη, η Θέρμη Β, τα Βασιλικά, η Δήμητρα Σερρών, οι Σιταγροί, το Ντικιλί Τας και ο Προμαχώνας. Στη Θεσσαλία – το Σέσκλο, το Διμήνι, η Πλατιά Μαγούλα Ζάρκου, το Μακρυχώρι, η Παλιόσκαλα και η Μάνδρα. Στη Κρήτη – η Κνωσός, ενώ στην Στερεά Ελλάδα – η Νέα Μάκρη.