Εύη Βούλγαρη: «Πιο πολύ φοβήθηκαν τις λέξεις», ένα μυθιστόρημα για τον έρωτα και την αντίσταση

Εύη Βούλγαρη

Η Εύη Βούλγαρη συστήνεται στο αναγνωστικό κοινό με το δυναμικό   μυθιστόρημα “Πιο πολύ φοβήθηκαν τις λέξεις”.  Ξεδιπλώνει με δεξιοτεχνία δυο παράλληλες ιστορίες χτίζοντας στέρεα τους ήρωές της και το σύμπαν τους.  Κινείται με ευελιξία μεταξύ δυστοπίας και ρεαλισμού αναδεικνύοντας με οξύ τρόπο τα συμπτώματα του ολοκληρωτισμού και της χαλιναγώγησης του ανθρώπου. Ο μύθος επικεντρώνεται σε  ένα αντικρουόμενο δίπολο μεταξύ εξουσίας και αντίστασης, βασισμένος στο αρχετυπικό πρότυπο της Αντιγόνης του Σοφοκλή, το οποίο η συγγραφέας αξιοποιεί  ως σηματοδότη της ασίγαστης προσπάθειας του ανθρώπου,  δια μέσου των αιώνων, για ελευθερία, δικαιοσύνη και ισονομία.

Και τότε ήταν που απαγόρευσαν τις λέξεις. Απαγόρευσαν τα ποιήματα, τα τραγούδια, τα μολύβια και τα βιβλία. Απαγόρευσαν τη μνήμη. Οι πολίτες μπορούσαν να γράφουν μόνο στο διαδίκτυο. Εκεί που ελέγχονταν τα πάντα.

Επιμέλεια συνέντευξης για το MAXMAG: Άννα Ρω

Advertising

Advertisements
Ad 14

Ποιο ήταν το οδόσημο που σας κατεύθυνε στην επιλογή του θέματος για την πρώτη εκδοτική σας πρόταση με τίτλο: «Πιο πολύ φοβήθηκαν τις λέξεις»;

Ξεκίνησα να γράφω το μυθιστόρημα «Πιο πολύ φοβήθηκαν τις λέξεις» μέσα στην πανδημία στη συνθήκη του εγκλεισμού. Νομίζω αυτό με οδήγησε στο εύρημα της αρχικής συνθήκης, της απαγόρευσης των μαχαιριών και των ανακοινώσεων της τηλεόρασης που εμφανίζονται εμβόλιμα μέσα στην ροή της αφήγησης. Από εκεί και πέρα, ενώ η ιστορία ξεκινάει ως μια δυστοπία, στην συνέχεια γίνεται όλο και περισσότερο οικεία και αυτό ήταν αρκετά τρομακτικό για μένα όσο το έγραφα και υποθέτω ότι θα είναι και για τον αναγνώστη. Στην ιστορία κυριαρχούν δύο θέματα που συμπληρώνουν το ένα το άλλο, ο έρωτας και η αντίσταση. Και καθώς γίνεται πολλές φορές μέσα στο κείμενο αναφορά σε στίχους από ποιήματα, ο Άρης, ο δεκαπεντάχρονος αφηγητής παραφράζει τον Τάσο Λειβαδίτη και τον στίχο του «Και τότε κατάλαβες γιατί οι απελπισμένοι γίνονται οι πιο καλοί επαναστάτες» σε «Οι ερωτευμένοι γίνονται οι πιο καλοί επαναστάτες». Αυτή λοιπόν η τελευταία φράση πιστεύω ότι συνοψίζει το θέμα του βιβλίου «Πιο πολύ φοβήθηκαν τις λέξεις».

Διαβάστε επίσης  T for Techni: "Tο θέατρο είναι χόμπι όταν παρακολουθείς τις παραστάσεις, όταν ασχολείσαι ενεργά είναι τέχνη..."

Και για να χαρτογραφήσουμε σημείο – σημείο το μυθιστορηματικό τοπίο πώς θα περιγράφατε τους κεντρικούς ήρωες σας;

Αφού μιλάμε για αγάπη και επανάσταση, η ηρωίδα που ενσαρκώνει αυτές τις δύο έννοιες είναι αναμφίβολα η Αντιγόνη. Μία δεκαπεντάχρονη Αντιγόνη που λειτουργεί αρχετυπικά και φέρει μέσα της την επαναστατικότητα και τις ηθικές αξίες που την αναδεικνύουν σε σύμβολο. Στον αντίποδα της, μια ηρωίδα που δεν έχει όνομα αλλά παρουσιάζεται σε όλο το έργο σαν «η γυναίκα με τα τακούνια και τα κόκκινα μαλλιά». Εκείνη περιγράφεται πιο διεξοδικά καθώς η πάλη μέσα της δεν είναι τόσο ξεκάθαρη. Προδίδει την αγάπη για την κοινωνική και οικονομική της ανέλιξη σε ένα περιβάλλον ανδροκρατούμενο και εχθρικό. Κάνει όμως την επιλογή της και κάπως έτσι συγκρούεται ηθικά με την Αντιγόνη.
Η αφήγηση της πρώτης ιστορίας γίνεται μέσα από τα μάτια του Άρη, του συμμαθητή της Αντιγόνης. Η δεύτερη παράλληλη ιστορία ξεκινάει πέντε χρόνια πριν, είναι τριτοπρόσωπη και αναφέρεται στη σχέση του επαναστάτη συγγραφέα, που επίσης δεν μαθαίνουμε ποτέ το όνομά του, με τη γυναίκα με τα τακούνια και τα κόκκινα μαλλιά.

Advertising

Αν επιλέγαμε ως το σημαντικότερο χαρακτηριστικό του μυθιστορήματος τη δυναμική του υπαινιγμού, ποιο είναι το κέντρο βάρους αυτού του υπαινιγμού;

Είναι ένα αλληγορικό μυθιστόρημα που εμπεριέχει αναφορές στην απολυταρχική εξουσία, τη λογοκρισία στην τέχνη, τις παρακολουθήσεις, τις εξαφανίσεις ανθρώπων. Και εκεί σταματάει να είναι τόσο δυστοπικό. Είναι άχρονο και άτοπο, θα μπορούσε να μιλάει για δέκα χρόνια πριν, για δέκα χρόνια μετά ή και για το σήμερα.

 

Οι δυστοπικές καταστάσεις ενεργοποιούν περισσότερο τα αισθητήρια συγγραφέα – αναγνώστη;

Advertising

Αναμφίβολα οι δυστοπικές ιστορίες αντανακλούν και υπερβαίνουν το παρόν. Η Margaret Atwood έγραψε το “The Handmaid’s Tale” το 1985 μιλώντας για ένα δυστοπικό μέλλον όπου η πατριαρχία έχει στερήσει από τις γυναίκες όλα τους τα δικαιώματα. Και μπορεί το βιβλίο αυτό όπως και όλα τα δυστοπικά μυθιστορήματα σε κάποιους να μοιάζει καταστροφολογικό, ήταν επηρεασμένο όμως από αληθινά γεγονότα που είχαν συμβεί σε θεοκρατικά καθεστώτα και από την πολιτική κατάσταση στην Αμερική το 1980. Δυστυχώς είναι τρομακτικά, ανατριχιαστικά επίκαιρο σήμερα. Πιστεύω πως μια δυστοπική συνθήκη, σαν αυτή με την οποία ξεκίνησα το μυθιστόρημά μου, η απαγόρευση της χρήσης μαχαιριών και ψαλιδιών μπορεί να κεντρίσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη.

Διαβάστε επίσης  Desert near the end:”The Dawning of the Son”

Υπήρχε θέση για τον αναγνώστη στον συγγραφικό δρόμο του μυθιστορήματος;

Το μυθιστόρημα αυτό ξεκίνησε σαν μια εσωτερική ανάγκη έκφρασης. Δεν σκέφτηκα το αναγνωστικό κοινό παρά μόνο στο τέλος, όταν η ιστορία είχε ολοκληρωθεί. Λόγω της αφήγησης της μίας ιστορίας από ένα δεκαπεντάχρονο παιδί άκουσα ότι θα μπορούσε να θεωρηθεί και εφηβική λογοτεχνία. Νομίζω ότι δεν μπορώ να το κρίνω εγώ αυτό αλλά οι αναγνώστες.

Αν το κυριότερο χαρακτηριστικό σας ήταν ένα σημείο στίξης, αυτό θα ήταν…;

Advertising

Μάλλον τα αποσιωπητικά. Μπαίνουν εκεί που η φωνή μας κόβεται, όταν δεν έχουμε τι άλλο να πούμε, εκεί που οι λέξεις μας δεν είναι αρκετές.

Νιώθω πως αυτός ο κόσμος δεν μπορεί να `ναι το σπίτι μας.1 Πού κατοικεί το όραμά σας;

Θα απαντήσω με ένα απόσπασμα από το μυθιστόρημα που κρατάτε στα χέρια σας.

«Διάβαζε αργά κι η φωνή της έτρεμε σε κάθε στίχο, παλλόταν σε κάθε λέξη. Την έβλεπα να απαγγέλει, να κομπιάζει, να δακρύζει. Μαζί της δάκρυζα κι εγώ. Μεγαλώσαμε απότομα εκείνη την ημέρα.

Advertising

Εκεί, ανάμεσα σε χαρτιά και λέξεις, κλεισμένοι σε ένα μικρό σκοτεινό δωμάτιο, κάτω από πλαστικά αστεράκια που φωσφόριζαν, διαβάζοντας ποιήματα, αγκαλιαστήκαμε και κλαίγαμε για την αθλιότητα του κόσμου που βρεθήκαμε, του κόσμου που μας ανάθρεψε και δεν βρίσκαμε διέξοδο. Αγκαλιασμένοι, φανταζόμασταν τον κόσμο που θα μπορούσαμε να έχουμε, έναν κόσμο που η ποίηση, η ομορφιά ή τα μαχαίρια που τρώγαμε το φαγητό μας, δεν θα ήταν παράνομα, δεν θα ήταν απαγορευμένα. Τότε, εκεί, κλαίγοντας, φιληθήκαμε για πρώτη φορά. Φιληθήκαμε για ώρα νιώθοντας ότι κάνουμε την πιο επαναστατική πράξη του κόσμου, ότι έτσι ενωμένοι, αντιστεκόμαστε στην ασχήμια και στο παράλογο. Μαζί.»

Διαβάστε επίσης  Γιώργος Χριστοδούλου: "Τραγουδώ τα τραγούδια του Μάνου Λοΐζου από 17 χρονών"

Ένας τίτλος – στίχος ως δείκτης του μέλλοντος; Κι ένας αγαπημένος;

Ξεκινάω αυτό το βιβλίο με ένα στίχο από την Ποιητική του Μανόλη Αναγνωστάκη. «Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις να μην τις παίρνει ο άνεμος». Αυτός θα μπορούσε να είναι και ο τίτλος του.

Θα κλείσω πάλι, με ένα ποίημα που δεν ξέρω αν είναι το πιο αγαπημένο μου, το έβαλα όμως στο στόμα της ηρωίδας μου, της Αντιγόνης στο τέλος. Ένα απόσπασμα από το «Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας» του Τάσου Λειβαδίτη.
Όμως αυτοί σπάνε τις πόρτες μας
πατάνε πάνω στον έρωτά μας.
Πριν πούμε το τραγούδι μας
μας σκοτώνουν.
Μας φοβούνται και μας σκοτώνουν.
Φοβούνται τον ουρανό  που κοιτάζουμε
το πεζούλι που ακουμπάμε
φοβούνται το αδράχτι της μητέρας μας και το αλφαβητάρι του παιδιού μας
φοβούνται τα χέρια σου που ξέρουν να αγκαλιάζουν τόσο τρυφερά
και να μοχτούν τόσο αντρίκια
φοβούνται τα λόγια πού λέμε οι δυο μας με φωνή χαμηλωμένη
φοβούνται τα λόγια που θα λέμε αύριο όλοι μαζί
μας φοβούνται, αγάπη μου, και όταν μας σκοτώνουν
νεκρούς μας φοβούνται πιο πολύ.

Advertising


Η Εύη Βούλγαρη στο διαδίκτυο:https://www.facebook.com/evi.pinkfloyd


Ταυτότητα βιβλίου:

Συγγραφέας: Εύη Βούλγαρη
Τίτλος: Πιο πολύ φοβήθηκαν τις λέξεις
ISBN13 9786185476366
Εκδότης ΜΩΒ ΣΚΙΟΥΡΟΣ
Χρονολογία Έκδοσης Δεκέμβριος 2023
Αριθμός σελίδων 176
Διαστάσεις 21×14
Επιμέλεια ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ ΣΠΥΡΟΣ
Κωδικός Πολιτείας 7730-0059
Θέμα: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ/ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ 
Τιμή: 14(Ε)


  1. Απόσπασμα από το ποίημα: «Αυτοκράτωρ Ιουλιανός προς φιλόσοφον» του Γιώργου Μπλάνα.

Μεταξύ άλλων επέλεξα να είμαι συγγραφέας. Μ` αρέσει ο δρόμος της ποίησης. Και του θεάτρου. Γράφω ότι μου υπαγορεύει ο νους μου. Άλλοτε μικρές ιστορίες, άλλοτε στίχους, και κάποιες φορές μυθιστορήματα. Με γοητεύουν οι συνεντεύξεις, ειδικά όταν οι απαντήσεις υπερβαίνουν το βεληνεκές των ερωτήσεων. Περισσότερα στην προσωπική μου ιστοσελίδα: Άννα Ρω - https://anna-ro.webnode.gr/

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Για να μην "θρηνεί" ο μικρός μας εαυτός...

Για να μην “θρηνεί” ο μικρός μας εαυτός…

Ο μικρός μας εαυτός. Πλασμένος από τραύματα, μικρά ή μεγάλα.
«Στάχτη στο Στόμα», Μπρέντα Ναβάρο

«Στάχτη στο Στόμα» της Μπρέντα Ναβάρο: H ταυτότητα και η μετανάστευση στο επίκεντρο

Μετά το συγκλονιστικό της μυθιστόρημα με τίτλο «Άδεια Σπίτια» (Carnivora,