Το έργο «Πνεύμονες» πρωτοπαρουσιάστηκε στο Studio Theatre, στη Washington DC το 2011 και στη συνέχεια ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο, ενώ στην Αγγλία απέσπασε το βραβείο του καλύτερου έργου του 2013. Δημιουργός του ο Άγγλος θεατρικός συγγραφέας, σεναριογράφος και σκηνοθέτης, Duncan Macmillan.
Με μοναδικά εργαλεία το σώμα και τον λόγο ταξιδεύουμε στον τόπο και τον χρόνο, καθώς ξετυλίγεται μπροστά μας μια ιστορία ειλικρινής, ανθρώπινη και πολυσύνθετη όπως είναι η ίδια η ζωή και οι ανθρώπινες σχέσεις. Ο έρωτας, η αγάπη, το σεξ ως μια μορφή, ένα σχήμα, βρίσκονται σε αυτό το μεταιχμιακό limen για να εξελιχθούν σε οικογένεια, αναπαραγωγή και ευθύνη. Πώς μπορεί να βιώνει ένα νέο και σύγχρονο ζευγάρι αυτές τις αλλαγές, με ποιο τρόπο θα πάρει αυτές τις αρχικά δυσθεώρητες αποφάσεις; Μα έτσι ακριβώς όπως ξεκινά και η παράσταση: δημιουργώντας μία τεράστια πλασματική επικεφαλίδα που αιωρείται πάνω από τα κεφάλια των θεατών και των ηθοποιών. “Μα ένα παιδί;”
Το έργο καταπιάνεται με το θέμα της γονεϊκότητας εξαντλώντας όλη την ανάλυση των σκέψεων και των συναισθημάτων που μπορεί να δημιουργήσει μια τέτοια αλλαγή στη ζωή ενός ζευγαριού. Παρ όλη την ίσως αρχική στερεοτυπική αντιμετώπιση μιας υποτιθέμενης διαχρονικής μάχης των φύλων που θέλει την γυναίκα περισσότερο αναλυτική, διεξοδική και σε σημεία υστερική και χαρίζει στον άντρα την απλοποιημένη πρακτική συλλογιστική, δεν μένει για πολύ εκεί. Το θηλυκό διαχωρίζει την θέση του από το επίκτητο δεδομένο της πολυπόθητης μητρότητας, της άκριτης επιδίωξης για οικογενειακή πληρότητα και ατομική γυναικεία ολοκλήρωση που επιτυγχάνεται με την έλευση ενός παιδιού. Αντίθετα, προβληματίζεται, αντιδρά, πανικοβάλλεται και εξετάζει το αντίκτυπο που θα έχει σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής της: από το ίδιο της το σώμα μέχρι την γη και το περιβάλλον. Ο άντρας λιγότερο αναλυτικός και εν τέλει περισσότερο ευάλωτος συναισθηματικά παρακολουθεί το ιντερλούδιο των προβληματισμών της άλλες φορές στεκούμενος δίπλα της και άλλες απέναντί της. Η επικοινωνία κινεί τον δεσμό, τον ορίζει και άλλοτε τον καθιστά σε συνθήκη πολέμου και άλλοτε ειρήνης. Ο “άλλος” γίνεται εχθρός, γίνεται ο ξένος σκορπίζοντας στην ατμόσφαιρα το άρωμα της μοναξιάς και δηλητηριάζει τους πνεύμονες με θυμό, θλίψη και απογοήτευση. Είναι, όμως, και φορές που εκλύει οξυγόνο, καθαρότητα και συμπάθεια και γίνεται ο μοναδικός καλός αγωγός της ζωής. “Είμαστε καλοί άνθρωποι” :Ανακυκλώνουν, δενδροφυτεύουν, διαβάζουν, φιλοσοφούν και με έναν αδιαμφισβήτητα ορθολογιστικό τρόπο αγωνιούν να στήσουν την ηθική τους στα πλαίσια ενός new age Διαφωτισμού. Η καριέρα, το μέλλον, το περιβάλλον, η κρίση, η απιστία, οι αξιακές αρχές, ο θάνατος, ο έρωτας, η τεκνοποίηση, η νεότητα και ο αυθορμητισμός που χάνεται με την πάροδο του χρόνου, όλα λέγονται και πλαισιώνονται με εύστοχο χιούμορ συνθέτοντας ρεαλιστικούς, χειμαρρώδεις διαλόγους που αδυνατείς να μην συναντήσεις τον εαυτό σου σε αυτούς και στο τέλος να μην συγκινηθείς.
Σύμφωνα με τον McMilan «Το έργο γράφτηκε για να παιχτεί σε άδεια σκηνή. Δεν υπάρχουν σκηνικά, δεν υπάρχουν έπιπλα, ούτε φροντιστήριο, ούτε παντομίμα. Δεν υπάρχουν αλλαγές κοστουμιών. Το φως και ο ήχος δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται για να δηλώσουν αλλαγή στον χρόνο ή στον χώρο». Ο Δημήτρης Λάλος αναλαμβάνει ένα δύσκολο εγχείρημα. Πραγματικά, να σκηνοθετήσεις ένα τέτοιο έργο, όσο καλό, πρωτότυπο, ευφυές και αν είναι, μπορείς εύκολα να το καταρρακώσεις και να το τσαλακώσεις πέφτοντας στις ίδιες τις παγίδες που σου στήνει. Οφείλεις να επιστρατεύσεις όλη τη θεατρικότητα του κειμένου και με τις κατάλληλες σκηνοθετικές οδηγίες να του εμφυσήσεις ζωή, κίνηση και ρυθμό. Να του επιτρέψεις να ρέει χωρίς να το διακόπτεις με σκηνοθετικά ευρήματα και σκηνικά τερτίπια, με λεπτεπίλεπτες, καθαρές κινήσεις να σμιλέψεις το γλυπτό σου και να το αφήσεις να αναπνεύσει ως “πνεύμονας”. Και αυτό ακριβώς έκανε ο Λάλος. Μια άδεια σκηνογραφικά σκηνή, χωρίς ενδυματολογικά βοηθήματα και με ελάχιστες φωτιστικές αλλαγές, την πύκνωσε “θέατρο”.
Οι δύο ταλαντούχοι ηθοποιοί (Βάσω Καβαλιεράτου και Μάξιμος Μουμούρης) με αρμονία και εκφραστικότητα στην κίνηση, ταχύτητα και χρωματισμό στον λόγο, μας συνεπήραν στις συζητήσεις τους, τις ανησυχίες και τις διαφορές τους, λες και είμαστε μάρτυρες μιας πραγματικής συνομιλίας ενός φιλικού ζευγαριού. Τα βαθύτερα νοήματα του έργου ταξίδεψαν στην πλατεία με χιούμορ και φρεσκάδα αποφεύγοντας τις μακρηγορίες και τους σοβαροφανείς στοχασμούς. Ο Μάξιμος Μουμούρης, ευαίσθητος και ανθρώπινος, απέδωσε με φυσικότητα και αδρότητα την παιδικότητα μα και την ανασφάλεια ενός άντρα που έχει δίπλα του μια γυναίκα πληθωρική και εκρηκτική. Η (Βάσω Καβαλιεράτου, σπιρτόζα και εκφραστικά αεικίνητη, κατάφερε να συγχρονίσει την ταχύτητα του λόγου με αυτήν της σκέψης εντυπωσιάζοντας με το πόσο χαριτωμένα πηγαινοερχόταν σε αμφίθυμα συναισθήματα.
Η μόνη ένσταση έχει να κάνει με την ακουστική που δυστυχώς δημιούργησε προβλήματα κάνοντας κάποιες ατάκες να χαθούν ανάμεσα στα γέλια των θεατών και τα τριξίματα των καθισμάτων.
Συντελεστές παράστασης
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Λάλος
Μετάφραση: Κρίστελ Καπερώνη
Σκηνικά | Κοστούμια: Μιχάλης Σαπλαούρας
Φωτισμοί: Περικλής Μαθιέλης
Δραματολόγος: Κατερίνα Διακομοπούλου
Φωτογραφίες: Γιώργος Καπλανίδης
Video/Trailer: Θάνος Κερμίτσης
Ερμηνεύουν: Βάσω Καβαλιεράτου, Μάξιμος Μουμούρης
Πληροφορίες
Τοποθεσία: Θέατρο Αριστοτέλειον
Διεύθυνση: Εθνικής Αμύνης 2 (Θεσσαλονίκη)
Ημέρες & ώρες παραστάσεων: Δευτέρα 5 και Τρίτη 6 Μαρτίου 2018 στις 21:00
Διάρκεια: 75΄