Μου το ‘χα πει, είναι η αλήθεια, πριν αποφασίσω να δω την ταινία πως κάτι μου ξίνιζε για το Inside. Η αγάπη μου για τον Dafoe είναι αρκετή για να κάνει οποιαδήποτε ταινία άνω του μετρίου. Ήθελα όπως και να’χει να στηρίξω γιατί η ταινία είναι σκηνοθετημένη από Έλληνα σκηνοθέτη,τον Βασίλη Κατσούπη, ο οποίος έχει δώσει και την ιδέα της ιστορίας. Πέρα από το βαρύ όνομα του Dafoe είναι άξιο αναφοράς πως η χρηματοδότηση της ταινίας ξεκίνησε από πρόγραμμα του Los Angeles Greek Film Festival. Μιλάμε για μια διεθνής παραγωγή και όσο να ‘ναι δεν έχουμε συνηθίσει ελληνικό στοιχείο σε τέτοιο επίπεδο. Οπότε δε με άκουσα και πήγα να το δω.
Η πλοκή τη ταινίας είναι τόσο ανύπαρκτη, δεν το λέω ως αρνητικό απαραίτητα, που είναι καλύτερα να ξεκινήσουμε από αυτή. Ο Nemo (Willem Dafoe), παγιδεύεται σε ένα ρετιρέ της Νέας Υόρκης του οποίου τα έργα τέχνης έχει έρθει να κλέψει. Κλειδωμένος μόνο με ανεκτίμητα έργα τέχνης πρέπει να χρησιμοποιήσει την εφευρετικότητα του για να ξεφύγει. Το στοίχημα της ταινίας σε καθαρά επίπεδο διασκέδασης είναι αν θα μπορέσει η ταινία να κάνει συνέχεια ενδιαφέρουσες τις McGyver-ιες που θα κάνει προσπαθώντας να ξεφύγει και πως θα μεταφέρει την τρέλα ενός ανθρώπου που ζει τον «Ναυαγό» στο κέντρο της Νέας Υόρκης.
Με το να καστάρει τον Dafoe ο Κατσούπης έχει λύσει το μεγαλύτερο πρόβλημα. Το να μιλήσουμε για τον Dafoe πλέον είναι περιττό. Εάν σου αρέσουν οι εξπρεσιονιστικές ή υπερβολικές ερμηνίες τότε ο Dafoe είναι σκέτη απόλαυση 24 φορές το δευτερόλεπτο. Για εμένα το μόνο κακό που έχει σαν ηθοποιός είναι πως όταν βλέπω το όνομα του σε μια ταινία ξέρω αργά ή γρήγορα θα το χάσει. Δεν είναι τυχαίο πως εδώ και χρόνια ο κόσμος τον ζητάει ως Τζόκερ και η αλήθεια είναι πως δε φαίνεται να υπάρχει πιο ονειρικό κάστινγκ στο Χόλλυγουντ αυτή τη στιγμή. Αυτό που θέλω να πω είναι πως είναι ένα συμπαθέστατος άνθρωπος με φάτσα ανώμαλου. Ξεκάθαρα είναι άνθρωπος με μεγάλο συναισθηματικό βάθος και κατανόηση για την ανθρώπινη συμπεριφορά, πέρα από τις φανταχτερές ερμηνείες του πασπαλίζει πάντα μικρές διακριτικές λεπτομέρειες που τον κάνουν τον όνομα που είναι. Στο Inside δε μαθαίνουμε σχεδόν τίποτα για τον χαρακτήρα του οπότε πρέπει να τα δώσει όλα ώστε να τον χτίσει από το πουθενά μπροστά μας. Προφανώς, για όσους έχουν δει την ταινία, δε μετράω τον μικρό μονόλογο του στην αρχή γιατί λειτουργεί περισσότερο ως σεναριακή παράκαμψη παρά οτιδήποτε άλλο.
Μπαίνει στο σπίτι ντυμένος επιστάτης και παρότι μπορούμε να υποθέσουμε με ασφάλεια πως είναι μια τυχαία μεταμφίεση λόγω του πλαισίου που που θέλει να λειτουργήσει η ταινία είναι πρώτον περισσότερο δήλωση και δεύτερον το μόνο στοιχείο που έχουμε για το πρωταγωνιστή μας. Με το που μπαίνει σε ένα υπερ-πλούσιο σπίτι με την πιο ξιπασμένη τέχνη που μπορεί να φανταστεί κάποιος(έχει γλυπτά σάπια πορτοκάλια, για όνομα του Θεού). Με τη μία θέλω να το κλέψει, θέλω να τα καταφέρει για να τιμωρήσει τον τύπο για το γούστο του και όλα τα εύσημα στην ομάδα που έφτιαξε το σπίτι και τον Κατσούπη που μέσα σε 5 λεπτά έκανε τόσο οικείους με το χώρο. Σε όλη τη διάρκεια της ταινίας θα υπάρξουν στιγμές που εάν δε σε έχει κερδίσει η ταινία θα σκέφτεσαι ερωτήσεις του τύπου: «Καλά, δε άκουσαν τον συναγερμό». Το σπίτι όμως είναι ένας υπερβατικός Μπεκετιανός χώρος και αυτές οι ερωτήσεις είναι σαν να ρωτάς:«Καλά γιατί περιμένουν ακόμα τον Γκοντό;». Μεταφορικά το σπίτι απεικονίζει αλόκληρο τον κόσμο, κυριολεκτικά για τον πρωταγνωνιστή μας ο οποίος παρότι προσπαθεί να ξεφύγει από αυτό. Οι καλύτερες στιγμές τις ταινίας κρύβονται στο πρώτο μισό. Το αποκορύφωμα είναι όταν ο Dafoe αναγκάζεται να φάει κοσνέρβα σκύλου και ψάχνει ανοιχτήρι. Αφού έχει ανοίξει όλα τα συρτάρια ουρλιάζει:«Έχει όλα αυτά και δεν έχει ένα ανοιχτήρι». Εκεί μας δίνεται εξαιρετικά όλο το ζουμί της ταινίας. Τι να κάνω την τέχνη, τι να κάνω τις πολυτέλειες εαν στη τελική δε με βοηθάνε να επιβιώσω; Έχει σημασία να φτιάξουμε οποιοδήποτε έργο τέχνης; Η αλήθεια είναι πως αυτά τα ερωτήματα μου είναι αδιάφορα αλλά ο τρόπος που το παρουσίαζε η ταινία με κάλυψε και έδωσε βάθος σε μια θεματική που δεν είναι για εμένα.
Από τη μέση και μετά όμως σταματάει αυτό το παιχνίδι. Τα κόλπα του Inside έχουν στερέψει και καταλήγει να μοιάζει σαν μια ιδέα μικρού μήκους που κάποιος ξεχείλωσε. Ενώ το πρώτο μισό ήταν διεστραμμένα αστείο τώρα παρουσιάζει μια κατάσταση που μπορεί να ονομαστεί μόνο «Έπαθε Ποιότητα». Τα συμπτώματα της πάθησης αρχίζονται εδώ να φαίνονται όταν αρχίζουμε να ανακαλύπτουμε το κρυφό δωμάτιο στο σπίτι. Εκεί υπάρχει ένα πλαστικό πτώμα και έναν αποκρυφιστικό βιβλίο το οποίο ο Dafoe αρχίζει να διαβάζει και του δίνει το τελικό σπρώξιμο προς τη τρέλα. Θρησκευτικά πράγματα σε μη θρησκευτικές ταινίες(θρησκευτικής ατμόσφαιρας όχι κυριολεκτικά στην ιστορία) είναι κόκκινη κάρτα. Όλοι θυμόμαστε πως πήγε με το Μάτριξ και αν δε θυμάστε συγγνώμη που σας το θύμησα. Με ένα ζουμ στον κεντρικό πίνακα που ήρθε να κλέψει ο Dafoe βλέπουμε ότι ανάμεσα σε διάφορες φιγούρες είναι η δικιά του…αυτό, πάρ’το και κάνε το ό,τι θες.
Το να πάθεις ποιότητα είναι το χειρότερο πράγμα που μπορείς να πάθεις γιατί το κοινό γίνεται αμέσως εχθρικό μαζί σου. Είναι μια άρνηση προς την απλότητα, είναι οι πράξεις που δείχουν πως ο δημιουργός θέλει να εντρυφήσει σε κάποια τέχνη υψηλής δημιουργίας χωρίς σκοπό και κατεύθυνη. Το υψηλή δεν αναφέρεται σε κάποια εξαιρετική τεχνοτροπία κενή περιεχομένου αλλά σε στιγμές που έχουν το μη-Αμερικάνικο σινεμά να θεωρείτε ψευτοκουλτούρα. Είναι το στίβαγμα πολλών χιλιοειπωμένων στιγμών με τέτοιο τρόπο σαν να είναι πρωτοπορία. Η λέξη αφαιρετικό έχει καταντήσει να σημαίνει μια αόριστη τεμπελιά που «βγάζει στον καθένα ότι νιώθει». Όταν κάτι είναι αφαιρετικό πρέπει να είναι είναι ασύλληπτα εύκολο να το καταλάβεις αλλά δύσκολο να το ερμηνεύσεις. Όταν βλέπω τον Dafoe να το χάνει προσπαθώντας να βγάλει λογική στο χάος που είναι το σπίτι άθελα της ταινίας ταυτίζομαι απόλυτα με τον χαρακτήρα γιατί προσπαθώ να κάνω το ίδιο να καταλάβω τι είναι στη ταινία ειρωνικό προς την δήθεν τέχνη που είναι στο σπίτι και τι είναι δηθενιά της ταινίας. Σε καμία περίπτωση αυτό δεν είναι κάτι που ήθελαν οι δημιουργοί. Στη τελική ο πιο εύκολος τρόπος να καταλάβεις εάν ένα έργο έπαθε ποιότητα είναι η ανάγκη του δημιουργού να ξερνάει το τι συμβαίνει σε περίπτωση που κάποιος δεν αντέξει το βάθος επιπέδου τάφρου των Μαριανών. To Inside είναι ένα τέχνασμα, βασίζεται σε ένα τέχασμα και στο τέλος δε δέχεται τη φύση τoυ και πάει για κάτι ανώτερο σαν να ντρέπεται για τον εαυτό του και καταλήγοντας πουθενά.