Βαρβάρα Δουμανίδου: «Το φως, το πραγματικό φως το βρίσκεις μόνο σκάβοντας στο σκοτάδι»

Βαρβάρα Δουμανίδου / Φωτ.: Λάμπρος Καζάν

Η Βαρβάρα Δουμανίδου αποτελεί σημείο αναφοράς για την πόλη της Θεσσαλονίκης. Οι παραστάσεις της από τον «Φόβο» και «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα» μέχρι τις «Μάγισσες του Βάρντε» έφεραν τον κόσμο στον θέατρο. Οι θεατές αγάπησαν την ιδιαιτερότητα των παραστάσεων της. Η Βαρβάρα Δουμανίδου πάντα καταφέρνει να κάνει “σεισμό” στην καρδιά της πόλης με τα έργα της.

Η Βαρβάρα Δουμανίδου εργάζεται στο θέατρο από το 1995. Αρχικά ξεκίνησε από την Παράθλαση, συνεργάστηκε με θεατρικές ομάδες της Θεσσαλονίκης και στην συνέχεια δημιούργησε το «Θέατρο του Άλλοτε». Εμψυχώτρια του θεατρικού εργαστήριου Thespians μεταδίδει στους μαθητές της τον έρωτα της για το θέατρο και την υποκριτική. Η Βαρβάρα Δουμανίδου είναι ένας άνθρωπος ιδιαίτερα συμπαθής και γλυκός. Είχα την χαρά να συναντήσω την Βαρβάρα Δουμανίδου με αφορμή την παράσταση «Οι Μάγισσες του Βάρντε» που ανεβαίνει σε επανάληψη στο Θέατρο Αυλαία στη Θεσσαλονίκη από 31 Μαρτίου έως 2 Απριλίου. Στο Maxmag μίλησε μεταξύ άλλων για τον έρωτα της για το θέατρο, για τις «Μάγισσες του Βάρντε», για την θεατρική ομάδα «Το Θέατρο του Άλλοτε» και για τις παραγωγές που ανεβάζει.

Επιμέλεια συνέντευξης: Μαρία Αντωνίου

Εργάζεσαι στο θέατρο από το 1995 και έχεις καταξιωθεί ως ηθοποιός και σκηνοθέτης στη Θεσσαλονίκη. Ποια ήταν η ανάγκη εκείνη που σε ώθησε ώστε να ασχοληθείς με την τέχνη του θεάτρου;

Δεν ήμουνα ποτέ ένα παιδί το οποίο ήτανε μπροστά από ένα καθρέφτη παίζοντας και τραγουδώντας όπως συνήθως κάνουνε τα περισσότερα παιδιά που γίνονται ηθοποιοί. Ήμουνα ένα πολύ συνεσταλμένο παιδί με τα διαβάσματα μου, την ποίηση μου, τα βιβλία μου. Δεν είχα καθόλου αυτή την εξωστρέφεια που έχει το θέατρο. Στο λύκειο συμμετείχα σε θεατρικές παραστάσεις. Στα 19 ήθελα να φτιάξω τη φωνή μου, τον τρόπο που στέκομαι, να μιλάω λίγο πιο αργά και να γίνω πιο εξωστρεφής. Ένας φίλος ηθοποιός με παρότρυνε να δοκιμάσω να πάω σε μία θεατρική σχολή ή σε ένα εργαστήρι. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν πολλές επιλογές στη Θεσσαλονίκη, ούτε ιδιωτικές σχολές. Υπήρχαν μόνο το ΚΘΒΕ και το Εθνικό Θέατρο που έμπαιναν με το σταγονόμετρο.

Advertising

Advertisements
Ad 14

Αναζήτησα εργαστήρια στη Θεσσαλονίκη και υπήρχε η Παράθλαση. Η Παράθλαση είναι ένα ιστορικό εργαστήρι στην πόλη, το γνωστό υπόγειο της Κασσάνδρου. Εκεί έμαθα πώς να είμαι στρατιώτης στο θέατρο. Δεν είχα καμία σχέση με το θέατρο και σαν έφηβη δεν είχα δει πάρα πολλές παραστάσεις. Εκεί έμαθα να αγαπώ το θέατρο από την πλευρά ενός ανθρώπου που είναι από μέσα πλέον, όχι σαν θεατής. Οι άνθρωποι του θεάτρου της Παράθλασης η Μόνα Κιτσοπούλου, ο Γιώργος Γκασνάκης, η Τίνα Στεφανοπούλου και η Μαρία Πασχαλίδου με έκαναν να δω το θέατρο με μία διαφορετική οπτική. Με την οπτική ενός εργάτη της τέχνης και αυτό ήταν που μου άρεσε πολύ. Ούτε σταρ, ούτε πρωταγωνίστρια. Εκεί κάναμε τα πάντα. Kαθαρίζαμε τη σκηνή, το φουαγιέ. Περνούσαμε από όλα τα κομμάτια του θεάτρου και αυτό ήταν συναρπαστικό. Στην Παράθλαση έμεινα 18 χρόνια. Ήτανε ένα πολύ μεγάλο σχολείο για μένα. Όσο ήμουν στην Παράθλαση συνεργάστηκα με θεατρικές ομάδες όπως τους «In vitro», τους «Εξ’ αμάξης» και το «Θέατρο έβδομου ορόφου». Έπειτα θέλησα να φτιάξω την δική μου ομάδα, «Το Θέατρο του Άλλοτε» και εκεί πήραμε διαζύγιο με την Παράθλαση.

Οπότε η δραματική σχολή ήταν η Παράθλαση;

Ναι, παράλληλα με την Παράθλαση έκανα ότι σεμινάριο υπήρχε σε Θεσσαλονίκη, Αθήνα και κάποια στο εξωτερικό. Προσπάθησα να πάρω όσο περισσότερα μπορούσα από εξωτερικούς δασκάλους και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Έκανα πολύ ωραία σεμινάρια σε εκείνα τα 18 χρόνια που ήμουν στη Παράθλαση. Αυτή η εκπαίδευση άνοιξε πάρα πολύ το μυαλό μου. Δέχθηκα πολλές διαφορετικές πληροφορίες για το τι είναι θέατρο και υποκριτική.

Δημιούργησες μια εναλλακτική θεατρική φόρμα, το Inner Drama. Μπορείς να μας εξηγήσεις τι είναι αυτή η φόρμα και ποιος είναι ο σκοπός της;

Το Inner Drama είναι ένα σεμινάριο που ξεκίνησα να κάνω εδώ και κάποια χρόνια. Προσπαθώ να βάλω τον ηθοποιό μέσα στον εαυτό του μέσα από μία διαδικασία ασκήσεων. Με αφορά πάρα πολύ το ρεαλιστικό θέατρο το οποίο είναι ένα κράμα του θεάτρου της σκληρότητας (theatre of cruelty) και του συναισθηματικού θεάτρου. Όλα αυτά ήθελα να τα εντάξω κάπως σε μία μορφή για να μπορέσει ο ηθοποιός μέσα από τα δικά του βιώματα, όπως είναι η μέθοδος Stanislavsky, να βγάλει όλα εκείνα τα συναισθήματα που θα τον κάνουν να δημιουργήσει ένα πιο ρεαλιστικό ρόλο. Αυτή λοιπόν είναι η πρακτική που την αποκαλώ Inner Drama. Έχει να κάνει με τον εσώτερο εαυτό μας και με τα βιώματά μας και με τις αναφορές που έχουμε ως άνθρωποι στο πέρας της ζωής μας. Αυτές οι ασκήσεις φέρνουν τον ηθοποιό σε μία πολύ εσωτερική αναζήτηση.

Βαρβάρα Δουμανίδου / Φωτ.: Λάμπρος Καζάν

Ο Καζαντζάκης λέει «σκάψε και θα βρεις, το φως είναι μέσα σκάβοντας δεν θα το βρεις έξω από εμάς». Αυτή η πρακτική δημιουργεί στον ηθοποιό ένα τούνελ το οποίο σκάβοντας μέσα από αυτό το τούνελ βγαίνει στα πιο αποκρυσταλλωμένα του συναισθήματα. Χαρά, λύπη, στενοχώρια, οργή, θυμό, αγάπη, δάκρυ και κλάμα. Όλο αυτό βγαίνει πηγαίο, πραγματικό. Όμως στο Inner Drama αυτό που είναι σημαντικό είναι να μάθει ο ηθοποιός να διαχωρίζει αυτές τις δύο καταστάσεις. Συνηθίζω να λέω ότι και την μητέρα μου να βάλω να παίξει μία γυναίκα που έχασε το παιδί της θα το κάνει. Θα παίξει, θα κλάψει αλλά θα τραυματιστεί ψυχολογικά. Ο ηθοποιός δεν πρέπει να τραυματίζεται. Ο ηθοποιός θα πρέπει να αντιλαμβάνεται πλήρως αυτή την δυσδιάκριτη γραμμή του παίζω ένα ρόλο και είμαι ο ρόλος.

Advertising

Αυτό λοιπόν προσπαθώ να το μεταλαμπαδεύσω στους ηθοποιούς για να μην τραυματίζονται ψυχικά. Να ξέρουν ότι αυτός είναι ένας ρόλος ώστε να μπαίνουν και να βγαίνουν απ’ αυτόν αλώβητοι.

Όση ώρα εξηγείς την έννοια του Inner Drama, όλη αυτή η διαδικασία την αντιλαμβάνομαι ως ψυχοθεραπεία.

Το θέατρο είναι ψυχοθεραπεία έτσι και αλλιώς. Είναι διάφορα είδη τα οποία χρησιμοποιούν το θέατρο ως ψυχοθεραπεία. Όλοι οι ηθοποιοί αυτοαναλυόμαστε κάθε φορά που αναλαμβάνουμε ένα ρόλο ή κάνουμε ένα αυτοσχεδιασμό. Περνάμε από την διαδικασία της ψυχανάλυσης γιατί προσπαθούμε μέσα από τα δικά μας βιώματα και τις δικές μας αναφορές να βρούμε τρόπους να έρθουμε σε επαφή με τον ρόλο. Αν εγώ κληθώ να παίξω έναν ψυχοπαθή δολοφόνο που σκοτώνει παιδάκια δεν ξέρω πως αισθάνεται ένας τέτοιος δολοφόνος. Είμαι πολύ μακριά από αυτό. Αυτό λοιπόν αυτομάτως πρέπει να με βάλει σε μια διαδικασία που πρέπει να αναζητήσω κομμάτια του εαυτού μου, όχι αυτού ως δολοφόνου. Κομμάτια του εαυτού μου που θα με φέρουνε πιο κοντά σε αυτό. Θα πρέπει να κάνω μια εξωτερική έρευνα όπως να ψάξω στο internet για serial killers, δολοφόνους, να βρω συνεντεύξεις τους κλπ.

Διαβάστε επίσης  Κερδίστε διπλές προσκλήσεις για την παράσταση: Αντιγόνη-Η Αληθινή Ιστορία στο Ίδρυμα Μ.Κακογιάννης

Εκτός από αυτή την εξωτερική έρευνα, οι ηθοποιοί θα πρέπει να κάνουμε και μία εσωτερική έρευνα. Γιατί είναι ψυχοπαθής αυτός ο δολοφόνος; Γιατί θέλει να σκοτώνει παιδάκια; Τι τον οδήγησε στο να είναι εκεί που είναι συναισθηματικά και σωματικά; Γίνεται μια πολύ μεγάλη αυτοανάλυση για να μπορέσουμε να καταφέρουμε να κάνουμε ένα ρόλο όπως πρέπει.

Τα τελευταία χρόνια έχεις το θεατρικό εργαστήρι, Thespians. Τι είναι αυτό που θέλεις να πάρουν οι μαθητές σου μετά το τέλος των μαθημάτων σου;

Καταρχάς αυτό που επιθυμούμε και εγώ και εκείνοι είναι το να ανήκεις σε μία ομάδα. Να ανήκεις σε μία παρέα. Εδώ στο Thespians είμαστε πλέον οικογένεια. Κάνουμε πράγματα τα οποία μας ευχαριστούν πάρα πολύ πέρα από το θέατρο. Έχουμε μια αλληλοβοήθεια, μια αλληλοκάλυψη, έναν αλληλοσεβασμό, μια φροντίδα μεταξύ μας που είναι κάτι μαγικό. Είναι κάτι μοναδικό. Αυτό είναι ένα κομμάτι παράπλευρο που δημιουργήθηκε στο Thespians και είμαι πάρα πολύ περήφανη για αυτό. Οι μαθητές μου είναι όλοι υπέροχοι άνθρωποι. Από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο είναι όλοι συγκλονιστικοί τύποι και καταπληκτικά παιδιά.

Advertising

Αυτό που παίρνουν από το θέατρο οι άνθρωποι που έρχονται στο εργαστήρι είναι κυρίως η εκτόνωση τους, η ψυχική εκτόνωση πέρα από τη σωματική. Αυτό που μου λένε μερικές φορές είναι ότι αν και είναι κουρασμένοι από την δουλειά τους δεν μπορούν χάσουν το μάθημα γιατί θα νοιώσουν καλά. Αυτό Είναι ένα κομμάτι της εκτόνωσης που έρχεσαι και επιδίδεσαι εσύ ο ίδιος σε μια άλλη δραστηριότητα, σε κάτι το οποίο μπορεί να σε κάνει κάτι άλλο. Να παίξεις ότι είσαι κάποιος άλλος, να τραγουδήσεις, να χορέψεις, να γελάσεις, να κλάψεις, να έχεις μια διάδραση με τον υπόλοιπο κόσμο. Τα προβλήματά και τις δυσκολίες της καθημερινότητας τα αφήνουν έξω στην πόρτα. Μπαίνουνε πραγματικά με περίεργη διάθεση και βγαίνουν με ανάλαφρη ψυχή. Αυτό νομίζω ότι είναι το πιο ωραίο.

Είναι ένα είδος ψυχοθεραπείας τρεις ώρες την εβδομάδα. Έρχεται ο άλλος και μπορεί να γίνει ότι θέλει. Όταν σου δίνεται αυτό το ελεύθερο πεδίο έκφρασης να δημιουργήσεις ότι θέλεις είναι πολύ σημαντικό για την ανθρώπινη ηρεμία, κυρίως για τη ψυχική ηρεμία.

Το 2011 δημιούργησες την θεατρική ομάδα «Το Θέατρο του Άλλοτε». Θέλεις να μας μιλήσεις για την ομάδα και τις παραγωγές που ανεβάζετε;

Πολλά χρόνια πριν είχα στο μυαλό μου ένα έργο. Οχτώ χρόνια στριφογύριζε και είχα φτιάξει μια ολόκληρη παράσταση μέσα στο κεφάλι μου. Το 2011 ήταν η στιγμή που πραγματοποίησα την επιθυμία μου. Εκείνο τον καιρό πήγα στην Μαρία Ράπτη που συνεργαζόμασταν στην Παράθλαση, στην «Πολιορκία» του Καμύ. Η Μαρία Ράπτη είναι συγγραφέας, της ζήτησα να γράψει τα κείμενα της παράστασης και δέχθηκε. Ξεκινήσαμε να γράφουμε τον «Φόβο», ο οποίος ήτανε βασισμένος στα τέσσερα γυναικεία πορτραίτα του Edgar Alan Poe. Έφτιαξα από το μηδέν μία ομάδα 12 ατόμων με γυναίκες ηθοποιούς. Δουλεύαμε τον «Φόβο» δυόμιση χρόνια με έρευνα, αυτοσχεδιασμούς και πολύ εργαστήρι. Κάναμε την πρεμιέρα στο Μπενσουσάν Χαν. Ήμασταν οι πρώτοι που το ανοίξαμε ως θέατρο. Μέχρι τότε στο Μπενσουσάν Χαν γίνονταν εκθέσεις ζωγραφικής και φωτογραφίας. Τότε ήμασταν το talk of the town. Ήταν μια πολύ πρωτοποριακή παράσταση, σχεδόν διαδραστική. Υπήρχανε τέσσερα δωμάτια, με τέσσερις γυναίκες και τέσσερα γκρουπ θεατών όπου τους χωρίζαμε στην είσοδο και περιπλανιόντουσαν μέσα στο Μπενσουσάν με συγκεκριμένες οδηγίες από τους οδηγούς τους. Ήταν πολύ σκοτεινό και σκληρό έργο. Αυτή η παράσταση ήταν που μας καθιέρωσε στην πόλη σαν «Θέατρο του Άλλοτε».

Βαρβάρα Δουμανίδου / Φωτ.: Λάμπρος Καζάν

Από εκεί και πέρα συνεχίσαμε τις πρωτοποριακές παραστάσεις. Στον ίδιο χώρο ανεβάσαμε «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα» του Λόρκα, όπου πραγματικά είχαμε φτιάξει το σπίτι της Μπερνάρντα. Οι θεατές περιηγούνταν μέσα στα δωμάτια μαζί με την Μπερνάρντα και τις κόρες της. Το 2015 κάναμε την παράσταση «Τυφλόμυγα» που ήταν βασισμένη στο απόλυτο σκοτάδι. Η «Τυφλόμυγα» ήταν μια ιστορία της ανθρωπότητας από τη στιγμή που κατεβήκαμε από τα δέντρα μέχρι το σήμερα, όπου ο Θεός έδινε μια δεύτερη ευκαιρία στην ανθρωπότητα αλλά αυτή τη φορά στο σκοτάδι. Υπήρχε η τεχνική ομάδα με κιάλια νυχτερινής όρασης για να επιβλέπουν το χώρο και να βοηθούν στην ομαλή λειτουργία της παράστασης. Ζήσαμε φοβερές στιγμές διότι παραμένανε όλοι οι θεατές στις παραστάσεις μας. Ήταν μια παράσταση η οποία έκανε πάρα πολύ αίσθηση. Κατεβήκαμε και στην Αθήνα με αυτή την παράσταση στο θέατρο Αλκμήνη. Κάναμε πολλές παραστάσεις στο Μπενσουσάν Χαν.

Advertising

Μετά άρχισα να έχω μεγαλύτερους θιάσους οπότε αναζητήσαμε μεγαλύτερο θέατρο και πλέον τα μεγάλα έργα μας τα ανεβάζουμε στο Θέατρο Αυλαία. Το Θέατρο Αυλαία είναι το αγαπημένο μας θέατρο. Είναι ένα θέατρο το οποίο σέβεται απόλυτα τον θεατή. Ανεβάσαμε «Το κορίτσι μέσα στο σπίτι», «Το αγόρι μέσα στο σπίτι», «Το ματωμένο γάμο», τη «Τυφλόμυγα», το «Τίποτα» τη διαφορετική ιστορία αγάπης. Ανεβάσαμε την «Φόνισσα» η οποία ήταν μια παράσταση με συνεχόμενα sold out, όπως τα «Κόκκινα φανάρια» και «Ο Ματωμένος Γάμος». Ανεβάσαμε τον «Εξορκισμό» στο Μπενσουσάν ο οποίος ήτανε νομίζω καταλυτικός για το πρώτο θρίλερ που ανέβηκε στην πόλη. Στην πανδημία ανεβάσαμε την «Γκόλφω». Τώρα ανεβάζουμε τις «Μάγισσες του Βάρντε».

Κάθε φορά προσπαθούμε να έχουμε ένα κινηματογραφικό τρόπο προσέγγισης των έργων μας, με τα εφέ και με κάποια τρικ που κάνουμε. Μας αρέσει να έχουμε μια διαφορετική προσέγγιση στα έργα, πιο σκοτεινή πάντα. Στην πραγματικότητα όμως τους θεατές τους αγγίζουνε πολύ τα ανθρώπινα και κοινωνικά θέματα.

Γιατί επιλέγεις να ανεβάσεις έργα που έχουν μέσα τους το σκοτάδι;

Θεωρώ ότι το φως, το πραγματικό φως το βρίσκεις μόνο σκάβοντας στο σκοτάδι. Οι κωμωδίες μου αρέσουν αλλά δεν θα μπορούσα να ανεβάσω ποτέ κωμωδία με το «Θέατρο του Άλλοτε». Ανεβάζω με τα εργαστήρια βέβαια. Αλλά αυτό που τραβάει πάρα πολύ σαν πεταλούδα στο φως είναι το σκοτάδι και είναι τα θέματα τα οποία έχουνε να κάνουνε με αρχέγονες καταστάσεις με τον θάνατο, με τη ζωή, με τον έρωτα. Αυτά τα τρία θέματα είναι που με απασχολούν πάρα πολύ σαν άνθρωπο και αυτά θέλω να αγγίζω στα έργα τόσο και δραματουργικά και σκηνοθετικά όσο και υποκριτικά σαν ηθοποιό.

Διαβάστε επίσης  Οι νικητές για τις 5 διπλές προσκλήσεις για την παράσταση: «Ζωή Χαρισάμενη» του Κώστα Τσιάνου στο Από Μηχανής Θέατρο / Αθήνα

Πιστεύω πάρα πολύ στο γεγονός ότι η επιφάνεια δεν θα μας σώσει. Θα μας σώσει το βάθος. Το βάθος συνήθως είναι δύσκολο. Είναι δύσκολο να κατέλθεις και να βυθιστείς. Όταν ο θεατής πηγαίνει να δει μια παράσταση πρωτίστως νιώθει αυτή την ηδονή της απαλλαγής από το δράμα των ηρώων. Όταν βλέπεις σε μια παράσταση τον ήρωα να υποφέρει και να ζει το δράμα του, όταν βγεις έξω από το θέατρο και πας για ένα πότο αυτομάτως νιώθεις τη λύτρωση. Δεν σου συμβαίνει εσένα αυτό. Οπότε αυτό και μόνο δημιουργεί ένα άρρηκτο δέσιμο στον θεατή και στον ηθοποιό που κάνει τον ρόλο. Είναι μια μυστική συμφωνία. Ο ηθοποιός-ήρωας εναποθέτει όλο του τον ψυχικό του πόνο πάνω σου εσύ τον δέχεσαι για λίγο αλλά μετά βγαίνεις από αυτό αλώβητος.

Advertising

«Οι Μάγισσες του Βάρντε» παρουσιάζονται σε επανάληψη στο Θέατρο Αυλαία της Θεσσαλονίκης. Θα μας πεις δύο λόγια για την παράσταση;

«Οι Μάγισσες του Βάρντε» βασίζονται σε μία πραγματική δίκη των γυναικών στο Βάρντε της Νορβηγίας. Το 1617 μια φονική καταιγίδα πνίγει στη θάλασσα 40 άντρες ψαράδες του χωριού. Οι γυναίκες μη μπορώντας να κάνουν κάτι άλλο παίρνουν την κατάσταση στα χέρια τους. Βγαίνουν να ψαρέψουν, να επισκευάσουν τα σπίτια τους, να σφάξουνε τα ζώα τους και να κάνουνε όλες εκείνες τις δουλειές που έκαναν οι άντρες μέχρι τότε. Αυτό κινεί τις υποψίες ενός ιερέα του χωριού και καλεί έναν κυβερνήτη για να πάρει την κατάσταση στα χέρια του. Ο κυβερνήτης με τη σειρά του καλεί έναν Σκωτσέζο ιεροεξεταστή, ο οποίος ήταν φημισμένος για την αποτελεσματικότητά του στο να εκμαιεύει ομολογίες από τις γυναίκες. Έτσι βρίσκονται κατηγορούμενες για μαγεία όλες οι γυναίκες του χωριού.

Αφίσα της παράστασης «Οι Μάγισσες του Βάρντε» στο Θέατρο Αυλαία / Φωτ.: Λάμπρος Καζάν

Στην πραγματική ιστορία 91 άνθρωποι βασανίστηκαν και δολοφονήθηκαν σε αυτή τη δίκη. Στατιστικά για τα δεδομένα της Νορβηγίας ήταν πολύ μεγάλος αριθμός γιατί τότε ήταν αραιοκατοικημένη. Εμείς λοιπόν πήραμε αυτή την υπαρκτή ιστορία. Η Μαρία Ράπτη έγραψε ένα φοβερό έργο το οποίο δημιουργεί τις προσωπικότητες των γυναικών αυτών με ένα ωραίο τρόπο. Τις φέρνει πολύ κοντά στον θεατή σαν καθημερινές γυναίκες. Ταυτόχρονα κάνει τους άνδρες της παράστασης τα τυραννικά σύμβολα εκείνης της δίκης. Έχουμε τον ιερέα που αντιπροσωπεύει την εκκλησία, τον κυβερνήτη που αντιπροσωπεύει την εξουσία και τον ανακριτή που αντιπροσωπεύει το κακό εν γένει. Η αντιπαράθεση ανδρών και γυναικών και την θέση των τελευταίων ανά τους αιώνες σε σχέση με τους άνδρες. Ως σκηνοθέτης ήθελα να σχολιάσω το κομμάτι της γυναικοκτονίας και της έμφυλης βίας.

Οπότε για μένα αυτή η παράσταση είναι ένας ύμνος, είναι ένα χέρι που βγαίνει από τη θάλασσα, που πνίγεται, που σκάει, που σκίζει το νερό και βγαίνει για να δηλώσει την παρουσία του και να κρατηθεί από κάπου για να αναπνεύσει και να ζήσει. Αυτός είναι ο σκοπός της παράστασης αυτής. Χαίρομαι πάρα πολύ που έρχονται θεατές γυναίκες και άνδρες και μας λένε ότι την είχανε ανάγκη αυτή την παράσταση.

Ποιο ήταν το ερέθισμα που πήρες για να ανεβάσεις τις «Μάγισσες του Βάρντε»;

Να πούμε σε αυτό το σημείο ότι δεν έχει καμία σχέση η ιστορία της παράστασης με του βιβλίου. Το βιβλίο ήταν ένα έναυσμα για να μάθω για τα γεγονότα του Βάρντε που δεν τα ήξερα. Ξέραμε για όλο εκείνο το κυνήγι των μαγισσών στην Ευρώπη και στην Αμερική αλλά δεν γνωρίζαμε για την Νορβηγία. Οπότε ήταν μια ωραία συγκυρία που βγήκε αυτό το βιβλίο. Διάβασα το μυθιστόρημα και ήταν μια εξαιρετική ευκαιρία για να μπορέσω να κάνω μια από τις πιο αγαπημένες μου παραστάσεις.

Advertising

Στην παράσταση υποδύεσαι την Ingeborg Iversdatter. Θα μας μιλήσεις για τον ρόλο σου;

Η Ingeborg είναι ένα πολύ τραυματισμένο πλάσμα που κακοποιήθηκε σεξουαλικά και όχι μόνο σε πολύ νεαρή ηλικία. Η Ingeborg υπήρξε αλλά εμείς στην μυθοπλασία την παρουσιάζουμε διαφορετικά. Είναι μία γυναίκα που φέρει το τραύμα της με το να μη μιλάει. Είναι ένα βουβό πρόσωπο σε όλη την παράσταση. Ένα πρόσωπο που με την σιωπή της αναδεικνύει την κακοποίηση που έχει υποστεί. Η Ingeborg είναι τραυματισμένη στο πρόσωπο έχοντας μια μεγάλη χαρακιά από το μέτωπο μέχρι κάτω από το μάγουλο.

«Οι Μάγισσες του Βάρντε» σε σκηνοθεσία Βαρβάρας Δουμανίδου / Φωτ.: Λάμπρος Καζάν

Είναι μία γυναίκα η οποία προσπαθεί να επιβιώσει μέσα σε όλη αυτή την παράνοια που βιώνει μαζί με τις άλλες γυναίκες με τον μόνο τρόπο που ξέρει, με την σιωπή της. Αντιλαμβάνεται τα πράγματα, ξέρει πάρα πολύ καλά τι γίνεται. Επιλέγει να μην μιλήσει, δεν έχει κάποιο πρόβλημα παθολογικό. Μπορεί να είναι μια γυναίκα αλλά έχει μείνει κορίτσι λόγω των βιωμάτων της και τυγχάνει και την φροντίδα των υπόλοιπων γυναικών στην παράσταση. Είναι όμως και εκείνη που δίνει την τελική λύση σε όλο αυτό που συμβαίνει στο χωριό.

Τι είναι αυτό που σε ιντριγκάρει περισσότερο στο κείμενο του έργου;

Αυτό που με ιντριγκάρει είναι ότι έχει πολλές ωραίες μικρές σκηνές και συγχρόνως ψυχογραφεί τους χαρακτήρες του έργου. Από τον πιο κακό μέχρι τον πιο αθώο προσπαθεί να δικαιολογήσει με πάρα πολύ έμμεσο τρόπο όλες τις αντιδράσεις. Ακόμα και οι κακοί και οι καλοί έχουνε μια δικαιολογία για ότι κάνουν. Νομίζω ότι αυτό είναι και το αριστοτεχνικό κομμάτι της Μαρίας Ράπτη. Αυτό όμως που μου αρέσει πολύ είναι εκείνες οι σκηνές που σαν σκηνοθέτης ήθελα να φτιάξω με τη φαντασία των ανδρών για το πώς θεωρούσαν ότι είναι οι γυναίκες. Οπότε μέσα στο έργο βλέπουμε σκηνές των γυναικών αυτών ως μάγισσες αλλά είναι καθαρά στην φαντασία των ανδρών. Δεν υπήρξαν αυτές οι σκηνές, τις πλάσαμε ως φαντασία τους.

Ο ρόλος της γυναίκας εκείνης της εποχής ήταν κατώτερος από εκείνου των ανδρών. Γινόταν ένα ανελέητο κυνήγι μαγισσών. Πολλές γυναίκες θανατώθηκαν άδικα ακόμα και για τις πιο απλές δραστηριότητες που δεν είχαν σχέση με την μαύρη μαγεία. Ποια είναι η γνώμη σου πάνω σε αυτό;

Εκείνες οι γυναίκες κατηγορήθηκαν και για πολύ πιο απλά πράγματα επειδή είχανε κόκκινα μαλλιά ή μια ελιά στο πρόσωπο ή ένα σημάδι στο σώμα τους. Βασανίστηκαν και θανατώθηκαν σαν μάγισσες επειδή αγαπούσαν τις γάτες ή γιάτρευαν με κάποια βότανα αρρώστιες όπως τον πυρετό ή ήτανε μαίες. Οι μαίες ήταν οι πρώτες που κυνηγήθηκαν περισσότερο απ’ όλες. Επίσης, οι ηλικιωμένες γυναίκες κυνηγήθηκαν διότι προσπαθούσαν να γιατροπορέψουν τους ασθενείς με γιατροσόφια.

Advertising

Η σύγχρονη γυναίκα έχει ελευθερίες σε σχέση με τη γυναίκα εκείνης της εποχής;

Σαφώς η σύγχρονη γυναίκα έχει περισσότερες ελευθερίες και αυτό έγινε με αγώνες και πολύ κόπο. Παρόλα αυτά δεν θεωρώ ότι η σύγχρονη γυναίκα έχει τις ίσες ευκαιρίες και ίσα δικαιώματα με τους άνδρες. Όταν ακόμη βλέπουμε ότι στην Αμερική πηγαίνουμε εκατό χρόνια πίσω με τις αμβλώσεις που δεν επιτρέπονται. Δεν επιτρέπεται σε μία γυναίκα να εξουσιάζει το σώμα της και πολλά άλλα. Πιο κοντά μας με αυτά που γίνονται στο Αφγανιστάν ή με αυτά που γίνονται σε χώρες οι οποίες διαβάζουν το κοράνι με τον τρόπο που αυτοί επιθυμούν. Η γυναίκα δεν έχει πάρει ακόμη την ισάξια θέση δίπλα στους άνδρες. Αντιμετωπίζεται ακόμη σαν κάτι υποδεέστερο. Το βλέπουμε και στο Hollywood που οι γυναίκες πρωταγωνίστριες πληρώνονται με λιγότερα χρήματα από τους άνδρες πρωταγωνιστές.

Διαβάστε επίσης  Κάρολος Κουν: Τα πρώιμα χρόνια του

Όταν αυτά τα πράγματα το 2023 συμβαίνουν ακόμη, μπορούμε να καταλάβουμε ότι κάτι δεν πάει καλά. Δεν θεωρώ ότι κάτι δεν πάει καλά από τους άνδρες. Θεωρώ ότι κάτι δεν πάει καλά από εμάς τις γυναίκες. Αυτό που πιστεύω ότι πρέπει να γίνει είναι να αρχίσουμε να διεκδικούμε περισσότερα πράγματα.

Στιγμιότυπο από την παράσταση / Φωτ.: Λάμπρος Καζάν

Σίγουρα η ανθρωπότητα έχει φτιάξει κάπως τους ρόλους και μας έχει μοιράσει έναν ρόλο ο οποίος είναι λίγο πιο δεύτερος. Όταν οι περισσότερες γυναίκες ενδιαφέρονται μόνο για την εμφάνιση τους είτε γιατί η μόδα επιβάλλει κάποια πράγματα είτε γιατί η σύγχρονη κοινωνία θέλει τις γυναίκες και μητέρες και επιχειρηματίες και συζύγους και κόρες. Όταν μια γυναίκα φορτώνεται ένα σωρό ρόλους που εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να ανταπεξέλθει σε αυτούς είναι λογικό να νιώθει πάντα λίγη. Σαφώς και δεν μπορεί να τα καταφέρει σε όλα. Πρέπει να αποτινάξουμε κάποια πράγματα από πάνω μας. Πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε τι θέλουμε εμείς από τον εαυτό μας ως γυναίκες. Δεν ξέρω πόσο κοντά είμαστε σε αυτό.

Οι Θεσσαλονικείς αγαπάμε πολύ το θέατρο και αυτό φάνηκε και από την επιτυχία που είχατε τους προηγούμενους μήνες τόσο στο Θέατρο Αυλαία όσο και στο Θέατρο Μελίνα Μερκούρη. Που υπερτερεί και που μειονεκτεί το θέατρο στη Θεσσαλονίκη σε σχέση με την Αθήνα;

Αυτό που λες είναι πάρα πολύ σωστό. Πραγματικά οι Θεσσαλονικείς αγαπούν πάρα πολύ το θέατρο. Πρόσφατα διαπίστωσα ότι πηγαίνουμε περισσότερο θέατρο απ’ ότι σινεμά. Αυτό από μόνο του είναι εξωπραγματικό. Γεμίζουν οι αίθουσες δηλαδή με φοβερό ρυθμό και αριθμό θεατών. Αυτό που νομίζω ότι χωλαίνει στην Θεσσαλονίκη είναι οι λίγες θεατρικές αίθουσες. Έχουμε πολλές θεατρικές ομάδες που προσπαθούν να επιβιώσουν αλλά και υψηλά ενοίκια στις αίθουσες. Αυτό νομίζω που μας δυσκολεύει είναι ότι θέλουμε να ανεβάζουμε περισσότερες παραγωγές αλλά δεν έχουμε που να τις ανεβάσουμε. Όταν υπάρχει ένα Κρατικό Θέατρο με το Βασιλικό Θέατρο και τη Μονή Λαζαριστών, που κάνει ένα προγραμματισμό και εξαντλεί τις δικές του παραστάσεις μας μένουνε τρία θέατρα, το Αυλαία, το Αριστοτέλειο και το Αμαλία. Αυτά τα τρία θέατρα είναι μεγάλα και κεντρικά. Αυτό από μόνο του είναι πολύ δύσκολο ειδικά με τις θεατρικές ομάδες που έρχονται από την Αθήνα, που καλά κάνουν και έρχονται φυσικά και αυτοί οι ηθοποιοί πρέπει να δουλέψουν όπως όλοι μας. Είναι και μια ευκαιρία οι Θεσσαλονικείς να βλέπουν θέατρο γιατί παλιά κατεβαίναμε στην Αθήνα για να τους δούμε όλους αυτούς. Είναι πάρα πολύ σημαντικό που έρχονται πλέον, κάποιοι κάνουν πρεμιέρα εδώ και μετά κατεβαίνουνε στην Αθήνα.

Advertising

Σκηνή από την παράσταση «Οι Μάγισσες του Βάρντε» / Φωτ.: Λάμπρος Καζάν

Αλλά πρέπει με κάποιο τρόπο να αποκτήσουμε ως πόλη περισσότερα θέατρα ή όπως λέω πολλές φορές πρέπει να ανοίξουν και κάποιοι άλλοι χώροι για να μπορούμε να κάνουμε παραστάσεις όπως μουσεία ή ανενεργές εκκλησίες. Για παράδειγμα θα ήθελα να ανεβάσω μια παράσταση στη Ροτόντα. Όλα αυτά τα κομμάτια της πόλης που θα μπορούσαν να είναι αξιοποιήσιμα και να σφύζει ο τόπος από πολιτισμό κρατιούνται κλειστά. Ας τα ανοίξουν να ανεβάζουμε ωραίες ποιοτικές παραστάσεις με ψυχή.

Με βάση αυτό που ανέφερες προηγουμένως, πιστεύεις ότι η πολιτεία βοηθάει τον πολιτισμό ειδικά στη Θεσσαλονίκη για να αναδειχτούν σημαντικά σημεία ενδιαφέροντος;

Αυτό που έγινε με πολύ ωραίο τρόπο είναι το Κέντρο Πολιτισμού. Η Άννα Μυκωνίου το πήρε από την αφάνεια και το έφερε σε μεγάλη προβολή. Έγινε το Επταπύργιο το οποίο είναι ένας ωραίος χώρος που χρησιμοποιείται μόνο για τις παραστάσεις του Κέντρου Πολιτισμού. Είναι σημαντικό που άνοιξαν κάποιοι χώροι από το Κέντρο και γίνονται πολλές εκδηλώσεις, παραστάσεις και συναυλίες. Θα ήθελα και τον Δήμο Θεσσαλονίκης να πάρει πρωτοβουλίες και να φτιάξει και πιο ωραία και πιο ανοιχτά πράγματα. Υπάρχει το Φεστιβάλ Καλοκαιριού το οποίο όμως φέρνει παραστάσεις από την Αθήνα. Αν θέλουνε να φτιάξουνε ένα Φεστιβάλ Καλοκαιριού για την τοπική κοινωνία θα μπορούσαν να την κάνουν με τοπικά προϊόντα. Θα πρέπει να βρεθεί μια χρυσή τομή.

Ποια είναι τα επόμενα σχέδια σου μετά τις «Μάγισσες του Βάρντε»;

Θέλω να πάμε με τις «Μάγισσες του Βάρντε» μια περιοδεία το καλοκαίρι. Αυτό είναι κάτι το οποίο ήθελα να το κάνω με όλα τα έργα αλλά συνήθως ήμουν τόσο εξοντωμένη και εξουθενωμένη τον Ιούνιο που ήθελα απλά να περνάω το καλοκαίρι μου ανάλαφρα. Παρόλα αυτά με τις «Μάγισσες του Βάρντε» θα ήθελα να πάμε σε κάποια επιλεγμένα μέρη κοντά στην Θεσσαλονίκη σε ανοιχτά θέατρα. Οπότε θα εργαστώ με αυτό προς αυτή την κατεύθυνση. Από Οκτώβρη θα επιχειρήσουμε να ανεβάσουμε πάλι το «Τίποτα» το οποίο ήταν μια ιστορία αγάπης που σημάδεψε όσους το είδαν. Αυτή τη φορά θα ανέβει με ένα διαφορετικό τρόπο που θα συζητηθεί πολύ αλλά δεν μπορώ να πω παραπάνω.


Οι Μάγισσες του Βάρντε – Ταυτότητα παράστασης

Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Βαρβάρα Δουμανίδου
Κείμενο: Μαρία Ράπτη
Κίνηση: Δημήτρης Βασιλειάδης
Τραγούδι: Νατάσα Κοψαχείλη
Σκηνικά – Κοστούμια: Θέατρο του Άλλοτε
Δημιουργία αφίσας: Φωτεινή Φιλοξενίδου
Προωθητικό video: Τόμης Βρακάς
Φωτογραφίες: Λάμπρος Καζάν

Advertising

Διανομή
Mari Jogensdatter: Θεοδώρα Κωστάκου
Kirsti Sorensdatter: Τατιάνα Οικονόμου
Else Knutsdatter: Βάλια Γκαγκάτση
Maren Olsdatter: Μαρία Σεμερτζίδου
Ingeborg Iversdatter: Βαρβάρα Δουμανίδου
Anne Larsdatter: Νατάσα Κοψαχείλη
John Cunningham: Στέργιος Κωνσταντζίκης
Jens Randulf: Δημήτρης Βασιλειάδης
Peter Magnus: Δημήτρης Ελιάς

Πληροφορίες
www.avlaiatheater.gr
Θέατρο ΑΥΛΑΙΑ: Τσιμισκή 136, (Πλατεία ΧΑΝΘ)
Τηλέφωνο: 2310 230013
Ημερομηνίες παραστάσεων: 31 Μαρτίου – 2 Απριλίου 2023
Ημέρες & ώρες παραστάσεων: Παρασκευή, Σάββατο 21:00 & Κυριακή 20:00
Διάρκεια: 90 λεπτά
Εισιτήρια: 15€ κανονικό, 13€ φοιτητικό, ανέργων, ομαδικό
Προπώληση: Ταμείο θεάτρου ΑΥΛΑΙΑ & ticketservices
Κατάλληλο για ηλικίες: 16+

Θέατρο ΑΥΛΑΙΑ Τσιμισκή 136, (Πλατεία ΧΑΝΘ)
T 2310 230013

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Άγιοι Δέκα: το ιστορικό χωριό της Κέρκυρας

Άγιοι Δέκα Οι Άγιοι Δέκα είναι ηπειρωτικός οικισμός της Κεντρικής

Ο καθρέφτης στην τέχνη και ο συμβολισμός του στους πίνακες

Ο καθρέφτης υπάρχει ως θέμα σε πολλούς πίνακες ζωγραφικής. Πολλοί