
Ο Μάνος Χατζιδάκις είναι μια εμβληματική μορφή πολιτισμού και τέχνης. Είναι ο συνθέτης που φύτεψε μέσα μας το σπόρο του ρομαντισμού. Ο Μάνος Χατζιδάκις άνοιξε για μας «δρόμους ονείρων». Ακόμα και σήμερα στο άκουσμα των συνθέσεών του ταξιδεύουμε σε αθηναϊκές γειτονιές της δεκαετίας του ’50, και μια γλυκιά νοσταλγία μας κατακλύζει. Ο μεγάλος συνθέτης έφυγε από τη ζωή πριν από 25 χρόνια, στις 15 Ιουνίου του 1994.
Τα πρώτα χρόνια
Η πρώτη επαφή του Μάνου Χατζιδάκι με το πιάνο έγινε σε ηλικία τεσσάρων ετών με τα μαθήματα που έκανε με την αρμενικής καταγωγής πιανίστρια Αλτουνιάν. Παράλληλα μάθαινε ακορντεόν και βιολί. Οι γονείς του χώρισαν κι έτσι το 1932 μετακόμισε με τη μητέρα του στην Αθήνα. Ο πατέρας του πέθανε σε αεροπορικό δυστύχημα το 1938. Η απώλεια αυτή σε συνδυασμό με την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου σήμανε μια πολύ δύσκολη οικονομική περίοδο για την οικογένειά του. Ο νεαρός τότε Χατζιδάκις προκειμένου να βιοποριστεί δοκίμασε διάφορες εργασίες, όπως εργάτης σε λιμάνι, παγοπώλης στο εργοστάσιο του Φιξ, βοηθός νοσοκόμου στο 401 στρατιωτικό νοσοκομείο και υπάλληλος σε φωτογραφείο. Την περίοδο 1940-1943 παρακολουθούσε ανώτερα θεωρητικά μαθήματα με το Μενέλαο Παλλάντιο, ενώ παράλληλα ξεκίνησε σπουδές στη Φιλοσοφική Αθηνών, τις οποίες εγκατέλειψε. Την εποχή αυτή συνδέεται με καλλιτέχνες και διανοούμενους όπως ο Άγγελος Σικελιανός, ο Νίκος Γκάτσος, ο Οδυσσέας Ελύτης, ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης και ο Γιώργος Σεφέρης. Ο Μάνος Χατζιδάκις συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση μέσω της ΕΠΟΝ, όπου γνώρισε τον Μίκη Θεοδωράκη και έκτοτε συνδέθηκαν με βαθιά φιλία.

Η πορεία στη σύνθεση
Το 1944 και σε ηλικία μόλις 19 ετών, ο Μάνος Χατζιδάκις κάνει το ντεμπούτο του ως συνθέτης συμμετέχοντας στο έργο του Αλέξη Σολομού «Τελευταίος Ασπροκόρακας» στο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν. Το 1946 υπογράφει τη μουσική για την ταινία «Αδούλωτοι Σκλάβοι». Την περίοδο αυτή ο Χατζιδάκις ανακαλύπτει το ρεμπέτικο και το ερευνά. Η έρευνα αυτή οδήγησε στην πασίγνωστη διάλεξη για το ρεμπέτικο στο Θέατρο Τέχνης στις 31 Ιανουαρίου 1949.

Το 1950 ιδρύει με τη Ραλλού Μάνου το Ελληνικό Χορόδραμα, στο οποίο διετέλεσε καλλιτεχνικος διευθυντής και παρουσίασε τα τέσσερα μπαλέτα του: «Μαρσύας» 1950, «Έξι Λαϊκές Ζωγραφιές» 1951, «Το Καταραμένο Φίδι» 1951 και «Ερημιά» 1958. Την περίοδο αυτή ασχολήθηκε με τη σύνθεση μουσικής για αρχαία δράματα. Μια από τις κορυφαίες του συνεργασίες ήταν αυτή με τον Άγγελο Σικελιανό, όταν το 1950 συνέθεσε τη μουσική για την τελευταία του τραγωδία «Ο Θάνατος του Διγενή». Την ίδια περίοδο συνθέτει σημαντικά έργα, όπως η «Ιονική Σουίτα», «Για Μια Μικρή Λευκή Αχιβάδα» και «Ο Κύκλος του C.N.S».
Η δεκαετία του ’60 ήταν άκρως δημιουργική και ξεκίνησε με διακρίσεις. Απέσπασε το πρώτο βραβείο στο Β’ Φεστιβάλ Ελαφρού Τραγουδιού του Ε.Ι.Ρ. για το «Κυπαρισσάκι» και την «Τιμωρία» με την Νάνα Μούσχουρη, απέσπασε το βραβείο για τη μουσική του στο «Ποτάμι» του Νίκου Κούνδουρου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, έγραψε «Τα Παιδιά του Πειραιά» για το «Ποτέ την Κυριακή» του Ζυλ Ντασέν, που έκαναν το γύρο του κόσμου «αποδίδοντας» στον συνθέτη και το Όσκαρ Καλύτερου Πρωτότυπου Τραγουδιού την επόμενη χρονιά, και επίσης συνέθεσε μουσική για τα θεατρικά έργα «Ευρυδίκη» του Ζαν Ανούιγ, «Το γλυκό πουλί της νιότης» του Τένεσι Ουίλιαμς, «Ο θάνατος του Διγενή» του Άγγελου Σικελιανού, «Η τύχη της Μαρούλας» του Δημητρίου Κορομηλά και για πολλές ταινίες. Ανάμεσά τους οι: «Μανταλένα», «Η Αλίκη στο ναυτικό», «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος», «Η κυρία δήμαρχος», «Το κλωτσοσκούφι», «Ραντεβού στην Κέρκυρα» και άλλες.

Το 1962 ο Χατζιδάκις χρηματοδοτεί το «Διαγωνισμό Σύνθεσης Μάνος Χατζιδάκις» στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο Δοξιάδη στην Αθήνα, με το πρώτο βραβείο να απονέμεται από κοινού στους Γιάννη Ξενάκη και Ανέστη Λογοθέτη. Το 1964 ιδρύει και διευθύνει την Πειραματική Ορχήστρα Αθηνών (1964-66). Στο σύντομο χρονικό διάστημα της λειτουργίας της, η ορχήστρα έδωσε 20 συναυλίες με πρεμιέρες δεκαπέντε έργων Ελλήνων συνθετών. Την ίδια περίοδο αρχίζει και η συνεργασία του με τον Μωρίς Μπεζάρ. Οι Όρνιθες ανεβαίνουν από τα Μπαλέτα του 20ού Αιώνα στις Βρυξέλλες.
Ο Μάνος Χατζιδάκις και η απενοχοποίηση του ρεμπέτικου
Στις 31 Ιανουαρίου του 1949 λαμβάνει χώρα ένα γεγονός, το οποίο θεωρείται ορόσημο της σύγχρονης ιστορίας της ελληνικής μουσικής. Ο Μάνος Χατζιδάκις έδωσε την περίφημη διάλεξη για το ρεμπέτικο, που είχε τίτλο “Η Ερμηνεία και Θέση του Σύγχρονου Λαϊκού Τραγουδιού (Ρεμπέτικο)”. Πολλοί ακαδημαϊκοί και λόγιοι θεωρούν τη διάλεξη για το ρεμπέτικο κομβική καθώς νομιμοποιεί το ρεμπέτικο τραγούδι και το εντάσσει απενοχοποιημένο στη σύγχρονη κοινωνία. Η διάλεξη ανοίγει το δρόμο να γίνει το ρεμπέτικο έμπνευση για την έντεχνη μουσική και ανοίγει δρόμο και για τον ίδιο το Μάνο Χατζιδάκι καθώς στις μετέπειτα συνθέσεις του είναι επηρεασμένος από το ρεμπέτικο και πολλές φορές το χρησιμοποιεί μέσα στα έργα του. Χαρακτηριστικό της μουσικής του Χατζιδάκι είναι το οργανολόγιο που χρησιμοποιεί, στο οποίο πολλές φορές πρωταγωνιστεί το μπουζούκι και συνυπάρχει με το μαντολίνο και το ακορντεόν.
Αρχικό μέλημα του Μάνου Χατζιδάκι ήταν να αποδείξει την ελληνικότητα του ρεμπέτικου τραγουδιού και να το εισάγει στον κόσμο της διανόησης και των ανθρώπων της, καθώς υποστηρίζει ότι το ρεμπέτικο διαθέτει μια βαθύτερη πνευματικότητα και δεν είναι απλώς ένα είδος που προσφέρεται για νυχτερινή διασκέδαση και για την έκφραση περιθωριακών και παραβατικών ατόμων.
Παρακάτω ακολουθεί η συνέντευξη που πήρε ο Μάνος Χατζιδάκις στο Γιώργο Ζαμπέτα στο τρίτο πρόγραμμα. Ένας πολύ ενδιαφέρον διάλογος της λόγιας και λαϊκής μουσικής.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτό το άρθρο:
Μιχαήλ Χ. Η χρήση της πολιτισμικής και μουσικής συνέχειας στη διάλεξη του Μάνου Χατζιδάκι για το ρεμπέτικο. Ανακτήθηκε από https://www.eens.org/EENS_congresses/2014/michael_christina.pdf. Τελευταία πρόσβαση 30.6.2019
Μάνος Χατζιδάκις. Ανακτήθηκε από http://bit.do/eWThe. Τελευταία πρόσβαση 30.6.2019