Θυμάμαι από μικρός να ρωτάω τον πατέρα μου: “Πότε επιτέλους θα μπορώ να πάω μαζί σου στο γήπεδο”; Θυμάμαι επίσης την απάντηση που ήταν η ίδια και η ίδια κάθε φορά: “Όταν θα είναι ασφαλές”. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι εννοεί. Πώς είναι δυνατόν να μπορώ να πηγαίνω σε μια θεατρική παράσταση, αλλά να μην μπορώ να παρακολουθώ έναν αγώνα από κοντά; Ποιος φταίει για αυτό; Γιατί κανείς δεν κάνει κάτι; Περίμενα κάποιος να μου απαντήσει μέχρι που βρήκα την απάντηση μπροστά μου.
Τον πρώτο μου αγώνα τον θυμάμαι σαν χθες. Αγώνας μπάσκετ. Φτάνουμε μια ώρα νωρίτερα στο γήπεδο, παίρνουμε τα εισιτήρια μας και καθόμαστε στις θέσεις μας. Δέκα λεπτά πριν τελειώσει ο αγώνας, αρχίζει μια βροχή αντικειμένων προς το παρκέ, χωρίς να καταλάβω το λόγο (αργότερα στο σπίτι ο πατέρας μου εξήγησε πως ο λόγος ήταν μια απόφαση του διαιτητή). Το ματς διακόπτεται και φεύγουμε για το σπίτι.
Λέω εντάξει θα έτυχε. Ο επόμενος αγώνας ήταν ποδοσφαίρου. Φτάνοντας στο γήπεδο βλέπω αμέτρητο κόσμο με κουτάκια μπύρες στο χέρι. Μόλις καθόμαστε στις θέσεις μας βλέπω πως υπάρχουν γύρω γύρω πάρα πολλοί αστυνομικοί. Ρωτάω τον πατέρα μου: “Μπαμπά γιατί έχει τόση αστυνομία αφού δεν υπάρχουν οπαδοί των φιλοξενούμενων;” Ο πατέρας μου γελάει και μου λέει: “Δεν χρειάζονται και αυτοί για να γίνει το κακό, τα καταφέρνουμε και μόνοι μας”. Τελειώνει ο αγώνας (με ήττα για την ομάδα μας) και ο πατέρας μου, βγαίνοντας από το γήπεδο, με παίρνει από το χέρι και μου λέει: “Περπάτα γρήγορα και βάλε τη μπλούζα στη μύτη σου”. Βλέπω ανθρώπους να τρέχουν πανικόβλητοι, άλλοι να δυσκολεύονται να αναπνεύσουν, άλλοι να βάζουν φωτιά σε κάδους και άλλοι να πετάνε πέτρες στα τζάμια του γηπέδου. Δεν ήξερα αν έπρεπε να κλάψω επειδή τα μάτια μου έκαιγαν ή να γελάσω με την ειρωνεία της κατάστασης.
Στο δρόμο για το σπίτι ακούγαμε στο ραδιόφωνο να μιλάνε για τον διαιτητή που δεν έδωσε το πέναλτι, για τους παίχτες που δεν παίξανε καλά και για την αστυνομία που έκανε παράλογη χρήση χημικών. Τίποτα για τους αγαπητούς οπαδούς.
Τι σημαίνει αθλητισμός τελικά; Ποια η σχέση του με τον πολιτισμό της κάθε χώρας; Το σίγουρο είναι πως ότι γίνεται μας αξίζει. Η κατάσταση δεν θα αλλάξει γιατί έτσι μας αρέσει. Μας αρέσει να πάμε στο γήπεδο και να βγάζουμε το άχτι μας, μας αρέσει να ακούμε στο ραδιόφωνο αυτά που θέλουμε να ακούσουμε και όχι αυτά που πρέπει να ακούσουμε. Μας αρέσει να χτυπάμε ένα παίχτη της ομάδας μας αν δεν παίζει καλά και να τον υμνούμε όταν παίζει. Λες και αν τον χτυπήσουμε την επόμενη φορά θα παίξει καλύτερα. Μας αρέσει να καταστρέφουμε το γήπεδο και ύστερα να γκρινιάζουμε για τις παροχές του. Μας αρέσει να βρίζουμε τον ιδιοκτήτη της ομάδας όταν χάνουμε αλλά όταν νικάμε να φωνάζουμε το όνομα του στο γήπεδο. Έτσι μας αρέσει.
Κάποιος πρέπει να κάνει κάτι. Ναι εσένα κοιτάω άγνωστε κουκουλοφόρε που σε είδα να ξερνάς τα άντερα σου από τα χημικά, που όπως πάντα “αδίκως” σου πετάξανε, έξω από το γήπεδο μπροστά στην είσοδο ενός καταστήματος.Εσένα που έβρισες τον άνθρωπο όταν σου είπε να πας πιο δίπλα. Εσένα που καταστρέφεις το γήπεδο λες και σου ανήκει. Εσένα που έσπασες τις πόρτες για να δείρεις τους παίχτες. Εσένα που ζεις με 300 ευρώ αλλά μπορείς να πεθάνεις για την ομάδα σου. Λες και αυτή νοιάζεται για σένα. Ούτε που ξέρει ποιος είσαι.
Αλλά κοιτάω και εσένα άγνωστε παράγοντα που τα επιτρέπεις όλα αυτά. Εσένα που δεν σε νοιάζει αν ένα παιδί δεν μπορεί να έρθει να παρακολουθήσει την αγαπημένη του ομάδα. Εσένα που δεν σε νοιάζει να καθαρίσεις τους κάφρους και να τους διώξεις από το γήπεδο. Εσένα που βλέπεις ατάραχος τους φιλάθλους να φεύγουν τρέχοντας από το γήπεδο για να μην φάνε καμιά αδέσποτη.
Και εσένα “δημοσιοκάφρε” που τους υποθάλπτεις και τους φουντώνεις για να αγοράσουν την εφημερίδα σου και να ακούσουν την εκπομπή σου. Εσένα που βάζεις την ίντριγκα πάνω από τη χαρά του αθλητισμού.
Και εσένα αγαπητό κράτος που ξέρεις ποιοι είναι αλλά διστάζεις. Γιατί κάθε φορά είναι οι ίδιοι και οι ίδιοι. 30-40 ανεγκέφαλοι απέναντι σε χιλιάδες υγιείς φιλάθλους.
Το γήπεδο είναι ο καθρέφτης του κάθε αθλητή αλλά είναι και ο καθρέφτης του κάθε ανθρώπου.