Με το νέο της έργο “Splinters” η Νίνα Ράπη, επηρεασμένη από το θέατρο του Παραλόγου φέρνει στο προσκήνιο τη σύγκρουση του πραγματικού με το φαντασιακό, εισχωρεί σε υποσυνείδητες, απωθημένες και ενδόμυχες σκέψεις και αναζητήσεις και μιλά για ακίδες που τρυπούν το δέρμα και αφήνουν την αιμάτινη ανάγκη να φανεί μέσα από επικοινωνιακές ρωγμές και ραγίσματα σχεσιακών οικοδομημάτων.
Η σκηνοθεσία αναδεικνύει το κείμενο με ένα διακριτικό και ενισχυτικό ύφος προσθέτοντας την ημι-στατική δραματοποίησή του, την ημι-αφηγητική, άλλοτε μοιράζοντας τον λόγο σε 2 ηθοποιούς και άλλοτε και στους 4. Με απλότητα και αισθητική ο σκηνοθέτης Αλέξανδρος Μιχαήλ, αγκαλιάζει το υπέροχο κείμενο των 7 μονόπρακτων της Νίνας Ράπη και το προσφέρει στο κοινό με 7 διαφορετικούς πειραματισμούς απόδοσης. Τα άφυλα υποκείμενα συνδιαλέγονται είτε μετωπικά προς το κοινό είτε αντιμετωπίζοντας οπτικά το ένα το άλλο αλλά ακόμη και με μια ιδιαίτερη συνθήκη: ενώ βρίσκονται και οι 4 επάνω στη σκηνή υπονοώντας μια συζήτηση μεταξύ δύο, ανταλλάσσουν σταυρωτές απαντήσεις επιβεβαιώνοντας το πανανθρώπινο του λόγου, τη σημασία του κειμένου που εστιάζει σε μια υπαρξιακή και φιλοσοφική αναζήτηση του κενού και της πληρότητας που αγκομαχούν μέσα μας.
Μια σύγχρονη παράσταση που μιλά για την καταπιεσμένη επιθυμία μας, τα ανελεύθερα θέλω μας με έναν ανοίκειο τρόπο, αποεξοικειωτικό, μη ρεαλιστικό, μέσα από απρόσωπες φιγούρες που στερούνται ταυτότητας, λειτουργούν σαν συμβολικές οντότητες ή ακόμη και σαν εσωτερικές φωνές. Συζητούν, μονολογούν, επικοινωνούν, διεκδικούν, μα πρωτίστως επιθυμούν, θέλουν να επικοινωνήσουν και να συνδεθούν. Ο ζυγός αριθμός με τον οποίο εμφανίζονται στη σκηνή αντιστοιχεί και στο ζεύγος των σχέσεων, αυτών της δυαδικότητας που μπορεί να συμπεριλαμβάνει 2 ψυχές, 2 ανθρώπους απροσδιόριστης έμφυλης ταυτότητας μα που σέρνουν μαζί τους την αλυσίδα της εξουσιαστικής σχέσης του δυνατού-αδύναμου, του εξουσιαστή-υποταγμένου. Στο “Splinters” ,όμως, ο υποταγμένος προσπαθεί να μιλήσει, να αρθρώσει, να ξεσηκωθεί και ας μην τα καταφέρνει, και ας σωπαίνει και πάλι όταν χαμογελά συγκαταβατικά ο δυνατός. Και ας ζητά και μόνος του εν τέλει να αναπαυθεί στη στάση που έχει συνηθίσει. Για αυτά τα αγκάθια μας μιλά η συγγραφέας, για αυτές τις ρωγμές του λόγου και της ελευθερίας, μιας ελευθερίας που ακόμη και να μην μπορεί να πραγματωθεί, έστω προσπαθεί να ειπωθεί μέχρι να ξανασυμμορθωθεί.
Το συναίσθημα, η ελευθερία, οι σχέσεις, οι φόβοι, οι ανασφάλειες, η μοναξιά, γίνονται μια δίνη με ανοδική πορεία που ξεκινά από το κείμενο και καταλήγει στο χώρο της σκηνής. Οι θεατές γίνονται κοινωνοί μιας υποκειμενικής εξομολόγησης που συγκροτείται στο άτομο και διασπάται σε θραύσματα που ταξιδεύουν μέχρι σε αυτούς. Ο Αλέξανδρος Μιχαήλ κρατά στα χέρια του τα νοήματα του κειμένου με σεβασμό, προσοχή και ενσυναίσθηση και σε απόλυτη επικοινωνία μαζί τους, τους προσθέτει ρυθμό και κίνηση. Διαθέτοντας και ένα πολύ πολύ δυνατό έμψυχο υλικό (Νίκος Βατικιώτης, Μελίνα Γαρμπή, Χριστίνα Γυφτάκη, Νίκος Τσολερίδης) αναδεικνύει κάθε λέξη του έργου με χιούμορ, διεισδυτικότητα και ευαισθησία.
Ερμηνευτικά οι 4 ηθοποιοί αποτέλεσαν ένα δεμένο, αρμονικό σώμα, μια ολοκληρωμένη αναπνοή, που πρόσθεσε σε αυτή ο καθένας την ιδιαιτερότητα του και την εμπειρία του. Με ισορροπία και συνοχή στις αυξομειώσεις της έντασης, με διαύγεια και καθαρότητα στην εκφορά του λόγου ήταν ένα σύνολο εμφανώς δουλεμένο που κατανοούσε απόλυτα κάθε λέξη και κίνηση του για αυτό και επικοινώνησε με το κοινό του. Με καθαρότητα και εκφραστικότητα στην συνεκφώνηση του “Χωρίς σώμα, χωρίς χρόνο και τόπο” και με αξιοσημείωτη ισορροπία λόγου και κίνησης στο “Μια πεταλούδα είσαι…” η Μελίνα Γαρμπή και η Χριστίνα Γυφτάκη και με εντυπωσιακή στατική ένταση ο Νίκος Βατικιώτης και ο Νίκος Τσολερίδης στο “Μπουρδούμ” πρόσφεραν μια ακραιφνή και αξιόλογη ερμηνεία στη σκηνή του Θεάτρου Τ.
Εύστοχη η απουσία σκηνικού (λιγοστά τα σκηνικά αντικείμενα τα οποία χρησιμοποιήθηκαν) και η ενδυματολογική επιλογή της Μάρθας Φωκά δημιούργησαν μια total black εικόνα, μια απουσία χώρου, χρόνου και πλαισίου που επέτρεπε στις αποπροσωποποιημένες υπάρξεις να κινηθούν ελεύθερες, απεριόριστες στο απροσδιόριστο σύμπαν του νου και της επιθυμίας. Αφαιρώντας και προσθέτοντας ενδυματολογικά στοιχεία και αξεσουάρ υποδυόταν και απεκδυόταν, κινούνταν περισσότερο σαν ιδέες και έννοιες παρά σαν ήρωες και χαρακτήρες.