Είναι με διαφορά τα πιο διάσημα κινηματογραφικά βραβεία του κόσμου, με μια ιστορία που ξεκινάει από το 1929 και συνεχίζεται ακάθεκτη μέχρι σήμερα. Και φυσικά η αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου, που είναι υπεύθυνη για την ετήσια βράβευση των καλύτερων ταινιών της χρονιάς δε θα μπορούσε να είναι πάντα αλάνθαστη. Με δεδομένο ότι η πλειοψηφία των μελών της είναι Αμερικανοί, λευκοί και συνήθως μεγαλύτερης ηλικίας είναι μάλλον αναμενόμενο οι ταινίες που βραβεύονται να μην είναι και τόσο ριζοσπαστικές, με τα μέλη επίσης συχνά να επηρεάζονται από marketing, προσωπικές φιλίες ή τη δημοτικότητα του κάθε υποψηφίου. Επίσης, όπως παρατηρήθηκε και στα περσινά Όσκαρ, η τελετή μπορεί να χαρακτηρίζεται από έλλειψη ποικιλίας και ίσης αντιμετώπισης, κάτι που στο παρελθόν έχει πολλές φορές δημιουργήσει χάσμα ανάμεσα στις προτιμήσεις του κοινού και σε αυτές της Ακαδημίας. Χωρίς άλλες περιστροφές, ιδού μερικές μόνο από τις ταινίες που υποτιμήθηκαν ή αγνοήθηκαν εντελώς αδικαιολόγητα από τη βράβευση.
Ο Πολίτης Κέιν του Orson Welles (1941)
Ο Πολίτης Κέιν δεν είναι από τις περιπτώσεις των ταινιών που αγνοήθηκαν εντελώς από την Ακαδημία, αφού ήταν υποψήφια σε εννιά κατηγορίες, και σε πολλές από τις σημαντικότερες. Ωστόσο κατάφερε να κερδίσει μόνο σε αυτήν του Καλύτερου Πρωτότυπου Σεναρίου, χάνοντας εκείνο της Καλύτερης Ταινίας από το «How Green Was My Valley». Μπορεί να μην ακούγεται και τόσο τραγικός απολογισμός, όμως αν λάβουμε υπόψη μας το γεγονός ότι εδώ και δεκαετίες η ταινία θεωρείται αν όχι η καλύτερη, τότε μία από τις καλύτερες όλων των εποχών, τα πράγματα αλλάζουν.
Η ιστορία του Charles Foster Kane (Orson Welles), ενός μεγιστάνα των μέσων ενημέρωσης, και η προσπάθεια των δημοσιογράφων να μάθουν το νόημα της τελευταίας του λέξης που τους οδηγεί στο να ανακαλύψουν πολλά για τη ζωή του, βασίστηκε εν μέρει στην πραγματική ιστορία του William Hearst, του Αμερικανού εκδότη εφημερίδων που ουσιαστικά ξεκίνησε την «κίτρινη» δημοσιογραφία. Ο Kane ξεκινά ως ένας ιδεαλιστής δημοσιογράφος αλλά καταλήγει ένας διεφθαρμένος μεγαλοεκδότης, ερωτευμένος με την εξουσία. Κατά συνέπεια, ο επιδραστικός Hearst, που αναγνώρισε τις ομοιότητες με τη δική του ιστορία, κήρυξε πόλεμο στην ταινία και τους δημιουργούς της πριν ακόμα βγει στις αίθουσες, κάτι που πιθανότατα ευθύνεται και για τη χλιαρή υποδοχή της στα Όσκαρ. Παρ’ όλα αυτά, θεωρείται ακόμα εγκληματικό το πώς μια ταινία που καινοτόμησε απίστευτα σε θέματα σεναριακής δομής, φωτογραφίας, μουσικής και σκηνοθεσίας και επηρέασε σχεδόν όλους τους κορυφαίους σκηνοθέτες που ακολούθησαν, έχασε το μεγαλύτερο Όσκαρ από ένα οικογενειακό μελόδραμα του John Ford.
Τραγουδώντας στη βροχή των Stanley Donen, Gene Kelly (1952)
Το εμβληματικό musical του Donen και του Kelly παρουσίαζε το πώς ένα στούντιο παραγωγής ταινιών και το καστ μιας ταινίας έκαναν τη δύσκολη μετάβαση από την εποχή του βωβού κινηματογράφου στο καινούριο Hollywood. Περιείχε επίσης μερικά από τα πιο διάσημα τραγούδια και ευρηματικά χορευτικά που έχουν ερμηνευτεί ποτέ στη μεγάλη οθόνη. Κι όμως, οι μόνες κατηγορίες που ήταν υποψήφιο ήταν αυτή του Β’ Γυναικείου Ρόλου για την Jean Hagen και της Καλύτερης Μουσικής για Musical, χωρίς να κερδίσει κανένα από τα δύο βραβεία! Πάνω από εξήντα χρόνια αργότερα, το «Τραγουδώντας στη Βροχή» θεωρείται από πολλούς το καλύτερο αμερικάνικο musical που γυρίστηκε ποτέ, ενώ μάλλον κανείς δε θυμάται «Το όγδοο θαύμα» του Cecil B.DeMille που είχε βραβευτεί ως η καλύτερη ταινία της χρονιάς.
Επαναστάτης Χωρίς Αιτία του Nicholas Ray (1955)
Η ταινία του Ray ήταν ίσως η πρώτη πραγματικά εφηβική/νεανική ταινία που πλησίαζε σε αυτές που ξέρουμε σήμερα, αφού παρουσίαζε τη ζωή τριών συναισθηματικά μπερδεμένων εφήβων (James Dean, Natalie Wood, Sal Mineo) και το χάσμα που τους χώριζε από τους γονείς τους. Έθιγε θέματα αρκετά ριζοσπαστικά για την εποχή της και κριτίκαρε την αδυναμία των γονιών να συνδεθούν αληθινά με τα παιδιά τους, προκαλώντας τεράστια αίσθηση στους εφήβους της δεκαετίας του ’50. Ωστόσο, ήταν υποψήφια μόνο σε τρεις κατηγορίες, αυτές των δεύτερων ρόλων και του σεναρίου, χωρίς τελικά να κερδίσει σε καμία. Το γεγονός ότι ο James Dean δεν ήταν καν υποψήφιος για την πιο διαχρονική ερμηνεία του, που τον σημάδεψε για πάντα στο συλλογικό υποσυνείδητο ήταν μάλλον ασυγχώρητο, όπως και το γεγονός ότι η ίδια η ταινία δε συγκαταλέχθηκε στις καλύτερες της χρονιάς, αλλά δεδομένων των αντιδράσεων που είχε ξεσηκώσει, ίσως να ήταν αναμενόμενο.
Psycho του Alfred Hitchcock (1960)
O Hitchcock μπορεί να παραμένει ένας σκηνοθέτης-θρύλος σχεδόν σαράντα χρόνια μετά το θάνατό του και να είναι υπεύθυνος για μερικά από τα αριστουργήματα του παγκόσμιου κινηματογράφου, αλλά δεν κατάφερε ποτέ να κερδίσει ένα χρυσό αγαλματίδιο. Πέρα από το «Δεσμώτη του Ιλίγγου» και το «Σιωπηλό Μάρτυρα», δύο από τα καλύτερα έργα του που έλαβαν ελάχιστη αναγνώριση στα Όσκαρ, το «Ψυχώ» που έχει αφήσει εποχή τόσο για το περιεχόμενο, όσο και για τις τεχνικές του καινοτομίες, είχε τέσσερις υποψηφιότητες χωρίς να κερδίσει πουθενά. Δεν ήταν καν υποψήφιο για Καλύτερη Ταινία, αλλά τα μέλη της Ακαδημίας ήταν πάντα υπερβολικά προκατειλημμένα απέναντι στις ταινίες τρόμου, θεωρώντας τες δευτεροκλασάτο σινεμά. Το «Ψυχώ» έθεσε καινούρια όρια για το πόση σεξουαλικότητα και πόση βία ήταν αποδεκτή στον εμπορικό κινηματογράφο κι έκανε επίσης τεράστια εισπρακτική επιτυχία στην εποχή του, κάτι που καταδεικνύει την περιστασιακή αδυναμία της Ακαδημίας να εναρμονιστεί με το πραγματικό κοινό.
Το Κουρδιστό Πορτοκάλι του Stanley Kubrick (1971)
O Kubrick ήταν επίσης ένας από τους σπουδαιότερους σκηνοθέτες που αγνοήθηκε επιδεικτικά από την Ακαδημία σε όλη του την καριέρα. Το «S.O.S. Πεντάγωνο καλεί Μόσχα», το 2001: «Οδύσσεια του Διαστήματος», «το Κουρδιστό Πορτοκάλι», το «Barry Lyndon» και το «Full Metal Jacket» ήταν οι ταινίες του που έφτασαν μέχρι τα Όσκαρ, όμως καμία τους δεν κέρδισε πουθενά, με εξαίρεση τη βράβευση για τα εφέ της Οδύσσειας το 1969. «Το Κουρδιστό Πορτοκάλι» ήταν μια σοκαριστικά βίαιη ταινία που διαδραματιζόταν σε μια δυστοπική Βρετανία του μέλλοντος, ιδωμένη μέσα από τα μάτια του Alex DeLarge (Malcolm McDowell), ενός χαρισματικού και ψυχοπαθούς αρχηγού μιας συμμορίας. Παρουσίαζε επίσης, την προσπάθεια του σωφρονιστικού συστήματος να τον κάνει να «μετανοήσει», καθώς και τις συνέπειες της ανορθόδοξης θεραπείας που του επιβλήθηκε. Η ταινία ήταν υποψήφια σε τρεις κατηγορίες χωρίς επιτυχία, πιθανότατα λόγω και των αντιδράσεων που είχε προκαλέσει: το Βατικανό την καταδίκασε και η οικογένεια του Kubrick δέχτηκε απειλές, με αποτέλεσμα ο ίδιος να ζητήσει την απόσυρσή της από τις βρετανικές αίθουσες. Ωστόσο, είχε καταλυτική επίδραση στον κινηματογράφο των επόμενων δεκαετιών.
Ο Ταξιτζής του Martin Scorsese (1976)
Η ταινία που έβαλε για τα καλά τον Scorsese στην αφρόκρεμα των σύγχρονων σκηνοθετών ήταν υποψήφια για τέσσερα Όσκαρ, αλλά οι συντελεστές της έφυγαν όλοι με άδεια χέρια από την τελετή. Η ιστορία ενός ψυχολογικά ασταθούς βετεράνου του Βιετνάμ (Robert De Niro) που δούλευε ως οδηγός ταξί τα βράδια στη Νέα Υόρκη και του πώς προσπάθησε να σώσει μια δωδεκάχρονη πόρνη (Jodie Foster), συνδύαζε στοιχεία film noir και θρίλερ, με το De Niro να δίνει μια από τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας του. «Ο Ταξιτζής» κατάφερε να κερδίσει το Χρυσό Φοίνικα, την ύψιστη διάκριση στις Κάννες, αλλά έχασε το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας από το «Rocky», μια σίγουρα καλή ταινία που ο χρόνος δεν της φέρθηκε το ίδιο καλά (και σίγουρα δε βοήθησαν στην υστεροφημία της τα ατελείωτα sequel). Το γεγονός ότι ο Scorsese κέρδισε Όσκαρ Σκηνοθεσίας μόλις το 2006 είναι το λιγότερο αδικαιολόγητο.
Χριστουγεννιάτικος Εφιάλτης του Henry Selick (1993)
Οι περισσότεροι αποδίδουν λανθασμένα αυτή την ταινία στον Tim Burton, που αν και συνέλαβε την πρωτότυπη ιστορία και συμμετείχε στην παραγωγή, άφησε τη σκηνοθεσία στον Henry Selick και το σενάριο στον Michael McDowell. Παρ’ όλα αυτά, αυτό το σκοτεινό musical κινουμένων σχεδίων παραμένει ένα από τα καλύτερα πράγματα που έχει κάνει, συνδυάζοντας με μοναδικό τρόπο το Halloween με τα Χριστούγεννα και φέρνοντας έναν εντελώς διαφορετικό αέρα στις animated ταινίες. Η μοναδική υποψηφιότητα που είχε στα Όσκαρ ήταν για τα εφέ του (έχασε από το «Jurassic Park»), όμως κατά τα άλλα αγνοήθηκε παντελώς παρά το γεγονός ότι σήμερα έχει αποκτήσει το status κλασικής ταινίας στο είδος του.
Pulp Fiction του Quentin Tarantino (1994)
Το 1995 ήταν μια χρονιά με τεράστιο ανταγωνισμό στα Όσκαρ, αφού η προηγούμενη χρονιά έβριθε καλών ταινιών, σε εντελώς διαφορετικά στυλ η καθεμιά. Οι πέντε που κονταροχτυπήθηκαν για το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας ήταν οι εξής: «Forrest Gump», «Τέσσερις Γάμοι και μια Κηδεία», «Pulp Fiction», «Quiz Show» και «The Shawshank Redemption», με τελικό νικητή το «Forrest Gump». O Tarantino, του οποίου η πρώτη ταινία, το «Reservoir Dogs», είχε περάσει απαρατήρητη από την Ακαδημία, είχε φτιάξει με το «Pulp Fiction» κάτι χαρακτηριστικά αντισυμβατικό και μοντέρνο. Η άναρχη δομή της ταινίας, το βίαιο χιούμορ της, ο τρόπος που έκλεινε το μάτι σε ταινίες του παρελθόντος, οι κορυφαίες ερμηνείες των πρωταγωνιστών της (John Travolta, Uma Thurman, Samuel Jackson) έχουν αφήσει το στίγμα τους στην εικοσαετία που ακολούθησε. Δεν είναι τόσο δύσκολο να φανταστούμε γιατί το Όσκαρ πήγε τελικά στο συναισθηματικό «Forrest Gump», αλλά το κατά πόσο άξιζε όντως να επικρατήσει των συνυποψηφίων του, είναι ένα θέμα που τίθεται υπό αμφισβήτηση μέχρι σήμερα.
Fight Club του David Fincher (1999)
Μία από τις πιο αμφιλεγόμενες και δημοφιλείς ταινίες των 90s, το «Fight Club» άλλαξε και αυτό τους κανόνες του παιχνιδιού στο κινηματογραφικό ύφος ενώ έχει αποκτήσει πολύ πιστό κοινό στα χρόνια που μεσολάβησαν από την πρεμιέρα του. Ο ανώνυμος αφηγητής και πρωταγωνιστής της ταινίας (Edward Norton) είναι ένας βαριεστημένος υπάλληλος γραφείου που πάσχει από αϋπνίες και προσπαθεί μάταια να βρει ένα νόημα στη ζωή του. Τελικά το βρίσκει γνωρίζοντας τον Tyler Durden (Brad Pitt) και συμμετέχοντας στο κλαμπ πάλης που έχει ιδρύσει ο ίδιος, ώσπου τα πράγματα ξεφεύγουν οριστικά εκτός ελέγχου. Η ταινία είχε διχάσει τους κριτικούς ως προς τα ηθικά της μηνύματα (ο Fincher ισχυρίστηκε ότι ήθελε να παρουσιάσει τη διαμάχη ανάμεσα στη νέα γενιά και το σύστημα αξιών που προκύπτει από τη διαφήμιση και τον καταναλωτισμό, αλλά μάλλον αυτό δεν έγινε αντιληπτό απ’ όλους). Πολλοί τη συνέκριναν μάλιστα με το «Κουρδιστό Πορτοκάλι» εξαιτίας των πολλών βίαιων σκηνών της. Η μοναδική υποψηφιότητα του «Fight Club» στα Όσκαρ ήταν για τον ήχο του, όπου και έχασε από το «Matrix», γεγονός που δε συνάδει καθόλου με τη μετέπειτα φήμη και αναγνώρισή του.
Mulholland Drive του David Lynch (2001)
Σίγουρα όχι και η πιο εύκολη ταινία του κόσμου, το neo-noir έργο μυστηρίου του Lynch ακροβατούσε, όπως συμβαίνει συνήθως στη δουλειά του, ανάμεσα στα όνειρα και στην πραγματικότητα, το φαντασιακό και το αληθινό. Διηγείται την ιστορία της Betty Elms (Naomi Watts), μιας νέας γυναίκας που φτάνει στο Los Angeles θέλοντας να γίνει ηθοποιός και γίνεται φίλη με μια αμνησιακή (Laura Harring) που κρύβεται στο διαμέρισμα της θείας της. Μεσολαβούν άλλες σκηνές, φαινομενικά άσχετες με την κεντρική πλοκή, ενώ όλη η ταινία διέπεται από το χαρακτηριστικό σκοτεινό και σουρεαλιστικό ύφος του σκηνοθέτη της. Πέρα από το Όσκαρ Σκηνοθεσίας για το οποίο ήταν υποψήφιος ο Lynch, η ταινία δεν έλαβε καμιά άλλη αναγνώριση στα βραβεία, κάτι που δεν παύει να προκαλεί εντύπωση, αφού όσο ιδιαίτερη κι αν ήταν, προσφάτως ψηφίστηκε από τους κριτικούς ως η καλύτερη ταινία του 21ου αιώνα.