Νέλι Μπλάι είναι το ψευδώνυμο μιας δημοσιογράφου, η οποία το 1887 προσποιούμενη την τρελή, εισήχθη στο δημοτικό ψυχιατρείο Θηλέων στη νησίδα Μπλάκγουελ (σημερινή νησίδα Ρούζβελτ) για δέκα μέρες, με σκοπό να ερευνήσει τις συνθήκες διαβίωσης των ασθενών και να δημοσιεύσει κατόπιν την έρευνά της στην εφημερίδα στην οποία εργαζόταν.
Ποια ήταν η Νέλι Μπλάι
Η Νέλι Μπλάι ( Nellie Bly) γεννήθηκε το 1864 στο Armstrong County, σημερινό προάστιο του Πίτσμουργκ της Πενσυλβάνια. Το πραγματικό της όνομα ήταν Elizabeth Cochran. Ως παιδί παρακολουθούσε μαθήματα στο οικοτροφείο της περιοχής της, ωστόσο, μετά τον θάνατο του πατέρα της αναγκάστηκε να διακόψει λόγω έλλειψης χρημάτων και το 1880 μετακόμισε με την μητέρα και τα αδέλφια της στο Πίτσμπουργκ.
Η πρώτη της επαφή με την δημοσιογραφία ήταν το 1885, όταν με το ψευδώνυμο «ένα μοναχικό ορφανό κορίτσι» έστειλε κείμενό της σε τοπική εφημερίδα, ως απάντηση σε ένα άρθρο το οποίο υποστήριζε πως οι γυναίκες πρέπει να μένουν σπίτι και να ασχολούνται με τα παιδιά και το νοικοκυριό τους. Το κείμενο της νεαρής εντυπωσίασε τους εκδότες και της πρότειναν συνεργασία πλήρους απασχόλησης. Τότε ήταν που επιλέχθηκε για εκείνη από τον εκδότη της το ψευδώνυμο «Νέλι Μπλάι», καθώς συνηθιζόταν τότε οι γυναίκες δημοσιογράφοι να χρησιμοποιούν ψευδώνυμα. «Nellie Bly» ήταν ο τίτλος ενός τραγουδιού του Stephen Foster το οποίο τότε ήταν δημοφιλές.
Αρχικά προτάθηκε στην νέα δημοσιογράφο να ασχοληθεί με τα κλασικά γυναικεία θέματα της εποχής, ωστόσο εκείνη θεωρούσε πως η δημοσιογραφία πρέπει να βοηθά στην βελτίωση της κοινωνίας. Εξαιρετικά ευαισθητοποιημένη καθώς ήταν σε θέματα που αφορούσαν την μετανάστευση, την φτώχεια, το επίπεδο εργασίας και ζωής των εργατών και των κοινωνικά αποκλεισμένων ανθρώπων, τα καθημερινά προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι γυναίκες και άλλα παρόμοια ζητήματα, πήρε τελικώς το δρόμο της δύσκολης, αληθινής δημοσιογραφίας και έγραψε πολλά άρθρα στηλιτεύοντας τα κακώς κείμενα της τότε κοινωνίας. Σε κάποιο άρθρο της, μάλιστα, υπήρξε ιδιαίτερα αυστηρή σχετικά με τις συνθήκες εργασίας σε μια συγκεκριμένη βιομηχανία, πράγμα το οποίο στάθηκε η αφορμή για την Νέλι Μπλάι να μετακομίσει στην Νέα Υόρκη, όταν οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας αποφάσισαν να αποσύρουν την διαφήμισή τους από την εφημερίδα όπου εργαζόταν. Μετά από αυτό ο εκδότης της ζήτησε από την Μπλάι να αλλάξει θεματολογία στα άρθρα της ανάθετοντάς της να γράψει για την κηπουρική. Ως απάντηση η δημοσιογράφος παραιτήθηκε και πήρε την απόφαση να μετακομίσει στην Νέα Υόρκη όπου άρχισε σχεδόν αμέσως να εργάζεται για την εφημερίδα «The World» (Ο Κόσμος).
Από την συγκεκριμένη εφημερίδα η Νέλι Μπλάι ξεκίνησε ουσιαστικά την καριέρα της έτσι όπως την ήθελε. Έτσι, μετά από συζητήσεις με τον εκδότη της, το 1887 ανέλαβε την πρώτη της αποστολή η οποία μάλιστα ήταν δική της πρόταση. Ζήτησε από τον εκδότη της να ερευνήσει η ίδια από κοντά τις συνθήκες διαβίωσης των ασθενών στο δημοτικό ψυχιατρείο Θηλέων στη νησίδα Μπλάκγουελ. Μια αποστολή εξαιρετικά λεπτή και επικίνδυνη που θα έριχνε την Μπλάι απευθείας στα βαθιά.
Στην καριέρα της έφερε εις πέρας ιδιαίτερα δύσκολες έρευνες, για τις οποίες έγραψε άρθρα και βιβλία. Εκτός από την διαμονή της στο άσυλο ψυχικά ασθενών στο Μπλάκγουελ, ερεύνησε υποθέσεις αγοραπωλησίας βρεφών, τις συνθήκες διαβίωσης σε γυναικείες φυλακές και σε δημοτικούς ξενώνες άστεγων και απόρων, αλλά και σε βιομηχανίες, γύρισε τον κόσμο ταξιδεύοντας τα 40.070 χιλιόμετρα της περιμέτρου της γης σε 72 μέρες, κάνοντας πραγματικότητα το βιβλίου του Ιουλίου Βερν «Ο γύρος του κόσμου σε 80 μέρες» και έζησε για έξι μήνες στο Μεξικό ερευνώντας και γράφοντας για την φτώχεια και την διαφθορά. Κοινό χαρακτηριστικό της έρευνάς της τα διαφορετικά ονόματα που χρησιμοποιούσε υποδυόμενη πάντοτε την φυλακισμένη, την άπορη, την εργάτρια και ένα σωρό άλλους ρόλους.
Η Νέλι Μπλάι, κατά κόσμον Ελίζαμπεθ Κόχραν, έφυγε από την ζωή τον Ιανουάριο του 1922, στα 58 της μόλις αφού νόσησε από πνευμονία.
Δέκα μέρες στο τρελάδικο
Τον Σεπτέμβριο του 1887 η νεαρή δημοσιογράφος κατάφερε να πείσει τον εκδότη της να δεχθεί να ερευνήσει η ίδια τις συνθήκες στο άσυλο του Μπλάκγουελ για το οποίο ήδη κυκλοφορούν άσχημες φήμες. Αποφασίστηκε να μπει στο άσυλο ως τρελή, μιας και η κλασική μέθοδος έρευνας δεν θα τους πρόσφερε κανένα αποτέλεσμα. Οι υπεύθυνοι και οι γιατροί θα φρόντιζαν να δώσουν την καλύτερη εικόνα παρουσιάζοντας τις συνθήκες εντός του ασύλου ως σωστές και ηθικές, όπως είχε γίνει με άλλες έρευνες στο παρελθόν.
Από το ίδιο βράδυ κιόλας η δημοσιογράφος άρχισε να οργανώνει την αποστολή της. Τακτοποίησε τις υποθέσεις της και έγραψε στους οικείους της να μην την αναζητήσουν και ότι θα επικοινωνήσει η ίδια μαζί τους. Για να καταφέρει η δημοσιογράφος να μπει στο άσυλο ως τρόφιμος, έπρεπε πρώτα να προκαλέσει και να πείσει για την τρέλα της. Έτσι, την επόμενη κιόλας μέρα απευθύνθηκε σε ένα οικοτροφείο θηλέων της Νέας Υόρκης παριστάνοντας ένα φτωχό κορίτσι που αναζητεί εργασία. Την δέχθηκαν και στην πρώτη κιόλας διανυκτέρευση φρόντισε να μείνει ξάγρυπνη όλη νύχτα και να ενοχλεί συνεχώς την υπεύθυνη της βάρδιας μιλώντας ακατάληπτα και δημιουργώντας επεισόδια, φωνάζοντας ότι όλοι οι ξενοδόχοι είναι τρελοί και τους φοβάται. Έτσι, μόλις ξημέρωσε ειδοποίησαν την αστυνομία εξηγώντας τη συνέβη και λέγοντας ότι δεν μπορούν να την κρατήσουν. Κατόπιν στο δικαστήριο έπεισε τους δικαστές παριστάνοντας πως δεν θυμάται, έχοντας μόνιμα ένα αγριεμένο βλέμμα. Όταν έπειτα από αυτό οδηγήθηκε στους γιατρούς για να εξεταστεί, με ανάλογα μέσα έπεισε ακόμη κι εκείνους. Έτσι, πλέον ο εγκλεισμός της ήταν γεγονός. Από εκεί και πέρα όλα όσα είδε και έζησε τα κατέγραψε στο βιβλίο της «Δέκα μέρες στο τρελάδικο» και τα έκανε γνωστά σε όλους, ενώ πριν την έκδοση του βιβλίου τα είχε δημοσιεύσει με λεπτομερή άρθρα της στην εφημερίδα.
Την πρώτη νύχτα οι νεοφερμένες έπρεπε να κάνουμε μπάνιο. Μια τρελή γυναίκα με βούρτσιζε προς απογοήτευσή μου και προς διασκέδαση των ασθενών και των νοσοκόμων που μαζεύτηκαν να δουν το θέαμαΑφού μου έριξαν τρεις κουβάδες κρύο νερό με έβγαλαν από την μπανιέρα και μου φόρεσαν ένα βαμβακερό ρούχο που έγραφε με τεράστια μαύρα γράμματα: “Blackwell’s Island Insane Asylum, Αίθουσα 6. […] Γυναίκες με γκρίζα μαλλιά, τρυφερά νέα κορίτσια, όμορφα και άσχημα, λευκά και μαύρα, τραγουδούσαν, φώναζαν, τσίριζαν, καταριόνταν, ορκίζονταν ή προσεύχονταν σαν χαμένες ψυχές στην κόλαση του Άδη. […] Για έξι νύχτες ήμουν κλειδωμένη σε μια αίθουσα όπου έπρεπε να κοιμηθώ μαζί με έξι τρελές γυναίκες. Έτρεχαν όλη τη νύχτα και κάποια πάντα έτρεχε και κυνηγούσε τον άνθρωπο που κατέστρεψε το σπίτι της, για να τον σκοτώσει. Συχνά σκεφτόμουν, καθώς έμενα άγρυπνη, βλέποντας την ανεξάντλητη αναζήτηση της, πόσο απολύτως αδύνατο θα ήταν να υπερασπιστώ τον εαυτό μου εάν η τρελή φαντασία της θα με επέλεγε ως αντικείμενο του δολοφονικού μίσους της.
Η Μπλάι στο βιβλίο της αναφέρει, επίσης, πως το φαγητό ήταν ελάχιστο, το κρέας χαλασμένο και το νερό βρώμικο. Τους επικίνδυνους ασθενείς τους έδεναν όλους μαζί με σχοινιά και άλλους τους ανάγκαζαν να κάθονται ακίνητοι για ώρες στο κρύο. Όποιος παράκουγε τις εντολές βριζόταν και χτυπιόταν άγρια από τις νοσοκόμες. Αρουραίοι, σκουλήκια και ακαθαρσίες ήταν μόνιμα δίπλα στους ασθενείς. Το μπάνιο ήταν πάντα με παγωμένο νερό, όπως μόνιμα κρύα ήταν και τα κελιά. Η πιο θλιβερή της διαπίστωση, όμως, ήταν πως μέσα στο άσυλο πολλές έγκλειστες -όπως και η ίδια – ήταν απόλυτα υγιείς που ήταν θέμα χρόνου να τρελαθούν και βρέθηκαν εκεί επειδή απλώς θύμωσαν στον σύζυγό τους ή περνούσαν επιλόχεια κατάθλιψη ή επειδή δεν μιλούσαν αγγλικά και άλλες παρόμοιες περιπτώσεις. Επικίνδυνοι εγκληματίες, άνθρωποι με σοβαρότατες ψυχικές ασθένειες, άλλοι με πολύ ελαφριές κι άλλοι υγιείς είχαν την ίδια αντιμετώπιση και μοιράζονταν τους ίδιους χώρους.
Η δημοσιογράφος βγήκε από το άσυλο χάρη στις ενέργειες του δικηγόρου της εφημερίδας. Πέτυχε απολύτως στην αποστολή της με το βιβλίο της να γίνεται ανάρπαστο, την ίδια να αποκτά κύρος και δημοσιότητά, μα πρωτίστως εκείνο που πέτυχε ήταν η χρηματοδότηση ενός εκατομμυρίου δολαρίων για την βελτίωση των συνθηκών στο άσυλο, καθώς επίσης και την μέριμνα που ακολούθησε ως προς την εξέταση των ασθενών, η οποία πλέον θα γινόταν με ιδιαίτερη προσοχή.
Οι ψυχικές ασθένειες και το άσυλο Μπλάκγουελ
Στις αρχές του 19ου αιώνα, η εκβιομηχάνιση, η αστικοποίηση και η μετανάστευση συνέβαλαν στην εκρηκτική ανάπτυξη της Νέας Υόρκης. Ήταν επομένως φυσικό να δημιουργηθεί μια τάξη ανθρώπων οι οποίοι ήταν καταδικασμένοι να είναι εγκληματίες, φτωχοί, άρρωστοι και τρελοί. Έτσι, κρίθηκε αναγκαίο να θεσπιστεί ένα πλαίσιο για την διαχείριση αυτών των ανθρώπων. Το 1828 η Νέα Υόρκη αγόρασε ένα νησί στο East River από την οικογένεια Blackwell για να χτίσει μια φυλακή και ένα άσυλο. Όταν ανοίχτηκε το 1839, το άσυλο ήταν το πρώτο νοσοκομείο της Νέας Υόρκης και το πρώτο δημοτικό ψυχιατρικό νοσοκομείο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σχεδιάστηκε να είναι ένα υπερσύγχρονο ίδρυμα βασισμένο στις θεωρίες της ηθικής μεταχείρισης. Βασικές προϋποθέσεις για να επιτύχει ήταν να οργανωθεί κατάλληλα για τους ανθρώπους που θα φιλοξενούσε και να δημιουργηθεί ένα ομαλό περιβάλλον για κάθε περίπτωση. Παρόλο, λοιπόν, που και στο παρελθόν είχε γίνει προσπάθεια για να υπάρξει διάκριση μεταξύ των μορφών ψυχικής ασθένειας, οι διακρίσεις αυτές ήταν πλέον επιτακτικές. Ο Δρ. John McDonald, ένας γιατρός που ασχολήθηκε με το σχεδιασμό του νέου ασύλου, έγραψε: «Η αδιάκριτη ανάμειξη του ήπιου και μανιώδους, καθαρού και βρώμικου, αναρρωτικού και ηλίθιου, πρέπει πλέον να γίνει αντιληπτό πως πρέπει να καταργηθεί. Από όλους σχεδόν τους έμπειρους ως προς τα θέματα της θεραπείας της παραφροσύνης, η ταξινόμηση θεωρείται πως πλέον πρέπει να είναι δίκαια». Ο ίδιος πρότεινε να χωριστούν οι ασθενείς σε τέσσερις συγκεκριμένες κατηγορίες: «Οι θορυβώδεις, οι καταστροφικοί και βίαιοι, οι ηλίθιοι, οι αναρρωτικοί και μια ενδιάμεση τάξη για εκείνους που βρίσκονται στα πρώτα στάδια της ανάρρωσης και για τους ανίατους που είναι αβλαβείς και δεν έχουν κακές συνήθειες».
Επίσης, ο σχεδιασμός για το νέο άσυλο δεν περιείχε οδοφράγματα και σιδερένιες ράβδους και επέτρεπε εύκολη πρόσβαση στο ύπαιθρο. Αυτό το μοντέλο ασύλου, όμως, δεν οικοδομήθηκε ποτέ λόγω οικονομικών περιορισμών.
Στο παρακάτω βίντεο (δυνατότητα υποτίτλων στα αγγλικά) παρουσιάζεται σε ένα σύντομο ντοκιμαντέρ η περιπέτεια της Νέλι Μπλάι στο άσυλο.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτό το άρθρο:
Nellie Bly – Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση: https://en.wikipedia.org/wiki/Nellie_Bly – (τελευταία πρόσβαση 5-1-2020)
Ελίζαμπεθ Κόχραν – Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση: https://el.wikipedia.org/wiki/Ελίζαμπεθ_Κόχραν- (τελευταία πρόσβαση 5-1-2020)
Images in Psychiatry – The Lunatic Asylum on Blackwell’s Island and the New York Press SAMANTHA BOARDMAN, M.D. GEORGE J. MAKARI, M.D – April 2007 Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση:https://ajp.psychiatryonline.org/doi/pdfplus/10.1176/ajp.2007.164.4.581- (τελευταία πρόσβαση 5-1-2020)
A celebration of women writers – Ten days in a mad house – Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση:https://digital.library.upenn.edu/women/bly/madhouse/madhouse.html- (τελευταία πρόσβαση 5-1-2020)