Γιώργος Σεφέρης: Ένας λυρικός Νομπελίστας

Στις 20 Σεπτεμβρίου του 1971 η πένα του κυριότερου εκπροσώπου της Γενιάς του ’30, του Γιώργου Σεφέρη, σιγεί για πάντα, αλλά το ανεξίτηλο στίγμα της μένει σταθερό και αναλλοίωτο στο πέρασμα των χρόνων, για να μας θυμίσει τη λυρικότητα, το στοχασμό, τη διαμαρτυρία, την Ελλάδα.Κι ας πληγώνει ό,που κι αν ταξιδέψεις. Δεν τη ξεχνάς, όμως.  Όσα πικρά κι αν σου θυμίζει, καθώς

«Η μνήμη ό,που κι αν την αγγίξεις, πονεί». 


Γιώργος Σεφέρης: Τα πρώτα χρόνια και η ωριμότητα

Ο Γιώργος Σεφεριάδης (το πραγματικό του επώνυμο) είδε για πρώτη φορά το φως του κόσμου μας στις 29 Φεβρουαρίου του 1900 στη Σμύρνη της Μ.Ασίας. Καταγόμενος από σημαίνουσα οικογένεια Ελλήνων της Μ.Ασίας, ήταν ο πρωτότοκος υιός του δικηγόρου, ποιητή και πρύτανη -μετέπειτα- του Πανεπιστημίου Αθηνών, Στυλιανού Σεφεριάδη, και της Ναξιώτισσας Δέσποινας Τενεκίδη. Τον συντρόφευσαν, αργότερα, τα δύο μικρότερα αδέλφια του, ο Άγγελος και η Ιωάννα, η οποία νυμφεύθηκε τον εξέχοντα πολιτικό και φιλόσοφο Κωνσταντίνο Τσάτσο. Η ζωή στη Σμύρνη ταλαντεύεται ανάμεσα στην ανέμελη διάθεση που προσφέρουν τα παιδικά χρόνια και στη μελέτη που υπαγορεύουν οι συνθήκες. Η κατάσταση όμως, σύντομα θα αλλάξει. Ο διορατικός πατέρας της οικογένειας προβλέπει το δυσοίωνο μέλλον του ελληνικού στοιχείου και μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια εγκαθίστανται στην Αθήνα. Εκεί ο Σεφέρης θα ολοκληρώσει (1914) τη σχολική φοίτηση (που άρχισε το 1906 στη Σμύρνη) και θα μεταβεί στη Σορβόνη -λίγο αργότερα-, προκειμένου να σπουδάσει νομική, ακολουθώντας τα επαγγελματικά χνάρια του πατέρα του. Αποφοιτά με διδακτορικό τίτλο το 1924, αλλά ήδη έχει προλάβει να βιώσει μία περίοδο λύπης και νοσταλγίας από τη μια, και προσωπικής εξέλιξης και αισιοδοξίας από την άλλη.

Advertising

Advertisements
Ad 14

Το 1922 βιώνει στο Παρίσι τη Μικρασιατική καταστροφή, γεμίζοντας με πληγές την ανεπούλωτη ψυχή του, κάτι που εκφράζει μέσω της ποίησής του. Όμως, η μακροχρόνια παραμονή του στη Γαλλία θα τον φέρει σε επαφή με το μοντερνισμό και την πρωτοπορία του Πολ Βαλερί και άλλων Γάλλων ποιητών, έργα των οποίων θα μεταφράσει αργότερα. Γράφει σαν κι αυτούς, σκίζει ό,τι δεν του αρέσει, το πετά, και μετά πάλι θα τροφοδοτήσει με νέες προσπάθεις τον αέναο κύκλο αναζήτησης ποιητικής ταυτότητας, μέχρι τη «Στροφή», την πρώτη του ποιητική συλλογή. Διαβαίνει, σε ηλικία 31(!) ετών, τις λογοτεχνικές πύλες, λαμβάνοντας μέτριες έως και αποκαρδιωτικές κριτικές. Η καταξίωση θα έρθει αργότερα. Μετά τον έρωτα με την Ζαγκλίν (Παρίσι 1923), μια Γαλλίδα πιανίστα, που για δέκα χρόνια θα αποτελέσει μούσα της ερωτικής του ποίησης. Το 1925 ο Σεφέρης γυρίζει στην Ελλάδα για να γίνει ένας ακόμα… Οδυσσέας, καθώς ένα χρόνο μετά θα προσληφθεί στο Διπλωματικό Σώμα του Υπουργείου Εξωτερικών και θα αρχίσει τα δικά του ταξίδια, το δικό του νόστο. Αρχικά, οδεύει στο Λονδίνο (1931-4), όπου γνωρίζει τον ποιητή Τόμας Έλιοτ, και επηρεάζεται βαθιά από το έργο του. Παράλληλα, γνωρίζει την Μάρω Ζάννου -μετέπειτα γυναίκα του-, η οποία έχει δύο παιδιά και είναι παντρεμένη. Ο πατέρας του, προς αποφυγή ενός σκανδάλου (που ήδη είχε ξεσπάσει), τον στέλνει στην Κορυτσά (1936-7), και μετά ακολουθεί η Αίγυπτος (1941-4), η Ν. Αφρική (1941-4), όπου ζει μακριά από τον πόλεμο, μετά πάλι Λονδίνο, Άγκυρα (1948-50), και τέλος Βυρηττός (1952-6). Στο μεταξύ, στις 10 Απριλίου 1941, μια μέρα μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τους Γερμανούς, νυμφεύεται την Ζάννου και αναχωρούν για Αίγυπτο για να ακολουθήσουν την ελληνική κυβέρνηση, αλλά από το γάμο αυτό δεν προκύπτουν παιδιά. Το 1957-62 ο Σεφέρης εγκαθίσταται στο Λονδίνο ως πρεσβευτής της Ελλάδας. Νοσταλγοί, όμως, την πατρίδα και αισθάνεται λύπη. Παρ’ όλα αυτά, όμως, ταξιδεύει συχνά και την επισκέπτεται όποτε το θελήσει με οδηγό την πένα του και κάποιες λέξεις.

Διαβάστε επίσης  Πάμπλο Νερούδα: Ο αγωνιστής ποιητής του έρωτα

Το Νόμπελ και το τέλος της ζωής του

Ο Σεφέρης κατά την απονομή του Νόμπελ το 1963.

Στις 10 Απριλίου 1963 σηματοδοτείται η μεγαλύτερη στιγμή, τόσο για τον Σεφέρη προσωπικά, όσο και για την ελληνική λογοτεχνία. Η σουηδική ακαδημία τού απονέμει το Νόμπελ Λογοτεχνίας (που σύμφωνα με το σκεπτικό της ακαδημίας προάγει την ελληνική γλώσσα και τον πολιτισμό), κάτι που ήδη προοικονομείτο από το 1956, με το σύνολο του έργου του να είναι πια ευρύτερα μεταφρασμένο. Πλέον, το έδαφος έχει προλειανθεί και η παγκόσμια λογοτεχνία υποδέχεται ένα μεγάλο λογοτέχνη. Ο Σεφέρης επικρατεί των Μπέκετ και Νερούδα (ο πρώτος ήταν μηδενιστής και ο δεύτερος κομμουνιστής, κατά την ακαδημία), κάνοντας ακόμα πιο σπουδαίο το επίτευγμά του. Ο λόγος που θα εκφωνήσει, θα αποτελέσει ύμνο για την Ελλάδα. Συγκεκριμένα, είπε αποσπασματικά: «Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό, παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. [..] Άλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά. Κανόνας της είναι η δικαιοσύνη. [..] Πιστεύω πως τούτος ο σύγχρονος κόσμος όπου ζούμε, ο τυραννισμένος από το φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την ποίηση. Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα – και τι θα γινόμασταν αν η πνοή λιγόστευε; Πρέπει να αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου και να βρίσκεται». Παρ’ όλα αυτά, όταν θα επιστρέψει στη χώρα, δε θα τον υποδεχτεί κανένας επίσημος από το ελληνικό κράτος(!) και κανένας εκπρόσωπος από κάποιο λογοτεχνικό σωματείο στο αεροδρόμιο. Την επόμενη χρονιά, αναγορεύεται κατά σειρά επίτιμος διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής Α.Π.Θ., της Οξφόρδης και του Κέμπριτζ. Το 1966, απολαμβάνοντας την καταξίωση της ποίησής του, εκδίδει τα «Τρία κρυφά ποιήματα», το προτελευταίο έργο του. Ένα χρόνο μετά την εγκαθίδρυση της δικτατορίας, ο Σεφέρης σιωπά. Χάνεται από τα λογοτεχνικά δρώμενα και κατηγορείται έντονα ότι καλοβλέπει τη χούντα και λόγω της αστικής καταγωγής του δεν τολμά να αντισταθεί. Υπό το βάρος των κατηγοριών, 2 χρόνια μετά(!), μαγνητοφωνεί μια ομιλία στο ραδιόφωνο του BBC, όπου εργαζόταν, εναντίον της χούντας, γεγονός που του στερεί το διπλωματικό διαβατήριο και τον τίτλο του πρέσβη. Το 1971 γράφει το τελευταίο έργο του «Επί Ασπαλάθων». Αρχές Αυγούστου του ίδιου έτους εισάγεται στον Ευαγγελισμό για εγχείριση δωδεκαδάχτυλου του λεπτού εντέρου. Η εγχείριση αποτυγχάνει και ο Σεφέρης, ένα μήνα μετά, πεθαίνει από μετεγχειρητικές επιπλοκές.  Η κηδεία του θα είναι παλλαϊκή, με την πομπή που οδηγεί τη σωρό στο Α’ Νεκροταφείο, να τραγουδά την «Άρνηση», μελοποιημένη από τον Μίκη Θεοδωράκη. Στις 23 του ίδιου μήνα το Βήμα δημοσιεύει το «Επί Ασπαλάθων».

Διαβάστε επίσης  Fahrenheit 451, μια βουτιά στην βαθιά πραγματικότητα
Advertising

με τι καρδιά, με τι πνοή, τι πόθους και τι πάθος, πήραμε τη ζωή μας λάθος κι αλλάξαμε ζωή!  

 -Γιώργος Σεφέρης, «Άρνηση». 


Το ποιητικό του έργο

Η εμφάνιση του Σεφέρη στα λογοτεχνικά και δη ποιητικά δρώμενα πραγματοποιείται στην ασυνήθιστη ηλικία των 31 ετών με τη «Στροφή»  (1931), η οποία λαμβάνει μέτριες έως και αποκαρδιωτικές κριτικές. Την ίδια χρονιά, ο Σεφέρης θα μεταβεί στο Λονδίνο για διπλωματικούς λόγους. Εκεί θα γνωρίσει τον ποιητή Τόμας Έλιοτ και θα επηρεαστεί βαθιά από το έργο του. Αμφότεροι θα παρασυρθούν σε… λογοτεχνικές φιλονικίες, έριδες και παρεξηγήσεις, μα η κοινή τους αφετηρία θα υπερκεράσει το διαφορετικό ποιητικό ύφος τους. Ο Σεφέρης μεταφράζει, εισερχόμενος στο νέο αυτό κόσμο (των μεταφράσεων), την «Έρημη Χώρα» (1936) και το «Φονικό στην Εκκλησία» (1963), ενώ θα ακολουθήσει η έκδοση της «Στέρνας» (1932). Το 1935 θα ξεκινήσει με τους Εμπειρίκο και Ελύτη να γράφει στα Νέα Γράμματα, άλλοτε ως ποιητής, άλλοτε ως μεταφραστής ή ως δοκιμιογράφος. Τα δοκίμιά του υπέρ των Μακρυγιάννη και Θεοφίλου είναι έργα καινοτόμα με σπουδαία κριτική αντίληψη. Παράλληλα, επιμελείται και τα έργα του Σικελιανού και του Κάλβου, ευρισκόμενος στην Αίγυπτο. Λίγο πριν το 1937, όντας στην Κορυτσά, θέτει στο στόχαστρό του τον Καβάφη. Τον μελετά, τον ερμηνεύει, τον εξυμνεί και αναγκάζει τον Στρατή Τσίρκα να παραδεχτεί αργότερα ότι ο Σεφέρης ήταν αυτός «που μας έμαθε να διαβάζουμε σωστότερα τον Καβάφη». Την ίδια χρονιά, εκδίδει το «Μυθιστόρημα» και γνωρίζει την απόλυτη αποδοχή και καταξίωση και εν συνεχεία, θα εκδώσει την «Γυμνοπαιδία». Το 1941, φοβισμένος από το τέρας του πολέμου, που ίσως τον σκοτώσει, εγκαταλείπει την Ελλάδα, εκδίδοντας λίγο αργότερα, τα «Ποιήματα 1», το «Τετράδιο γυμνασμάτων α΄ » και το «Ημερολόγιο Καταστρώματος» ταυτόχρονα. Μετά το 1941, θα παραθέσει πληθώρα διαλέξεων, θα διαδώσει την ελληνική γλώσσα και τα ελληνικά γράμματα και θα εκδώσει τις «Δοκιμές» και το «Ημερολόγιο Καταστρώματος β’».  Θα ακολουθήσουν: η «Κίχλη» (1947), στην οποία καταγράφει τις εμπειρίες του από το σπαραγμό και τη διαλυμμένη Ελλάδα που συνάντησε κατά την επιστροφή του, η συλλογή «Κύπρον ου μ’ εθέσπισεν», το «Ημερολόγιο Καταστρώματος γ΄», τα «Τρία Κρυφὰ Ποιήματα (1966)», το «Επί Ασπαλάθων» (1971) και το «Τετράδιο Γυμνασμάτων β´» (1976 και έπειτα). Αξιοσημείωτες θα είναι και οι μεταφράσεις του, στα δύο έργα της Βίβλου, «Άσμα Ασμάτων» (1965), «η Αποκάλυψη του Ιωάννη» (1966), και σε άλλα, όπως οι «Αντιγραφές» (1965, περιέχει έργα Ευρωπαίων και Αμερικανών ποιητών όπως Ezra Pound, Andre Gide, Eluard, Jouve), και οι «Μεταγραφές» (1980, περιέχει κείμενα της αρχαίας γραμματείας). Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, δεν τον υποδέχτηκαν με ανοιχτές αγκάλες. Ήταν ένας ξένος αστός και κοσμοπολίτης μπροστά στη διαλυμμένη μετεμφυλιακή ελληνική σκηνή. Ξεχώριζε, και αυτό ήταν άσχημο. Η ποίησή του χαρακτηρίστηκε από υπαινικτικό τόνο, σκοτεινό, έντονα συμβολικό χαρακτήρα, απαισιόδοξο, μελαγχολικό με κάποιες φωτεινές εξαιρέσεις αισιοδοξίας και ήταν έντονα επηρεασμένη από την ελληνική παράδοση και μυθολογία, ένας συγκερασμό εντέλει, μοντέρνου και παραδοσιακού στοιχείου.

Διαβάστε επίσης  Γιάννης Βαρδής: Γεννημένος αστέρι

 

Να νοσταλγείς τον τόπο σου, ζώντας στον τόπο σου, τίποτα δεν είναι πιο πικρό.

Advertising


Σεφέρης και Μουσική 

Εξέχουσα θέση στη ζωή, αλλά και στην ποίηση του Σμυρνιού λογοτέχνη, είχε η μουσική. Ο Σεφέρης άκουσε πολλά έργα των Μπαχ, Χάιντν, Μπετόβεν, Μπράμς, Τσόπιν, Ράβελ, Στράους, Ντεμπισί, Στραβίνσκ και Βάγκνερ. Από τους μεγάλους μουσικούς, και ειδικά από τον Ντεμπισί, πήρε τη λυρικότητα, την αρτιότητα στο στίχο και την υποβλητικότητα. Αν τον γνώριζε και ήταν φίλος του, θα του χάριζε τη «Στέρνα», έχει δηλώσει. Για τους κλασικούς είχε εκφράσει το παράπονο ότι [..] «δὲ βρέθηκε ένας να μου πει πως κάποτε ο Μπετόβεν είχε εκφράσει μ᾿ έναν τόσο χειροπιαστό τρόπο την ωριμότητα του ανθρώπου μπροστά στο θάνατο, την ελευθέρωση από τό θάνατο, με τόσο ανθρώπινο τρόπο. Ότι ο Μπαχ είναι ίσως ο μόνος που υπάρχει, που να μην είναι ούτε cerebral, ούτε sense, ούτε sentimental, ούτε romantique, ούτε classique, ούτε precieux, ούτε naturel, ούτε prime-sautier, ούτε τίποτα από δαύτα, κανένας χαρακτηρισμός: είναι ο γυμνός άνθρωπος, πλέριος, ζυγισμένος, χωρίς καμιά γωνιά, που μας μοιάζει ή που δεν μας μοιάζει, κι όμως ξέρουμε πως είναι αυτός πλέριος και αληθινός». Πολλά από τα ποιήματά του έχουν μελοποιηθεί από διακεκριμένους Έλληνες συνθέτες, όπως είναι οι: Μίκης Θεοδωράκης, Νίκος Μαμαγκάκης, Μίλτος Πασχαλίδης, Αδελφοί Κατσιμίχα, Ηλίας Ανδριόπουλος, Δήμος Μούτσης, Αργύρης Μπακιρτζής, Δημήτρης Αγραφιώτης, Θεόδωρος Αντωνίου, Λεωνίδας Ζώρας, Θεόδωρος Καρυωτάκης, Περικλής Κούκος, Γιώργος Κουρουπός, Γεώργιος Πονηρίδης, Θάνος Μικρούτσικος και Τζον Τάβενερ.

«Χώρες του ήλιου και δεν μπορείτε ν᾿ αντικρίσετε τον ήλιο.

Χώρες του ανθρώπου και δεν μπορείτε ν᾿ αντικρίσετε τον άνθρωπο».

«Κίχλη». 

Advertising


Επίλογος 

Από την κηδεία του Γ. Σεφέρη, 22/09/71.

Λυρικότητα, στοχασμός, νοσταλγία, μελαγχολία, σχοινοβασία μεταξύ μοντέρνου και παραδοσιακού, κριτική και Ελλάδα είναι τα στοιχεία που συνθέτουν το παζλ του έργου και της ζωής του Γιώργου Σεφέρη. Ερωτεύθηκε δυο φορές, παντρεύτηκε, μα δεν απέκτησε παιδιά. Η μόνιμη αγάπη του, η Ελλάδα, που χάρη στην πένα του και σε λίγες λέξεις, ταξίδευε κοντά της. Υπήρξε καταγγελτικός απέναντι στο φασισμό, μα όχι αδυσώπητος. Όμως, η πρωτοπορία του έργου του, η μοντέρνα και ρηξικέλευθη ποίησή του, η βαθιά σκέψη του, είναι στοιχεία που τον καθιστούν κορυφαίο εκπρόσωπο της Γενιάς του ’30 και έναν από τους πιο λαοφιλείς ποιητές/λογοτέχνες της γενιάς του, κι όχι μόνο.


Παρακάτω, παρατίθενται τρία βίντεο. Στο πρώτο ακούγεται ο ποιητής να διαβάζει την «Άρνηση», στο δεύτερο υπάρχει το ηχογραφημένο μήνυμά του εναντίον της χούντας και στο τρίτο απόσπασμα παρατίθεται λίγη από την ποίησή του.  Καλή απόλαυση!

Advertising

https://www.youtube.com/watch?v=TBjlrAgg0qM

Πηγή των βίντεο

youtube.com

Advertising

 

Πηγές του άρθρου

http://www.newsbeast.gr/portraita/arthro/2099496/o-nompelistas-piitis-mas-giorgos-seferis

http://www.gnomikologikon.gr/authquotes.php?auth=19

https://www.sansimera.gr/biographies/697

Advertising

http://users.uoa.gr/~nektar/arts/tributes/george_seferis/seferis-cv2.htm

 

 

 

 

 

 

Είμαι ο Χάρης Αβραμίδης. Είμαι φιλόλογος, καθώς τυγχάνω απόφοιτος της σχολής Φιλοσοφίας - Παιδαγωγικής του Α.Π.Θ. με κατεύθυνση τη φιλοσοφία και το ζώδιό μου είναι Κριός. Είμαι σινεφίλ , λατρεύω τη μουσική και το μότο μου :΄΄ Βάλλε πάθος σε ό,τι κάνεις ! ΄΄ .

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Η μαγεία ως κοινωνικό φαινόμενο

Η μαγεία ως κοινωνικό φαινόμενο έχει συνδεθεί ιστορικά με την

Οι καλύτερες ταινίες του 2024: Τις είδαμε και στις προτείνουμε!

Το 2025 είναι εδώ και πολλά υποχόμενο με προβολές, νέες