Το φαινόμενο Εθνική Ελλάδος

«Στην Ελλάδα έπρεπε να αλλάξουν όλα και δεν είχα χρόνο. Ήμουν στην ομάδα σε μόλις τέσσερα παιχνίδια. Πώς θα μπορούσα να κάνω κάτι σε αυτές τις συνθήκες;». Η δήλωση αυτή του «αποτυχημένου» στο πέρασμά του από τον πάγκο της εθνικής μας ομάδας, Κλαούντιο Ρανιέρι, – που σημειωτέον διαπρέπει καθοδηγώντας την άσημη Λέστερ στην κορυφή του πιο ανταγωνιστικού πρωταθλήματος του κόσμου – έρχεται να προστεθεί στις φωνές εκείνες που τονίζουν απερίφραστα ότι κάτι «πάει στραβά» με την αγαπημένη μας εθνική ομάδα.

Η επιτυχημένη πορεία που διέγραψε η ομάδα από το 2001 έως και το 2014, με αποκορύφωμα φυσικά την επίτευξη του θαύματος στην Πορτογαλία, ανακόπηκε μεμιάς. Η κατάρρευση ήταν πλέον γεγονός και μία ριζική αλλαγή της κατάστασης φαινόταν ως η μοναδική λύση σωτηρίας. Πώς, όμως, φτάσαμε ως εδώ; Τι συνέβη και η εθνική κατρακύλησε από την πρώτη δεκάδα στην 39η θέση της ειδικής βαθμολογίας της FIFA;

Το ένδοξο παρελθόν και η σημερινή αποτυχία

Σε πρώτη φάση, δε θα ήταν παράλογο να σκεφτεί κανείς πως η εθνική επαναπαύθηκε στις επιτυχίες του παρελθόντος. Το Euro του ’04, η πρόκριση στα Euro του ’08 και του ‘12 – με τον αποκλεισμό από το μεγαθήριο Γερμανία στους προημιτελικούς –  και στα Mundial του ‘10 και του ‘14 – στο δεύτερο, μάλιστα φτάσαμε μια ανάσα από την οχτάδα – αποτέλεσαν στιγμές ορόσημα για την ελληνική ποδοσφαιρική σκηνή. Η ομάδα ξεκίνησε, λοιπόν, τα προκριματικά για το Euro του 2016 σε έναν βατό όμιλο με τον αέρα της καλύτερης ομάδας. «Ποια Νησιά Φερόε; Τρία γκολ μέσα – έξω». Η πραγματικότητα, ωστόσο, επεφύλασσε δυσάρεστες εκπλήξεις για το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα. Η πρόσληψη του Ρανιέρι, η απόλυσή του και η ολοκλήρωση των προκριματικών με τον Κώστα Τσάνα αποδείχθηκαν πρόχειρες, δίχως σχεδιασμό, επιλογές. Ακόμη και η «επιστράτευση» του συμβολικού αρχηγού Γιώργου Καραγκούνη στο πλευρό του προπονητή δεν καρποφόρησε. Η υπεροψία επέφερε τον αποκλεισμό – με την κατάληψη της τελευταίας θέσης του ομίλου – που ήταν κάτι περισσότερο από οδυνηρός.

Διαβάστε επίσης  Και το όνομα αυτού Γιάννης...!
Advertising

Advertisements
Ad 14

Η παραίτηση του ομοσπονδιακού τεχνικού Φερνάντο Σάντος μετά τους αγώνες στη Βραζιλία, του δεύτερου πιο επιτυχημένου προπονητή – κατά γενική ομολογία – στην ιστορία της εθνικής μετά τον Ότο Ρεχάγκελ, σε συνδυασμό με την απόφασή του να μην επιστρέψει μαζί με τους ποδοσφαιριστές από τη Βραζιλία, σηματοδότησε την αρχή του τέλους μίας εποχής επιτυχιών. Η πάλαι ποτέ οικογενειακή ατμόσφαιρα στο εσωτερικό της ομάδας ανήκε πια στη σφαίρα της φαντασίας. Η εθνική – πρότυπο χαροπάλευε ανάμεσα στην αδιαφορία ορισμένων ποδοσφαιριστών, αλλά και της ΕΠΟ, και στις κατά τόπους διαμάχες.

Η λήξη της καριέρας – στην εθνική ομάδα –  ποδοσφαιριστών που έδωσαν τα πάντα για το εθνόσημο, όπως οι Καραγκούνης, Σαμαράς, Κατσουράνης, Γκέκας, Σαλπιγγίδης ήταν καθοριστική για τη μετέπειτα πορεία της γαλανόλευκης. Ορισμένοι, μάλιστα, δεν είχαν το τέλος που τους άρμοζε στην ομάδα. Πρόσθετα, παίχτες νεαρότερης ηλικίας δε θυμίζουν σε τίποτα τους προκατόχους τους, παρότι αρκετοί εξ αυτών αγωνίζονται στα πιο ποιοτικά πρωταθλήματα της Ευρώπης.

Η «μόλυνση» της εθνικής

Αναμφίβολα πρωταρχικό ρόλο διαδραμάτισε και η ανεξέλεγκτη είσοδος του οπαδικού στοιχείου στα αποδυτήρια της εθνικής. Ο «πόλεμος» μεταξύ των παραγόντων των κορυφαίων ελληνικών ομάδων με αλλεπάλληλες επιθέσεις και κατηγορίες μεταφέρθηκε και στους ποδοσφαιριστές. Πώς ένας ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού, για παράδειγμα, να συνεργαστεί με έναν ποδοσφαιριστή του ΠΑΟΚ, όταν θεωρούν ο ένας τον άλλον «εχθρό»;

Διαβάστε επίσης  Euroleague 2016-17: Το προφίλ των διεκδικητών
Advertising

Αντίστοιχο συγκρουσιακό κλίμα πυροδοτούν και οι λεγόμενες οπαδικές εφημερίδες. Ξέχωρα από την απαξίωση στις περισσότερες περιπτώσεις των σχετικών με την εθνική ειδήσεων  – οι οποίες περιορίζονται σε δύο μικρές γραμμές σε ολόκληρο το εξώφυλλο, ακόμη κι όταν πρόκειται για νίκη σε κάποιον προκριματικό αγώνα – κατευθύνουν τον αναγνώστη εναντίον της «μισητής», «βρώμικης» αντίπαλης ομάδας. Το ίδιο δυστυχώς συμβαίνει και με τα διάφορα προσκείμενα σε κάποια ομάδα sites.

Ο Γερμανός ξανάρχεται

Φτάνουμε αισίως στο σήμερα. Τα «κλειδιά» της τεχνικής ηγεσίας δόθηκαν στον Μίχαελ Σκίμπε. Το σκεπτικό της πρόσληψης του 51χρονου Γερμανού τεχνικού με προϋπηρεσία μεταξύ άλλων σε Μπάγερν Λεβερκούζεν,  Γαλατασαράι, Χέρτα Βερολίνου και Άιντραχτ Φρανκφούρτης βασίστηκε στα πρότυπα του Ότο Ρεχάγκελ. Με άλλα λόγια, επιχειρήθηκε η «αντιγραφή» του γερμανικού μοντέλου, χάρη στο οποίο η εθνική μας ομάδα καθιερώθηκε στην ελίτ της Ευρώπης. Τα πρώτα «δείγματα γραφής» του Γερμανού δεν μπορούν να είναι ακόμη ενδεικτικά της δουλειάς του, μιας και μετρά μόλις 4 μήνες στο «τιμόνι» της εθνικής, χωρίς κάποιο επίσημο παιχνίδι. Η υπομονή, ωστόσο, που οφείλουμε να επιδεικνύουμε οι Έλληνες φίλαθλοι στο θέμα των προπονητών δεν είναι ίδιον του χαρακτήρα μας, όπως φάνηκε και στην περίπτωση του Ρανιέρι. Ο προπονητής είναι πάντα ο πρώτος που θα «πληρώσει το μάρμαρο» μίας ενδεχόμενης αποτυχίας.

Κλείνοντας, θα ήθελα να υπογραμμίσω την αγάπη μου σε αυτήν την ομάδα. Έχοντας βιώσει την αξέχαστη εμπειρία της κατάκτησης του Euro με τα πιο έντονα συναισθήματα, μου είναι αδύνατο να αντικρίζω την εικόνα της τωρινής ομάδας. Μολονότι δεν υιοθετήσαμε ποτέ έναν θεαματικό τρόπο παιχνιδιού, η κυριαρχία της μαχητικότητας και του πάθους στα πρόσωπα των ποδοσφαιριστών ενέπνεε όσους την υποστήριζαν. Το κλίμα αντιστρέφεται. Δεν είναι εύκολη υπόθεση αλλά με τους σωστούς χειρισμούς ο στόχος θα επιτευχθεί και η εθνική θα μπορέσει και πάλι να βρεθεί στο δρόμο των επιτυχιών.

Διαβάστε επίσης  Πολεμικές τέχνες "δάσκαλος" πειθαρχίας
Advertising

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Το πράσινο σημειωματάριο, το πείραμα της αυθεντικότητας

Στη λογική της Αμερικανικής σειράς του ’90, «Φιλαράκια» (Friends), το

Θεσσαλονίκη: Kids Love Cinema με «Αριστόγατες»

Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης συνεχίζει να μαγεύει μικρούς και μεγάλους