Με αφορμή το περιστατικό που συνέβη στη Ρόδο, την απόπειρα βιασμού και την δολοφονία της 21χρονης φοιτήτριας, εμφανίζεται το «πρόσωπο» της ελληνικής κοινωνίας.
Ο θυμός είναι μεγάλος για τους δύο κατηγορούμενους αλλά και για τους ανθρώπους οι οποίοι έχουν αρχίσει να σκέφτονται με την εξής λογική: «τα ζητούσε ο οργανισμός της». Πέρα από την αμαύρωση της μνήμης της κοπέλας, αυτή η λογική δείχνει και ένα σκληρό «πρόσωπο» της κοινωνίας. Ένα πρόσωπο τόσο «παλιό» όσο και «νέο». Τα κοινωνικά στερεότυπα που ενισχύουν αυτήν την άποψη, αυξάνονται παρά ελαττώνονται. Γιατί όμως ισχύει αυτή η αντίληψη; Γιατί οι γονείς απευθύνονται στα κορίτσια λέγοντάς τους «Μην ντύνεσαι προκλητικά. Μην κυκλοφορείς αργά την νύχτα. Μην πιεις πολύ και σε κοροϊδέψουν», ενώ στα αγόρια δεν υπάρχει κανένας περιορισμός;
Δυστυχώς, για την ελληνική κοινωνία υπάρχουν ελαφρυντικά στο θέμα του βιασμού και μεγάλο μέρος του συνόλου τον συγχωρεί και έτσι το θέμα ξεχνιέται και παίρνει ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις. Καθημερινά οι γυναίκες περπατούν ανάμεσα σε ανθρώπους που πιστεύουν πως δεν είναι και τόσο περίεργο να τις αναγκάσουν να κάνουν σεξ χωρίς τη συγκατάθεσή τους. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι κοινωνία δεν αναγνωρίζει το «Όχι» που θα πει μία γυναίκα που αναγκάζεται σε σωματική ή ψυχολογική βία με αποτέλεσμα να συνευρεθεί με κάποιον σεξουαλικά ενώ δεν το θέλει. Η άποψη της κοινωνίας είναι πως η γυναίκα θα έπρεπε να είχε πάρει τα μέτρα της και να είχε αποκλείσει κάθε πιθανότητα βιασμού.
Όλα αυτά αποδεικνύουν για άλλη μια φορά τις τεράστιες διαστάσεις του φαινομένου και τελικά την αδυναμία του θύματος να βρει το κίνητρο να επιδιώξει τη δικαίωσή του σε ένα σύστημα αξιών γεμάτο σεξισμό. Χρειάζεται θάρρος να φτάσεις μέχρι την Αστυνομία και αργότερα σε μία δικαστική αίθουσα ώστε να διηγηθείς αυτό που βίωσες και να ζήσεις ξανά το μικρό θάνατο που έζησες τη στιγμή του περιστατικού. Μετά, θα πρέπει να καταφέρεις να απαντήσεις στις ερωτήσεις όπως «Τι φορούσες;» διότι για την ελληνική κοινωνία το «Όχι» δεν είναι αρκετό. Έτσι επιτυγχάνεται η σιωπή των θυμάτων και η ελευθερία των δραστών.
Όλα αυτά βέβαια, δεν αφορούν μόνο τις περιπτώσεις μεταξύ αγνώστων αλλά και αυτές τις περιπτώσεις πίσω από «κλειδωμένες» πόρτες ενός ανδρογύνου. Δεν θα έπρεπε να υπάρχουν ελαφρυντικά σε αυτά τα φαινόμενα και είναι σημαντικό να αλλάξει η δομή της κοινωνίας για το θέμα του σεξιστικού ρατσισμού. Ξεκινώντας από την οικογένεια και καταλήγοντας στο σχολείο.
Ένας βιαστής δεν έχει άλλοθι και όσοι τον δικαιολογούν, θέλοντας και μη, είναι συνεργοί του. Έτσι η κοινωνία παραμένει άγρια και αντικατοπτρίζει την ανθρώπινη φύση η οποία πέρα από ευγενική και ικανή για σπουδαία επιτεύγματα, είναι άγρια και τερατώδης.