Οι εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ πρόσφατα κυκλοφόρησαν τα νέα τους βιβλία. Επιλέξαμε κάποια από αυτά και σας τα παρουσιάζουμε. Αν θέλετε να ενημερωθείτε για όλες τις καινούριες κυκλοφορίες των εκδόσεων, δεν έχετε παρά να επισκεφτείτε την σελίδα τους: www.metaixmio.gr.
Knut Hamsun – Η πείνα
Τοποθετημένη στη Χριστιανία (σημερινό Όσλο) στα τέλη του 19 αιώνα, η Πείνα περιγράφει τις προσπάθειες του ανώνυμου ήρωα, που πασχίζει να επιβιώσει γράφοντας άρθρα για εφημερίδες, τα οποία θα του επιτρέψουν να καλύψει τις στοιχειώδεις ανάγκες του –να φάει και να κοιμηθεί– με αξιοπρέπεια. Δεν τα καταφέρνει πάντα· με την κοινωνική, φυσική και πνευματική του κατάσταση σε διαρκή εξασθένηση, περιπλανιέται στους δρόμους, βυθίζεται ολοένα και περισσότερο στην παράνοια. Ο πεινασμένος συγγραφέας μάταια προσπαθεί να διατηρήσει τον σεβασμό προς την έννοια «Άνθρωπος», προς τον εαυτό του και προς τους άλλους, αφού το στομάχι του τον υποχρεώνει σε παραχωρήσεις για τις οποίες μετανιώνει, γεμίζοντας άλλοτε ενοχές και άλλοτε αδικαιολόγητη αυτοεκτίμηση. Αυτό που τον κρατάει να μη διαλυθεί είναι το κάτισχνο κορμί του, που σε μεγάλο βαθμό καθορίζει επίσης και τη συμπεριφορά του μυαλού του.
(«Το βιβλίο μου είναι μια προσπάθεια να περιγράψω την περίεργη ζωή του νου, τα μυστήρια της ψυχής σε ένα κορμί που πεινάει».
Κνουτ Χάμσουν)
Από την εισαγωγή του Paul Auster:
«Ο ήρωας του Χάμσουν απαλλάσσεται συστηματικά από κάθε είδους πίστη σε κάθε είδους σύστημα και τελικά, μέσω της πείνας την οποία επιβάλλει στον εαυτό του, φτάνει στο τίποτα. Τίποτα δεν τον στηρίζει ώστε να συνεχίσει την πορεία του, κι όμως αυτός εξακολουθεί να προχωρά. Προχωρά κατευθείαν στον 20 αιώνα».
“Περπατούσα και παρακολουθούσα αυτό το επίμονο πλάσμα και ένιωθα την οργή να φουντώνει μέσα μου. Σιγά σιγά κατέστρεφε τη χαρούμενη διάθεσή μου και έσερνε αυτό το καθαρό, φωτεινό πρωινό μαζί του στην ασχήμια. Έμοιαζε με ένα τεράστιο, στραβοκάνικο έντομο που με ωμή βία ήθελε να διεκδικήσει μια θέση στον κόσμο και να καταλάβει ολόκληρο το πεζοδρόμιο..”
Torbjern Safve – Φλέγομαι
26 Μαρτίου 1930, ο τριανταεπτάχρονος Ρώσος ποιητής Βλαντίµιρ Μαγιακόφσκι νοσηλεύεται σε ψυχιατρική κλινική µε κατάθλιψη· λίγες µέρες αργότερα θα αυτοκτονήσει φυτεύοντας µια σφαίρα στην καρδιά του. Ενθουσιώδης και διαυγής, ανυποχώρητος και απελπισµένος, ο Μαγιακόφσκι θα σφραγίσει µε τον θάνατό του το τέλος της σοσιαλιστικής αθωότητας. Σε αυτό το εκρηκτικό µυθιστόρηµα ξεδιπλώνονται τα τελευταία εικοσιτετράωρα της ζωής του και παράλληλα φωτίζεται όλη του η αντικοµφορµιστική διαδροµή που ταυτίστηκε µε τα πρώτα χρόνια της Ρωσικής Επανάστασης. Συµπρωταγωνιστές του ιστορικά πρόσωπα, ποιητές, καλλιτέχνες και θεωρητικοί, οι οποίοι µέσα από τις σελίδες αυτού του βιβλίου εξηγούν µε πάθος τις απόψεις τους και διαπληκτίζονται ή συµφωνούν, ζωντανεύοντας µια εποχή που πραγματικά έφερε «τον κόσμο ανάποδα».
“Μου άρεσε ο απότομος τρόπος με τον οποίο διόρθωνε τα λάθη στα σκίτσα μου: — Σταμάτα να είσαι τόσο διαβολεμένα ωραιοπαθής στις γραμμές σου! Κάνε το σκίτσο αποφασιστικά και με μαστοριά! Δες τον Χολμπάιν! Και είδα τον Χολμπάιν και αντιλήφθηκα ότι η «αισθητική» δεν βρίσκεται στις ρομαντικές ανταύγειες, στην απαλότητα και τις δροσοσταλίδες. Εκείνο που ισχύει είναι η αυθεντική δύναμη, περιγράμματα οργωμένα από αλέτρι σταθερό..”
Andre Gide – Η στενή πύλη
Ο Ζερόμ, ένα ασθενικό αγόρι που μεγαλώνει στο Παρίσι, περνά τα καλοκαίρια του στο σπίτι του θείου του στη Χάβρη. Εκεί θα γεννηθεί ο βαθύς έρωτάς του για την ξαδέρφη του την Αλίσα. Η σχέση τους όμως δεν θα εξελιχθεί όπως θα αναμενόταν, αφού η Αλίσα θα πειστεί πως η αγάπη του Ζερόμ για ‘κείνην θέτει σε κίνδυνο την ψυχή του και θα αποφασίσει να τον σώσει θυσιάζοντας την ομορφιά της. Μια καθηλωτική ιστορία που εξερευνά τα όρια του έρωτα και της αυταπάρνησης, το μυθιστόρημα το οποίο καθιέρωσε τον Αντρέ Ζιντ ως έναν από τους κορυφαίους Γάλλους συγγραφείς.
Ένας ανθρωπιστής έχει τέσσερα χαρακτηριστικά: περιέργεια, ελεύθερο πνεύμα, πίστη στο καλό γούστο, πίστη στο ανθρώπινο είδος – και τα τέσσερα τα διαθέτει ο Αντρέ Ζιντ. Πρόκειται για έναν από τους σπουδαιότερους σύγχρονους ανθρωπιστές.
-Ε. Μ. Φόρστερ, συγγραφέας
“Ένιωθα μια παράξενη δυσφορία όταν βρισκόμουν με τη θεία μου, ένα αίσθημα θαυμασμού, τρόμου και αναστάτωσης.Ίσως κάποιο σκοτεινό ένστικτο με προειδοποιούσε να φυλάγομαι απ’ αυτή. Επιπλέον, ένιωθα ότι περιφρονούσε τη Φλόρα Άσμπερτον και τη μητέρα μου, ότι η μις Άσμπερτον τη φοβόταν και ότι η μητέρα μου δεν την αγαπούσε. Λυσίλ Μπυκολέν, θα ήθελα να μην σας κρατάω πια κακία, να ξεχάσω για μια στιγμή ότι προξενήσατε τόσο κακό… θα προσπαθήσω τουλάχιστον να μιλήσω για σας χωρίς θυμό.”
Μαίρη Μαγουλά – Το πιο μακρύ ταξίδι
Αθήνα, δεκαετία του 1950, στα δαιδαλώδη στενά της Πλάκας και των Αναφιώτικων, υπό τον ιερό βράχο της Ακρόπολης, ξετυλίγονται οι ζωές µιας χούφτας κατοίκων: Του Ανέστη του αµαξά που µεγαλώνει µόνος τον εγγονό του Νικόλα και είναι προσκολληµένος στον ανεκπλήρωτο πόθο του για τη γυναίκα µε τη «μαρμάρινη ομορφιά». Του ώριµου και γοητευτικού µεγαλοαστού Ανδρέα ∆ροσινού, που ανακαλύπτει τον εαυτό του µα και τον ίδιο τον προορισµό του σε µια απαγορευµένη ερωτική σχέση µε τη Μαρία, τη γυναίκα της διπλανής πόρτας.
Της Κωνσταντινουπολίτισσας συγγραφέα Φιλαρέτης Αληθινού, που, σηµαδεµένη από ένα νεανικό πάθος, έχει αφιερωθεί στις φιλίες της και στις φιλολογικές συγκεντρώσεις στο νεοκλασικό αρχοντικό της. Της έφηβης Μαργαρίτας, που βρίσκει τον πρίγκιπα των παραµυθιών στον µυστηριώδη επαίτη της γειτονιάς µε τα πράσινα µάτια και την ασηµένια ταυτότητα. Υπό τους ήχους της λατέρνας που σκορπά τις µελαγχολικές µελωδίες της, νοσταλγοί κι ονειροπόλοι, τελευταίοι προσκυνητές µιας παλιάς πόλης που δεν υπάρχει πια και µιας εποχής που χάθηκε ανεπιστρεπτί, οι ήρωες του συγκινητικού αυτού µυθιστορήµατος συναντιούνται, ακουµπούν ο ένας στον άλλον και µε οδηγό το όνειρο κάνουν το πιο µακρύ ταξίδι τους στην αγάπη…
Παρ’ όλα αυτά η Μαρία νόμιζε πως ήταν ευτυχισμένη…”
Κωνσταντίνος Τζαμιώτης – Ίσως την επόμενη φορά
Πέτρος και η Βασιλική, οι ήρωες της ιστορίας, αν και φορτωµένοι πανίσχυρες βεβαιότητες, βολικά στερεότυπα και κοινές νευρώσεις, είναι ακόµη πολύ νέοι και λαίµαργοι για ζωή. Συναντιούνται, θαµπώνονται, παρασύρονται, ονειρεύονται, ερωτεύονται ο ένας τον άλλο, κάνουν σχέδια, και ύστερα… αρκεί µια παρεξήγηση και όλα πάνε στραβά. Επιτέλους, αξίζει να τιµωρηθεί όποιος τολμά να ζητήσει λίγη αποδοχή χωρίς να κινδυνεύει να χάσει τον εαυτό του; Και µε τον έρωτα; Τι γίνεται µε τον έρωτα; Αν λίγη αποδοχή κοστίζει σε κάποιον ό,τι έχει και δεν έχει, ποιος µπορεί να ελπίζει πως διαθέτει αρκετή θέληση για να διεκδικήσει µια ιδέα έρωτα;
Το Ίσως την επόμενη φορά είναι ένα µυθιστόρηµα για την ερωτική επιθυµία που φτωχαίνει µπροστά στην ολοένα µειούµενη ικανότητα των ανθρώπων σήµερα να συνυπάρξουν, εξαιτίας του φόβου πως θα χάσουν την ταυτότητά τους. Εν ολίγοις, µια ερωτική ιστορία για τη μαζικότερη ασθένεια της εποχής, την αποµάγευση του κόσµου, και το συνηθέστερο σύµπτωµα της, την εµµονή στη µοναχικότητα.
“Με βαριά καρδιά κατευθύνεται προς τον κοντινότερο σταθμό του μετρό. Σε απόδειξη ότι η απροθυμία αποτελεί θεμελιώδη δύναμη αυτού του κόσμου, φτάνει στην αποβάθρα δευτερόλεπτα αφότου έχει αναχωρήσει ο συρμός. Με ανάμεικτα συναισθήματα κοιτά τον ηλεκτρονικό πίνακα. Σύμφωνα με την ένδειξη, πρέπει να περιμένει έξι λεπτά· τότε οφείλει να εμφανιστεί το επόμενο τρένο. Το σκέφτεται και αποφασίζει ότι ο χρόνος αναμονής, συν τη διάρκεια της διαδρομής με όσα ακόμη απαιτούνται ωσότου ξαναβγεί στην επιφάνεια, είναι μάλλον ανεκτό διάστημα ακόμη και για έναν μανιώδη καπνιστή όπως αυτός..”
Άλκη Ζέη – Πόσο θα ζήσεις ακόμα, γιαγιά;
Η Άλκη Ζέη μόνο ενδιαφέρουσες, ανατρεπτικές, με χιούμορ και ζωντάνια ιστορίες μπορεί να μας αφηγηθεί και μεις να κρεμόμαστε από τα χείλη της ή μάλλον από το μολύβι της για να τις διαβάσουμε. Ο τίτλος είναι δανεισμένος από μια ερώτηση της εγγονής της…
του χρόνου στην πανσέληνο. Αν μου φαινότανε πολλά τα δεκατρία χρόνια, ο ένας χρόνος μοιάζει ακόμα πιο μακρινός. Δεν λέω τίποτα, τους αγκαλιάζω και τους δυο και χαίρομαι τη στιγμή. Απο ‘δώ και μπρος οι στιγμές μετράνε.
Herbert G. Wells – Η μηχανή του χρόνου
Στη Μηχανή του Χρόνου ο Γουέλς γίνεται πρωτοπόρος της έννοιας του ταξιδιού στην «τέταρτη διάσταση» και στοχάζεται πάνω στην εξέλιξη του ανθρώπινου είδους. Με ένα παράτολµο άλµα που βάζει φωτιά στη φαντασία, στέλνει τον γενναίο εξερευνητή του να αντιµετωπίσει ένα µέλλον φορτωµένο µε τις µεγαλύτερες ελπίδες και τους σκοτεινότερους φόβους της ανθρωπότητας. Οι δύο παράξενες ανθρώπινες φυλές που ανακαλύπτει –οι αιθέριοι Ελόι και οι υποχθόνιοι Μόρλοκ– συµβολίζουν τις δύο όψεις της ανθρώπινης φύσης. Ο κόσµος τους, η εποχή των γιγάντιων καβουριών και το τελικό πορτρέτο του Ήλιου που πεθαίνει συνθέτουν ένα αξέχαστο όραµα του µέλλοντος.
Η Μηχανή του Χρόνου, το πρώτο βιβλίο στην παγκόσµια λογοτεχνία µε θέµα το ταξίδι στον χρόνο δηµοσιεύτηκε αρχικά σε συνέχειες στα τεύχη του περιοδικού The New Review από τον Ιανουάριο ως τον Μάιο του 1895. Ο εκδοτικός οίκος Henry Holt κυκλοφόρησε την πρώτη έκδοση σε βιβλίο στην Αµερική στις 7 Μαΐου του 1895, και ακολούθησε η αγγλική έκδοση από τον William Heineman στις 29 Μαΐου του ίδιου έτους, µε εξώφυλλο σχεδιασµένο από τον Μπεν Χάρντι. Ο Χρονοταξιδιώτης, ένας επιστήµονας της βικτωριανής εποχής, ταξιδεύει στο έτος 802.701 µ.Χ. όπου τα πάντα στον κόσµο έχουν αλλάξει. Όλος ο αγώνας, ο πόνος και τα πάθη της ανθρωπότητας µοιάζουν να έχουν αντικατασταθεί από µία ουτοπία οµορφιάς, ευδαιµονίας και ειρήνης, µε τους απογόνους του ανθρώπου να ζουν σε πλήρη αρµονία µεταξύ τους. Ο Χρονοταξιδιώτης αποφασίζει να µελετήσει αυτά τα θαυµαστά πλάσµατα και να ανακαλύψει το µυστικό τους, πριν επιστρέψει στην εποχή του – ώσπου ξαφνικά η χρονοµηχανή του, η µόνη του οδός διαφυγής, εξαφανίζεται.
«Μα αυτή είναι η μεγαλύτερη δυσκολία» διέκοψε ο Ψυχολόγος. «Μπορούμε να μετακινηθούμε σε όλες τις διαστάσεις του Χώρου αλλά όχι στον Χρόνο».
«Αυτός είναι ο σπόρος της μεγάλης μου ανακάλυψης.
Θωμάς Ψύρρας – Θα βοσκήσω το μαύρο
φωτιά με τριγυρίζει,
αν μ’ έκαιγε θα γλίτωνα,
μα αυτή με βασανίζει.”