Η ρευματοειδής αρθρίτιδα (RA) είναι μια χρόνια φλεγμονώδης νόσος άγνωστης αιτιολογίας. Επηρεάζει κυρίως μικρότερες αρθρώσεις κατά συμμετρικό τρόπο και οδηγεί τελικά στην καταστροφή τους.
Στα συμπτώματα συγκαταλέγονται ο πόνος, οι εξωαρθρικές εκδηλώσεις και μια πληθώρα ανοσολογικών ανωμαλιών. Που οδηγούν σε αναπηρία, η οποία με τη σειρά της επηρεάζει την ικανότητα των ασθενών να εργάζονται. Οδηγώντας και σε μειωμένη ποιότητα ζωής. Επίσης έχει υψηλή συχνότητά. Στην Πολωνία περίπου 1% του πληθυσμού πάσχει από ρευματοειδή αρθρίτιδα.
Ορισμένα δεδομένα υποδηλώνουν ότι αυτή η νόσος σχετίζεται με μειωμένη μακροχρόνια επιβίωση των ασθενών, και ότι η οστική βλάβη μπορεί να συμβεί πολύ νωρίς κατά την πορεία της νόσου.
Διάφορα αντιρρευματικά φάρμακα που τροποποιούν την νόσο (DMARDs) είναι διαθέσιμα για τον έλεγχο της πορείας της νόσου.
Ο κύριος στόχος της θεραπείας είναι η βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών και η αποφυγή της καταστροφής των αρθρώσεων.
Το 1989, προτάθηκε το εξής μοντέλο για τη δράση των φαρμάκων: ταχείας και αργής δράσης αντιρρευματικά φάρμακα θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για την επίτευξη παρατεταμένου ελέγχου της φλεγμονής και την πρόληψη της καταστροφής των αρθρώσεων.
Η μεθοτρεξάτη (ΜΤΧ) είναι το πιο συχνό χρησιμοποιούμενο DMARD και συνταγογραφείται σε όλο τον κόσμο για τουλάχιστον 500.000 ασθενείς με RA. Η μεθοτρεξάτη είναι ένα ανάλογο του φολικού οξέος και της αμινοπτερίνης που είναι επίσης ανταγωνιστής του φολικού οξέος.

Εισήχθη αρχικά το 1948 για τη θεραπεία της οξεία λευχαιμίας. Πολλοί φαρμακολογικοί μηχανισμοί για τη δράση της μεθοτρεξάτης έχουν προταθεί. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται η αναστολή της σύνθεση πουρίνης, προώθηση της απελευθέρωσης της αδενοσίνης, αναστολή της παραγωγής προφλεγμονωδών κυτοκινών. Καταστολή του πολλαπλασιασμού των λεμφοκυττάρων, των ουδετερόφιλων και τη μείωση της ανοσοσφαιρίνης του ορού.
Ωστόσο, ο μηχανισμός με τον οποίο η μεθοτρεξάτη σε χαμηλή δόση ρυθμίζει τη φλεγμονή στην RA είναι ακόμα άγνωστη. Η ταχεία κλινική ύφεση και η γρήγορη έξαρση της νόσου μετά τη διακοπή της μεθοτρεξάτης προτείνει ότι τα αντι-φλεγμονώδη στοιχεία της μεθοτρεξάτης παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στη θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Μελέτες σήμερα δείχνουν ότι οι σημαντικότερες δράσεις της μεθοτρεξάτης όταν αυτή χορηγείται σε χαμηλή δόση είναι: η αύξηση της αδενοσίνης και η μείωση των προ-φλεγμονωδών. Αυξάνοντας παράλληλα τα αντι-φλεγμονώδη επίπεδα της κυτοκίνης.
Δοσολογία του φαρμάκου
Η μεθοτρεξάτη μπορεί να χορηγηθεί από το στόμα (σε μορφή ταμπλέτας ή σε υγρή μορφή) ή παρεντερικά με υποδόρια ή ενδομυϊκή ένεση. Ο χρόνος ημίσειας ζωής της δραστικής ένωσης της μεθοτρεξάτης, η πολυγλουταμινική μεθοτρεξάτη, είναι τρεις ημέρες. Οι συνήθεις δόσεις που χρησιμοποιείται είναι: εφάπαξ εβδομαδιαία από το στόμα ή υποδόρια σε χαμηλή δόση. Επίσης οι δόσεις μπορούν να διαιρεθούν σε δύο ή τρεις σε εβδομαδιαία συνεχόμενα διαστήματα 12 ωρών.
Εάν δεν παρατηρείται σημαντική βελτίωση η δοσολογία μπορεί να αυξηθεί σταδιακά. Η συνήθης αρχική δόση είναι 7,5-10mg/εβδομάδα. Αν μια θετική αλλαγή δεν παρατηρηθεί εντός 4-8 εβδομάδων μετά την έναρξη της θεραπείας τότε η δόση θα πρέπει να αυξηθεί έως 20-25mg την εβδομάδα πριν θεωρήσουμε την θεραπεία αποτυχημένη. Για να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της μεθοτρεξάτης μια αλλαγή της οδού χορήγησης (π.χ. παρεντερική) θα πρέπει να εξεταστεί.