Ο Δρ Γιώργος Γιαννούσης είναι απόφοιτος του Παντείου Πανεπιστημίου της Αθήνας, διδάκτορας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και ειδικευμένος στη Συστημική Προσέγγιση Συμβουλευτικής και Ψυχοθεραπείας από συνεργάτες του Αθηναϊκού Κέντρου Μελέτης Ανθρώπου (ΑΚΜΑ). Είναι μέλος της Ελληνικής Εταιρίας Συστημικών Θεραπευτών (ΕΛΕΣΥΘ), μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Συμβουλευτικής, Πιστοποιημένος σύμβουλος εξαρτήσεων, Πιστοποιημένος Σύμβουλος Επαγγελματικού Προσανατολισμού και Εκπαιδευτής ενηλίκων.
Ο Δρ Γιώργος Γιαννούσης είναι επιστημονικός υπεύθυνος του Κέντρου και παρέχει στήριξη σε άτομα, ζευγάρια, ομάδες και οικογένειες που αντιμετωπίζουν προσωπικές δυσκολίες (προβλήματα συμπεριφοράς, αγχώδεις διαταραχές, φοβίες, κρίσεις πανικού, κρίσεις θυμού, κατάθλιψη) προβλήματα επικοινωνίας στην οικογένεια, τις προσωπικές/επαγγελματικές σχέσεις, κ.λπ. και προβλήματα στη διαχείριση ειδικών θεμάτων όπως διαζύγιο, πένθος, εξαρτήσεις, ψυχοσωματικές ασθένειες, κ.α. Παρέχει επίσης στήριξη σε θέματα οικογένειας, ζευγαριού, γονεϊκού ρόλου και ανατροφής των παιδιών.
Ο Δρ Γιώργος Γιαννούσης είναι εκπαιδευτής εκπαιδευτών ενηλίκων, εκπαιδευτής ψυχοθεραπευτών και συμβούλων ψυχικής υγείας, καθώς και επόπτης ειδικών της ψυχικής υγείας (ψυχολόγων, ψυχοθεραπευτών, ψυχιάτρων) σε θέματα οικογενειακής θεραπείας. Επίσης είναι ειδικός συνεργάτης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας παρέχοντας υπηρεσίες ψυχοθεραπείας σε μεταπτυχιακούς φοιτητές και εθελοντικά σε όλους τους φοιτητές του Πανεπιστημίου. Εργάστηκε στις σχολές γονέων του ΙΝΕΔΙΒΙΜ συντονίζοντας ομάδες γονέων και εκπαιδευτικών και συνεχίζει να συντονίζει ανάλογες ομάδες στο κέντρο. Συνεργάστηκε ως εκπαιδευτής στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών «Ψυχική υγεία» του Τ.Ε.Ι. Λάρισας. Διετέλεσε Αντιπρόεδρος της κοινωνικής επιχείρησης «εν-έργω» και Γραμματέας της Ελληνικής Εταιρείας Κλινικής Κοινωνικής Ψυχολογίας. Έχει συμμετάσχει με εισηγήσεις σε συνέδρια, σεμινάρια, ημερίδες, καθώς και σε πλήθος ομιλιών στο γενικό πληθυσμό. Τέλος, έχει δημοσιεύει επιστημονικά, αλλά και κοινού ενδιαφέροντος άρθρα.
Στη συνέντευξη που μας παραχώρησε στο Maxmag, μίλησε για τις οικογενειακές σχέσεις, την αναζήτηση της ευτυχίας από τους ανθρώπους, τα παιδιά και την πανδημία του covib-19.
Επιμέλεια συνέντευξης: Βασιλική Ευάγγελου Παπαθανασίου
Κύριε Γιώργο Γιαννούση από το βιογραφικό σας διακρίνει κανείς την πολυεπίπεδη και πολύχρονη ενασχόλησή σας με τον χώρο της ψυχολογίας. Πείτε μας κάποια πράγματα για την εκπαίδευσή σας και τη στάση σας ως συστημικός ψυχοθεραπευτής.
Εκπαιδεύτηκα στη συστημική οικογενειακή ψυχοθεραπεία από συνεργάτες του Αθηναϊκού Κέντρου Μελέτης του Ανθρώπου, έκανα τη διατριβή μου στην αναζήτηση της υποκειμενικότητας -στους τρόπους δηλαδή που ο σύγχρονος άνθρωπος συγκροτεί την προσωπικότητά του- στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, και βέβαια πάντα θυμάμαι τον εαυτό μου να εκπαιδεύομαι διαρκώς, διότι η εκπαίδευση και η εποπτεία στο δικό μας επάγγελμα είναι οι δύο ακρογωνιαίοι λίθοι πάνω στους οποίους θα χτίσει ο κάθε ψυχοθεραπευτής το δικό του οικοδόμημα.Τα τελευταία χρόνια έχω την τιμή να είμαι ο ίδιος εκπαιδευτής και επόπτης σε νέους, αλλά και παλιότερους ψυχοθεραπευτές, τόσο μέσα από το εκπαιδευτικό πρόγραμμα στην εξελικτική συστημική συμβουλευτική και ψυχοθεραπεία του Ινστιτούτου Συμβουλευτικής & Ψυχοθεραπείας «ΝΗΜΑ» στο οποίο είμαι επιστημονικός υπεύθυνος, όσο και με απευθείας συναντήσεις εποπτείας που διενεργώ σε ειδικούς ψυχικής υγείας και ομάδες.
Η στάση μου, στο πλαίσιο της εξελικτικής συστημικής προσέγγισης, είναι να ερμηνεύω τα ψυχικά φαινόμενα ως μορφές που εμπεριέχονται σε ευρύτερους σχηματισμούς, κοινωνικούς, πολιτισμικούς, ιστορικούς, να κατανοώ συνεπώς τις ψυχικές διεργασίες ως μέρος μιας ολότητας.Η στάση αυτή καταφέρνει αφενός να απενοχοποιεί τον άνθρωπο από την αφόρητη πίεση της αίσθησης πως ευθύνεται για τα πάντα και αφετέρου να τον κινητοποιεί να αναλάβει δράση προς την ανάληψη της ευθύνης σε ότι τον αφορά.
Τι σημαίνει συστημικός ψυχοθεραπευτής;
Ο συστημικός ψυχοθεραπευτής για να θεραπεύσει τον άνθρωπο εστιάζει στις σχέσεις του και στα ευρύτερα συστήματα στα οποία συμμετέχει. Ειδικότερα στην δική μας προσέγγιση -την εξελικτική συστημική προσέγγιση- αναδεικνύουμε τη σημασία της συνάντησης του ανθρώπινου ψυχισμού με τις κοινωνικές του προσλαμβάνουσες. Οι ψυχικές δυσλειτουργίες διασυνδέονται και αντανακλώνται σε αντίστοιχες κοινωνικές μορφές, το κάθε πρόβλημα είναι δηλαδή τόσο ατομικό, όσο και κοινωνικό, άρα έχει μεγάλη σημασία για τον καθένα από εμάς να καταφέρει να έχει μια αντικειμενική αντίληψη για την πραγματικότητα,γιατί όσο γνωρίζουμε την πραγματικότητα, τόσο γνωρίζουμε και τον εαυτό μας.Το ψυχοθεραπευτικό ταξίδι στο πλαίσιο της συστημικής έχει κάτι από τη μαγεία της ίδιας της ζωής, σε ωθεί στην αναζήτηση των υπαρξιακών σου συντεταγμένων σε πλήρη αρμονία με το κοινωνικό σου περιβάλλον.
Μέσα από την εμπειρία σας αντιλαμβάνεστε αλλαγές ως προς τα αιτήματα που σας απευθύνουν ανά τα χρόνια οι άνθρωποι που έρχονται σε εσάς κύριε Γιαννούση; Πώς αυτές οι πραγματικές αλλαγές ενσωματώνονται και υλοποιούνται μέσα από τη δουλειά σας;
Οι ψυχικές δυσλειτουργίες και τα προβλήματα στις σχέσεις είναι παράγωγα ευρύτερων κοινωνικών φαινομένων.Η κάθε εποχή επομένως γεννά τις δικές της δυσλειτουργίες και δικά της προβλήματα στις σχέσεις.Στη δική μας εποχή, όπου κυριαρχεί ο ατομισμός και η ευδαιμονία,τα κυρίαρχα συμπτώματα που ορίζουν το πλαίσιο της ψυχικής δυσαρμονίας είναι οι αγχωτικές διαταραχές και η κατάθλιψη.Δείγμα μιας κοινωνίας στην οποία οι άνθρωποι δεν μπορούν να διαχειριστούν το άγχος των ευθυνών σε προσωπικό και σχεσιακό επίπεδο, δείγμα δηλαδή μιας ανώριμης κοινωνίας, αλλά και σημάδι μιας αυτοκαταστροφικής ιλιγγιώδους ταχύτητας με την οποία κινείται ο κόσμος, τόσο υπερβολικής που δεν επιτρέπει την αφομοίωση των εμπειριών και τη μετατροπή τους σε γνώση. Οι άνθρωποι έχουν μετατραπεί σε κυνηγοί εμπειριών, οι οποίες έχουν γίνει αυτοσκοπός, έτσι έχουν ανάγκη να βρίσκονται συνεχώς σε εγρήγορση, να κάνουν πράγματα, να κινούνται διαρκώς σε ένα αγχωτικό πεδίο δράσης, το οποίο τελικά ακυρώνει τη σημασία της κάθε εμπειρίας, εφόσον δεν της επιτρέπει να αφομοιωθεί λειτουργικά στον ψυχισμό. Ο σύγχρονος άνθρωπος δρα για να αποφύγει να νιώσει, να αισθανθεί, είναι φυγόπονος και άρα στερεί από τον εαυτό του τη δυνατότητα να ωριμάσει, διότι ο πόνος είναι ένας από τους μεγαλύτερους πυλώνες της ανθρώπινης ανάπτυξης.
Τα τωρινά συμπτώματα της δυσφορίας με λίγα λόγια είναι σε συνάρτηση με το βαθμό ανωριμότητας των κοινωνιών μας και την έλλειψη σταθερών δομών, στις οποίες ο άνθρωπος θα αισθάνεται ασφαλής και δημιουργικός για να διεκδικεί και να υποστηρίζει τις προσωπικές του αλλαγές.Κι ενώ πριν από κάποια χρόνια τα αιτήματα των ανθρώπων αφορούσαν πως θα διαχειριστούν το παλιό, την παραδοσιακή κουλτούρα, που ακόμη φώλιαζε στις συνειδήσεις και δεν επέτρεπε τις απαραίτητες διαφοροποιήσεις, σήμερα ο μεγαλύτερος όγκος των αιτημάτων απορρέει από την αδυναμία να διαχειριστούν το νέο και να του δώσουν μια λειτουργική μορφή.Και μεταξύ αυτών η δυσαρμονία στις σχέσεις και η αγωνία των ανθρώπων να σχετιστούν είναι το μεγαλύτερο ζόρι των ανθρώπων σήμερα, ή όπως αναφέρει ο Γεράσιμος Ευαγγελάτος με τη φωνή του Πάνου Μουζουράκη:
Όλοι γύρω μιλάνε με ακατάληπτα λόγια
ούτε ξέρουν που πάνε και ας το βάζουν στα πόδια
όλοι βάζουνε στόχους μα κανείς δε τους πιάνει
θέλουν κάποιο δικό τους μα κανείς δεν τους κάνει.
Όλοι γύρω μας ψάχνουν την μεγάλη ευκαιρία
τις ζωές τους τις φτιάχνουν λες και είναι αγγαρεία
όλοι σαν να φοβούνται μην και δουν την αλήθεια
με τα δόντια κρατιούνται μην φωνάξουν βοήθεια.
Αναζήτηση της «ευτυχίας» και της σύνδεσης ως ένα βαθύτερο νόημα στη ζωή, είναι αίτημα για αρκετούς ανθρώπους. Έρχονται σε σας για να βρουν μια χαμένη ευτυχία κύριε Γιώργο Γιαννούση;
Συνήθως οι άνθρωποι φτάνουν στο κατώφλι της ψυχοθεραπείας όταν νιώθουν εγκλωβισμένοι στην προσωπική τους δυστυχία. Αυτό που δεν γνωρίζουν όμως είναι πως η ευτυχία είναι μια ουτοπία, ένας προορισμός για τον οποίο σημασία έχει μόνο ο δρόμος που θα διανύσεις ως εκεί. Κι όταν φτάσεις ενδεχομένως ο προορισμός να είναι άλλος από αυτόν που είχες φανταστεί. Αυτό συμβαίνει πολλές φορές στη ψυχοθεραπευτική διαδρομή των ανθρώπων, να επικαιροποιούν δηλαδή τα όνειρα που πιστεύουν πως θα τους κάνουν ευτυχισμένους. Στην πραγματικότητα δεν έρχονται να βρουν κάτι που έχασαν, αλλά να δημιουργήσουν κάτι που ακόμη τους είναι άγνωστο, ασυνείδητο.
Τι είναι άραγε η ευτυχία;
Ευτυχία είναι η καλή τύχη, γι’ αυτό λέμε πως την τύχη μας τη φτιάχνουμε. Αυτό σημαίνει πως ναι μεν είμαστε εκτεθειμένοι στο απρόβλεπτο των γεγονότων, όμως η γνώση, η διαχείριση, η αφομοίωση και η ανασύνθεση αυτών των γεγονότων είναι μέρος της προσωπικής διαδικασίας ωρίμανσης του ανθρώπου.
Ευτυχία είναι η στάση να ζεις τη στιγμή, την κάθε στιγμή, ακόμη κι αυτές που είναι επώδυνες, να μπορείς να μεταβολίζεις σε χρήσιμο ό,τι συμβαίνει μέσα σου και γύρω σου, ευτυχία είναι να προσπαθείς να ζεις συνειδητά…
Τι χρειάζεται για να είναι κανείς υγιής τόσο εσωτερικά όσο και στις διαπροσωπικές του σχέσεις;
Να γνωρίζει και να βιώνει την αρχή της μεσότητας, μάλιστα σε ένα κόσμο που την έχει μπερδέψει με αυτή της μετριοπάθειας κι ως εκ τούτου είναι γεμάτος μετριότητες.
Επίσης, αν κάποιος έχει ενημερότητα για αυτό που του συμβαίνει, αν γνωρίζει τις προσωπικές του συντεταγμένες και τα όρια του κόσμου, αν ονειρεύεται και αν κοπιάζει γι’ αυτό, αν γνωρίζει ποιος είναι, που πάει και γιατί, τότε είναι σε καλό δρόμο.
Ποια είναι η εικόνα που έχετε για τη σύγχρονη Ελληνική οικογένεια; Υπάρχουν διαφορές και ομοιότητες με την παραδοσιακή οικογένεια;
Η οικογένεια είναι ένας ανθεκτικός στο χρόνο θεσμός, που όσες μεταλλάξεις κι αν υποστεί δεν παύει να είναι το σημαντικότερο σύστημα στο οποίο νιώθει κανείς το αίσθημα του «ανήκειν». Έχει βέβαια αλλάξει αρκετά όχι μόνο η μορφή της αλλά και η ουσία των σχέσεων μέσα σε αυτή. Βέβαια η Ελληνική οικογένεια παραμένει «δεμένη» και ορίζεται στις συνειδήσεις μας διαχρονικά ως ο σημαντικότερος θεσμός κοινωνικοποίησης. Έχει κρατήσει δηλαδή αναλλοίωτο το σκοπό και τις αξίες της παραδοσιακής οικογένειας, ωστόσο διαφέρει στους ρόλους που έχουν μέσα σε αυτή τα μέλη της, καθώς και στους τρόπος που υφίσταται η εγγύτητα των σχέσεων και η μεταξύ τους επικοινωνία.
Αυτό που μοιάζει να έχει διαφοροποιηθεί ριζικά είναι η παντοδυναμία του θεσμού της συγγένειας, ο οποίος παλιότερα συνείχε ως καθοριστικός παράγοντας τον κοινωνικό δεσμό. Οι τωρινοί νέοι διαισθάνονται αφενός τη σημαντική διάσταση του άμεσου οικογενειακού συστήματος, αλλά από κει και πέρα δεν ενισχύσουν τις συγγενικές σχέσεις τις οποίες δεν βιώνουν πλέον ως καθοριστικές, όσο τουλάχιστον τις κοινωνικές και φιλικές σχέσεις.
Στο επόμενο βιβλίο που ετοιμάζω (ιστορίες γάμου και συντροφικότητας) επιχειρώ να καταγράψω τις διαφοροποιήσεις στο σχήμα και τη μορφή του γάμου και της συντροφικότητας κι όσο συνεχίζω το γράψιμο και την καταγραφή των ιστοριών μέσα από την θεραπευτική μου εμπειρία, τόσο εκπλήσσομαι με τις διαφαινόμενες αλλαγές, αλλά και τη δεδομένη σύγχυση που επικρατεί στο πεδίο των συντροφικών σχέσεων. Μοιάζει σχεδόν δεδομένο πως οι περισσότεροι ακόμη αναζητούν τον τρόπο να σχετιστούν και να δώσουν μια λειτουργική μορφή στη συμβίωση με την οικογένεια τους. Αυτό συμβαίνει γιατί η πολυπλοκότητα των σχέσεων έδωσε μεν μια νέα πνοή κι απελευθέρωσε τους ανθρώπους από τα δεσμά της μονοδιάστατης σχέσης του παραδοσιακού γάμου, ενέτεινε όμως από την άλλη τη σύγχυση και μεγάλωσε την προσωπική ευθύνη να ορίζει κάποιος το δικό του πλαίσιο για να ζει ευτυχισμένος ΜΑΖΙ.
Η πανδημία του κορωνοϊού είναι πλέον μια πραγματικότητα που έχει επηρεάσει, και συνεχίζει να επηρεάζει, σε μεγάλο βαθμό όλες τις πτυχές της ανθρώπινης υπόστασης. Πώς πιστεύετε ότι επηρέασε τη δομή της οικογένειας στη χώρα μας;
Η πανδημία του covid-19 θα μας κάνει πιο φοβικούς ή πιο ώριμους, ως εκ τούτου αποτελεί μια πρόκληση και για το πλαίσιο της οικογένειας, το οποίο θα μας κάνει περισσότερο ανοιχτούς και θα μας βοηθήσει να ενισχύσουμε τις ενδοοικογενειακές μας σχέσεις ή θα μας υποχρεώσει να κλειστούμε ακόμη περισσότερο στην ατομικότητά μας.
Όπως έχω ξαναπεί η πανδημική κρίση μας έφερε ενώπιον υπαρξιακών ζητημάτων που δεν επιτρέπαμε να δούμε και να συνομιλήσουμε μαζί τους, όπως αυτό της απώλειας, του φόβου θανάτου και της μοναξιάς, της ψυχικής και κοινωνικής απομόνωσης. Ο άνθρωπος όμως μόνο όταν συλλογάται τα υπαρξιακά του δεδομένα νιώθει ελεύθερος.
Η κρίση αυτή μας θέτει επίσης και ενώπιον μιας άλλης ευθύνης που ως Έλληνες έχουμε αμελήσει σημαντικά, να ενισχύσουμε τον κοινωνικό δεσμό και να τον θωρακίσουμε θεσμικά. Η διάρρηξη του κοινωνικού δεσμού έχει βαθιές ρίζες και μας κατατρέχει αιώνες. Οι Έλληνες έχουμε μια περίεργη αντίληψη για την ενότητα του κοινωνικού σώματος, η οποία μας έχει κάνει να πετύχουμε σημαντικά επιτεύγματα, αλλά και οδυνηρές ήττες.
Θα σας αναφέρω χαρακτηριστικά και εν μέσω εορτασμών των 200 ετών από την έναρξη της επανάστασης του 1821 πως οι Έλληνες διακατέχονται, μεταξύ άλλων, από δύο σύνδρομα τα οποία έχουν ιστορική ρίζα, το σύνδρομο του πολυμήχανου Οδυσσέα και ένα σύνδρομο κλεφτοπόλεμου (κατωτερότητας).
Σε ότι αφορά το πρώτο σύνδρομο είναι γνωστό πως ως λαός αισθανόμαστε υπερήφανοι για την καταγωγή μας και νιώθουμε πως έχουμε ένα μεγάλο πλεονέκτημα, το ασύχαστο πνεύμα μας, με τη δύναμη του οποίου μπορούμε να καταφέρνουμε τα πάντα. Γύρω από το αθάνατο ελληνικό πνεύμα έχουμε χτίσει ένα μύθο πως μπορούμε να μηχανευτούμε διάφορες καταστάσεις προς όφελός μας και τελικά να κερδίζουμε την κάθε μάχη, όπως συνέβη στην Τροία έπειτα από το πανούργο τέχνασμα του Οδυσσέα. Κανείς δεν αναφέρεται βεβαίως στη συνέχεια της ιστορίας του μύθου, σύμφωνα με την οποία ο Οδυσσέας τιμωρείται από τους θεούς για την ασεβή του στάση κατά τη διάρκεια της πτώσης της Τροίας κι ενώ εν τέλει καταφέρνει να φτάσει στην Ιθάκη, χρόνια μετά δολοφονείται από τον ίδιο του τον γιο, απόκτημα από τη σχέση του με την Κίρκη, τον Τηλέγονο, ο οποίος δίχως να γνωρίζει πως είναι ο πατέρας του τον σκοτώνει με ένα δηλητηριασμένο βέλος.
Είμαστε πολυμήχανοι μεν, όμως αυτό έχει αξία όταν παράλληλα κανείς αναζητά τον εαυτό σου σε ένα ταξίδι αυτογνωσίας (όπως συμβολίζει η Οδύσσεια) και αναγνωρίζει το παρελθόν του, διδάσκεται από αυτό, διότι αλλιώς επαναλαμβάνεται και μας δηλητηριάζει.
Επιπροσθέτως αναφορικά με το δεύτερο σύνδρομο, οι Έλληνες διακατέχονται από ένα αίσθημα κατωτερότητας, ανεπαρκών δυνάμεων, το οποίο οδηγεί στην αντίληψη του κλεφτοπόλεμου (χτυπώ και φεύγω) και άρα στην έλλειψη οργανωμένων σχημάτων δράσης. Αιώνες μας κατατρέχει το συγκεκριμένο σύνδρομο, το οποίο επανέρχεται διαχρονικά και με άλλες έννοιες, όπως «ψωροκώσταινα» και δεν μας επιτρέπει να έχουμε οργανωμένη κρατική διοίκηση, συμπαγείς θεσμούς και ενιαία κουλτούρα. Μαχόμαστε για την καθημερινότητα, όπως ακριβώς μάχονταν και οι πρόγονοί μας για τη λευτεριά, σε μπουλούκια ψυχωμένων μαχητών κι όχι ως οργανωμένος στρατός, μας διακρίνει δηλαδή με σύγχρονους όρους ένας άκρατος ατομισμός, μέσω του οποίου φτιάξαμε ένα σύστημα που ενδιαφέρεται μόνο για τους ημέτερους, αγνοώντας τη σημαντικότητα της ύπαρξης ενός κράτους δικαίου, ισονομίας και διασφάλισης ίσων ευκαιριών, ενός δηλαδή συμπαγούς κοινωνικού δεσμού που θα επιτρέψει τους ανθρώπους να αναπτύσσονται ελεύθερα.
Τι χρειάζονται, αλήθεια, τα παιδιά; Και τι οι γονείς;
Τα παιδιά χρειάζονται γονείς που να νιώθουν γεμάτοι από τη ζωή τους και οι γονείς παιδιά που θα τους κινητοποιούν να το πετυχαίνουν, σε ένα ταξίδι συνεξέλιξης, ώστε κάποια στιγμή βιωματικά να τους διδάξουν πως τα το κάνουν και τα ίδια στην ενήλικη ζωή τους. Ο ένας λοιπόν χρειάζεται τον άλλο στο πλαίσιο μιας υγιούς αλληλεπίδρασης και συνεξέλιξης, το οποίο ενισχύει το αίσθημα του ανήκειν και παράλληλα επιτρέπει την προσωπική διαφοροποίηση και αυτονόμηση, ένα πλαίσιο που είναι κατ’ ουσίαν και το πλαίσιο της αγάπης.
Ποιες είναι οι προϋποθέσεις, ώστε ένα παιδί να γίνει χαρούμενο, υπεύθυνο και αυτόνομο;
Χαρούμενο, υπεύθυνο και αυτόνομο γίνεται ένα παιδί όσο γίνονται και οι γονείς του. Συνηθίζω να λέω μια ιστορία στους γονείς όταν υποστηρίζουν πως ό,τι κάνουν το κάνουν μόνο για τα παιδιά τους και πως αυτά έχουν την άμεση προτεραιότητα στη ζωή τους: οι οδηγίες που δίνουν οι αεροσυνοδοί σε μια μητέρα που κρατά στην αγκαλιά της ένα μωρό, σε περίπτωση έλλειψης οξυγόνου στην καμπίνα του αεροπλάνου, είναι, όταν πέσουν οι μάσκες οξυγόνου, πρώτα να τοποθετήσουν τη μάσκα στον εαυτό τους κι αφού διασφαλίσουν τη δική τους ακεραιότητα να βάλουν και τη μάσκα στο μωρό τους. Είναι δυστυχώς αυτονόητο πως όταν ρωτώ τις Ελληνίδες μητέρες τι πρέπει να κάνουν πρώτα, η συντριπτική πλειοψηφία λέει με σιγουριά «εννοείται πρώτα θα βάλουμε τη μάσκα στο παιδί μας». Όπως και σε αυτή την περίπτωση όμως έτσι και στη ζωή, αν ο γονιός δεν αναπνέει, δεν ζει με επάρκεια, ούτε το παιδί του μπορεί να αισθάνεται ασφαλή και επαρκή.
Κι ακόμη μια υποσημείωση, υπάρχει μια τάση υπερπροστατευτισμού και μια έντονη αγωνία των γονιών να κάνουν όσα μπορούν περισσότερα για την ανατροφή των παιδιών τους. Φυσικά ως ένα σημείο είναι υγιές και απαραίτητο, όμως καταντάει αγχωτικό όταν γίνεται εμμονή πως δεν πρέπει από τα παιδιά μας να λείψει τίποτα, σαν να αποζητάμε ο γονεϊκός ρόλος να ασκείται αψεγάδιαστα. Καλός γονιός όμως είναι κυρίως ο επαρκής γονιός κι όχι ο τέλειος, αυτός δηλαδή που θα δώσει, μέσα από το δικό του βίωμα, τα εφόδια που δύναται να δώσει, στο παιδί του και θα του επιτρέψει από κει και πέρα να αναπτύξει τις δικές του δεξιότητες για να τα καταφέρει στη ζωή του. Να θυμούνται οι γονείς πως οι ελλείψεις κυρίως θα καθορίσουν το βαθμό ενηλικίωσης του κάθε παιδιού, δηλαδή όλα όσα ίσως δεν μπόρεσε να πάρει ως εφόδια από την οικογένειά του. Πατώντας πάνω βέβαια στα υλικά με τα οποία σφυρηλατήθηκε η προσωπικότητά του θα επιχειρήσει να ωριμάσει μέσα από την προσπάθεια να καλύψει όσα του λείπουν προς την πορεία της αυτοπραγμάτωσης. Για αυτό υποστηρίζουμε πως οι γονείς δεν μπορεί να είναι τέλειοι αλλά επαρκής, διότι στην τελειότητα δεν απομένει στο παιδί κανένα περιθώριο να θέσει τους δικούς του στόχους και να οραματιστεί τις δικές του διαφοροποιήσεις και αλλαγές.
Ποια είναι τα συχνότερα λάθη που κάνουν οι γονείς;
Στην Ελλάδα το σύνηθες είναι οι γονείς να είναι υπερπροστατευτικοί, γνωρίζουν δηλαδή πολύ καλά να μεγαλώνουν ένα παιδί, να το φροντίζουν, μα δεν κατέχουν καλά την τέχνη της αυτονόμησης του.
Πόσο σημαντικό είναι να επενδύσει η πολιτεία στη σωστή ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των παιδιών και στη στήριξη της οικογένειας;
Ίσως είναι και το σημαντικότερο, διότι η οικογένεια έχει αφεθεί κάπως στην τύχη της, να σηκώνει σχεδόν μόνη της το βάρος της ανατροφής, δεδομένου πως αποτελεί ίσως τον σημαντικότερο παράγοντα που οι άνθρωποι εμπιστεύονται για την ψυχοκοινωνική τους ανάπτυξη. Έτσι πολλές φορές οι οικογένειες αναγκάζονται να λειτουργούν ως κλειστά συστήματα, που δεν επιτρέπουν την λειτουργική επικοινωνία με άλλα επιμέρους συστήματα της κοινωνίας, όπως για παράδειγμα το σχολείο. Αναπτύσσει ως εκ τούτου σχέσεις ανταγωνιστικές κι όχι συμπληρωματικές με συνέπεια το μεγάλωμα των παιδιών να καθίσταται διασπαστικό και δύσκαμπτο προς την εξωστρέφεια και την κοινωνικοποίηση, το ομαλό πέρασμα δηλαδή του κάθε ανθρώπου από το πλαίσιο της οικογένειας στην ενήλικη ζωή έξω από αυτή από τους κόλπους της.
Επειδή λοιπόν οι οικογένειες δεν είναι αυτοφυείς και δεν λειτουργούν αυτόνομα, αλλά στο πλαίσιο μιας ευρύτερης κοινωνίας και πολιτείας όπου η γενικότερη κουλτούρα επηρεάζει και τη δική τους λειτουργία. Η σωστή εκπαίδευση, η οποία διαπερνά της έννοια της παιδείας, καθώς και η ανάπτυξη άλλων θεσμών, υποστηρικτικών στην οικογένεια, είναι επιβεβλημένη προκειμένου τόσο οι γονείς να μπορέσουν να ανακουφιστούν από ένα περίσσιο βάρος της ανατροφής των παιδιών τους και παράλληλα τα παιδιά να ορίσουν ευκολότερα το στόχο της αυτονόμησης.
Πώς να ζούμε ευτυχισμένοι μαζί;
Συνήθως στις οικείες σχέσεις νιώθουμε ασφαλείς να είμαστε ανασφαλείς κι αυτό πολλές φορές αποτελεί τροχοπέδη στην ανάπτυξή μας. Θεωρούμε πως οι σχέσεις είναι το πεδίο της διαρκούς συγχώρεσης -άρα ανοχής- που οδηγεί σε στασιμότητα. Το «μυστικό» επομένως είναι οι συνεχείς αναδιαπραγματεύσεις του συμβολαίου και η αεικίνητη διάθεσή μας για προσωπικές αλλαγές. Όταν μια σχέση ενισχύει την προσωπική αλλαγή τότε το «μαζί» γίνεται λειτουργικό. Στόχος είναι δηλαδή οι οικείες σχέσεις
Σας ευχαριστούμε πολύ για αυτή την συνέντευξη και το φωτογραφικό υλικό.
Ο Γιώργος Γιαννούσης είναι στο Facebook: https://www.facebook.com/giorgos.giannousis.12 & στα: 2410.533737 – e-mail.