Ξεκινώντας τον κινηματογραφικό και μη απολογισμό των ταινιών που μας έδωσε το 2023, πέραν της Μπάρμπι και του Όπενχάιμερ, πάμε σε μια άλλη, πολλά υποσχόμενη ταινία. Κάτω από τον έναστρο ουρανό των θερινών σινεμά, μια ανάλαφρη κωμωδία με το όνομα «Μαθήματα Αποπλάνησης», σε σκηνοθεσία Τζίν Στουπίνσκι, και, φυσικά, λιγότερο αλλά και πάλι σημαντικό μπάτζετ παραγωγής από τα μπλοκμπάστερ ονόματι Μπαρμπενχάιμερ, μας άφησε κάπως αδιάφορους, με ένα αίσθημα αμηχανίας ίσως, που οδήγησε στο να την ξεχάσουμε στα πρώτα πέντε λεπτά αφότου πετάξαμε την κρύα -τελειωμένη πλέον- μπύρα μας στον κάδο του σινεμά.
Λίγα λόγια για την ταινία
Ο σκηνοθέτης της ταινίας συνεργάζεται με την εκθαμβωτική, τριανταδιαχρονη πλέον Τζένιφερ Λώρενς, και τον νεαρό Άντριου Μπάρθ Φέλντμαν για να χτίσουν μια ταινία πάνω σε μερικές ιδέες και ένα σενάριο που θα μπορούσε να υπόσχεται μονάχα πολύ γέλιο. Η Μάντι (Τζένιφερ Λώρενς), μια γυναίκα που διανύει την τέταρτη δεκαετία της ζωής της, βρίσκεται στα πρόθυρα του να χάσει το πατρικό της, το οποίο την ωθεί στο να βρεί μια ευφάνταστη λύση προκειμένου να κερδίσει χρήματα. Η λύση που βρίσκει με την βοήθεια των φίλων της είναι μια πλούσια οικογένεια η οποία ψάχνει απελπισμένα κάποιον να βγάλει από το καβούκι του (αυτή τουλάχιστον είναι η κόσμια έκφραση) τον υπερπροστατευμένο δεκαεννιάχρονο γιο τους, τον Πέρσι, πριν φύγει για σπουδές. Ως είδος, θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε τη παρούσα ταινία ως κωμωδία ενηλικίωσης, αν και, από ψυχολογική άποψη, ο δεκαεννιάχρονος Πέρσι φαίνεται πιο ενήλικας από όλους τους υπόλοιπους.
Τι δούλεψε σε αυτή την ταινία;
Σε μια θύελλα λάθος αποφάσεων, η πλοκή παίρνει πολλαπλές λάθος τροπές, με την Μάντι να δρα τουλάχιστον παρορμητικά για να κερδίσει το ενδιαφέρον του Πέρσι και να τον κρατήσει από το χέρι στο μονοπάτι για την ενηλικίωσή του. Βέβαια, η Μάντι δεν θέλει να καθοδηγήσει αυτό το παιδί, θέλει μονάχα το αμάξι που της υπόσχεται ο πατέρας του. Μερικές τίμιες λήψεις, κάποια αρκετά στοχευμένα αστεία, στην αρχή τουλάχιστον, κάνουν μια ανάλαφρη κωμωδία για να δείς εάν θες κάτι εύκολο, εύπεπτο και ευχάριστο. Η Τζένιφερ Λώρενς, για πολλούς, ήταν η σταρ της ταινίας, και ο λόγος άλλωστε που την είδαν, αλλά για αυτό τον ρόλο θα αναφερθούμε στο επόμενο σκέλος του άρθρου. Στα θετικά θα προσθέσω επίσης την χρήση ενός ευρέως γνωστού τραγουδιού, το οποίο είχε κεντρική θέση στην ταινία, έπαιξε πολλές φορές από πίσω και τραγουδήθηκε από τον κεντρικό χαρακτήρα, στην πιο αξιομνημόνευτη ίσως σκηνή της ταινίας. Αναδείχτηκε έτσι το ταλέντο του Φέλντμαν, που, βέβαια εάν ήμασταν σινεφιλ Αμερικάνοι, θα είχαμε ήδη αναγνωρίσει στην σκηνή του Μπρόντγουεϊ.
Τι δεν δούλεψε σε αυτή τη ταινία;
Δυστυχώς…πολλά πράγματα. Ενδεχομένως για κάποιον που βλέπει τέσσερις ταινίες κατά μέσο όρο τον χρόνο αυτή η ταινία να ήταν η καλύτερη παραγωγή της χρονιάς. Ωστόσο, και αυτός, σας εγγυώμαι ότι θα επέλεγε μια παρόμοια κωμωδία ενηλικίωσης από αυτές που βγήκαν στις αίθουσες τις προηγούμενες δύο δεκαετίες, γνωρίζοντας ότι θα είχε ένα πιο σίγουρο γέλιο, περισσότερες χοντράδες, βρισκόμενη φαινομενικά σε μια μόνιμη κατάσταση αποσύνθεσης, όλα στον κατάλληλο βαθμό ώστε να την σκέφτεσαι και να χαζογελάς την επόμενη ημέρα. Ο ρόλος της Λώρενς, παρότι πολύ εντυπωσιακός σαν δυναμική και εμφάνιση, φαινόταν παράτερος, και δεν της ταίριαζε πραγματικά. Τα Μαθήματα Αποπλάνησης παρουσιάζονται κυρίως ακαλαίσθητα από σεναριακή άποψη. Ναι, το σενάριο είχε αρχή, μέση και τέλος αλλά δεν αναφέρομαι σε αυτό. Η πλοκή ήταν σαν ένα διατηρητέο σπίτι σε ξεχασμένο νησί του Αιγαίου, έμπαζε από παντού. Από αυτού του είδους τις κωμωδίες δεν περιμένουμε απαραίτητα κάτι σωστό, αλλά κάτι αστείο. Προσωπικά, δεν βρήκα τίποτα αστείο σε δύο γονείς που πιέζουν τον μοναχογιό τους να κάνει πράγματα για τα οποία δεν είναι έτοιμος ψυχικά. Μπορεί εν τέλει αυτό να σκιαγραφήθηκε θετικά, αλλά αυτό δεν το κάνει εντάξει. Δεν μπορείς να ξεκινάς με μια κακή ιδέα πλοκής και να θες να την πλασάρεις στο κοινό όσο προχωράει η ταινία, αλλά εάν είναι πραγματικά κακή ιδέα, δεν πρόκειται να γίνει καλή. Δίνει μια πρόχειρη, χοντροκομμένη και δυσάρεστη αίσθηση, που σε κάνει να νιώθεις αμήχανα όταν βγαίνεις από την αίθουσα, γιατί το τέλος ήταν εντελώς άτοπο, και προβλέψιμο ταυτοχρόνως.
Τελική εντύπωση
Μια ταινία που σκηνοθετήθηκε εκ του ασφαλούς, με πολλά στεγανά. Δεν ζητάμε από όλες τις ταινίες που εμφανίζονται στις αίθουσες να μένουν ανεξίτηλες στην μνήμη μας και να μας κάνουν να ζητάμε χαρτομάντηλα από τους γύρω μας. Ζητάμε ωστόσο, τα πολύ βασικά. Δηλαδή να μας αφήνει μια αίσθηση πληρότητας, ή τουλάχιστον ευχαρίστησης. Που είναι βασική προϋπόθεση από μια ταινία που προλογίζεται ως κωμωδία. Η που έχει ένα σενάριο που μας προϊδεάζει για κάτι αστείο, όχι αμήχανο. Θα την πρότεινα; Η αλήθεια είναι πως όχι. Υπάρχουν και καλύτερες κωμωδίες ενηλικίωσης, ίσως όχι αυτού του έτους. Θα ελπίζουμε καλύτερα από το 2024.