
Το σωματικό θέατρο δεν αποτελεί μία καθαρά εναλλακτική κατηγορία παράστασης, παρά μία αλλιώτικη ιδέα ως προς τον προσανατολισμό του για την καλλιτεχνική έκφραση των ηθοποιών. Ουσιαστικά στο χώρο του σωματικού θεάτρου το πάνω χέρι κατέχει η έκφραση μέσω του σώματος και όχι τόσο το συναίσθημα μέσα από τον ίδιο το λόγο. Ο λόγος εδώ λειτουργεί σαν κινητήρια δύναμη για την εκστατική έκφραση του κορμιού, μέσα σε έναν “χορό” συναισθημάτων και βαθύτερων νοημάτων, ενώ οι καλλιτέχνες όσο ερμηνεύουν κάνουν και χρήση έντονων χειρονομιών. Οι ηθοποιοί τονίζουν εδώ το ρόλο τους σαν δημιουργοί συναισθημάτων και ιδεών, παρά σαν απλοί εκτελεστές του εκάστοτε θέματος.
Η συγκεκριμένη στιγμή που εμφανίστηκε το είδος δεν είναι γνωστή. Εντούτοις γνωρίζουμε από ποια είδη εξελίχθηκε και πότε έγιναν κάποια καθοριστικά βήματα προς τη δημιουργία του. Αποτελεί γενικότερα ένα σύγχρονο είδος, καθώς τα κυριότερα δείγματά του εντοπίζονται στον 20ο αιώνα. Το σωματικό θέατρο αποτελεί “τέκνο” της τέχνης των μίμων, και των θεατρικών σχολών κλόουν, σε συνδυασμό με την γενικότερη ιδέα του θεάτρου. Επιρροή έχει ασκήσει, όπως είναι φυσικό, και ο σύγχρονος χορός, καθώς για την όλη πραγματοποίηση του θεάτρου οι ηθοποιοί χρειάζονται μια ευελιξία και έναν έλεγχο κινήσεων. Υπάρχει και η θεωρία πως στοιχεία του προέρχονται και από το Αρχαίο Ελληνικό Θέατρο και συγκεκριμένα τα θεατρικά του Αριστοφάνη. Σημείο καμπής για τη μετεξέλιξη του σωματικού θεάτρου ήταν όταν ο Jean-Louis Barrault άσκησε βέτο στις διδαχές του καθηγητή σου όσον αφορά την σιωπή των μίμων. Θεωρούσε πως με τη χρήση της φωνής θα αποκτούσαν οι μίμοι μία πληθώρα δυνατοτήτων και πως το κάθε μέσο (φωνή, χορός, μουσική κ.λπ.) είναι εξίσου σημαντικό για την αξία της ερμηνείας. Πώς διακρίνεται όμως από την performance art; Η διαφορά έγκειται στο ότι το σωματικό θέατρο δεν καταφεύγει σε ακραίες εκφραστικές μεθόδους όπως η performance art και αντίθετα από αυτήν συμβαίνει εντός θεατρικού χώρου, ενώ το σωματικό θέατρο συνήθως έχει ως βάση κάποιο σενάριο.

Τα κυριότερα χαρακτηριστικά του σωματικού θεάτρου είναι τα εξής: α) η έντονη διασύνδεση του σώματος με τις βαθύτερες πνευματικές διεργασίες, με στόχο τον εναρμονισμό κινήσεων και βαθύτερου νου και β) ο συμβολισμός της ερμηνείας, όχι ο ρεαλισμός, σε συνδυασμό με την αφαιρετικότητα της σκηνής, με σκοπό την απομάκρυνση από την καθημερινή ζωή. Στην εξέλιξη της ερμηνείας ο θεατής έχει πιο άμεση σχέση με τον ερμηνευτή και στη διάρκεια του θεατρικού διαδραματίζεται ένα κοινό πνευματικό-σωματικό βίωμα μεταξύ των ερμηνευτών και του κόσμου. Στον ελληνικό χώρο του είδους αυτού βλέπουμε τον Θεόδωρο Τερζόπουλο, το Σάββα Στρούμπο και το Δημήτρη Παπαϊωάννου, γνωστό κι από την performance art, ενώ δεν αποτελεί γενικά είδος που έχει μεγάλη βάση συντελεστών ακόμα στην Ελλάδα. Άλλα γνωστά ονόματα που συνδέθηκαν με τις πρακτικές του σωματικού θεάτρου είναι οι Konstantin Stanislavski με το “σύστημά του” για την εκπαίδευση των ηθοποιών και την ερμηνεία, Antonin Artaud, Pina Bausch, Steven Berkoff, Kathryn Hunter, Petra Massey και άλλοι.