Φοβάμαι ότι δεν είμαι η μόνη που παρατηρεί ολοένα και μεγαλύτερη ομοιότητα στους ανθρώπους, και φοβάμαι ότι όλο και περισσότεροι ασυνείδητα, πού ξέρεις, μπορεί κι εγώ, προσπαθούν να μοιάσουν στη μάζα ή όπως λένε χαρακτηριστικά «ν’ ακολουθήσουν τη μόδα» ή την τάση. Κι αναρωτιέμαι, τους ανήκει ο εαυτός τους;
Με μια βόλτα στο κέντρο κάθε πόλης, εύκολα κάποιος παρατηρεί ότι το στυλ κάθε κοριτσιού μοιάζει με του επόμενου και το αντίστοιχο φαινόμενο ισχύει, σαφώς, και στ’ αγόρια. Η ομοιότητα, όμως, δε σταματάει στην εξωτερική εμφάνιση, αλλά εισχωρεί και μέσα τους. Οι νέοι διασκεδάζουν σχεδόν με τον ίδιο τρόπο, ακούγοντας σχεδόν την ίδια μουσική, που κάθε κομμάτι της μοιάζει σχεδόν το ίδιο με το προηγούμενο ή το επόμενο. Όλα γύρω τους τόσο σχεδόν ίδια… Αστείο μου φαίνεται όμως, ότι ακόμη και οι «εναλλακτικοί» έχουν κι αυτοί ομοιότητες μεταξύ τους. Συχνάζουν σε συγκεκριμένα μαγαζιά, ντυμένοι με συγκεκριμένο τρόπο, ακούγοντας συγκεκριμένη μουσική κι έχοντας συγκεκριμένες απόψεις. Αυτό, όμως, δεν είναι πρόβλημα αν, και μόνο αν, ο καθένας μας νιώθει ότι εκφράζεται μέσω όλων αυτών κι ότι δεν του έχουν «επιβληθεί».
Η μαζοποίηση θεωρώ ότι είναι απόλυτα φυσιολογική, κι όταν αναφέρομαι σε επιβολή τής, εννοώ αφενός το ένστικτο της μίμησης και αφετέρου τον φόβο της κοινωνικής απόρριψης. Η μίμηση είναι ο κύριος τρόπος με τον οποίο μαθαίνει και επικοινωνεί κάθε άνθρωπος πριν ακόμη υπάρξει ο λόγος. Παρατηρεί ένα φαινόμενο, αντιλαμβάνεται το αποτέλεσμά του και το μιμείται αν θέλει να το επιτύχει ή αν όχι, πράττει αναλόγα. Η κοινωνική απόρριψη από την άλλη, πιστεύω ότι μας επηρεάζει πιο έντονα από καθετί άλλο κατά τη διάρκεια των σχολικών χρόνων. Μόνο να αναλογιστεί κάποιος πόσο συχνή είναι η φράση «μα το κάνουν όλοι» που λέει ένα παιδί. Αν θυμηθεί κανείς εκείνα τα χρόνια που για καθετί διαφορετικό (ακόμη και θετικό) τα παιδιά συνασπίζονταν απέναντί του και δεν επέτρεπαν να υπάρξει τίποτε άλλο πέραν από ό, τι επίτασσε η εκάστοτε κλίκα (ή μόνο εγώ είχα ζήσει κάτι τέτοιο;).
Έτσι, μάθαινες να επιβιώνεις σ’ ένα κλίμα που η διαφορετικότητα καλουπώνονταν ή ντύνονταν μ’ ένα ωραίο περιτύλιγμα για να την κρύψεις και την έχεις μυστική… θυσία για να ενταχθείς. Δυστυχώς, σ’ όλα αυτά ήρθαν και προστέθηκαν το Λύκειο κι οι Πανελλήνιες, στα οποία για να επιτύχεις έπρεπε να μπεις σε έτοιμες φόρμες. Ποίος μπορεί να ξεχάσει τις μυστικές συνταγές για να γράψεις έκθεση όπως προτάσσει ο διορθωτής; Ακόμη και στη μοναδική ευκαιρία που σου έδινε το σύστημα της παπαγαλίας για δημιουργία, την έκφραση-έκθεση, έπρεπε ν’ ακολουθήσεις συγκεκριμένα πατήματα και πρόσεξε (!), μην ολισθήσεις και πατήσεις κάπου διαφορετικά, γιατί ο διορθωτής θα σε τιμωρήσει. Πώς μετά περιμένεις από έναν νέο να έχει κριτική σκέψη, ελεύθερη και δημιουργική;
Σου βγαίνει φυσική πια η αντιγραφή του περιβάλλοντός σου, ενώ θα έπρεπε όποιες και να είναι οι επιλογές σου, να τις αισθάνεσαι κομμάτι δικό σου. Για να χτίσεις μια άποψη οφείλεις να τη διαλύσεις, να την καταστρέψεις, να την κατακερματίσεις, ώστε να τη δημιουργήσεις εξαρχής. Οφείλεις να την αιτιολογήσεις μέσα σου, να πείσεις πρώτα τον εαυτό σου για να μπορέσεις να πείσεις και τον συνάνθρωπό σου. Τότε θα γίνει δικιά σου, αρχή σου και θα είναι εκεί για να επιλέγεις μαζί της.
Μπορεί, λοιπόν, να φοβάμαι την ασυνείδητη μαζοποίηση που υφιστάμεθα όλοι μας, αλλά ελπίζω ότι κατά βάθος ο καθένας μας ξέρει και ποιος είναι και τι θέλει. Η αλήθεια που κρύβει ο εαυτός μας μέσα του πιστεύω θα ξεσπάσει κάποια στιγμή και θα απελευθερωθεί από τα δεσμά της. Η βαθιά αυτογνωσία είναι το κλειδί.
Σύνταξη κειμένου: Ραφαέλα Νικολαΐδη
Επιμέλεια κειμένου: Εύη Μπρούμου