Καρυωτάκης: Ο Έλληνας καταραμένος ποιητής
Γεννημένος σε μια εποχή άκρως μεταβατική για την Ελλάδα, ο ποιητής Κωνσταντίνος Καρυωτάκης έζησε μια ζωή που σε μεγάλο βαθμό του επεβλήθη. Όπως συμβαίνει με όλους μας πάνω κάτω βέβαια, μιας και πολύ συχνά αναγκαζόμαστε να μπούμε σε καταστάσεις ή να συνεχίσουμε σε αυτές χωρίς πραγματικά να το επιθυμούμε και σε σύγκρουση με τα όνειρά μας.
Από μικρή ηλικία άλλαζε τόπο κατοικίας λόγω μεταθέσεων του πατέρα του. Από τη Λευκάδα και την Πάτρα μέχρι την Καλαμάτα, την Αθήνα και τα Χανιά, η οικογένεια Καρυωτάκη δεν είχε σταθερή βάση. Όταν ο ποιητής εισήχθη στη Νομική Σχολή Αθηνών το 1914, τότε «δέθηκε» με την πόλη και τις ευκαιρίες που αυτή παρουσίαζε. Ωστόσο, τα χρόνια από το 1917 κι έπειτα υπήρξαν ιδιαίτερα ταραγμένα, με την αντιβενιζελική στάση της οικογένειας να δημιουργεί προβλήματα. Ο Καρυωτάκης γλιτώνει την επιστράτευση του 1919 επικαλούμενος λόγους υγείας, αλλά τα πράγματα, πέρα από κάποιες εκδοτικές επιτυχίες κυρίως στο χώρο του περιοδικού τύπου, δεν πηγαίνουν καλά. Η καριέρα του δικηγόρου δεν του ταιριάζει και η μονοτονία του δημόσιου υπαλλήλου τον κάνει να ασφυκτιά.
Δημοσθένης Παπαδόπουλος και Μαρία Κίτσου
Καίριας σημασίας στην ψυχολογία και την εξέλιξη της ζωής του Καρυωτάκη υπήρξε ο έρωτάς του με την ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη. Η επιλογή του Δημοσθένη Παπαδόπουλου ως Καρυωτάκη και της Μαρίας Κίτσου ως Μαρίας Πολυδούρη είναι ιδανική. Οι δύο ηθοποιοί αποδίδουν θαυμάσια αυτό το όμορφο σμίξιμο δύο ευαίσθητων ψυχών που η ζωή στάθηκε τόσο σκληρή στον έρωτά τους.
Κι αυτό γιατί ο ιδεαλισμός και η ρομαντική φύση αυτών των δύο ανθρώπων που τους έκανε να αισθάνονται τόσο βαθιά συναισθήματα ήταν παράλληλα και η καταδίκη τους. Ισορροπώντας ανάμεσα στην έντονη ανάγκη τους να ζήσουν μια ζωή με νόημα και στη μελαγχολία όταν η ζωή τους στεκόταν εμπόδιο, ο Κωνσταντίνος Καρυωτάκης και η Μαρία Πολυδούρη έζησαν έναν θρυλικό έρωτα, που έμεινε όμως μετέωρος και ανολοκλήρωτος λόγω της τραγικής στροφής της μοίρας όταν ο Καρυωτάκης διαγνώστηκε με σύφιλη.
Καρυωτάκης: Ο τραγικός επίλογος και η αθανασία
Μετά τη διάγνωση και τον πικρό χωρισμό από την Πολυδούρη που προήλθε από πρωτοβουλία του ποιητή παρά τις δικές της ικεσίες να είναι μαζί πλατωνικά, ο Καρυωτάκης φεύγει από την Αθήνα. Η σειρά αποδίδει το δράμα του «καταραμένου» αυτού Νεοέλληνα ποιητή, ο οποίος ένιωσε πως η ζωή γλιστρούσε μέσα από τα χέρια του μέσα στη ντροπή και το όνειδος. Η ματαίωση των ονείρων του τόσο σε επαγγελματικό όσο και προσωπικό επίπεδο σε τόσο νεαρή ηλικία έφεραν τον Καρυωτάκη αντιμέτωπο με την κατάθλιψη και τον αυτοκτονικό ιδεασμό. Μικρό διάστημα μετά τη δυσμενή μετάθεσή του στην Πρέβεζα ο ποιητής αυτοκτονεί με πυροβολισμό στην καρδιά σε ηλικία μόλις 32 ετών.
Το τραγικό τέλος του έρωτά του και της ζωής του κατέστησαν τον Καρυωτάκη έναν «καταραμένο» ποιητή. Ωστόσο, το έργο του πέρασε στην αθανασία διαποτισμένο τόσο από την ελπίδα και τα όνειρα της νιότης όσο και από την απελπισία και την απογοήτευση των τελευταίων χρόνων.
Ο Τάσος Ψαρράς μελετά Κωνσταντίνο Καρυωτάκη
Ο Τάσος Ψαρράς, ο σκηνοθέτης της σειράς που ζωντάνεψε τη ζωή και το έργο του Κωνσταντίνου Καρυωτάκη, μελέτησε εξονυχιστικά κάθε λεπτομέρεια προτού προχωρήσει στην παραγωγή της σειράς. Από το 1999 ως το 2009 μελετούσε το «πορτρέτο» του Καρυωτάκη, από το ύψος του (1,65) και το ύφος του μέχρι τις συνθήκες που τον οδήγησαν στην αυτοκτονία.
Άξιο προσοχής είναι το ότι μελέτησε αρχεία που δεν είχαν ανοίξει πρωτύτερα, όπως τον φάκελο του Καρυωτάκη στο υπουργείο Εσωτερικών και τον φάκελο στρατολογίας του. Αυτά του έδειξαν πως η εικόνα που έχουμε για τον ποιητή ως έναν άνθρωπο πεσιμιστή και καταθλιπτικό απέχει πολύ από την πραγματικότητα, τουλάχιστον πριν τη διάγνωσή του με σύφιλη.
Ο Καρυωτάκης ήταν ένα λαμπερό και αεικίνητο πνεύμα, γεμάτος ζωντάνια και καυστικό χιούμορ, δημιουργικός και μαχόμενος συνδικαλιστής. Είχε γράψει άλλωστε επιθεώρηση και είχε επιδοθεί στην έκδοση σατιρικού περιοδικού όπως η περιβόητη «Γάμπα».
Μια διαχρονική ελληνική υπερπαραγωγή
Το κλίμα και το σκηνικό της εποχής ήταν δύσκολο να αποδοθούν, αλλά το τελικό αποτέλεσμα δικαιώνει. Μαζί με τον Κωνσταντίνο Καρυωτάκη και τη Μαρία Πολυδούρη ταξιδεύουμε στο χρόνο σε μια Ελλάδα ναι μεν σε αναβρασμό υπό το βάρος της Μεγάλης Ιδέας, του πολέμου και της προσφυγιάς, αλλά και στην εποχή της άνθισης των λογοτεχνικών συντροφιών, της ποίησης, του βαλς, των ρεμπέτικων τραγουδιών και των καφενείων που λειτουργούσαν ως χώρος συζήτησης νέων ιδεών.
Τα γυρίσματα έλαβαν χώρα σε Καλαμάτα, Σύρο, Γαλαξίδι, Πρέβεζα, Αθήνα, Παρίσι, Βουκουρέστι αλλά και Βουλγαρία, με 200 ηθοποιούς και 3.000 κομπάρσους να συμμετέχουν σε αυτά. Η ποιότητα της παραγωγής είναι έκδηλη και στην παραμικρή λεπτομέρεια, με το σενάριο, τις ερμηνείες των ηθοποιών και τη φυσικότητα των γυρισμάτων να συμπληρώνονται από τα 2.500 κουστούμια και τα 22.000 αντικείμενα εποχής που χρησιμοποιήθηκαν.
Μέσα σε είκοσι (20) επεισόδια χανόμαστε για λίγο σε χρόνια αλλοτινά, δύσκολα μεν αλλά με τη δική τους ομορφιά. Χανόμαστε στη ζωή ενός «καταραμένου» ποιητή που η φλόγα των ποιημάτων του εξακολουθεί να καίει, όπως και η χαμένη αγάπη του.
Τη σειρά μπορεί κανείς να παρακολουθήσει στο ertflix στην κατηγορία «Η ερτ θυμάται».
Πηγή:
Ελευθεροτυπία «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες» της Δώρας Παπαγεωργίου σε ρεπορτάζ Μ. Πετρούτσου, Σ. Μανιάτη & Δ. Παπαγεωργίου (15-1-2009) https://web.archive.org/web/20090407015019/http://archive.enet.gr/online/online_text/c=113,id=38140092