Το ‘74 ένα ανδρόγυνο (Willard Huyck, Gloria Katz) σκηνοθετεί ένα art-house ντεμπούτο τρόμου με τίτλο: «Messiah of Evil», αντικειμενικά, ένα από τα πιο αξιοσημείωτα ανεξάρτητα φιλμ της δεκαετίας. Όπως είθισται να λέμε, ένα «κρυφό διαμαντάκι» από τα έγκατα του είδους του τρομακτικού, από ένα σκηνοθετικό δίδυμο Αμερικανών που επιχείρησαν αλλά και κατάφεραν να κάνουν τη διαφορά και να κατακτήσουν μια θέση στην καρδιά των «cult-classics».
Η ιστορία ακολουθεί την Arletty, μια νεαρή γυναίκα που ψάχνει τον αγνοούμενο πατέρα της, έναν αινιγματικό καλλιτέχνη που έχει αφήσει ως μοναδικό σημάδι ζωής (;) μαγνητοφωνημένες κασέτες κατά τις οποίες αποδομεί το προσωπικό του ημερολόγιο. Με οδηγό τις ενδότερες σκέψεις του απόντα πατέρα της, η Arletty μένει στο εργαστήριό του έως ότου να βρεθεί και διερευνά την μυστηριώδη απουσία του έτι περαιτέρω. Στο διάβα της, θα συναντήσει τον Thom, έναν εκκεντρικό ζιγκολό ο οποίος μαζί με τις δύο ερωμένες του θα μετακομίσει στην οικία και χώρο εργασίας του πατέρα της πρωταγωνίστριας, χωρίς φυσικά να γνωρίζει με σιγουριά το τι αυτό συνεπάγεται. Η κεντρική ηρωίδα ανακαλύπτει πως ο πατέρας της φαίνεται να υπήρξε μέλος μιας ιδιόμορφης αίρεσης ενώ ταυτόχρονα η πόλη γύρω της νεκρώνει απότομα με τους κατοίκους να φέρονται αλλόκοτα. Συσπειρώνονται αθόρυβα και καταβροχθίζουν ωμό κρέας.
Ίσως η πορεία των Huyck και Katz στο σκηνοθετικό τιμόνι να υπέστη πτώση πριν καν προλάβει να απογειωθεί, όμως στην πραγματικότητα το ντουέτο σημειώνει μια εξαίρετη καριέρα στο σενάριο ταινιών παραγωγής George Lucas (όπως «American Graffiti»), ένα κομβικής σημασίας πρόσωπο για την εξέλιξη και των δύο πίσω από τις κάμερες και τα λαμπερά φώτα του Χόλιγουντ. Απόφοιτοι του USC School of Cinematic Arts της Καλιφόρνια, οι Huyck-Katz ξεκινούν με ένα παράδοξο ντεμπούτο στην πρώτη και τελευταία τους ταινία μαζί σε συν-σκηνοθεσία που ακούει στο όνομα «Messiah of Evil» και είναι ό,τι ακριβώς προμηνύει και ο ανατριχιαστικός της τίτλος. Μυστηριωδώς, δεν αποτελείται από το παραμικρό δείγμα προγενέστερης ή αργότερης δουλειάς κανενός εκ των συνεργατών δημιουργών (συγκεκριμένα το όνομα του Willard Huyck έμεινε ανεξίτηλο στην ιστορία των «b» ταινιών της δεκαετίας του ‘80 με την ταινία που κέρδισε τον τίτλο της χειρότερης ταινίας όλων των εποχών, «Howard the Duck»).
Το «Messiah of Evil» εκτυλίσσεται σε μια παραλιακή, ειδυλλιακή θα λέγαμε περιοχή, ενώ τα εσωτερικά του πλάνα περιβάλλονται από επιβλητικά σκηνικά της pop art. Ξεκινά με μια ήδη ανορθόδοξη και ιδιοφυή εισαγωγική σκηνή που μαρτυρά πως δεν έχουμε να κάνουμε με μια κοινή ταινία τρόμου και δη αμερικάνικη. Μια σύγχρονη Arletty στη χώρα των θαυμάτων εξερευνά τα πράγματα του πατέρα της περιπλανώμενη σε μια αχανή λούπα από έντονα χρώματα και νέον φωτισμούς. Βαθιά επηρεασμένο από ένα σινεμά με γερές βάσεις στο art-house καθώς και εκείνο του Mario Bava και ό,τι επέφερε αυτό στον χώρο των ιταλικών gialli και προπαντός του George Romero, χρησιμοποιεί μια ιστορία με ζόμπι και την εμπλουτίζει με μυστικιστικές πινελιές στα χρώματα των 70’s. Αφορά μια αίρεση νεκρών που πραγματοποιεί μια άτυπη τελετουργία για τα 100στά της γενέθλια με μια «γκουρμέ» επιστροφή στο -τότε- σήμερα. Κανίβαλοι βαμπίρ ξεχύνονται σιωπηλά στους δρόμους της πόλης και μας φέρνουν στη μνήμη το αείμνηστο σινεμά «b» τρόμου της δεκαετίας του ‘50 κι έπειτα. Κάτι από το γκροτέσκα ευφυές «Invasion of the Body Snatchers», κάτι από τα σκηνικά και ζωντανά χρώματα του «Blob», κάτι από την φρικιαστική ατμόσφαιρα του «Night of the Living Dead» και ούτω καθεξής.
Αν θα έπρεπε επειγόντως να ξεθαφτεί από την σκόνη του χρόνου, θα ήταν ακριβώς λόγω του ότι η σκόνη αυτή δεν πέρασε καθόλου πάνω στην ταινία αλλά και για την ιστορική της σπουδαιότητα ως προς την μαστορικής κλάσης διαχείριση της ησυχίας. Τμηματικά χωρισμένη σε αξεπέραστης αισθητικής σεκάνς, αναπαριστάνει με τον δικό της πρωτότυπο τρόπο στιγμιότυπα από τα περασμένα αλλά διόλου ξεχασμένα «horror classics» των προηγούμενων δεκαετιών με μια φανερά ανανεωμένη οπτική που λειτουργεί ως μια νοσταλγικής φύσεως αναφορά και όχι ως μια φτηνή απομίμηση. Αξιοσημείωτη δε, είναι η συνέπεια των πλάνων τα οποία αποτελούν ένα προς ένα ζωγραφικά έργα τέχνης σε ορισμένες σκηνές αληθινού τρόμου με εξαιρετικά αληθοφανή κασκαντερικά και πρακτικά εφέ και επιμελή διατήρηση της νοσηρής ατμόσφαιρας που διέπει τον φακό των Huyck-Katz σε τέτοιο βαθμό που έχεις αρχίσει να αναπολείς αισθητά την φασαρία. Όσον αφορά την αισθητική του σημασία στον κινηματογράφο, το «Messiah of Evil» θα μπορούσε να θεωρηθεί τόσο στιλιστικά άπιαστο όσο άλλες ταινίες του είδους της που, σε αντίθεση με αυτή, είχαν την τύχη να ονομαστούν κλασικές.
Δείτε εδώ το trailer της ταινίας: