
Το κίνημα του Παραλόγου ή Νέου Θεάτρου υπήρξε αρχικά ένα πρωτοποριακό ξεχωριστό φαινόμενο που συνδεόταν με μικρά θέατρα στο Καρτιέ Λατέν του Παρισιού. Η άνθιση του και η διακεκριμένη θέση του ήρθε με τον καιρό. Ο όρος προήλθε από τον Ούγγρο θεατρικό κριτικό Μάρτιν Έσλιν, που τον χρησιμοποίησε ως τίτλο σε βιβλίο του επί του θέματος , το 1962.
Επικεντρώνετε στην υπαρξιακή αγωνία και το αδιέξοδο του ανθρώπου, που είναι αδύνατος να κατανοήσει και να ενστερνιστεί πλήρως, τον παραλογισμό της καθημερινότητας. Κάθε έργο είναι ένας διάλογος μεταξύ παραλόγου, ελπίδας και θανάτου.
“Το θέατρο του παραλόγου αγωνίζεται να εκφράσει την λογική του για τον παραλογισμό της ανθρώπινης συνθήκης και την ανεπάρκεια της ορθολογικής προσέγγισης μέσω της ανοιχτής εγκατάλειψης των ορθολογικών τεχνασμάτων και της α-συνεχούς σκέψης”. Martin Julius Esslin
Δομή και Θεμελιωτές
Ανατομικά, το θέατρο του παραλόγου χαρακτηρίζεται ως μη ρεαλιστικό, από τους χαρακτήρες ως τις καταστάσεις, μέχρι τις θεατρικές συμβάσεις. Η αιτιότητα κάθε γεγονότος ή διαλόγου – που συχνά είναι επαναληπτικός- καταρρέει μπροστά στη δημιουργία διάθεσης, που δεν προσδιορίζεται ως πραγματικός ή ως ονειρικός εφιαλτικός κόσμος. Γενικά χαρακτηριστικά του θεατρικού είδους είναι η απουσία πλοκής, δράσης, και χρόνου, η απο-ηρωποίηση και η μηχανικότητα των χαρακτήρων, οι επαναλαμβανόμενες εκφράσεις στους διαλόγους, τα γκροτέσκα στοιχεία και ο αινικτικός λόγος. Ωστόσο τα έργα παρά τον κοινό πυρήνα τους, εμφανίζουν ανομοιογένεια μεταξύ τους. Ως μη συμβατικά δεν πατάνε σε κανένα προηγούμενο.
Ευγένιος Ιονέσκο
Ο Ρουμάνος θεατρικός συγγραφέας θεωρείται από τους επιφανέστερους εκπρωσω΄πους του Θεάτρου του Παραλόγου. Τα πιο καινοτόμα έργα του ήταν τα θεατρικά μονόπρακτα “Η φαλακρή Τραγουδίστρια” (1950), “Το Μάθημα” (1951) , “Οι Καρέκλες” (1952). Μέσα από αυτά και το “Δολοφόνος χωρίς αμοιβή”, “Ρινόκερος”, “Ο βασιλιάς πεθαίνει”, και “Ο πεζος στον αέρα”, διακωμωδεί κοινότυπες καταστάσεις απεικονίζοντας τη μοναξιά του ανθρώπου και την ασημαντότητα της ύπαρξης του. Δείχνει έντονα τη δυσπιστία στην επικοινωνία, την αποστροφή από τον απτό κόσμο ενώ ένας καλύτερος κόσμος βρίσκεται παραπέρα.
Σάμιουελ Μπέκετ
Γνωστός για το βαθιά απαισιόδοξο προς την ανθρώπινη φύση έργο του και τη διαφορετική αίσθηση χιούμορ, ο Ιρλανδός καθιερώθηκε με το έργο “Περιμένοντας τον Γκοντό” (1947). Ακολούθησαν “Ο Ακατανόμαστος (1954), ¨Το τέλος του Παιχνιδιού” (1957) κα.
Το έργο του “Περιμένοντας τον Γκοντό” είναι η επιτομή του παραλογισμού στο θέατρο. Ο Γκοντό που υπάρχει καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου, δεν εμφανίζεται ποτέ, ωστόσο η αισιοδοξία πως θα έρθει είναι διάτρητη. Κατά τον Μπέκετ, ο άνθρωπος δημιουργεί συνεχώς το Θεό, ενώ η απουσία του Θεού γίνεται η απόδειξη ύπαρξης του. Με γνώμονα αυτό, γίνεται πλήρως αντιληπτό γιατί οι χαρακτήρες του δεν χάνουν ποτέ τις ελπίδες τους πως ο Γκοντό (God-ot) θα έρθει.
“Το βέβαιο είναι πως οι ώρες μας, έτσι όπως είμαστε, είναι ατελείωτες κι έτσι αναγκαζόμαστε να τις γεμίσουμε με πράξεις που εκ πρώτης όψεως φαίνονται λογικές αλλά… που τις κάνουμε πια μηχανικά. Θα μου πεις ότι πρέπει να εμποδίσουμε το μυαλό μας να θολώσει. Έχεις δίκιο! Αλλά αναρωτιέμαι: Σάμπως δεν έχει κιόλας βυθιστεί σε απέραντα σκοτάδια; Παρακολουθείς το συλλογισμό μου;”
Ζαν Ζενέ
Ο Γάλλος Ζαν Ζενέ μέσα από τα έργα του απεικονίζει την ίδια του τη ζωή. Με τις κοινωνικές ταμπέλες του ομοφυλόφιλου, του κλέφτη, προδότη και άλλες, γνώριζε πως τα έργα του δεν θα αφομοιώνονταν εύκολα. Ωστόσο αυτό δεν τον εμπόδισε να δημιουργήσει. Έργα του όπως “Οι Δούλες” (1947), “Υψηλή Έπιστασία”(1949), “Το Μπαλκόνι”(1956), “Οι Νέγροι”(1958), “Αυτή”(1989), τον καθιέρωσαν ως έναν από τους εκπροσώπους του θεατρικού είδους.
Άρθρουρ Αντάμοβ
Συγκαταλέγεται στους εκφραστές του σύγχρονου πρωτοποριακού θεάτρου, Τα έργα του είναι έχουν κοινωνικούς και πολιτικούς προβληματισμούς, επηρεασμένα τον μαρξισμό και την ψυχανάλυση. Στα έργα του τον ενδιαφέρει το άτομο και οι αφηρημένες ιδέες, παρόλα αυτά ο ρεαλισμός δεν απουσιάζει. Ο Αντάμοβ βλέπει την αποξένωση του ανθρώπου από τον Θεό σαν εφιάλτη, ενώ σε ένα από τα έργα του την περιγράφει ως “ακρωτηριασμό”. Κορυφαίο θεατρικό έργο του είναι το “Πινγκ-Πονγκ”(1955), όπου μια μηχανή αποκτά τον έλεγχο ανθρωπίνων υποθέσεων (και σημειωτέον μια μηχανή που είναι τυχερό παιχνίδι). Δυο νεαροί που παίζουν φλίπερ σε μια καφετερία φθάνουν να το θεωρούν έργο τέχνης, καθώς και μια καλή επιχειρηματική επένδυση. Γίνονται σκλάβοι του και καταλήγουν δυο ανόητοι γέροντες που παίζουν πινγκ-πόνγκ. Άλλα έργα του είναι “Η Παρωδία”(1947), “Η Εισβολή”(1950), “Ο καθηγητής Ταράν” (1953) κα. Αργότερα, με το έργο του “Πάολο Πάολι”(1957), υιοθετεί το πολιτικό θέατρο του Μπερτόλτ Μπρεχτ.
Το θέατρο του παραλόγου υπήρξε μια νέα σύμβαση, που ουδεμία σχέση είχε με την ηθική και την κοινωνία. Η αρχή και το τέλος του ήταν η ανθρώπινη ύπαρξη. Θέτωντας τον θεατή στην θέση να αναγνωρίσει τον εαυτό του ως ανώτερο των προσώπων του έργου και μέσω αυτής της ανωτερότητας να ακολουθήσει η βαθιά αγωνία του και να οδηγηθεί στην απελευθέρωση. Ακριβώς όπως ένιωσε τις λέξεις ο Ευγένιος Ιονέσκο, “ένα έργο τέχνης είναι πάνω από όλα, μια περιπέτεια του μυαλού”.