Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια, της Harper Lee

Ψάχνοντας για βιβλία που έχουν αφήσει το σημάδι τους στο φάσμα της σύγχρονης κλασικής συγγραφής, δε θα μπορούσε κάποιος να παραλείψει το «Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια», της Harper Lee. Το βραβευμένο με βραβείο Πούλιτζερ (1961) βιβλίο της Αμερικανίδος συγγραφέα, που εκδόθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960, πραγματεύεται με τρόπο ιδιαίτερο και ταυτόχρονα πολύ συγκεκριμένο, ζητήματα που απαντώνται ακόμη στις μέρες μας, όπως ο ρατσισμός, η ηθική υποχρέωση, οι προκαταλήψεις μιας μικρής κοινωνίας, το τυφλό μίσος απέναντι στο διαφορετικό, και όλα αυτά εξιστορώντας τα μέσα απ’ τα μάτια ενός μικρού παιδιού.

Harper Lee
Πηγή: Getty Image

«Ποτέ δεν καταλαβαίνεις πραγματικά έναν άνθρωπο μέχρι να αναλογιστείς τα πράγματα από την δική του οπτική γωνία – μέχρι να μπεις στο πετσί του και να περιφερθείς με αυτό»

Harper Lee, Συγγραφέας

Λίγα λόγια για τη συγγραφέα

Γεννημένη το 1926 σε μια πόλη της Αλαμπάμα, η Harper Lee ήταν το μικρότερο μέλος της οικογένειας της. Η αγάπη της για τη λογοτεχνία φάνηκε κιόλας από τα εφηβικά της χρόνια παρά τις εφήμερες σπουδές της στα νομικά, ωστόσο ως νέα είχε  την εικόνα ενός ανθρώπου μοναχικού και απρόσιτου, εμμένοντας προσηλωμένη στη συγγραφή. Η συγγραφική της πορεία ξεκίνησε όταν εγκαταστάθηκε στην Νέα Υόρκη, σε όλη της τη ζωή ωστόσο εξέδωσε  συνολικά μόνο  δύο βιβλία, ένα το 1960 με τίτλο «Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια» (To kill a Mockingbird), και ένα δεύτερο το 2015, λίγους μήνες πριν τον θάνατό της,  με τίτλο «Βάλε έναν φύλακα» (Go Set a Watchman), το οποίο υποστηρίζεται πως είναι μια πρωταρχική εκδοχή του πρώτου που δεν είχε δημοσιευτεί. Ακόμη, βοήθησε σημαντικά τον φίλο της και συγγραφέα Truman Capote στο βιβλίο του «Εν Ψυχρώ», χωρίς όμως να λάβει την αντίστοιχη αναγνώριση. Πέρασε τη ζωή της παραμένοντας μακριά απ’ το προσκήνιο σε συνεχή ενασχόληση με τη συγγραφή∙ το 2007 της απονέμεται  το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας από τον έκτοτε πρόεδρο των ΗΠΑ. Απεβίωσε τον Φεβρουάριο του 2016, σε ηλικία 90 ετών, έχοντας καταφέρει να δει το έργο της να παίρνει μεγάλες διαστάσεις τόσο από λογοτεχνικής άποψης, αλλά ακόμη και στον κινηματογράφο και το θέατρο.

Διαβάστε επίσης  "Γιάννης: Εκτόξευση στα αστέρια"

Η ιστορία

Η Σκάουτ, η μικρή κόρη ενός δικηγόρου,  από την ηλικία των μόλις 6 χρόνων, καλείται να ανακαλύψει την περιπέτεια, τις διάφορες πτυχές μιας κλειστής κοινωνίας, την ανισότητα, τους ηθικούς φραγμούς, την αθώα περιέργεια ενός μικρού παιδιού. Με προσκήνιο τα ζεστά καλοκαίρια μιας μικρής πόλης της Νότιας Αμερικής, στην δεκαετία του 1930, παρέα με τον αδερφό της, τον Τζεμ, και τον παράξενο φίλο τους, τον Ντιλ, τα τρία παιδιά βρίσκουν ένα σωρό περιπέτειες για να περάσουν τον χρόνο τους, ερχόμενα αντιμέτωποι με κάθε λογής συμφορά, γνωρίζοντας έτσι από κοντά την ήρεμη πόλη τους. Όταν ανατίθεται στον πατέρας της, Άττικους,  η υπεράσπιση ενός έγχρωμου νέου, η μικρή Σκάουτ, γνωρίζει σιγά σιγά μια νέα καθημερινότητα, γεμάτη από τις προκαταλήψεις και το μίσος των ανθρώπων απέναντι στο διαφορετικό∙ πρόκειται για μια υπόθεση εξαρχής καταδικασμένη, αντικατοπτρίζει όμως το χρέος ενός ανθρώπου όχι μόνο στη δουλειά του, μα κυρίως στον κόσμο που ο ίδιος θέλει να πλάσει για τα παιδία του και αναμφισβήτητα το χρέος απέναντι στον ίδιο του τον εαυτό.

Η Harper Lee μάς παρουσιάζει εξαιρετικά περιγραφικά τον τρόπο ζωής, τις συνήθειες και τις σκέψεις μιας μικρής πόλης των νότιων ΗΠΑ κατά τη δεκαετία του 1930 και μέσα από την άρρηκτη αθωότητα της μικρής ηρωίδας, μιλά για θέματα που αφορούν την σκληρή πραγματικότητα των ανθρώπων της εποχής, θυμίζοντας μας πόσο εύπλαστος και αυθεντικός είναι ο παιδικός χαρακτήρας, ένας κενός πίνακας, αμαθής στις προλήψεις και τις  ανισότητες, που οι μεγάλοι με τόση επιμονή κρατάνε στη ζωή τους. Ο βασικός άξονας του βιβλίου διαμορφώνεται γύρω από τις ποικίλες αντιδράσεις στη «μάστιγα» του διαφορετικού, παρουσιάζοντας διαφορετικούς τύπους ανθρώπων και ένα θέμα που τόσο πολύ απασχόλησε τις κοινωνίες της εν λόγο εποχής, την παρουσία δηλαδή ανθρώπων χρώματος σε μια κοινωνία λευκών, καθώς και τον τρόπο που ένα μικρό παιδία προσπαθεί να ακολουθήσει την πορεία σκέψης των μεγάλων. Η αδικία, η διάκριση, ο παραλογισμός του νόμου,  η τυφλή επιμονή στον μέχρι τότε γνωστό τρόπο σκέψης είναι αυτά που κυριαρχούν, κάνοντας τους ανθρώπους να μένουν βαλτωμένοι στις προλήψεις τους, ενώ όσους προσπαθούν να ξεφύγουν από αυτές, να είναι αυτόματα οι αλλοπρόσαλλοί.

Διαβάστε επίσης  "Το βραχιόλι της φωτιάς": Όταν οι Εβραίοι συναντήθηκαν με τους Ρομά
Harper Lee
Πηγή: politeianet.gr

«Σκοτώστε όσες κίσσες θέλετε, αν μπορείτε να τις πετύχετε, αλλά να θυμάστε ότι είναι αμαρτία να σκοτώσεις τα κοτσύφια»

(απόσπασμα από το οπισθόφυλλο)

Ξεκίνησα να διαβάζω το βιβλίο στην τελευταία τάξη του λυκείου∙ στην ηλικία όμως των 17, μια τέτοια ιστορία όπως και ο τρόπος που παρουσιάζεται, ήταν ένας προβληματισμός που δε χρειαζόμουν εκείνη την περίοδο. Όταν έπιασα και πάλι το βιβλίο στα χέρια μου, σχεδόν τέσσερα χρόνια αργότερα, από τις πρώτες κιόλας σελίδες ξεκίνησε να μου διεγείρει την περιέργεια, και αυτό κυρίως λόγω της διαχρονικότητας του, φτάνει μόνο να σκεφτεί κανείς πως όλες αυτές οι αξίες  που προβάλει το κείμενο δεν είναι δεδομένες στην εποχή μας, σχεδόν έναν αιώνα μετά την εποχή που εκτυλίσσεται, μα και 60 χρόνια αργότερα από την έκδοση του. Η οπτική γωνία ενός μικρού παιδιού, στην τρυφερή ηλικία των 6 χρόνων, δημιουργεί ένα αμφίσημο συναίσθημα, κάτι που εμπεριέχει ταυτόχρονα ελπίδα και απογοήτευση, αφού μας θυμίζει την αθωότητα τους, που με δυσκολία κρατούν αφού οι ενήλικες με σθένος αδημονούν να εξαφανίσουν.

Από την άλλη πλευρά, διευρύνοντας τη σκέψη μας και ξεφεύγοντας αποκλειστικά από το ζήτημα της φυλετικής διάκρισης, ολόκληρο το βιβλίο απαντά ως μια αλληγορία της εποχή μας. Ο ρατσισμός απέναντι σε οποιουδήποτε είδους διαφορετικό, ο φόβος, το μίσος και η απομόνωση του αλλότριου, όπως και η σαθρότητα οποιασδήποτε κοινωνίας με τους θεσμούς που επικαλείται προκειμένου να διατηρήσει την ισορροπία της, ξεπηδούν από τις σελίδες και κουμπώνουν με τρομακτική ευκολία σε καταστάσεις του σήμερα. Κοτσύφια υπάρχουν αναμφισβήτητα στην εποχή μας, σε μορφές περισσότερες από αυτές που θα θέλαμε να παραδεχτούμε και το δικό μας ηθικό χρέος είναι να τα βρούμε και να τα προστατεύσουμε, θυμούμενοι πάντοτε «…ότι είναι αμαρτία να σκοτώσεις τα κοτσύφια».

Μέσα σε έναν κόσμο με τόσο θόρυβο, είναι κάπως παρήγορο να κλειδώνεις τις σκέψεις σου με λέξεις. Αυτός είναι και ο λόγος που τόλμησα την αρθρογραφία, γιατί μπορεί κάποιος να θέλει να ακούσει τις δικές μου σκέψεις.

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Το Ατίθασο Ρομπότ: Όταν η Τεχνολογία Συναντά τη Φύση

Η DreamWorks Animation καταφέρνει ξανά να μας εντυπωσιάσει με την
«Μπάουμγκαρτνερ», Paul Auster

«Μπαουμγκάρτνερ»: Το κύκνειο άσμα ενός μεγάλου λογοτέχνη

Το «Μπαουμγκάρτνερ» του Paul Auster, που μόλις κυκλοφόρησε από τις