Εργοβιογραφία
Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος είναι ένας από τους σημαντικότερους πεζογράφους της γενιάς του 1880. Δημοσίευσε πολλά μυθιστορήματα σε καθημερινές εφημερίδες αλλά και σε αυτοτελείς τόμους, έγραψε πολλά θεατρικά έργα, διηγήματα και κριτικές μελέτες. Υπήρξε από τους πρώτους επαγγελματίες συγγραφείς καθώς ζούσε από την συγγραφική εργασία του. Θεωρείται μαζι με τον Ψυχάρη θεμελιωτής του αστικού μυθιστορήματος στην Ελλάδα. Όμως με τον Ξενόπουλο η λογοτεχνία σημείωσε ένα τεράστιο άλμα. Πέρασε από το ηθογραφικό διήγημα στο σύνθετο αστικό μυθιστόρημα. Υπήρξε ο εισηγητής του αστικού μυθιστορήματος που ονομάστηκε «Αθηναϊκό». Ευαισθητοποιημένος από τα κοινωνικά προβλήματα της εποχής του πέρασε πολλά μηνύματα στο έργο του.
Με τα θεατρικά του έργα ο Γρηγόριος Ξενόπουλος καθιέρωσε το αστικό δράμα στην Ελλάδα. Επονομαζόταν ο πατέρας του μοντέρνου ελληνικού θεάτρου, ο οποίος διακρινόταν για την εξαιρετική του τεχνική στη δομή. Όσον αφορά το συγκεκριμένο θέμα, τα έργα του Ξενόπουλου ήταν το υβριδικό ισοδύναμο του μελοδράματος του 18-19ου αιώνα και της εξωτερικής επίδρασης αυτών των ρευμάτων όπως του νατουραλισμού και των έργων του Ίπσεν. Η εσωτερική και η εξωτερική πολιτική επιρροή, μαζί με ξένα ρεύματα, μια συνεχή ρευστότητα η οποία εγκαθίδρυσε ραγδαίες εξελίξεις. Γι’ αυτό η διάδοση του Ιπσενισμού μαζί με τον κοινωνικό αγώνα και την κοινωνική ανισότητα, που προβάλλονται στα έργα του Ξενόπουλου είναι μάλλον υποδόρια χτυπήματα που μπορεί να ανεχτεί το κοινό, ενώ οι άλλες ποιότητες του έργου του τον καθιέρωσαν ως τον πιο σημαντικό Έλληνα δραματοποιό του πρώτου μισού του 20ου αιώνα.
Στην παιδική λογοτεχνία η προσφορά του είναι αδιαμφισβήτητη. Ασχολήθηκε συστηματικά με το παιδί αναγνώστη ως αντικείμενο αγωγής και παιδείας, θεμελιώνοντας έτσι την παιδική λογοτεχνία.
Στο έργο του ο ρεαλισμός του πραγματικού επιμένει. Πρόκειται για αληθινά πρόσωπα που ζουν η έχουν ζήσει αληθινά περιστατικά. Τα περιθώρια ανάμεσα στη βιωμένη και την επινοημένη αφήγηση είναι στενά. Εδώ η βιογραφία εξηγεί και προϋποθέτει τη διήγηση. Συγγραφέας και πρωταγωνιστής της δράσης που αφηγείται κινείται στα όρια του χώρου και του χρόνου, όπως και όπου ορίζει η ίδια η ζωή. Στο τέλος επιστρέφει στη Ζάκυνθο όπου και ασχολείται με την απολογία της αισθητικής και της τεχνικής του.
Οι Μυστικοί Αρραβώνες, του Γρηγόριου Ξενόπουλου
Πώς παρουσιάζεται ο έρωτας που διαμορφώνει τις σχέσεις των δυο φύλων, έχοντας ως άξονα το μυθιστόρημα «Μυστικοί Αρραβώνες»;
Οι «Μυστικοί Αρραβώνες» είναι ένα μυθιστόρημα που επικεντρώνεται στον έρωτα, ο οποίος έχει καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση των σχέσεων των δυο φύλων. Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος εξυμνεί τη γυναικεία ομορφιά, ενώ παράλληλα φωτίζονται δυο γυναίκες με εντελώς διαφορετική ψυχοσύνθεση. Η Θάλεια, ώριμη, γυναίκα υψηλής νοημοσύνης και με ιδιαίτερο ταλέντο στη ζωγραφική, διαφοροποιείται από τη μέση γυναίκα της εποχής της. Όταν όμως ερωτεύεται τον Ανάστη, παραδίνεται στον έρωτά της και από τη στιγμή που αυτός δεν ευοδώνεται, παντρεύεται το Στρατίδη. Ο γάμος, λοιπόν, είναι αυτός που προσφέρει στην κοπέλα την ολοκληρωτική ευτυχία και την καταξίωση, και γι’ αυτό το λόγο αποτελεί τη βασική επιδίωξη της κάθε ερωτευμένης νέας. Η Θάλεια υποτάσσεται στον ωραίο Στρατίδη γνωρίζοντας μαζί του την απόλυτη επικοινωνία που προσφέρει η σωματική επαφή. Η ψυχική επικοινωνία και το ταίριασμα ψυχών που βίωσε στη σχέση της με τον Ανάστη υπολείπεται της σωματικής με το Στρατίδη. Τα κριτήρια για την επιλογή του κατάλληλου συζύγου είναι η καταγωγή, η οικογένεια, η εξωτερική εμφάνιση, η περιουσία, τα οποία διαθέτει ο Στρατίδης.
Η Καίτη ενσαρκώνει το πρότυπο της γυναίκας που βιώνει την απόλυτη ευτυχία μέσα στο γάμο, αλλά και την κοινωνία που επιβάλλει αυτή την προτεραιότητα του γάμου. Σ’ αυτό το μυθιστόρημα τίθεται και ένα δίλημμα κοινωνικού χαρακτήρα, αν θα επικρατήσει η μποέμικη και πιο ελεύθερη ζωή του καλλιτέχνη ή η ζωή του οικογενειάρχη και νοικοκύρη Ανάστη. Επιλέγοντας την Καίτη νικά ο δεύτερος. Ο Ανάστης λειτουργώντας ως μυθιστορηματικό πρόσωπο θέτει τον προβληματισμό της εποχής για την αναγκαιότητα του γάμου, ώστε το άτομο να καταξιωθεί κοινωνικά. Στο βωμό της επικρατούσας αντίληψης για την αναγκαιότητα του γάμου υποτάσσονται και η Θάλεια και ο Ανάστης. Εξάλλου ο Γρηγόριος Ξενόπουλος στο έργο του δεν παρουσιάζει τη γυναίκα απόλυτα χειραφετημένη. Δεν πρέπει όμως να λησμονούμε ότι ο έρωτας δεσπόζει στις ζωές των ηρώων και είναι αυτός που καθορίζει εν πολλοίς και την επιλογή του/της συζύγου, όπως συνέβη με την Κάτια ή το Στρατίδη. Ο έρωτας, άλλωστε, παραμένει και το προσωπικό απωθημένο του Ξενόπουλου και γι’ αυτό και σ’ αυτό το έργο του ανατέμνει το ερωτικό ένστικτο και το θέτει στο επίκεντρο της προσωπικής και κοινωνικής ζωής, αποκαλύπτοντας μια προσωπική του
Εν κατακλείδι, οι σχέσεις των δυο φύλων στους «Μυστικούς Αρραβώνες» διαμορφώνονται από τη βίωση του έρωτα, ο οποίος αναδεικνύεται σ’ ένα παιγνίδι εξουσίας με νικητή αυτόν που παίρνει την πρωτοβουλία της αγάπης.
Εν γένει όλοι οι κεντρικοί ήρωες στα έργα του Ξενόπουλου υποκινούνται από ένα ιδεώδες στην πορεία τους. Στις ερωτικές ιστορίες προηγείται συχνότερα η πάλη της νέας κόρης για την κατάκτηση του αγαπημένου της. Η ίδια εγκλωβίζεται στις αναζητήσεις της και δίνει το επιτηδευμένο τέλος, όπως η Φωτεινή Σάντρη που αυτοκτονεί στον Κόκκινο Βράχο. Η σύγκρουση που υπάρχει ανάμεσα στα μέλη μιας οικογένειας καρποφορεί από τις ιδεολογίες στις κινήσεις των προσώπων. Η σύγκρουση του κεντρικού ήρωα με τα άλλα πρόσωπα ενός έργου εμβαθύνει περισσότερο την κρίση ανθρώπων και θεσμών ή ηθών και τάσεων όπως τα διαμορφώνει η κοινωνία. Χαρακτηριστική επίσης είναι η ωρίμανση στο τέλος του έργου καθώς αλλάζει η δραματική τοιχογραφία αλλάζει και το ίδιο το πρόσωπο πατώντας διαφορετικό σκαλοπάτι στην κοινωνική κλίμακα.