30 χρόνια μετά την original ιστορία και πέντε περισσότερα μετά τo πρώτο «Blade Runner» του Ridley Scott, o Denis Villeneuve ξαναζωντανεύει το σύμπαν μιας από της πιο χαρακτηριστικές ταινίες επιστημονικής φαντασίας του 20ου αιώνα. Ίσως τα νερά να μην ταράζονται ποτέ όπως την πρώτη φορά και, πράγματι, καμιά ατάκα των σεναριογράφων H. Fancher και M.Green να μην άγγιξε τον αξέχαστο μονόλογο του Roy Batty, αλλά ο Γαλλοκαναδός σκηνοθέτης αποδεικνύεται εκ νέου άξιος της αναγνώρισης που του χάρισε η μέχρι σήμερα πορεία του, από το «Incendies» (2010) μέχρι το πρόσφατο «Arrival» (2016).
Βρισκόμαστε στο μελαγχολικό Los Angeles του 2049, όπου οι neon επιγραφές αντανακλούν τη νύχτα μοναξιά πάνω σε μουσκεμένες απ’ τη βροχή επιφάνειες όσο ο πρωταγωνιστής, «K» στο όνομα και Blade Runner στο επάγγελμα, εκτελεί ανελλιπώς το καθήκον του. Ο «Κ» (σύντομη και πιο χαριτωμένη εναλλακτική για να φωνάξεις ένα ανδροειδές με ταυτότητα KD9-3.7 που υποδύεται ο Ryan Gosling) ανήκει στη νέα γενιά των replicants, Nexus 9, ειδικά κατασκευασμένων από τον μεγαλοεπιχειρηματία Niander Wallace (Jared Leto) για να ακολουθούν διαταγές, χωρίς «ατυχείς» επιπλοκές. Αποστολή του Κ και των συναδέρφων του είναι να βρουν και να εξοντώσουν ό,τι έχει απομείνει από τα παλιά, ασταθή Nexus 8, μετά το blackout του 2022 που θόλωσε τα ίχνη τους.
Εν μέσω αυτής θα ανακαλύψει ένα μυστικό που απειλεί να τινάξει στον αέρα την παγκόσμια τάξη ενώ την ίδια στιγμή, η κατοχή του θα σηματοδοτούσε την ανεξέλεγκτη εξάπλωση της Wallace corporation, αλλά και τη δικαίωση στον υποβόσκοντα αγώνα για ισότητα ανθρώπων-replicants. Αναζητώντας την αλήθεια, μαζί με τη σύντροφό του Τζόι (ένα σέξυ ολόγραμμα), ο Κ θα έρθει αντιμέτωπος με τη φύση του, τον Wallace και τον εξαφανισμένο ή μάλλον καλοκρυμμένο για χρόνια, Rick Deckard (Harrison Ford).
Το «Blade Runner 2049» διαρκεί περισσότερο από δυόμιση ώρες και, για να λέμε του στραβού το δίκιο, θα είχε ίσως επωφεληθεί από μερικές μικρότερες σκηνές. Θα μπορούσε επίσης να καμουφλάρει καλύτερα τα twist της πλοκής, αλλάζοντας λεπτομέρειες του σεναρίου. Και κάπου εδώ τελειώνουν τα όποια ψεγάδια είναι δυνατόν να εντοπίσουμε, ανοίγοντας τον δρόμο για όλα εκείνα που ο Villeneuve και ο αξεπέραστος Roger Deakins (διέυθυνση φωτογραφίας) έκαναν σωστά.
Τρεις δεκαετίες μετά τη βασισμένη στο έργο του Philip K. Dick ταινία του Ridley Scott, ο κόσμος που δημιούργησε ο συγγραφέας αναπλάθεται, χωρίς να αντιγράφει το δημιούργημα του προηγούμενου σκηνοθέτη. Με νέα τεχνολογικά όπλα στη διάθεσή του ο Villeneuve αγκαλιάζει έναν πιο μοντέρνο φουτουρισμό, θυμίζοντας φρέσκα sci-fi διαμαντάκια, όπως το «Her» (2013), το «Ex Machina» (2014), ακόμη και τα τηλεοπτικά «Black Mirror» και «Westworld». Παράλληλα γίνεται retro και νοσταλγικός χωρίς φθηνά flashback και αναμάσημα του παρελθόντος. Με μακρινά ατμοσφαιρικά πλάνα που θέλεις να παγώσεις και να κρεμάσεις στον τοίχο του γραφείου σου, και κοντινά στα πρόσωπα που αποτυπώνουν τόσο την ύπαρξη, όσο και την απουσία συναισθημάτων το καινούργιο «Blade Runner» είναι μια έκρηξη στυλ και ποιότητας που σωπαίνει στην αίθουσα, αλλά ακούγεται δυνατά μέσα σου.
Όσο για την ιστορία, δεν είναι ιδιαίτερα πρωτότυπη στο περιεχόμενό της, είναι όμως έξυπνα προσανατολισμένη. Ξεκινά με κλασικές χολυγουντιανές προτεραιότητες και τις διαγράφει σιγά-σιγά, βάζοντας την αναζήτηση του ανθρώπινου στοιχείου σε νέα καλούπια. Είναι δύσκολο να αναλύσουμε περαιτέρω τις επιλογές που έγιναν χωρίς να κάνουμε ασυγχώρητα spoiler, μπορούμε όμως να σας ψιθυρίσουμε στο αυτί ότι το μυστήριο της ταυτότητας ανθρώπου-ρέπλικας παύει να έχει καθοριστική σημασία. Στο κέντρο του «Blade Runner 2049» βρίσκεται η καθ’ όλα ανθρώπινη επιθυμία για κίνητρο, η καθημερινή ανάγκη να ξυπνάει κανείς ελεύθερος και με σκοπό και όχι με κουρδισμένο, προδιαγεγραμμένο μέλλον.