Πριν από περίπου 9 μήνες στις 10 Ιανουαρίου 2016 πραγματοποιήθηκε ο δεύτερος γύρος των εσωκομματικών εκλογών της Νέας Δημοκρατίας για την ανάδειξη του προέδρου του κόμματος. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αν και αουτσάϊντερ αυτής της εκλογικής αναμέτρησης κατάφερε να επικρατήσει έναντι του αντιπάλου του και τέως προέδρου Ευάγγελου Μεϊμαράκη και να εξέλθει θριαμβευτής. Αμέσως έγινε λόγος για αλλαγή σελίδας στο ιστορικό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας καθώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης παρουσιάστηκε ως το νέο και «φρέσκο» πολιτικό πρόσωπο που θα εκσυγχρόνιζε και θα έδινε νέα δυναμική στο κόμμα, όντας συνάμα η εναλλακτική επιλογή για την ηγεσία της χώρας, μιλώντας κοινότοπα όπως και όλοι οι ομόσταυλοι του για την πολυπόθητη «Αλλαγή».
Υπήρξε λοιπόν μια μεθοδευμένη προσπάθεια να παρουσιαστεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως το νέο πολιτικό πρόσωπο που δεν έχει καμία σχέση με τις πολιτικές και την διαφθορά του παρελθόντος, δίχως να δοθεί μάλιστα η δέουσα σημασία στο πολιτικό δόγμα το οποίο εκπροσωπεί, τον Νεοφιλελευθερισμό.
Ανατρέχοντας όμως κανείς στο πρόσφατο πολιτικό παρελθόν και στις πολιτικές πρακτικές που ακολουθήθηκαν και ζημίωσαν τη χώρα, διαπιστώνει ότι ο νυν πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν αποτελεί παρθενογέννεση στην πολιτική της χώρας καθώς με αυτή ασχολείται για πάνω από μια δεκαετία και μέσα σε αυτό το μικρό έστω χρονικό διάστημα έχει προλάβει να δείξει στοιχεία του πολιτικού του προφίλ. Σημειωτέον ότι κατά την διετία 2013-15 διετέλεσε Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και συνέδεσε το όνομά του με πάνω από 10.000 απολύσεις στο Δημόσιο πιέζοντας και άλλους Υπουργούς να κινηθούν προς την ίδια κατεύθυνση, πρακτικές που συμβαδίζουν με το Νεοφιλελεύθερο δόγμα του οποίου, όπως αναφέρθηκε και πριν, είναι θερμός υποστηρικτής. Επίσης, όπως είναι γνωστό, παλαιότερα δημοσιεύματα τον ενέπλεξαν στο πολύκροτο σκάνδαλο της γερμανικής εταιρίας “SIEMENS” η οποία την προηγούμενη δεκαετία προέβει στο συστηματικό χρηματισμό Ελλήνων επιχειρηματιών και πολιτικών. Και αν και για τον ίδιο δεν υπήρξαν συγκεκριμένες κατηγορίες χρηματισμού, ο δωρεάν υλικοτεχνικός εξοπλισμός που φέρεται ότι του παρείχε η παραπάνω εταιρία για τις ανάγκες του πολιτικού του γραφείου δεν τον απαλλάσσει από την ευθύνη και τη βαρύτητα της συγκεκριμένης πράξης απέναντι στον ελληνικό λαό.
Γίνεται λοιπόν εύλογα αντιληπτό πως οι απόψεις του κ. Μητσοτάκη καθρεφτίζουν τις Μνημονιακές-Νεοφιλελεύθερες απόψεις οι οποίες συνδέονται με το ξεπούλημα της Δημόσιας περιουσίας μέσω των πάσης φύσεως ιδιωτικοποιήσεων, καθώς και την ελάχιστη έως μηδαμινή παρεμβατικότητα του κράτους στην οικονομία, μια πολιτική που μπορεί να οδηγήσει σε πάσης φύσεως εκμετάλλευση των μισθωτών υπαλλήλων από τις εταιρείες με μόνο αυτοσκοπό το κέρδος. Τέλος ο κ. Μητσοτάκης είναι υποστηρικτής και των πολιτικών λιτότητας καθώς ταυτίζεται ιδεολογικά και πολιτικά με τις πολιτικές δυνάμεις της Ευρώπης που έχουν επιβάλλει την πλήρη υπακοή στην χώρα μας των πολιτικών των Μνημονίων.
Εν έτει λοιπόν 2016, έχοντας γίνει καθαρά αντιληπτό σε όλη την οικουμένη πως οι Νεοφιλελεύθερες πολιτικές λιτότητας οδηγούν στην ύφεση με πιο τρανταχτό παράδειγμα την δική μας χώρα ( άνευ προηγουμένου οικονομικός μαρασμός, φτώχεια και ανεργία σε ασύλληπτα νούμερα και το brain drain να αποτελεί γεγονός), θα είναι εντελώς παράλογο έως κωμικοτραγικό θα έλεγα να δοθεί ψήφος εμπιστοσύνης σε μια κυβέρνηση με Πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως δίδεται άφεση αμαρτιών στις λοιπές πολιτικές δυνάμεις του τόπου, ούτε υπάρχει η ελπίδα πως με τα ισχύοντα δεδομένα μπορούν να ωθήσουν την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό έξω από την κρίση.