Οι Nothing But Thieves είναι μία από τις πιο ενδιαφέρουσες μπάντες που εμφανίστηκαν την τελευταία δεκαετία και ο τραγουδιστής Conor Mason είναι αναμφίβολα πολύ ταλαντούχος. Το self-titled debut album από τους νεοφερμένους Άγγλους, Nothing But Thieves, είναι φανταστική δημιουργία και δύο χρόνια αργότερα δηλώνουν παρόντες με το «Broken Machine».
To δεύτερο άλμπουμ είναι μια περίεργη υπόθεση για τους μουσικούς. Πολλές μπάντες έχουν δοκιμάσει και δεν κατάφεραν να κάνουν το επόμενο βήμα, αλλά για τους Nothing But Thieves φαίνεται πως δεν είναι έτσι. Μετά από το ξεχωριστό ντεμπούτο τους έκαναν το βήμα προς την σωστή κατεύθυνση και η κυκλοφορία του πολυαναμενόμενου «Broken Machine» δεν απογοητεύει.
Σε αυτό το άλμπουμ το συγκρότημα συνεργάζεται με τον γνωστό παραγωγό Mike Crossey, ο οποίος έχει δουλέψει με τους Arctic Monkeys και τους Foals, ήταν μια πολύ καθοριστική κίνηση.
Έχει καταφέρει να απελευθερώσει τη μπάντα και να της δώσει το πάτημα να εκφράσει τον εαυτό της, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι σε κάθε τραγούδι εμπεριέχεται μια έντονη σπλαχνική ή συναισθηματική «γροθιά». Το συγκρότημα ακούγεται από τη μία ζωώδες και πεινασμένο και από την άλλη ευαίσθητο και ανέμελο, με τραγούδια αναζωογονημένα με το πάθος που διακρίνει το συγκρότημα.
Το εναρκτήριο τραγούδι του album, I Was Just a Kid, μας βάζει απευθείας στο κλίμα. Οι ηλεκτρικές κιθάρες ακούγονται πληθωρικές και διαστημικές και σε συνδυασμό με το γρήγορο tempo που δίνουν τα τύμπανα, θυμίζουν έντονα τον τρόπο παιξίματος των Muse- κάτι που δεν κάνει εντύπωση, αφού οι Nothing But Thieves τους έχουν συνοδεύσει σε δύο περιοδείες τους.
Το Amsterdam, που αποτέλεσε και το lead single του album, κυκλοφόρησε από τα μέσα Μαΐου, είναι ένα πολύ δυναμικό κομμάτι και ήταν μια πολύ καλή επιλογή για να μας εισαγάγουν στον εξελιγμένο ήχο τους.
Το Live Like Animals, με τα «θανατηφόρα» φωνητικά του Conor Mason και τα βαριά riffs, είναι ένα κομμάτι για τους απογοητευμένους millennials. O Mason σε αυτό το metal-disco τραγούδι κάνει ό,τι θέλει με την φωνή του. Φτάνει -σχεδόν- σε σημείο να κάνει άριες, και μας υπενθυμίζει αυτό στο οποίο είναι καλύτερος.
Ο πειραματισμός στον ήχο είναι εμφανής, όπως και το κοινωνικό-πολιτικό υπόβαθρο στον στίχο. «We put our lives all up for sale – We get our truth from the Daily Mail» και «In case we want to kick you out – We’re gonna make you build a wall» είναι μερικοί από τους στίχους του Live Like Animals, που κάνουν σαφές προς ποια κατεύθυνση ρίχνουν πυρά.
Στο I’m Not Made By Design o Mason ωθεί και πάλι τα φωνητικά του στα άκρα. Η ατμόσφαιρα στο τραγούδι εναλλάσσεται με ένα βαρύ riff, που θυμίζει έντονα το Kashmir των Led Zeppelin. To Live Like Animals και I’m Not Made By Design είναι και τα δύο κομμάτια που τονίζουν τα σημάδια μιας εξέλιξης στον ήχο, από το debut album τους στο «Broken Machine». Ο πειραματισμός, αν και δεν είναι υπερβολικά ακραίος, είναι αξιοσημείωτο πως ταιριάζει απόλυτα στον ήχο που είχαν ήδη δημιουργήσει.
Το Get Better είναι ένα τραγούδι που θα χωρούσε άνετα στο προηγούμενο album τους και κάνει την μετάβαση, από το προηγούμενο στο επόμενο, πιο εύκολη. Το title tack αποτελεί πιθανώς τον μεγαλύτερο πειραματισμό στο album. Χρησιμοποιώντας βασικές αρχές από το σύγχρονο hip hop, όπως τα μεμονωμένο τύμπανο και μπάσο και τα samples από φωνητικά του Mason, το Broken Machine αποτελεί την πιο groovy επιλογή του album.
To Particles είναι μια πανέμορφη μπαλάντα και μαζί με το Hell, Yeah, οι Nothing But Thieves με απλές συνθέσεις και πατώντας στην φωνή του Conor Mason, δείχνουν πως έχουν την αίσθηση της μελωδίας και μπορούν να δημιουργήσουν ένα έντονα συναισθηματικό περιβάλλον. Το Afterlife αποτελεί το finale του album.
Περίμενα ένα πιο δυνατό κλείσιμο για το album, καθώς το κομμάτι κάνει κάποιες αναφορές αλλά δεν αποτελεί ένα εμφατικό κλείσιμο. Το τραγούδι υποδηλώνει τι μπορεί να κρατήσει ο ακροατής για το μέλλον του συγκροτήματος, με έντονα synths και πιάνο, που φανερώνουν την επιρροή των Radiohead στην «In Rainbows» εποχή.
Τέλειο album δεν υπάρχει, και το «Broken Machine» δεν αποτελεί εξαίρεση. Τα ηλεκτρονικά σημεία στα τραγούδια σίγουρα επιδέχονται βελτίωση και από την λίστα τραγουδιών δεν λείπουν και κάποια «filler» κομμάτια. To «πιασάρικο» αλλά ιδιαίτερα προβλέψιμο Sorry και το σχετικά αδιάφορο Soda είναι αυτά τα τραγούδια που έρχονται για να γεμίσουν και να συμπληρώσουν την λίστα τραγουδιών του album.
H δυναμική που έχει αυτό το συγκρότημα είναι μεγάλη και το έχει αποδείξει σε κάθε της δουλειά. Στο «Broken Machine» οι Nothing But Thieves έχουν δημιουργήσει ένα γεμάτο και πληθωρικό σύγχρονο rock album που ταιριάζει με τη φιλοδοξία και την ένταση μια πρωτοποριακής rock μπάντας του σήμερα.
Λίγα συγκροτήματα μπορούν να διαχειριστούν τη δύναμη της alternative rock σκηνής με δραματικά, άρτια και μεστά φωνητικά και αυθεντικό ήχο που φέρει την υπογραφή τους. Οι Nothing But Thieves τα τελευταία χρόνια κάνουν ακριβώς αυτό. Το «Broken Machine» είναι ένα άλμπουμ που αποδεικνύει ότι υπάρχουν σύγχρονα rock συγκροτήματα, παρά την παρακμή και την αμφισβήτηση που δέχεται το είδος.
*Στην Deluxe εκδοχή του album εμπεριέχονται επιπλέον τέσσερα τραγούδια, τα αξιόλογα Reset Me και Number 13, μια ακουστική εκτέλεση του Sorry και μια piano εκδοχή του Particles.