Το αριστούργημα του Ναμπόκοφ, Απόγνωση, συντίθεται με μια συγκλονιστική πρόζα που αξιώνει με μαεστρία να ενοχλήσει, υποβάλλοντας τον αναγνώστη σε μια συνεχή συναισθηματική δοκιμασία.
Ο μεσοαστός Χέρμαν Κάρλοβιτς, στη διάρκεια ενός επαγγελματικού ταξιδιού στην Πράγα, συναντάει τον Φέλιξ, έναν φτωχό και ρακένδυτο άντρα τον οποίον θεωρεί σωσία του. Γρήγορα, υφαίνει γύρω από αυτόν το ρηχό και ματαιόδοξο σχέδιο του: να τον δολοφονήσει ώστε να καρπωθεί τα χρήματα της ασφαλιστικής του.
Ήδη απο τις πρώτες παραγράφους της πρόζας, διαφαίνεται η διασχιστική και αλλαζονική προσωπικότητα του Χέρμαν. Σε αυτό το σημείο, παίρνω το ρίσκο να πώ πως θα μπορούσε εύκολα να συγκριθεί με τον Patric Bateman του American Psycho. Χωρίς κάνενα ίχνος ενσυναίσθησης, σερβίρει στον αναγνώστη τις ναρκισσιστικές και αυτάρεσκες σκέψεις του θεωρώντας εαυτόν καλλιτέχνη.
Ο ίδιος ο Χέρμαν, ζει κατά τα άλλα, μια μικροαστική ζωή εμπλεκόμενος σε ενα συμβατικό γαμό με την γυναίκα του, Λύντια, την οποία απεχθάνεται και χλευάζει τόσο για την εξωτερική εμφάνιση αλλά και για τις πολιτικές της πεποιθήσεις. Παρόλα αυτά, δεν φαίνεται να έχει πρόθεση να αλλάξει ή να τον αλλάξουν τα εξωτερικά γεγονότα, μιας και ο ίδιος τρέφεται απο την αυτοεικόνα του και την εσωτερική αφήγηση που έχει δημιουργήσει για τον εαυτό του. Ζει σε ένα παράλληλο αυτοαναφορικό σύμπαν στο οποίο πρωταγωνιστούν τα ευφυή σχεδιά του, ματαιώνοντας τα συναισθήματα των ανθρώπων που τον πλαισιώνουν – μαζί και του αναγνώστη-με ένα κυνικό και σκωπτικό ύφος.
Η Απόγνωση του Ναμπόκοφ, μας χαρίζει ένα ανατρεπτικό φινάλε αποκαλύπτοντας έτσι την μυθυστορηματική ιδιοφυΐα του συγγραφέα.
Ας ξεκινήσουμε την ανάλυση αναφέροντας πως το έργο είναι δομημένο πάνω στον εσωτερικό παραληρηματικό, οριακά, μονόλογο του πρωταγωνιστή ο οποίος απευθύνεται κατα πρόσωπο στον αναγνώστη. Ο Ναμπόκοφ χειρίζεται και αναπλάθει τις λέξεις και τις έννοιες αυτών με εναν μοναδικό και χειριστικό τρόπο.
Θα μπορούσε κανείς να πει οτι η Απόγνωση είναι ένα μετα-ειρωνικό ψυχογράφημα του μέσου ανθρώπου της εποχής: η επιπολαιότητα, η αυταρέσκεια, η επιφανειακή προσέγγιση των διαπροσωπικών σχέσεων, η φτωχή ταξική συνείδηση που τον διακρίνει- δεν είναι τυχαίο που ο πρωταγωνιστής της Απογνώσης επιλέγει να στήσει τη «μεγαλοφυή» πλεκτάνη του στο πρόσωπο ένος φτωχού ανθρώπου (σαν ήρωα του Ντοστογιέφσκι) που στο δικό του μυαλό, η ζωή και η αξία του είναι ευτελής. Είναι φανερό, πως μέσα από τον Χέρμαν, ο Ναμπόκοφ επιχειρεί να εκθέσει, πέρα απο τις διαταραχές προσωπικότητας του ίδιου του αφηγητή, εν τέλει και τις αξιακές κρίσεις των ανθρώπων που τον περιβάλλουν και συμμετέχουν στο δράμα του.
Ο Ναμπόκοφ, όπως εξηγεί και στον πρόλογο της Απόγνωσης, επιχειρεί να αποφύγει τη μελλοντική του ταύτιση με τους Γερμανούς ιμπρεσσιονιστές. Ωστόσο, θα τον ενδιέφερε όμως η ταύτιση του Χέρμαν με τον υπαρξισμό. (Απο μια άποψη θα μπορούσε να ισχύει, αν μιλάμε για έναν σκοτεινό υπαρξισμό σε ηθική κατάπτωση!).
«Η Απόγνωση, δεν έχει να προσφέρει κανέναν κοινωνικό σχολιασμό, κανένα μήνυμα σφιγμένο στα δόντια της. Δεν εξυψώνει το πνευματικό όργανο του αναγνώστη, ούτε δείχνει στην ανθρωπότητα τη σωστή διέξοδο». Με αυτή την φράση, ο συγγραφέας επιχειρεί να αποδείξει πως η τέχνη δεν είναι πάντα υποχρεωμένη να παρέχει ρεαλιστικές λύσεις και δε μπορεί να είναι πάντα εργαλείο πνευματικής ανύψωσης. Ακόμη και αν η πρόζα του κατέληξε να ειναι ένα απο τα πιο σημαντικά ψυχογραφικά συγγραφικά έργα που έχουν γραφτεί.
Άλλωστε, «κάθε έργο τέχνης είναι μια εξαπάτηση».
Η Απόγνωση του Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ κυκλοφορεί απο τις εκδόσεις Πατάκη, σε μετάφραση του Αύγουστου Κορτώ.