Ο όρος δυστοπία ή δυστοπική κοινωνία πρωτοεμφανίστηκε στη λογοτεχνία επιστημονικής φαντασίας για να περιγράψει μια κοινωνία (συνήθως στο μέλλον) που έχει υποστεί μια μεγάλη περιβαλλοντική καταστροφή και κυβερνείται από μια απολυταρχική κυβέρνηση. Μια δυστοπία έχει χαρακτηριστικά άκρως αντίθετα από μια ουτοπία και τα πρώτα ίσως παραδείγματα βρίσκονται στο «Γενναίο Νέο Κόσμο» (1932) του Άλντους Χάξλεϋ, το «1984» (1949) του Τζωρτζ Όργουελ και το «Φαρενάιτ 451» (1953) του Ρέι Μπράντμπερι. Στη μεγάλη οθόνη, τέτοια παραμύθια-εφιάλτες από το μέλλον είναι το «Μπλέιντ Ράνερ» (1982) του Ρίντλεϊ Σκοτ (που βασίζεται στο επίσης δυστοπικό «Ηλεκτρικό Πρόβατο» (1968) του Φίλιπ Ντικ), το «Μπραζίλ» (1985) του Τέρι Γκίλιαμ, το «Akira» (1988) του Κατσουχίρο Οτόμο και το «Κάφκα» (1991) του Στίβεν Σόντερμπεργκ, που δε διαδραματίζεται σε κάποια ορισμένη χρονική περίοδο, αλλά έχει την ίδια θεματολογία με τα παραπάνω.
Η περιβαλλοντική καταστροφή είναι διαφορετικής φύσεως σε κάθε ένα από αυτά τα παραμύθια. Πάντα όμως έχει επέλθει χάρη στην παρέμβαση του ματαιόδοξου ανθρώπου. Είτε πρόκειται για πυρηνικό ολοκαύτωμα, είτε για έναν ολοσχερώς καταστροφικό παγκόσμιο πόλεμο, η καταστροφή έχει αλλάξει ριζικά το φυσικό τοπίο και οι εταιρείες («Μπλέιντ Ράνερ»), η κυβέρνηση («1984», «Γενναίος Νέος Κόσμος»), και οι εργολάβοι («Akira») έχουν αναλάβει να ξαναχτίσουν τις μεγαλουπόλεις προς όφελός τους. Οι πόλεις του μέλλοντος χαρακτηρίζονται από θεόρατους ουρανοξύστες, αποπνικτική γραφειοκρατία, αστυνομοκρατία και ως αποτέλεσμα πλήρη ανελευθερία για τις μάζες.
Ενώ τα παλαιότερα δείγματα δυστοπίας εστιάζουν στον έλεγχο των ειδήσεων και της καθημερινότητας του μέσου ανθρώπου από το κράτος, τα πιο πρόσφατα δείγματα εμμένουν στη μάστιγα της τεχνολογίας. Στο «1984» πάνω από όλα υπάρχει ο Μεγάλος Αδερφός και η έννοια του «Thoughtcrime», του εγκλήματος, δηλαδή, ακόμη και του να σκεφτείς κάτι που παρεκκλίνει από τις επιταγές του Συστήματος, «παγώνει» κάθε αντικαθεστωτική κίνηση, πριν καν αυτή διαμορφωθεί. Ο «Γενναίος Νέος Κόσμος», αν και χρονολογικά παλαιότερο έργο, είναι πιο απαισιόδοξο, καθώς σε αυτό οι άνθρωποι γεννιούνται σε κάστες που προκαθορίζουν την ευφυΐα και τις εργασιακές τους ικανότητες. Στο «Akira», το «Μπλέιντ Ράνερ», άλλα και παραδείγματα του κυβερνοπάνκ ρεύματος, κυριαρχεί η αντίφαση «high tech-low life», υψηλή, δηλαδή, τεχνολογία, αλλά χαμηλή ποιότητα ζωής. Στο «Μπραζίλ» ή το «Κάφκα», η τεχνολογία κοντρολάρεται από μια χαώδη γραφειοκρατία που ενίοτε πέφτει σε σφάλματα, όπως είναι η καταδίκη του πολίτη Buttle, στην πρώτη ταινία, γιατί μια νεκρή μύγα έπεσε στον τυπογράφο και άλλαξε σε ένα επίσημο έγγραφο το πρώτο γράμμα του ονόματος του καταζητούμενου Tuttle. Όλα αυτά τα παραδείγματα για κοινωνίες δυστοπίας μιλούν για την αδυναμία του μέσου ανθρώπου να σταθεί απέναντι σε ένα παντοδύναμο Σύστημα.
Το αντίβαρο σε όλα αυτά υπάρχει, αν και ισχνό και έτσι τα βιβλία και οι ταινίες για τη δυστοπία δεν αποπνέουν μόνο απαισιοδοξία. Το αντίδοτο στο συγκεντρωτισμό είναι βεβαίως το ανθρώπινο στοιχείο, το οποίο συνεχίζει και επιβιώνει όσο κι αν οι κυβερνήσεις θέλουν να το εξαλείψουν. Ο Κάφκα (Τζέρεμι Άιρονς), στην ομώνυμη ταινία, λέει στον διευθυντή του Κάστρου (Ίαν Χολμ) που κάνει αποτρόπαια πειράματα σε ζωντανούς ανθρώπους, «Αυτό προσπαθείς να εξαλείψεις, έτσι δεν είναι; Όλα αυτά που ξεχωρίζουν το ένα ανθρώπινο ον από το άλλο. Αλλά δεν θα καταφέρεις ποτέ να δεις την ανθρώπινη ψυχή μέσα από ένα μεγεθυντικό φακό.» Με παρόμοιο τρόπο, ο Σαμ Λάουρι «ξεφεύγει», αν και μόνο νοητικά, από τα βασανιστήρια που του κάνουν στο Υπουργείο Πληροφοριών στο τέλος του «Μπραζίλ». Ο Γουίνστον Σμιθ στο «1984», αν και γαλουχημένος μέσα σε ένα απολυταρχικό σύστημα, βρίσκει τη Τζούλια και θυσιάζει την «ελευθερία» του για να είναι μαζί της. Στο «Μπλέιντ Ράνερ», αν και το ανθρώπινο στοιχείο έχει πια χαθεί, η ανθρωπιά συναντάται στις πράξεις των ανθρωποειδών (replicas) που έχουν δημιουργηθεί κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του ανθρώπου.
Τέτοια παραδείγματα δυστοπίας στην ποπ κουλτούρα υπάρχουν δεκάδες και οι καλλιτέχνες που έχουν ασχοληθεί με ταινίες δυστοπικής φαντασίας είναι πάμπολλοι. Όλοι όμως φαίνεται να συμφωνούν αφενός στο ότι το μέλλον διαγράφεται δυσοίωνο και αφετέρου πως η ανθρωπιά είναι αυτό που θα σώσει την ανθρωπότητα.
Όπως λέει και ο Λέοναρντ Κόεν στο τραγούδι «The Future» (1992), «η αγάπη είναι η μόνη μηχανή επιβίωσης.»