Πάνε 76 χρόνια από την κυκλοφορία μιας εκ των ωραιότερων ταινιών όλων των εποχών. Μιας ταινίας που το τέλος της σου αφήνει γλυκόπικρη γεύση, αλλά δε βαριέσαι ποτέ να ξαναδείς, προσμένοντας μια διαφορετική εκδοχή. Μια ταινία που σε κάνει να ταυτιστείς και να πάρεις κι εσύ θέση στο δίλημμα των ηρώων.
Πέρα από τα 3 χρυσά αγαλματίδια (καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας και σεναρίου) και τις 5 ακόμη υποψηφιότητες που απέσπασε για ερμηνείες, μουσική, φωτογραφίες και μοντάζ, η Καζαμπλάνκα μπορεί να δώσει ακόμη περισσότερους λόγους στο σύγχρονο θεατή, ο οποίος ψάχνει μια αντικειμενικά καλή κλασική ταινία για να περάσει τη βραδιά του.
Η Καζαμπλάνκα, όπως χαρακτηριστικά είχε πει ο Ουμπέρτο Έκο, είναι μια ανθολογία συμβόλων που ο καθένας μπορεί να ερμηνεύσει διαφορετικά. Άλλοι θα εκτιμήσουν την αξία της αντίσταση στον Ναζισμό, άλλοι θα συγκινηθούν από τις αξίες της ηθικής, του θάρρους και της δικαιοσύνης, ενώ άλλοι θα ταυτιστούν με τον ανεκπλήρωτο έρωτα των πρωταγωνιστών.
Φανταστείτε, λοιπόν, όλα αυτά σφιχτοδεμένα μέσα σε μια υποβλητική νουάρ ατμόσφαιρα, σε μια γαλλική αποικία της Αφρικής, ντυμένα με τζαζ μουσική και συγκλονιστικούς διαλόγους, κατά τη διάρκεια της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ, με την αναλογία του δράματος, της κωμωδίας και τις ίντριγκας πιο πετυχημένη από ποτέ.
Η πλοκή
Η Καζαμπλάνκα αφηγείται την ιστορία του Ρικ Μπλέιν (Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ), ενός Αμερικανού τυχοδιώκτη, ιδιοκτήτη του ομώνυμου νυχτερινού κέντρου στην πόλη Καζαμπλάνκα του Μαρόκου της Βόρειας Αφρικής, που βρίσκεται υπό την Κατοχή των Γαλλικών δυνάμεων, οι οποίες είναι υποτελείς στις Γερμανικές.
Ο Ρικ παρουσιάζεται ως μυστήριος, κυνικός και απόλυτος άντρας που δε λυγίζει μπροστά σε τίποτα, μέχρι που στο κλαμπ παρουσιάζεται η πρώην αγαπημένη του Ίλσα Λαντ (Ίνγκριντ Μπέργκμαν), μαζί με τον καταδιωκόμενο από τους Ναζί, αντιστασιακό σύζυγό της, Τσεχοσλοβάκο Βίκτορ Λάζλο (Πολ Χένριντ), οι οποίοι προσπαθούν να διαφύγουν στην Αμερική – η οποία αποτελούσε τη Γη της Επαγγελίας για εκείνη την εποχή.
Κάπως έτσι, μαθαίνουμε ότι ο Ρικ με την Ίλσα υπήρξαν ερωτευμένοι στο Παρίσι, όμως για λόγους που ο Ρικ δεν έμαθε ποτέ, η Ίλσα τον άφησε.
Ο Ρικ έχει στα χέρια του δύο επιστολές επιβίβασης για την Αμερική, άραγε τι θα κάνει τώρα που ο έρωτας του για την Ίλσα αναζωπυρώθηκε; Θα λειτουργήσει, σκεπτόμενος το προσωπικό του συμφέρον ή θα προστατεύσει το σύζυγο της αγαπημένης του από τους Ναζί; Η Ίλσα ποιόν θα ακολουθήσει τελικά;
Πίσω από τις κάμερες
Η ταινία αρχικά έμελλε να έχει τον τίτλο «Everybody Comes to Rick’s», μιας και είναι βασισμένη στο ομότιτλο θεατρικό έργο, όμως τελικά κατέληξαν στο Καζαμπλάνκα, μιας και το κοινό της τότε εποχής γοητεύονταν από τα εξωτικά μέρη εξ’ου και η επιτυχία της ταινίας “Αλγέρι”.
Παρ’ όλα αυτά, πέρα από τις τελικές σκηνές στο αεροδρόμιο, όλες οι υπόλοιπες γυρίστηκαν σε στούντιο μέσα σε σχεδόν τρεις μήνες ενώ το σενάριο γράφονταν καθ’ όλη τη διάρκεια των γυρισμάτων μέσω της συνεργασίας διαφορετικών σεναριογράφων για να αποτυπωθεί στο φακό όσο το δυνατόν καλύτερα η αδιέξοδη κατάσταση των ηρώων.
Μέχρι τέλους, η πρωταγωνίστρια δεν ήξερε ποιόν τελικά θα ακολουθήσει, ενώ λέγεται πως στις σκηνές της με τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, εκείνος στεκόταν πάνω σε κούτες για να φαίνεται ψηλότερος, μιας και στην πραγματικότητα η Ίνγκριντ Μπέργκμαν τον περνούσε αρκετούς πόντους στο ύψος.
Φήμες επίσης αποκαλύπτουν πως πέρα από τη χημεία τους μπροστά στην κάμερα, δεν τα πήγαιναν ιδιαίτερα καλά, ενώ η Μπέργκαμ φοβόταν αρχικά τον Χάμφρει Μπόγκαρτ διότι είχε παίξει σε πολλές γκανγκστερικές ταινίες.
Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που ο Ρικ δεν φοράει καπέλο κατά τη διάρκεια της ταινίας, για να αποφευχθεί η ταύτιση του με τους προηγούμενους ρόλους του γκάνγκστερ.
Ακόμη, ο πιανίστας της ταινίας “Σαμ” δεν ήταν πιανίστας, αλλά ντράμερ, τον οποίο ντούμπλαραν στις σκηνές, όπου παίζει μουσική. Mάλιστα, το πιάνο της ταινίας πουλήθηκε σε δημοπρασία ένα εκατομμύρια δολάρια.
Επιπλέον, όλο το καστ της ταινίας απαρτίζεται από 34 διαφορετικές εθνικότητες μιας και πολλοί Ευρωπαίοι ηθοποιοί κλήθηκαν από την εταιρεία παραγωγής Warner να ερμηνεύσουν μικρούς ρόλους, δεδομένων των συνθηκών.
Κατ’ αυτό τον τρόπο απεικονίζεται ακόμη καλύτερα αυτό που ήταν η Καζαμπλάνκα εκείνη την εποχή, ένα σταυροδρόμι πολιτισμών και ανθρώπων με όνειρο την ελευθερία.
Η πρεμιέρα της Καζαμπλάνκα δόθηκε με πάσα επισημότητα στις 26 Νοεμβρίου 1942 στο Χόλιγουντ Θίατερ της Νέας Υόρκης, προκειμένου να συμπέσει με την απόβαση των Συμμάχων στη γαλλοκρατούμενη Βόρειο Αφρική και την κατάληψη της Καζαμπλάνκα.
Σε γενική προβολή βγήκε στις 23 Ιανουαρίου 1943 για να εκμεταλλευτεί τη Διάσκεψη της Καζαμπλάνκα μεταξύ Τσόρτσιλ και Ρούσβελτ. Στην Ελλάδα έκανε πρεμιέρα στις 11 Οκτωβρίου 1943, εν μέσω της Κατοχής.
Κανείς δεν περίμενε το τεράστιο αντίκτυπο της ταινίας και γι’ αυτό αυστηροί κριτικοί μπορούν να βρουν μικρά ατοπήματα. Παρόλα αυτά το κοινό αγκάλιασε την “Καζαμπλάνκα”, η οποία άγγιξε εισπράξεις 3,7 εκατομμυρίων δολαρίων.
Ένα διαχρονικό φιλμ
Η Καζαμπλάνκα συνεχίζει ακόμη και σήμερα να βραβεύεται και να αποτελεί αντικείμενο διαλόγου και κριτικών, ενώ μεγάλο μέρος του διαλόγου έχει περάσει στην ιστορία.
Σημαντικοί σημειολόγοι, όπως ο Ουμπέρτο Έκο, όπως προαναφέρθηκε, και ο Τσάρλι Τσάπλιν διχάστηκαν σχετικά με τηβ ταινία.
Για την ιστορία, θεωρείται η τρίτη καλύτερη ταινία όλων των εποχών -μετά τον Πολίτη Κέιν και το Νονό – από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου, ενώ λέγεται πως έχει το καλύτερο σενάριο όλων των εποχών από το Αμερικανικό Συνδικάτο Σεναριογράφων.
We’ll always have Paris…
Η φράση “Θα έχουμε για πάντα το Παρίσι” είναι μια από τις πιο αξιομνημόνευτες φράσεις και σήμα κατατεθέν της ταινίας και κατά τη γνώμη μου κρύβει ένα πολύ σημαντικό μήνυμα.
Ό,τι έζησες είναι δικό σου και δεν μπορεί να σου το πάρει κανείς, ακόμη και αν περάσουν πολλά χρόνια. Οι αναμνήσεις και τα συναισθήματα δεν πεθαίνουν απαραίτητα, επειδή απομακρύνθηκες με κάποιον ή κάποια που για σένα έχει σημασία, ενώ όλα τα τελικά αποτελέσματα κρίνονται από τις πράξεις και το χαρακτήρα μας.
Ο Ρικ της Καζαμπλάνκα έδρασε με σοφία, εσύ στη θέση του τι θα έκανες ;
Σας προκαλώ να δείτε ή και να ξαναδείτε την ταινία, γιορτάζοντας την 76η της επέτειο, αφού παρακολουθήσετε trailer. Play it as time goes by…
Πηγές
https://www.athensvoice.gr/58890_7-pragmata-poy-moy-emathe-i-casablanca-gia-ti-zoi