Κι ενώ όλοι αναμένουμε την 10η – και μάλλον τελευταία – ταινία του Κουέντιν Ταραντίνο, ας γυρίσουμε τον χρόνο στο μακρινό 1992, όταν ο πλανήτης έμαθε για πρώτη φορά τι θα πει “ταραντινικός” κινηματογράφος με τη κυκλοφορία του “Reservoir Dogs”. Ελληνικός τίτλος δεν υπάρχει, πρώτον γιατί το “Σκυλιά Δεξαμενής” δεν θα ήταν ιδιαίτερα πιασάρικο και δεύτερον ο τίτλος δεν βγάζει κανένα νόημα ούτε στα αγγλικά, μιας κι είναι εντελώς άσχετος με την υπόθεση της ταινίας. Αλλά Ταραντίνο είναι αυτός και τα κάνει κάτι τέτοια – δεν προσφέρει μασημένη τροφή και του αρέσει να κρατάει κρυφές τις δημιουργικές του επιφοιτήσεις. Για την πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα θα χρειαστεί μόνο 1.2 εκατομμύρια δολάρια (τσάμπα πράγμα για τα δεδομένα του Χόλιγουντ), μια εγκαταλελειμμένη αποθήκη κι ένα καστ 10 ατόμων. Απλός, λιτός, αλλά εξ αρχής προβοκατόρικος.
Τα “μεθεόρτια” μιας ληστείας
Το “Reservoir Dogs” δεν είναι μια κλασική ταινία ληστείας τύπου “Heat” (1995) ή “Ocean’s Eleven” (2001), με ατελείωτες καταδιώξεις κι ευρηματικά σχέδια διαφυγής. Πρόκειται για το επακόλουθο μιας παταγωδώς αποτυχημένης επιχείρησης που, ενώ ξεκίνησε σαν μια “καθαρή” και γρήγορη δουλειά, εξελίχθηκε σε μακελειό ανταλλαγής πυρών. Με κωδικά ονόματα τύπου Cluedo, έξι άνδρες θα βρεθούν στο στόχαστρο της αστυνομίας και το ερώτημα που πλανάται στον αέρα είναι ένα: ποιος τους “έδωσε”; Κάποιοι είναι νεκροί, κάποιοι θανάσιμα τραυματισμένοι και το μόνο σίγουρο είναι ότι ανάμεσα τους βρίσκεται ένα “καρφί”, ένας βαλτός της αστυνομίας. Μέσα σε 90 λεπτά ο Ταραντίνο μάς συστήνει έναν cult υπόκοσμο γεμάτο από αιμοδιψείς, ρατσιστές και σεξιστές γκάνγκστερ που προβληματίζονται για σοβαρά ζητήματα, όπως το βαθύτερο νόημα των στίχων του “Like A Virgin” της Madonna.
Τα “Reservoir Dogs” με αλφαβητική σειρά:
- Edward Bunker – Mr. Blue
- Steve Buscemi – Mr. Pink
- Harvey Keitel – Mr. White
- Michael Madsen – Mr. Blonde
- Tim Roth – Mr. Orange
- Quentin Tarantino – Mr. Brown
Η “Σχολή Ταραντίνο” στα πρώιμα στάδια της
Με το “Reservoir Dogs” ο Ταραντίνο μάς εισήγαγε στην ωμή και ταυτόχρονα σουρεάλ αισθητική του. Αν έχετε παρακολουθήσει έστω και λίγο από τη δουλειά του, γνωρίζετε ότι του αρέσει να καταπιάνεται με την πιο “βρώμικη” πλευρά της κοινωνίας και να προβάλλει τη νοσηρότητα της με σατιρικό τρόπο, μέσα από “κακά” αστεία και ξέχειλα λουτρά αίματος. Πρόκειται για έναν ολοκληρωμένο δημιουργό – έναν auteur – που πέρα από τη σκηνοθεσία επενδύει πολύ στο storytelling, καθώς ασχολείται ενεργά με τη συγγραφή του σεναρίου. Ο Ταραντίνο παρέχει πολλή πληροφορία με τους καλοδουλεμένους του διαλόγους, θέλοντας να συμβάλλει τόσο στο σύνολο της αφήγησης – που συνήθως είναι μη γραμμική – όσο και στην ανάδειξη των χαρακτήρων. Καμία ατάκα δεν είναι τυχαία και γι’ αυτόν τον λόγο είναι αρκετά ανελαστικός με τους αυτοσχεδιασμούς των ηθοποιών, όταν εκείνοι αντί να προσθέτουν, αφαιρούν στοιχεία από το σενάριο.
Ο Ταραντίνο είναι ένας τύπος που έχει “καεί” στο να βλέπει ταινίες κι αυτό φαίνεται – σε βίντεο κλαμπ δούλευε άλλωστε. Σίγουρα επηρεασμένος από τους γκάνγκστερ του Κόπολα, του Σκορσέζε και του Ντε Πάλμα, ο Ταραντίνο ξεφεύγει από την πιο “sigma” προσέγγιση τους και επιλέγει να τους παρουσιάσει λιγότερο ελκυστικούς και περισσότερο τραγελαφικούς. Τα στοιχεία μαύρης κωμωδίας είναι έντονα σε όλες του τις ταινίες, το ίδιο και στο “Reservoir Dogs”, όπου οι άνθρωποι του υποκόσμου δεν φημίζονται για την εξυπνάδα και τη ψυχραιμία τους, με τα ξεσπάσματα που θυμίζουν Τζο Πέσι (“Goodfellas”, “Casino”, “Raging Bull”) να είναι άφθονα.
Κι όλα αυτά δένουν τέλεια μεταξύ τους με τη σωστή μουσική που ο Ταραντίνο φαίνεται να αγαπά όσο και το σινεμά, κάνοντας τη αναπόσπαστο κομμάτι των ταινιών του. Στο “Reservoir Dogs” ακούμε επιτυχίες των 70s από έναν ραδιοφωνικό σταθμό, που χρησιμοποιείται τόσο ως ιντερλούδιο όσο κι ως μέσο για να σπάσει ο τέταρτος τοίχος.
Είναι ξεκάθαρο πως το “Reservoir Dogs” αποτελεί το blueprint για το σκηνοθετικό στιλ του Ταραντίνο σε μεταγενέστερα έργα του – ιδιαίτερα στο “Pulp Fiction” (1994), όπου παρατηρούνται αρκετές ομοιότητες. Από το “Reservoir Dogs” δεν λείπουν επίσης τα ρατσιστικά και σεξιστικά σχόλια που είναι χαρακτηριστικό του Ταραντίνο και για τα οποία έχει δεχτεί δριμύτατη κριτική. Βέβαια, αν ξέρεις τον όρο “μετα-ειρωνεία”, μπορείς να καταλάβεις και τον ρόλο που επιτελούν αυτά τα σχόλια στη γελοιοποίηση των ανθρώπων που εκφράζονται έτσι.
Για το μόνο που δεν θα σε υπερασπιστούμε, αγαπητέ Κουέντιν, είναι το θεματάκι σου με τα πόδια. Ευτυχώς, από το “Reservoir Dogs” απουσιάζουν.
“Αξίζει να τη δω;”
Η αλήθεια είναι ότι ο Ταραντίνο δεν είναι για όλους – οι θεματικές του μπορεί να θεωρηθούν διαταρακτικές, η χρήση βίας υπερβολική, η φρασεολογία αχρείαστα χυδαία κι η όλη προσέγγιση του εκκεντρικά μεταμοντέρνα. Αν ανήκετε σε αυτή την κατηγορία ανθρώπων, ίσως το “Reservoir Dogs” να μην είναι για εσάς – αν και δεν χάνετε κάτι δοκιμάζοντας να δείτε μια ταινία έξω από τα νερά σας. Αν πάλι τη βρίσκετε με dark humor, ξύλο και διαφθορά, τότε θα την φιλτράρετε με μεγαλύτερη ευκολία και θα την παρακολουθήσετε ευχάριστα. Το “Reservoir Dogs” μπορεί να μην είναι η καλύτερη ταινία του Ταραντίνο, αλλά το αποτέλεσμα ήταν αρκετά ικανοποιητικό, δεδομένου ότι είναι η πρώτη του και τη γύρισε με πολύ μικρό budget μόλις στα 29 του. Εμείς θα του πούμε ένα μπράβο για το δυναμικό του ξεκίνημα και θα του βάλουμε ένα 3.5/5.
Με μια δεύτερη ματιά:
- Letterboxd: 4.2/5
- IMDb: 8.3/10
- Rotten Tomatoes: 90%