Το μεγάλο μας τσίρκο: Μια θρυλική παράσταση
Το μεγάλο μας τσίρκο είναι ένα θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη που έγραψε ιστορία όταν ανέβηκε στο θέατρο Αθήναιον κατά τη διάρκεια της χούντας από την Τζένη Καρέζη και τον Κωσταντίνο Καζάκο. Το ζεύγος είχε την ιδέα να ανεβάσει ένα έργο το οποίο έπρεπε να είναι:
«κάτι σαν λαϊκό πανηγύρι, να κλείνει μέσα του πολλή ρωμιοσύνη… και μέσα από τη σάτιρα, τον αυτοσαρκασμό, το γέλιο και το δάκρυ, να μιλήσουμε για τους καημούς και τα όνειρα της φυλής μας, για προδομένους αγώνες, για προδομένες ελπίδες… και πάνω απ’ όλα για ομορφιά. Για την ομορφιά αυτού του λαού, που δεν παύει ποτέ να αγωνίζεται, να προδίδεται, να πιστεύει και να συνεχίζει τον αγώνα του, διατηρώντας τις ρίζες του αναλλοίωτες αιώνες τώρα. Όλα αυτά όμως θά ’πρεπε να ειπωθούν ρωμέικα, ζεστά. Καθόλου φιλολογικά. Καθόλου εγκεφαλικά. Θα’ πρεπε, δηλαδή, να γραφτεί ένα έργο που να έχει μέσα του τους σπόρους της λαϊκής μας τέχνης. Εγχείρημα δύσκολο, άπιαστο σχεδόν»,
Advertising
όπως είπε η ίδια η Τζένη Καρέζη.
Ποιος συγγραφέας θα ήταν πιο κατάλληλος λοιπόν, από τον Ιάκωβο Καμπανέλλη, ο οποίος δέχτηκε μετά χαράς την πρόταση να γράψει ένα τέτοιο έργο και έτσι «Το μεγάλο μας τσίρκο» πήρε σάρκα και οστά. Η πρεμιέρα πραγματοποιήθηκε στις 22 Ιουνίου του 1973 στο θέατρο Αθήναιον σε σκηνοθεσία Κώστα Καζάκου και μουσική Σταύρου Ξαρχάκου. Στη σκηνή τραγουδούσε ζωντανά ο αείμνηστος Νίκος Ξυλούρης. Τα σκηνικά και τα κοστούμια ήταν του Φαίδωνα Πατρικαλάκη. Ο διάκοσμος του χώρου της εισόδου, καθώς και η θεατρική απόδοση της σκηνής του Καραγκιόζη διδάχτηκε από τον ίδιο τον Ευγένιο Σπαθάρη και ο θίασος αποτελούταν από τους Κωσταντίνο Καζάκο, Τζένη Καρέζη, Διονύση Παπαγιαννόπουλο (στο ρόλο του Κολοκοτρώνη), Νίκο Κούρο, Τίμο Περλέγκα και Χρήστο Καλαβρούζο.
Η υπόθεσή του ήταν η διαδρομή της Ελλάδας από την Τουρκοκρατία και τα χρόνια του Όθωνα έως τη Μικρασιατική Καταστροφή και τη γερμανική κατοχή. Ήταν ένα έργο γεμάτο με αλληγορίες που κατόρθωσαν έξυπνα να διαφύγουν της λογοκρισίας, δίνοντας δυνατά χτυπήματα κατά της δικτατορίας. Μάλιστα, κάποια πασίγνωστα συνθήματα από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, όπως το ΨΩΜΙ-ΠΑΙΔΕΙΑ-ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ και το ΦΩΝΗ ΛΑΟΥ — ΟΡΓΗ ΘΕΟΥ, είχαν πρωτοεμφανιστεί στη συγκεκριμένη παράσταση. Το έργο γρήγορα έγινε σύμβολο του αγώνα κατά της Χούντας και το παρακολούθησαν πάνω από 400.000 άνθρωποι. Ο κόσμος αμέσως το αγκάλιασε και το αγάπησε. Δεν ήταν απλώς μια παράσταση γι’ αυτούς, αλλά μια πράξη αντίστασης. Το κοινό γέμιζε ασφυκτικά το θέατρο κάθε βράδυ και η παράσταση είχε ένα κλίμα συλλαλητηρίου.
Η ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΗΣ ΤΖΕΝΗΣ ΚΑΡΕΖΗ
Ανάμεσα στον κόσμο, κάθε βράδυ βρίσκονταν εκπρόσωποι του στρατιωτικού καθεστώτος. Αστυνομικοί που κατέγραφαν και ενημέρωναν τους προϊσταμένους τους για τις αντιδράσεις των θεατών. Σημείωναν τις φράσεις στις οποίες χειροκροτούσε περισσότερο ο κόσμος, προκειμένου να επιβεβαιώσουν ότι το έργο είχε μηνύματα εναντίον του καθεστώτος. Καμπανέλλης, Καζάκος και Καρέζη οδηγήθηκαν πολλάκις ενώπιον του στρατιωτικού λογοκριτή για να δώσουν εξηγήσεις. Ωστόσο το έργο ήταν γεμάτο αλληγορίες και υπονοούμενα χωρίς όμως να έχει αντικαθεστωτικές εκφράσεις. Έτσι οι συντελεστές δεν μπορούσαν να κατηγορηθούν επίσημα για κάτι.
Παρ’ όλα αυτά η Τζένη Καρέζη δεν γλίτωσε. Τον Οκτώβριο του 1973 συνελήφθη και φυλακίστηκε στην απομόνωση του ΕΑΤ-ΕΣΑ για ένα μήνα. Όταν αφέθηκε ελεύθερη επέστρεψε στο θέατρο Αθήναιον ακόμα πιο αποφασισμένη και συνέχισε τις παραστάσεις, ενώ στο μεταξύ μεσολάβησε και η εξέγερση του Πολυτεχνείου (17 Νοεμβρίου 1973). Εκείνη στήριξε την παράσταση καθώς και την εξέγερση με όλες της τις δυνάμεις ώσπου συνελήφθη εκ νέου. Αυτή τη φορά συνελήφθη και ο σύζυγός της, Κώστας Καζάκος. Στις 15 Δεκεμβρίου αφέθηκαν ελεύθεροι και στις 22 Δεκεμβρίου ξαναξεκίνησε η παράσταση. Η πρεμιέρα ήταν συγκλονιστική. Ο κόσμος είχε κρυμμένα κόκκινα γαρύφαλλα στις τσέπες του και όταν έπεσε η αυλαία έρανε τη σκηνή και τους συντελεστές. Η Τζένη Καρέζη ψιθύρισε «Ναι. Θα ξαναπάω φυλακή. Αν χρειαστεί θα ξαναπάω»
Στις 3 Αυγούστου του 1974 αμέσως μετά τη Μεταπολίτευση, το έργο ξανανέβηκε με την προσθήκη των σκηνών που εíχαν λογοκριθεí κι ενός τραγουδιού (Το Προσκύνημα) στο φινάλε της παράστασης, για να τιμήσει τους νεκρούς του Πολυτεχνείου.
Τα τραγούδια της παράστασης επανακυκλοφόρησαν σε βινύλιο το 1974, ενώ το 2003 έγινε επανέκδοση του δίσκου σε CD.