Αδιαμφισβήτητα, η σύγχρονη κοινωνία έχει επιδοθεί σε διαρκείς συγκρίσεις των πάντων. Από ανθρώπους και αντικείμενα έως έργα τέχνης και πονήματα. Οι κοινωνίες προσπαθούν να εντοπίσουν τους δύο συγκρινόμενους όρους και να τους τοποθετήσουν με προσοχή στην δοκό. Τα κριτήρια για τις συγκρίσεις αυτές δεν είναι πάντοτε τα ίδια. Προσαρμόζονται ανάλογα με τις συνθήκες, το χώρο και το χρόνο. Έτσι, τα άτομο δεν μπορούν να γνωρίζουν εκ των προτέρων με ποιον τρόπο θα συγκριθούν και εν τέλει θα κριθούν.
Πώς αντιμετωπίζει το άτομο τις συγκρίσεις ;
Θα ξεκινήσουμε πάλι από μια βασική αρχή. Στους περισσότερους από εμάς δεν αρέσουν οι συγκρίσεις. Εκτός και αν είμαστε στην ευνοημένη πλευρά της δοκού. Η διαδικασία σύγκρισης μας με κάποιο άλλο πρόσωπο δεν μπορεί εξ ορισμού να μας βοηθήσει. Αντιπαραβάλλοντας ανόμοια μεγέθη δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε ασφαλή συμπεράσματα. Όμως, όπως είπαμε οι συγκρίσεις σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινής μας ζωής, αποτελούν πλέον κοινό τόπο. Και δεν μπορούμε να κλείσουμε τα μάτια σε αυτές. Για αυτό και με το πέρασμα του χρόνου οι ανασφάλειες μας διογκώνονται. Αρχίζουμε να θέτουμε σε αμφισβήτηση ακόμη και τις δυνατότητες μας. Σταδιακά, κάνουμε ό,τι ακριβώς απευχόμασταν. Συγκρίνουμε από μόνοι μας τους εαυτούς μας, με τρίτους.
Με αφορμή μια επεξεργασμένη φωτογραφία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μια απρόσμενη προαγωγή ενός συναδέλφου, μια ερωτική απογοήτευση, μειώνουμε την αυταξία μας. Αισθανόμαστε μικροί και ανάξιοι να πραγματώσουμε όλα όσα ονειρευόμαστε. Τοποθετούμε τα πρότυπα μας σε ένα βάθρο και εκμηδενίζουμε την ύπαρξή μας. Αγνοώντας πως ακόμη και οι -φαινομενικά τουλάχιστον- πιο σίγουροι για τον εαυτό τους άνθρωποι περνάνε κρίσεις αυτό-αμφισβήτησης. Οι εν λόγω κρίσεις είναι φυσιολογικές και αναμενόμενες. Ως εκ τούτου θα πρέπει να τις αντιμετωπίζουμε ως αναπόσπαστο κομμάτι της εξέλιξης μας ως μονάδες. Ενίοτε είναι απαραίτητες για να μας δείξουν τον προσανατολισμό μας. Όμως δεν λείπουν και οι στιγμές που καταντούν επώδυνες, διότι φέρνουν στην επιφάνεια συμπλέγματα κατωτερότητας και μειονεξίας.
Συνδέονται οι συγκρίσεις με τα βιώματά μας;
Οι περισσότερες πεποιθήσεις που έχουμε διατηρήσει στην ενήλικη ζωή μας τόσο για τον εαυτό μας όσο και για το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο, έχουν σχηματοποιηθεί ήδη από την παιδική μας ηλικία. Στην προκειμένη περίπτωση, η θέαση ενός κατώτερου και ανεπαρκούς εαυτού ενδέχεται να συνδέεται με μια υπερβολικά αυστηρή, επικριτική και αποθαρρυντική οικογένεια. Οι γονείς, λειτουργούν ως τα πρώτα πρότυπα-είδωλα που θαυμάζουν τα παιδιά. Επομένως, όταν οι γονείς προβάλλουν σε αυτά τις ανασφάλειές τους, τις προσδοκίες τους, τα όνειρά τους, καλλιεργούν ένα γόνιμα έδαφος για να συγκρίνουν. Είτε εκείνους στην ηλικία του παιδιού τους για να δείξουν ”πόσο καλά τα είχαν καταφέρει τότε” είτε κάποιον τρίτο ”που μπόρεσε να το κάνει καλύτερα” από το παιδί τους. Με το πέρασμα του χρόνου, οι γονείς έχουν τον ρόλο του κριτή και το παιδί είναι ο ένας από τους δύο συγκρινόμενους όρους.
Οι αλλεπάλληλες συγκρίσεις καταφέρνουν να γίνουν ένα με το παιδί, το οποίο τις υιοθετεί ως αληθείς και σωστές. Παρόλα αυτά, δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια διαστρεβλωμένη θέαση της πραγματικότητας. Δεν είναι σωστό να συγκρίνουμε ανθρώπους. Ο καθένας από εμάς είναι διαφορετικό και μοναδικός. Έτσι, είναι σχεδόν αυτονόητο, πως δεν λειτουργούν όλοι στο ίδιο περιστατικό με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Ούτε όλοι έχοντας τα ίδια εφόδια καταλήγουν να διαγράφουν την ίδια πορεία. Όσο γρηγορότερα αντιληφθούμε τα παραπάνω, θα καταφέρουμε να ξεφύγουμε από την παγίδα των συγκρίσεων.
Ρεαλισμός: είναι το μόνο που χρειαζόμαστε
Νομίζω πως εδώ εντοπίζεται η χρυσή τομή του ζητήματος. Σχεδόν ποτέ τα πράγματα δεν είναι ακριβώς όπως φαίνονται. Επομένως, η αίσθηση ότι οι άλλοι είναι πάντα καλύτεροι αντικατοπτρίζει μόνο τη μία όψη του νομίσματος. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τι κρύβει η άλλη πλευρά. Και με αυτό το σκεπτικό δεν μπορούμε να αποκλείσουμε την πιθανότητα αυτοί οι άνθρωποι να είναι σαν και εμάς. Καμιά φορά, δειλοί, αναβλητικοί, απαισιόδοξοι, κακοδιάθετοι…
Είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να απαλλαγούμε από το αίσθημα κατωτερότητας και ανεπάρκειας το οποίο έχει ριζωθεί μέσα μας. Ένα πρώτο βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση είναι να αναρωτηθούμε τι περιμένουμε από τον εαυτό μας. Η ενδοσκόπηση θα συμβάλλει στην στοχοθέτηση και την αρμονική συνύπαρξη του εγώ μας. Η συμφωνία λόγων και έργων θα μας οδηγήσει να δημιουργήσουμε μια ζωή όπως επιθυμούμε, μακριά από συγκρίσεις που δεν μας προσφέρουν κάτι. Αντιθέτως, μας μειώνουν και μας γεμίζουν με αμφιβολία για τις ικανότητες μας.
Πηγή:
Άρθρο με τίτλο: Όταν οι άλλοι είναι πάντα καλύτεροι από την Λουίζα Βογιατζή, συμβουλευτική ψυχολόγος, ανακτήθηκε από τον ιστότοπο vita.gr (Τελευταία πρόσβαση: 31/1/2021 στις 18:07)