Λίγες ταινίες μπορούν να σοκάρουν το σινεφίλ κοινό με τον τρόπο που σόκαρε η ταινία, «Kids», σε σκηνοθεσία του πρώην φωτογράφου, Λάρι Κλαρκ και βασισμένο σε ένα πρωτότυπο σενάριο του Χάρμονυ Κορίν, το 1995, όταν πρωτο-κυκλοφόρησε στις κινηματογραφικές αίθουσες. Εκείνο που κάνει την ιστορία μιας παρέας σχολιαρόπαιδων στο Βίλατζ της Νέας Υόρκης, τα οποία κάνουν σεξ χωρίς προφυλάξεις και πειραματίζονται με ναρκωτικά, χωρίς να υπολογίζουν τις συνέπειες, στις αρχές της δεκαετίας του 1990 (την εποχή, δηλαδή, που ο ιός του AIDS βρισκόταν σε έξαρση), τόσο τρομαχτική είναι το πόσο ρεαλιστική φαίνεται στη μεγάλη οθόνη και πόσο κοντά βρισκόταν στην πραγματικότητα των εφήβων εκείνης της εποχής. Οι πρωταγωνιστές της ταινίας, άγνωστοι τότε και οι περισσότεροι πρωτοεμφανιζόμενοι, έγιναν μερικά από τα διασημότερα ονόματα στο χώρο του θεάματος.
Η ταινία ξεκινάει με μία σκηνή όπου ένα μεγαλύτερο έφηβο αγόρι, ο Τέλι (Λίο Φιτζπάτρικ) πείθει ένα 12χρονο κορίτσι να κάνει σεξ μαζί του. Ο Τέλι, όπως μαθαίνουμε στη συνέχεια, από τη συζήτηση που έχει με τον «κολλητό» του, Κάσπερ (Τζάστιν Πιρς), προτιμάει τις παρθένες για σεξουαλικές παρτενέρ. Η παρέα του Τέλι και του Κάσπερ, όπως ανακαλύπτουμε αργότερα, πίνει αλκοόλ και κάνει χρήση ναρκωτικών ουσιών (κυρίως κάνναβη), ενώ συχνά διαπράττει μικροεγκλήματα, όπως κλοπές. Η κουλτούρα του skating, στην οποία ανήκουν οι έφηβοι, ήταν μία από τις πλέον διαδεδομένες μόδες στη Νέα Υόρκη εκείνη τη δεκαετία και όσοι έζησαν εκεί τότε, ή γνωρίζουν κάποιους που το έκαναν, σίγουρα ξέρουν σε τι αναφέρονται εδώ ο Κλαρκ και ο Κορίν. Στο φόντο, μάλιστα, κάποια στιγμή, φαίνεται να παίζει και η κωμική ταινία μικρού μήκους του Σπάικ Τζονζ, «Video Days» (1991), η οποία από τη μία καταγράφει και από την άλλη σατιρίζει τη νεανική αυτή κουλτούρα.
Η πορεία των νέων συμπεριλαμβάνει εκτός από τον Κάσπερ και τον Τέλι, τη Ρούμπι (Ροζάριο Ντόσον), τη 13χρονη Ντάρσι (Γιακίρα Πεγκέρο), τον Στίβεν (Τζον Έιμπραχαμς), τον Χάρολντ (Χάρολντ Χάντερ) και τη Τζένι (Κλόι Σεβινί). Ένα από τα βασικά στέκια τους είναι το Washington Square Park, από όπου αγοράζουν μαριχουάνα και κάνουν διαγωνισμούς με skate. Αν και η ηλικίες των μελών της παρέας ποικίλουν, όλοι ανεξαιρέτως καπνίζουν τσιγαριλίκια και κάνουν σεξ μεταξύ τους, χωρίς να έχουν υπόψη τους τον κίνδυνο του AIDS, που τα χρόνια εκείνα στη Νέα Υόρκη ήταν ένα τεράστιο και άλυτο πρόβλημα, μιας και δεν είχε βρεθεί ακόμα η θεραπεία. Η άτυχη Τζένι είναι εκείνη που το «κολλάει» πρώτη και έχοντας παρατηρήσει ότι έχει συμπτώματα, αφότου πηγαίνει στο γιατρό για εξετάσεις, οι φόβοι της τελικά επαληθεύονται. Ο Κλαρκ και ο Κορίν μοιάζει να μιλούν εδώ για ένα θέμα που, αν και ταμπού, αφορούσε μεγάλη μερίδα κόσμου, και αναπόφευκτα κάποιων φίλων τους, στην πραγματική ζωή, οι οποίοι πέθαναν από επιπλοκές της νόσου.
Η Τζένι, ψυχολογικά ράκος από τη συνειδητοποίηση ότι είναι φορέας του HIV, αποφασίζει να πάρει κεταμίνη («Special K», όπως της τη διαφημίζει το βαποράκι από το οποίο την αγοράζει) και πάει μόνη της σε ένα ρέιβ πάρτι, μην ξέροντας πως αλλιώς να αντιμετωπίσει αυτό που της συμβαίνει. Αφού, λοιπόν, έχει μαστουρώσει για τα καλά και δεν καταλαβαίνει πια που βρίσκεται, πηγαίνει στο διαμέρισμα του Στίβεν και πέφτει ξερή στον καναπέ για ύπνο. Λίγο αργότερα, ο Κάσπερ, πιθανών εξίσου μαστουρωμένος ή μεθυσμένος και με έντονη επιθυμία για σεξ, τη βλέπει που έχει χάσει τις αισθήσεις της και αποφασίζει να τη βιάσει. Η τελευταία σκηνή της ταινίας, δείχνει τον Κάσπερ να συνέρχεται το επόμενο πρωί και να αναρωτιέται φωναχτά: «Χριστέ μου, τι συνέβη;» Ο Κλαρκ και ο Κορίν φαίνεται να συμπεριέλαβαν αυτή την τελευταία σκηνή σαν ένα φιλοσοφικό: «Τι έφταιξε;», που μια ολόκληρη γενιά νέων πέταξε τη ζωή της στα σκουπίδια, με τις καταχρήσεις και την απερισκεψία.
Η ταινία του πρώην εικαστικού φωτογράφου Κλαρκ αποτελεί το κινηματογραφικό του ντεμπούτο και βρίσκει τη νοηματική της συνέχεια στη μεταγενέστερη, «Ken Park» (2002), που φωτίζει μια άλλη σκοτεινή πτυχή του εφηβικού ερωτισμού και της νεανικής κουλτούρας. Το βιβλίο φωτογραφίας, «Tulsa» (1971), που έκανε τον Κλαρκ διάσημο στους καλλιτεχνικούς κύκλους, δεν είναι, επίσης, νοηματικά πολύ μακριά. Η φιλμογραφία του Χάρμονυ Κορίν, από την άλλη πλευρά, συχνά πραγματεύεται τον τρόπο ζωής των νέων, συχνά σε διαφορετικές περιόδους αλλά και περιοχές. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της ταινίας, «Gummo» (1997), που αποτελεί το δικό του σκηνοθετικό ντεμπούτο και πραγματεύεται τον τρόπο ζωής των νέων στην φτωχοποιημένη πόλη Ζίνια του Οχάιο. Το σάουντρακ του «Kids» είναι διανθισμένο από τραγούδια που έγιναν γνωστά την εποχή εκείνη και μπάντες που είχαν ιδιαίτερη απήχηση στους έφηβους, όπως είναι οι Sebadoh και οι Slint.
Το «Kids» μπορεί σήμερα να αποτελεί ένα ιστορικό κομμάτι, από τη δεκαετία του 1990. Ο Κλαρκ και ο Κορίν έχουν κάνει ο καθένας τη δική του ξεχωριστή και αξιοθαύμαστη καριέρα, προχωρώντας μίλια μπροστά από το κοινό τους ντεμπούτο. Οι ηθοποιοί που πρωταγωνιστούν σε αυτήν, έχουν επίσης κάνει σημαντικές καριέρες, με τρανταχτά παραδείγματα εκείνο του Φιτζπάτρικ, ο οποίος εκτός από ηθοποιός με σεβαστή φιλμογραφία, έγινε και διευθυντής της θρυλικής γκαλερί, Marlborough Chelsea, τη Ντόσον που έχει κερδίσει δεκάδες βραβεία και έχει συνεργαστεί με σκηνοθέτες όπως το Ρόμπερτ Ροντρίγκεζ, τον Κουέντιν Ταραντίνο και τον Σπάικ Λι και την Κλόι Σεβινί που έχει βραβευτεί με Χρυσή Σφαίρα και έχει παίξει σε ταινίες των Βίνσεντ Γκάλο, Λαρς φον Τρίερ, Τζιμ Τζάρμους και Βέρνερ Χέρτζογκ, μεταξύ πολλών άλλων. Η ταινία, παρόλα αυτά, αξίζει να βρίσκεται στο watchlist όλων των πραγματικών σινεφίλ, αλλά και όσων ενδιαφέρονται για την κοινωνιολογία και την ψυχολογία. Ίσως η Νέα Υόρκη σήμερα να μην έχει το βαθμό επικινδυνότητας που είχε την εποχή εκείνη, όμως γνωρίζοντας πως η ιστορία κάνει κύκλους, το ντοκουμέντο αυτό αποτελεί τουλάχιστον ένα παράδειγμα προς αποφυγή, και το μάθημα που μπορεί κανείς να αντλήσει από τα κακώς κείμενα του παρελθόντος είναι μεγάλο και αειθαλές.
Δείτε το trailer της ταινίας στο YouTube: