Σε προηγούμενο άρθρο μιλήσαμε για τα παιχνίδια-«κλώνους» της μεγάλης, επιτυχημένης σειράς Dark Souls. Ορισμένα παιχνίδια απέδειξαν πως μπορούν επάξια να φέρουν τον τίτλο των souls-like games, διατηρώντας παράλληλα την προσωπική τους ταυτότητα. Στο σημερινό άρθρο θα δούμε αναλυτικά ένα από αυτά τα παιχνίδια, το Elderborn, που μπορεί μεν να ανήκει σε αυτήν την κατηγορία, διαφοροποιείται δε σε αρκετούς τομείς.
Το Elderborn είναι ένα πρώτου προσώπου Action/Hack ‘n’ Slash game που αναπτύχθηκε και κυκλοφόρησε από το νεοσύστατο στούντιο παραγωγής Hyperstrange, αποκλειστικά για τα Windows στις 30 Ιανουαρίου 2020. Αποτελεί ένα κράμα από Doom και Dark Souls κι αυτό είναι το βασικότερο στοιχείο του που το κάνει να ξεχωρίζει με το δικό του τρόπο ανάμεσα στα υπόλοιπα souls-like games. Melee fast-paced μάχες υπό τους ήχους heavy metal μουσικής – τι καλύτερο; Μάλιστα, αναφέρεται από το στούντιο παραγωγής του ως «Metal AF* Slasher» (ναι, καλά μεταφράσατε τη μεσαία λέξη) και, δίχως αμφιβολία, δε θα μπορούσε να δοθεί πιο εύστοχος χαρακτηρισμός.

Το παιχνίδι ξεκινάει δίνοντάς μας αρχικά την επιλογή φύλου τού χαρακτήρα μας. Στην ουσία δεν εξυπηρετείται κάποιος σκοπός με την επιλογή αυτή, παρά μόνο διαμορφώνεται αντίστοιχα η φωνή τού narrator. Μπορούμε επιπλέον να επιλέξουμε το βαθμό δυσκολίας τού παιχνιδιού αλλά και το εάν θα υπάρχει η ποινή του permadeath, ασχέτως απ’ τη δυσκολία που έχουμε επιλέξει. Ύστερα, ανοίγει ένα cutscene αποτελούμενο από ηρωικές, επικές εικόνες, με τον narrator να μας εισαγάγει στο φόντο της ιστορίας τού παιχνιδιού.
Στον ήρωά μας έχει ανατεθεί η αποστολή να ταξιδέψει στη μυθική πόλη της Jurmum, προκειμένου να φέρει στο λαό του τη μυστική δύναμη της παντοτινής νιότης. Δυστυχώς, η σύλληψη της γενικής ιδέας δε χαρακτηρίζεται από πρωτοτυπία και σίγουρα αντίστοιχες ιστορίες είναι χιλιοειπωμένες. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού μας θα συναντήσουμε αρκετές φωτεινές, πέτρινες πλάκες με texts τα οποία μας δίνουν επιπλέον στοιχεία για την ιστορία.
Η πρώτη περιοχή την οποία θα συναντήσουμε, μας βάζει για τα καλά στο κλίμα του παιχνιδιού. Βρισκόμαστε κάτω από τη γη, κατά πάσα πιθανότητα σε μια κατακόμβη, καθώς οι πρώτοι εχθροί που θα συναντήσουμε είναι σκελετοί και το μέρος είναι γεμάτο με περάσματα, τάφους και φυσικά, παγίδες. Το παιχνίδι δυστυχώς διαθέτει άλλη μία μόνο βασική περιοχή, όπου καταφέρνουμε και βγαίνουμε στην επιφάνεια της γης. Στα τελευταία λεπτά του παιχνιδιού, υπάρχουν μικρές περιοχές-αρένες που διαδέχονται η μία την άλλη, κάθε φορά που αντιμετωπίζουμε waves εχθρών. Στις πρώτες δύο περιοχές, το μοτίβο που ακολουθείται προκειμένου να προχωρήσουμε είναι το ίδιο: μαζεύουμε κλειδιά για να ανοίξουμε πόρτες και να συνεχίσουμε το ταξίδι μας. Η διαδρομή που θα ακολουθήσουμε δεν είναι πάντα γραμμική αλλά το τελικό σημείο είναι το ίδιο.

Ένα ενδιαφέρον στοιχείο τού Elderborn, είναι ο μεγάλος αριθμός των εχθρών που διαθέτει. Ο κάθε εχθρός έχει τις δικές του κινήσεις, επιθέσεις κι ευάλωτα σημεία. Γενικά, δεν είναι δύσκολο να «διαβάσουμε» και να μάθουμε τις κινήσεις τους, σίγουρα όμως σε υψηλότερα επίπεδα δυσκολίας, η μάχη γίνεται πιο απαιτητική. Health bars δεν εμφανίζονται πάνω από τους εχθρούς, με την εμπειρία όμως σύντομα μαθαίνουμε τον αριθμό χτυπημάτων που απαιτείται κάθε φορά. Αντίστοιχα, το ίδιο συμβαίνει και στα… δύο bosses του παιχνιδιού. Αυτό είναι το άλλο βασικό, αρνητικό του Elderborn: ο αριθμός των «μεγάλων» εχθρών. Μάλιστα, το δεύτερο boss είναι διπλό και όσοι έχουμε ασχοληθεί με το πρώτο Dark Souls, αμέσως θα μας έρθει στο μυαλό ένα από τα πιο ιδιαίτερα κι απαιτητικά bosses τού παιχνιδιού, το δίδυμο των Ornstein & Smough. Ναι, δυστυχώς η πρωτοτυπία ήταν απούσα στη σύλληψη της συγκεκριμένης ιδέας.
Το πιο πωρωτικό στοιχείο για μένα (πλην της heavy metal μουσικής την οποία θα σχολιάσουμε παρακάτω), είναι τα όπλα. Παρά τη σχετικά σύντομη διάρκειά του, στο παιχνίδι θα βρούμε συνολικά 11 όπλα, τα περισσότερα εκ των οποίων είναι εντυπωσιακότατα. Το καθένα απ’ αυτά ανταποκρίνεται σε όλα τα playstyles και προσφέρει στον παίκτη κάποιο μπόνους. Επίσης, ενεργοποιεί ένα challenge με το οποίο, όταν ολοκληρωθεί, κερδίζουμε experience. Η εμπειρία που μαζεύουμε από τους εχθρούς και τις δοκιμασίες είναι απαραίτητη για να κερδίσουμε experience points, τα οποία μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για level up στα checkpoint σημεία που συναντάμε, αυξάνοντας ένα από τα εξής attributes: Might, Speed και Resilience. Το καθένα από αυτά μας οδηγεί στα δικά του skills και abilities, τα οποία είναι λίγα κι απλά, όμως τα περισσότερα πολύ χρήσιμα για να μας διευκολύνουν στο παιχνίδι μας.
Ο ήρωας, πέρα από τη light και heavy attack, έχει τη δυνατότητα για jump, dash, parry-counterattack και block των επιθέσεων. Μάλιστα, το καθένα από τα διαθέσιμα όπλα έχει τη δυνατότητα είτε για parry είτε για block, κάνοντάς τα έτσι αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση συγκεκριμένων εχθρών. Μπορούμε να έχουμε 3 health potions το μέγιστο, τα οποία γεμίζουν σταδιακά όταν σκοτώνουμε εχθρούς. Τέλος, ένα από τα πιο γνώριμα και συνήθη χαρακτηριστικά των souls-like παιχνιδιών που θα συναντήσουμε κι εδώ, είναι η εμφάνιση της experience στο μέρος που πεθαίνουμε. Για να την ανακτήσουμε, αρκεί να φτάσουμε στο συγκεκριμένο σημείο και να πατήσουμε το ανάλογο πλήκτρο για κάποια δευτερόλεπτα παρατεταμένα. Αν δεν καταφέρουμε να φτάσουμε μέχρι εκεί ζωντανοί, προφανώς αυτή χάνεται.

Τα γραφικά σίγουρα δεν αποτελούν το δυνατό κομμάτι του παιχνιδιού, χωρίς αυτό όμως να είναι κάτι αρνητικό. Μας πηγαίνουν αρκετά χρόνια πίσω στο gaming κι αυτό αρκετοί θα το βρουν νοσταλγικό κι ενδιαφέρον. Ίσως μάλιστα, το χαρακτηριστικό αυτό να ενισχύει σε κάποιο βαθμό την ωμή και μπρούταλ ατμόσφαιρα που έχει χτίσει το παιχνίδι. Επιπρόσθετα, η κάθε περιοχή αποτελείται από τη δική της χρωματική παλέτα διαμορφώνοντάς την αντίστοιχα και διαφοροποιώντας την απ’ τις υπόλοιπες, ενώ παράλληλα δεν κουράζει οπτικά τον παίκτη.
Τα ηχητικά εφέ του Elderborn, απ’ τον ήχο που παράγει κάθε όπλο όταν χρησιμοποιείται μέχρι και τις φωνές των εχθρών, είναι αρκετά τίμια και για τέτοιας μικρής παραγωγής παιχνίδι σε καμία περίπτωση δεν απογοητεύουν. Όσον αφορά τη μουσική σύνθεση, δε μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε κάτι λιγότερο από επικά «σκληρή». Απολαυστικά riff ηλεκτρικής κιθάρας και ένα μπάσο που κάνει αισθητή την άγρια διάθεσή του συνοδεύουν την ήρεμη δύναμη των ντραμς, με αρκετά απ’ τα κομμάτια τού soundtrack να φλερτάρουν παράλληλα και με την ηλεκτρονική μουσική.
Στη δεύτερη περιοχή μάλιστα, όλα αυτά εκφράζονται με μια ανατολίτικη χροιά που δένει όπως πρέπει με το περιβάλλον και τα χρώματά του. Όλα τα μουσικά κομμάτια τού Elderborn φαίνεται πως έχουν έναν και μόνο σκοπό: να ωθήσουν τον παίκτη να διαλύσει τα πάντα στο πέρασμά του και να το απολαύσει και με το παραπάνω και γιατί όχι, να κοπανηθεί λιγάκι. Ίσως, μάλλον, κάτι τέτοιο να επιβάλλεται!

Αν περιμένετε υψηλού επιπέδου μάχες, ενδιαφέροντες χαρακτήρες και πλούσιο lore, γραφικά κι εφέ που προκαλούν το θαυμασμό και γενικώς μια άρτια εμπειρία, σίγουρα αυτό το παιχνίδι δεν απευθύνεται σε εσάς. Αν όμως, είστε δεκτικοί στο να δοκιμάζετε δημιουργήματα μικρών στούντιο παραγωγής με τα συν και τα πλην τους που έχουν παρόλα αυτά να δώσουν κάτι, τότε το Elderborn θα σας προσφέρει 7-10 ώρες αδιαμφισβήτητης πώρωσης.