Αρχαίο και μεσαιωνικό κάστρο πάνω από την πόλη της Παραμυθιάς, στη δυτική πλευρά του όρους Κορίλλας (ή Γκορίλας ή Γορίλας). Στην περιοχή υπάρχει και άλλο κάστρο με το ίδιο όνομα, το «Κάστρο Αγίου Δονάτου Ζερβοχωρίου», 10χλμ νοτιοανατολικά από την Παραμυθιά. Το κάστρο εκείνο δεν περιλαμβάνεται στον Καστρολόγο και δεν πρέπει να συγχέεται με το κάστρο Αγίου Δονάτου της Παραμυθιάς. Πρόκειται για μια από τις Ηπειρωτικές Ακροπόλεις της Ελληνιστικής περιόδου που ιδρύθηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. και που δεν ξανά-χρησιμοποιήθηκε μετά τη Ρωμαϊκή κατάκτηση.
Κάστρο Αγίου Δονάτου: Ιστορία
Για πρώτη φορά χτίστηκε το κάστρο Αγίου Δονάτου στο ύψωμα κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους. Επί Ιουστινιανού το κάστρο ανακατασκευάστηκε όπως πολλά άλλα κάστρα στη Βυζαντινή επικράτεια. Σίγουρα πρέπει να δέχθηκε τροποποιήσεις και μεταγενέστερα ιδίως την περίοδο του 13ου, 14ου αιώνα, όταν η κατάσταση στην περιοχή ήταν ρευστή. Συνέχισε να χρησιμοποιείται σε όλη τη Βυζαντινή περίοδο καθώς και επί Τουρκοκρατίας.
Με την ανάπτυξη της πόλης της Παραμυθιάς επί Τουρκοκρατίας, ο οικισμός μέσα στο κάστρο Αγίου Δονάτου άρχισε να φθίνει και εγκαταλείφθηκε οριστικά επί Αλή πασά, μάλλον στις αρχές του 19ου αιώνα. Ο ιστορικός του 6ου αιώνα Προκόπιος αναφέρει την κατασκευή κάστρου με την ονομασία «Άγιος Δονάτος» στην περιοχή. Επίσης γίνεται μνεία στο μεσαιωνικό χρονικό των Τόκκων. Το όνομά του το πήρε από τον πολιούχο της πόλης Άγιο Δονάτο, ο οποίος ήταν επίσκοπος Ευροίας τον 4ο αιώνα.
Η ιστορία του κάστρου ταυτίζεται με την ιστορία της Παραμυθιάς. Μετά την Ελληνιστική περίοδο πέρασε στους Ρωμαίους και μετά στους Βυζαντινούς. Από την αρχή του 13ου αιώνα ανήκε στο Δεσποτάτο της Ηπείρου. Το 1337 ξαναπέρασε για λίγο, επί Ανδρόνικου Γ’ Παλαιολόγου, στην κυριαρχία του Βυζαντίου. Το 1349 είναι μέρος της επικράτειας του Σέρβου ηγεμόνα Στέφανου Δουσάν. Στα 1380 αποκτήθηκε από τον Σέρβο Δεσπότη των Ιωαννίνων Θωμά Πρελούμπο (ή Πρελούμποβιτς). Το 1411 υποτάχθηκε στον Κάρολο Α’ Τόκκο, (που ήταν άρχων Κεφαλληνίας και Λευκάδας και αργότερα «Δεσπότης της Άρτας και των Ιωαννίνων» μέχρι το 1429). Το 1449 η Παραμυθιά καταλαμβάνεται από τους Τούρκους και παραμένει υπό τουρκική κυριαρχία μέχρι το 1913.
Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία
Το κάστρο Αγίου Δονάτου αποτελείται από έναν εξωτερικό οχυρωματικό περίβολο με πολυγωνική κάτοψη, ενισχυμένο με πύργους, και ακρόπολη στα ανατολικά. Στην κατασκευή του διακρίνονται χρονολογικά τρεις τουλάχιστον οικοδομικές φάσεις: Η ελληνιστική, που αποτελείται από μεγάλων διαστάσεων ασβεστολιθικούς δόμους, η βυζαντινή με λίθους, πλίνθους και κονίαμα και η οθωμανική με αργολιθοδομή.
Τέσσερις πύλες οδηγούσαν στο κάστρο. Η κύρια πύλη ήταν η δυτική πύλη, που ανήκει στη βυζαντινή φάση. Η πιο παλιά πύλη ήταν η ανατολική, που ήταν υπόγεια, κάτω από το ανατολικό τμήμα του αρχαίου τείχους και εν μέρει λαξευμένη στο φυσικό βράχο. Στον εσωτερικό χώρο του κάστρου σώζονται ερείπια οικιών και διαφόρων άλλων θολωτών χώρων που είναι από την εποχή της Τουρκοκρατίας, μεταξύ αυτών και ερείπια από ένα τζαμί. Στο ανατολικό τμήμα του κάστρου, στο πιο ψηλό σημείο του λόφου, είναι χτισμένη η ακρόπολη, διαστάσεων περίπου 25✖47μ., που χωρίζεται από την υπόλοιπη οχύρωση με εσωτερικό τείχος ενισχυμένο με τέσσερις πύργους. Στο εσωτερικό της οδηγεί ράμπα στη δυτική πλευρά, που καταλήγει σε πύλη. Κάτω από το κάστρο σώζεται και η Κούλια της Παραμυθιάς , το μόνο από τα παλιά πυργόσπιτα που διατηρείται μέχρι σήμερα, έστω και ανακατασκευασμένο.
Πύργος Κούλια
Στους πρόποδες του κάστρου του Αγίου Δονάτου στα βορειοδυτικά της πόλης της Παραμυθιάς στη συνοικία Προνιάτικα βρίσκεται η «Κούλια», γνωστή και ως Κούλια των Μπονολάτων. Η Κούλια είναι ένας πύργος – οχυρωματική κατοικία, από όπου μπορούσε ο εκάστοτε ιδιοκτήτης να ελέγχει ολόκληρο τον κάμπο της Παραμυθιάς και την γύρω περιοχή.
Χρονολογείται στο β’ μισό του 18ου με αρχές 19ου αιώνα. Ανήκει στον τύπο της οχυρής πυργόμορφης κατοικίας και συνδέεται μορφολογικά και αρχιτεκτονικά με οχυρές κατοικίες που συναντάμε στην Ήπειρο και την Αλβανία κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Αποτελεί ένα από τα καλύτερα σωζόμενα δείγματα οχυρωματικής κατοικίας στη βορειοδυτική Ελλάδα. Πύργους- κατοικίες συναντάμε από την βυζαντινή εποχή μέχρι και τον 19ου αιώνα σε αρκετές περιοχές του ελλαδικού χώρου, όπως στη Θεσσαλία και την Πελοπόννησο, αλλά και σε πολλά μέρη της Βαλκανικής Χερσονήσου. Καθαρά αμυντικοί λόγοι επέβαλαν τη μορφή τους και χρησίμευαν για την ασφάλεια των αρχόντων και των γαιοκτημόνων.
Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία
Πρόκειται για πυργόσχημη κατασκευή, πενταώροφη, εξωτερικών διαστάσεων 7,80 Χ 7,67μ. Έχει τετράγωνη κάτοψη και το ύψος της φθάνει τα 26μ. Στεγάζεται με θόλο. που καλύπτεται με τετράρριχτη στέγη.
Οι τοιχοποιίες της είναι δομημένες με ορθογωνισμένους ασβεστόλιθους και πωρόλιθους σε οριζόντια διάταξη, συνδεδεμένους με ισχυρό ασβεστοκονίαμα. Εσωτερικά οι τοίχοι είναι επιχρισμένοι. Ίχνη χρώματος υποδηλώνουν ενδεχόμενο γραπτό διάκοσμο. Η επικοινωνία των ορόφων γίνεται με ξύλινες κλίμακες. Το ισόγειο στεγάζεται με θόλο ενώ οι υπόλοιποι όροφοι διαχωρίζονται με ξύλινα πατώματα. Στο εσωτερικό του δεύτερου και του τρίτου ορόφου υπάρχουν εστίες (τζάκια), με οξυκόρυφες απολήξεις.
Τα ανοίγματα περιορίζονται στο ισόγειο και τον πρώτο όροφο σε τυφεκιοθυρίδες, ενώ στους τρεις επάνω ορόφους υπάρχουν παράθυρα, ορθογώνιου σχήματος, διαφόρων διαστάσεων. Στον τέταρτο όροφο και στις τέσσερις πλευρές του υπάρχουν καταχύστρες, τοποθετημένες στον άξονα των ανοιγμάτων, που ενισχύουν τον αμυντικό χαρακτήρα του μνημείου. Δύο καπνοδόχοι εξέχουν από τη στέγη. Η κύρια είσοδος βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του δεύτερου ορόφου. Η πρόσβαση στο μνημείο γινόταν με ξύλινη ανασυρόμενη σκάλα. Μία δεύτερη είσοδος στο ισόγειο οδηγεί στον αύλειο χώρο του πύργου.
Για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκαν αποκλειστικά πέτρες, ενώ στην κορυφή του εξέχει ο τρούλος στον οποίο κατά παράδοξο τρόπο έχουν φυτρώσει και συντηρούνται από τον ίδιο το τρούλο, 3 ελιές.
Πηγές:
- kastra.eu
- thesprotia3d.gr
- youtube.com
Σύνταξη κειμένου: Μίλτος Γήτας
Επιμέλεια κειμένου: Ελευθερία Σακελλαρίου