
Αν η ζωή είναι ένα ταξίδι, το τέλος της, υπό την Αριστοτελική θεώρηση όπου τέλος σημαίνει σκοπός, είναι ο θάνατος.
Είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας και το ενδεχόμενο του θανάτου. Η απώλεια επικρέμεται πάνω από όλους τους ανθρώπους. Η αναφορά στον σκοπό γίνεται για να τονίσει την εκούσια, συνειδητή οπτική του θανάτου με δράστη τον άνθρωπο. Εισαγόμενοι στην άποψη του Φρόιντ ότι «καμιά φορά πεθαίνουμε επειδή θέλουμε να πεθάνουμε». Ο θάνατος συνοδεύεται από πολλά συναισθήματα πριν ή αφού επέλθει, στον ίδιο τον άνθρωπο που βιώνει την απειλή του θανάτου αλλά και στον περίγυρό του. Τα συναισθήματα αυτά εξαρτώνται από το πως αντιλαμβάνεται κανείς τον θάνατο και πόσο τον φοβάται. Ο φόβος είναι το συναίσθημα που μοιράζονται τόσο αυτοί που πρόκειται να πεθάνουν, όσο και αυτοί που κάποιος άλλος πεθαίνει.
Στην δεύτερη περίπτωση το συναίσθημα που βιώνουν οι άνθρωποι είναι το πένθος, που ομολογουμένως είναι από τα πιο δύσκολα και επώδυνα συναισθήματα. Δικαίως ο Χορχέ Μπουκάϊ κάνει λόγο για τον ‘’δρόμο των δακρύων’’. Ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου κατακερματίζει τον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου. Αποτελεί ένα από τα πιο ψυχοπιεστικά γεγονότα της ζωής που μπορεί να βιώσει κάποιος. Το πένθος υπάγεται στην ευρύτερη κατηγορία της απώλειας.
«Απώλεια είναι το οδυνηρό γεγονός της στέρησης της παρουσίας ενός ατόμου λόγω θανάτου. Οι αντιδράσεις απώλειας είναι οι ψυχολογικές, σωματικές ή συμπεριφορικές αποκρίσεις σε αυτήν. Η οδύνη είναι ο ισχυρός ψυχικός πόνος, η βαθιά θλίψη και τα συναισθήματα ή η συναισθηματική κατάσταση που συνδέεται με το γεγονός της απώλειας».
Εν αρχή ην το χάος
Oι απώλειες αποτελούν μέρος της ζωής μας, από την πρώτη κιόλας στιγμή της γέννησης. Στην βρεφική ηλικία κάνουμε λόγο για ματαιώσεις, οι οποίες έχουν καθοριστικό ρόλο στην ενήλικη ζωή καθώς το πένθος είναι διπλό και πολλαπλό, το οποίο σημαίνει ότι τα γεγονότα προστίθενται προοδευτικά στη ζωή. Είναι δυνατόν από μικρότερες απώλειες να θεωρήσει το άτομο ότι κάθε τι καινούριο που βγαίνει στο προσκήνιο της καθημερινότητας του, μπορεί να ερμηνευθεί πλέον ως μία νέα απώλεια. Έτσι θα συντονιστεί με μία ερμηνεία της ίδιας του της ζωής και της καθημερινότητας ως πένθιμη.
Οι άνθρωποι έχουμε την τάση να προσθέτουμε τα όμοια. Αν ανατρέξουμε σε παρελθοντικές μας εμπειρίες με προσοχή, είναι πιθανό να διαπιστώσουμε ότι έχουμε τοποθετήσει κάτω από το ίδιο πρίσμα ερμηνείας παρόμοια γεγονότα, γιατί όμοια δεν έχουμε ζήσει ποτέ. Ο Freud στηρίχτηκε σε αυτή την παρατήρηση για να κάνει λόγο για το τραύμα, για την ασύνειδη καταχώρηση πολλών στοιχείων, ιδίως αρνητικών. Αλλά στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για ασύνειδες καταχωρήσεις, αλλά για σωρεύσεις τις οποίες τα πρόσωπα τείνουν να επαναλαμβάνουν διαρκώς, διότι έτσι έχουν μάθει και από τους γύρω. Γιατί οι γύρω είναι μοντέλα.
Η αλλαγή ως απώλεια
Η απώλεια είναι ένα μείζον θέμα στο οποίο έχουμε προσδώσει αρνητικό πρόσημο και έχοντας να δώσουμε διάφορες ερμηνείες και κατηγορίες απωλειών, μία την ξεχνάμε. Η αλλαγή σηματοδοτεί απώλεια. Η αλλαγή και η εξέλιξη είναι σημεία που σηματοδοτούν πένθος. Η αλλαγή φαινομενικά είναι θαυμάσια. Έπειτα επαφίεται στην προσωπικότητα του καθενός ο τρόπος της διαχείρισης του πράγματος. Κάθε αλλαγή είναι δυνάμει πένθος. Αλλά αν εστιάσω την προσοχή μου στο ότι χάνω την προηγούμενη κατάσταση, είναι αρκετά πιο βέβαιο ότι θα διανύσω ένα πένθος με την έννοια της τεθλιμμένης του άποψης.
Η βέλτιστη διαχείριση της αλλαγής δεν είναι η διαγραφή της τωρινής κατάστασης, διότι αυτή θα πονέσει λίγο αργότερα. Στη νέα συνθήκη που την έχω υποδεχτεί με ορθάνοιχτες αγκάλες τα σημεία που θα είναι διαφορετικά και δεν θα είναι αρεστά ή απροσδόκητα θα με γυρίσουν πίσω νοερά και θα σκεφτώ ”τι την άφησα την προηγούμενη κατάσταση, καλή δεν ήτανε;” Συνεπώς Χρειάζεται μια σοφία και μια ρύθμιση για να συνυπολογιστούν αυτά τα οποία θα μείνουν πίσω, εκείνα τα οποία επιλέγω να είναι μπροστά και ενδεχόμενες προσμίξεις εγνωσμένης σύνθεσης μέχρι να φτάσω στη νέα κατάσταση. Στο πένθος που προέρχεται από πραγματική απώλεια όλο αυτό λύνεται πιο ευθέως. Σε μικρές ή μεγάλες αλλαγές αν δω τις δυσκολίες είναι όψεις πένθους που τις επιλέγουμε για να μεμψιμοιρούμε.
Έχει λοιπόν να κάνει πρωταρχικά με την οπτική που έχουμε υιοθετήσει για τα πράγματα. Και τι οπτική είναι αυτή έλεγε ο Φρόιντ αν δεν ανατρέξω λίγο στο παρελθόν να δω πως είχα διαχειριστεί μια κατάσταση που πράγματι την βίωσα ως πένθος;
Μια ψυχοδυναμική οπτική του φαινομένου
Η απώλεια σύμφωνα με τον Winnicott είναι αναπόφευκτο μέρος της κάθε ανάπτυξης και διαχειρίζεται μέσα από τη δημιουργία μιας εσωτερικής αναπαράστασης της μητέρας και με τη χρήση των μεταβατικών αντικειμένων. Τα τελευταία εγκαταλείπονται, όταν οι λειτουργίες τους εσωτερικευθούν. Ομοίως στους ενήλικες, η ανικανότητα να δημιουργήσουν μια εσωτερική αναπαράσταση οδηγεί σε ανικανότητα να καταπραΰνουν τον εαυτό τους. Τα μεταβατικά φαινόμενα οδηγούν τον πενθούντα στο νεκρό, βοηθώντας τον να διατηρήσει έναν συμβολικό δεσμό με αυτόν.
Εν συνεχεία, ο J. Bowlby, μίλησε για τη θεωρία του δεσμού, την οποία εφάρμοσε στο πένθος. Οι δεσμοί σχηματίζουν ένα σύστημα στο οποίο τα άτομα συνεχώς επηρεάζουν το ένα το άλλο, προσπαθώντας να διατηρήσουν τη σχέση με διάφορους τρόπους.
Σε μία απώλεια ο συναισθηματικός δεσμός ‘σπάει’ και σαν αποτέλεσμα έχουμε το πένθος, το οποίο διατρέχουν τέσσερα στάδια.
Στο πρώτο στάδιο, οι πενθούντες βιώνουν σοκ. Η αίσθηση της απώλειας δεν μοιάζει αληθινή και φαίνεται αδύνατον να την δεχτούν. Στο δεύτερο στάδιο ο πενθών ανησυχεί για το κενό που έχει αφήσει η απουσία του εκλιπόντος και αναζητά την ασφάλεια που του παρείχε, προσπαθώντας να γεμίσει το κενό. Απορροφάται από τον αντικαταστάτη του αποθανόντα και ψάχνει χαρακτηριστικά σε αυτόν που θα του τον θυμίζουν. Τρίτο στάδιο είναι η απελπισία και η αποδιοργάνωση. Εδώ το άτομο έχει αποδεχτεί την πραγματικότητα και ότι αυτή δεν αλλάζει. Ωστόσο, τον κατακλύζουν ο θυμός και η αμφισβήτηση, νιώθει ότι η ζωή δεν έχει νόημα χωρίς το άτομο που πέθανε και αποσύρεται από τους άλλους. Τέλος, επέρχεται στο τέταρτο στάδιο η ανάκαμψη και η οργάνωση, όπου η πίστη στη ζωή επανέρχεται.
Η απώλεια ως ενεργητική διαδικασία
Σύμφωνα με το κονστρουκτιβιστικό μοντέλο πληροφορούμαστε για μια περισσότερο ολιστική θεώρηση του πένθους με μια δόση αισιοδοξίας, χωρίς να έχει αναπτυξιακό έρεισμα και αναφορές σε στάδια. Συγκεκριμένα δεν υποστηρίζει την ύπαρξη σταδίων και θεωρεί ότι τα άτομα που πενθούν είναι ενεργοί συμμετέχοντες της διαδικασίας. Το πένθος τους δίνει τη δυνατότητα να δημιουργήσουν μια νέα αφήγηση για το θάνατο και τη σημασία του. Για τους κονστρουκτιβιστές όλοι κατασκευάζουν σημασίες και νοήματα βάσει των προσωπικών τους βιωμάτων. Αυτό σημαίνει ότι στην περίπτωση του πένθους κατασκευάζονται νέοι ρόλοι, προσαρμογές και υποθέσεις που αφορούν τη σχέση του πενθούντος και ατόμου που πέθανε. Η οπτική του μοντέλου αυτού δεν θέτει τον πενθούντα στο κέντρο, αλλά τον βλέπει σαν να έχει πολλούς εαυτούς με διαφορετικό περιεχόμενο.
Έτσι, η κατάθλιψη, η άρνηση και το άγχος δεν αντιμετωπίζονται πλέον ως παθολογικά στοιχεία, αλλά ως επιρροές και άμυνες του πένθους, χρήσιμες για την κατασκευή νοημάτων.
Όταν το πένθος αντιμετωπίζεται σαν παθολογία είναι σαν να δίνεται μία συνταγή για έναν σωστό δρόμο να πενθήσει κάποιος, μέσα σε ένα συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο. Συνεπώς, μετατρέπεται σε κάτι που πρέπει να επιλυθεί κι όχι σαν μια διαδικασία σε εξέλιξη, όπως προτείνουν οι κονστρουκτιβιστές. Το πένθος μπορεί να είναι μεταμορφωτικό με τρόπο που θα προωθήσει την ψυχολογική ανάπτυξη.
Στον δύσβατο δρόμο της απώλειας το ζητούμενο για την ολοκλήρωση του πένθους είναι η απώλεια να γίνει αντιληπτή ως εξωτερική απουσία, ώστε να υπάρξει δυνατότητα αναπαράστασης, άρα παρουσίας του εκλιπόντος μέσα στο υποκείμενο. Σύμφωνα με τον Φρόιντ κανείς δεν εγκαταλείπει πρόθυμα το αντικείμενο στο οποίο έχει επενδύσει συναισθηματικά , ακόμα κι αν υπάρχει το υποκατάστατό του. Σκοπός είναι η απο-επένδυση της αγάπης για το χαμένο αντικείμενο σε ένα άλλο. Ωστόσο, ο ίδιος ο Φρόιντ όταν βίωσε την απώλεια της κόρης του, αν και δεν άλλαξε την θεωρία του σημείωσε ότι, ‘’δεν γίνεται να αποκαθηλωθούμε από το εκλιπόν αντικείμενο και αυτό είναι το σωστό, γιατί είναι ένας τρόπος διαιώνισης της αγάπης προς αυτό, που δεν θέλουμε να εγκαταλείψουμε’’.
Πηγές:
1. M. Robin DiMatteo, Leslie R. Martin, (2011), Εισαγωγή στην Ψυχολογία της Υγείας
2. Berzoff j. (2010), Psychodynamic theories in grief and bereavement, Smith College Studies in Social Work
3. Bucay J. (2001), Ο δρόμος των δακρύων, εκδ. Opera
4. Freud S. (2017), Πένθος και Μελαγχολία, εκδ. Νίκας
5. McWilliams N. (2000), Ψυχαναλυτική Διάγνωση, εκδ. ελληνικά γράμματα
6. M. Robin DiMatteo, Leslie R. Martin, (2011), Εισαγωγή στην Ψυχολογία της Υγείας