Ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν ήταν ένας από τους διασημότερους συνθέτες και πιανίστες της κλασικής μουσικής και το όνομά του αποτελεί μέχρι και σήμερα πηγή αναγνωρισιμότητας και ταύτισης με το συγκεκριμένο είδος μουσικής. Ο Γερμανός συνθέτης κατάφερε να δημιουργήσει μαγικά έργα που μπορούν να απολαύσουν και να αναγνωρίσουν ακόμα και άτομα που δεν ασχολούνται με την κλασική μουσική. Η καριέρα του χωρίζεται σε τρεις διαφορετικές περιόδους, ανάλογα με την ηλικία και την παραγωγή έργων του. Η τρίτη και τελευταία χαρακτηρίζεται ως την κορυφαία του, καθώς παρήγαγε συνθέσεις, οι οποίες αργότερα θεωρήθηκαν -και όχι αδίκως- ως οι καλύτερες του. Ο Μπετόβεν όμως στην “τελευταία” περίοδο (1812-1827) έπασχε από μία αρρώστια που τον είχε οδηγήσει στο να χάσει σχεδόν εντελώς την ακοή του. Για αυτόν το λόγο είχε σταματήσει τα κονσέρτα και τις ζωντανές παραστάσεις. Είχε συνεχίσει όμως να συνθέτει και το πείσμα του σε συνδυασμό με τη διάνοια του μας έδωσαν τα καλύτερά του έργα. Η ακοή, μία κύρια και βασικότατη αίσθηση του ανθρώπου, δεν ήταν αναγκαία για τον μεγάλο καλλιτέχνη.
Βιογραφικά στοιχεία: Νιότη μέχρι τις πρώτες συνθέσεις
Ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν γεννήθηκε σε μία οικογένεια με μουσικό υπόβαθρο. Δεν υπάρχει κάποιο επίσημο έγγραφο που να αναφέρει την ακριβή ημερομηνία γέννησής του, αλλά το μόνο που διαθέτουμε είναι το αρχείο από την ημέρα της βάφτισής του, που ορίζεται την 17η Δεκεμβρίου του 1770. Είναι γνωστό ότι οι περισσότερες οικογένειες εκείνη την εποχή βάφτιζαν τα παιδιά μία μέρα μετά τον ερχομό τους στο κόσμο και για αυτό υποθέτουμε πως η ημερομηνία γέννησης του μεγάλου συνθέτη ήταν η 16η Δεκεμβρίου του 1770. Τροφή για τους υποστηρικτές αυτής της υπόθεσης αποτελούν οι εορτασμοί της οικογένειας και του δασκάλου του τη συγκεκριμένη μέρα. Ο Μπετόβεν γεννήθηκε στο Μπόνν και είχε έξι αδέρφια. Από τα επτά παιδιά της οικογενείας μόνο τα τέσσερα επιβίωσαν πέραν της βρεφικής κατάστασης.
Ο πρώτος δάσκαλος του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν ήταν ο πατέρας του, ο οποίος διαπίστωσε γρήγορα το σπάνιο ταλέντο του. Γρήγορα υποχρέωσε τον μικρό Μπετόβεν να παρακολουθεί πληθώρα μαθημάτων με ποικιλία τοπικών καθηγητών. Η σκληρή διδασκαλία του ξεκίνησε ήδη από την ηλικία των 5 χρόνων και ήταν τρομερά βάναυση σε βαθμό να εξωθείται σε ψυχολογική βία που έφτανε στα όρια της σωματικής. Δεν ήταν λίγες οι φορές που η εκπαίδευση οδηγούσε σε δάκρυα. Νυχτερινές-πρωινές συνεδρίες δεν έλειπαν από το ρεπερτόριό του. Το 1778 είχε έρθει ο καιρός για την πρώτη ζωντανή παράσταση μπροστά σε κοινό. Ο πατέρας του επιχείρησε να διευρύνει το “μύθο” γύρω από τον Λούντβιχ και τον παρουσίασε, ψευδώς, σαν 6 χρονών “προμοντάροντάς” τον ως παιδική ιδιοφυΐα.
Μετά το 1779, ο Μπετόβεν θα έρθει σε επαφή με τον σημαντικότερο δάσκαλο που είχε ποτέ στο Μπόνν, τον Κρίστιαν Γκότλομπ Νεφ. Ο Νεφ δίδαξε στον μικρό Μπετόβεν σύνθεση και ήταν θεμέλιος λίθος για την εξέλιξή του. Με την βοήθειά του το 1783 κατόρθωσε, στην ηλικία των 13, να γράψει την πρώτη ολοκληρωμένη σύνθεσή του, η οποία και εκδόθηκε. Σύντομα ο Μπετόβεν δούλευε για τον Νεφ. Η καταξίωση και οι επιτυχίες δεν άργησαν να εμφανισθούν, όπως και τα προβλήματα υγείας για το μεγάλο συνθέτη-μουσικό.
Η κώφωση του Μπετόβεν
Όπως ανέφερα και στην αρχή του κειμένου, η μουσική καριέρα του Μπετόβεν χωρίζεται σε 3 περιόδους. Η πρώιμη είναι τα χρόνια μέχρι και το 1802, η μεσαία χωρίζεται από το 1802 έως το 1812 και η τελευταία περίοδος ξεκινά από το 1812 και φτάνει μέχρι και τον θάνατό του, το 1827.
Από το 1798 φαίνεται πως είχε κάποια προβλήματα με την ακοή του. Σταδιακά άρχισε να χάνει την αίσθηση της ακοής, μέχρι που δεν μπορούσε να ακούσει απολύτως τίποτα. Η αιτία δεν αποσαφηνίστηκε ποτέ. Πολλοί είναι αυτοί που θεωρούν πως σημαντικό ρόλο στην κατάσταση της υγείας του, έπαιξε ο ίδιος ο Μπετόβεν, ο οποίος στην προσπάθεια να κρατήσει ενεργό και νηφάλιο τον εαυτό του, συνήθιζε να βουτά το κεφάλι του σε παγωμένο νερό. Άλλοι υποστήριξαν πως κύριος υπεύθυνος ήταν ο τύφος, μία αρρώστια που φαίνεται να είχε προσβάλει τον Μπετόβεν. Παρά την πλήρη κώφωση, ο Μπετόβεν δεν παράτησε τη σύνθεση και παρά τα σοβαρά προβλήματα που πολλές φορές δεν τον άφηναν ούτε να πραγματοποιήσει μια απλή συζήτηση, πάλεψε για τη μουσική του. Το 1811 και αφού απέτυχε να εκτελέσει το ίδιο του το κονσέρτο αποφάσισε να μην ξαναπροσπαθήσει να πραγματοποιήσει ζωντανές παραστάσεις.
Ένας μαθητής του ανέφερε πως μπορούσε να ακούει μουσική μέχρι και το 1812, αλλά μετά ήταν εντελώς κωφός. Η επικοινωνία του την τελευταία δεκαετία της ζωής του πραγματοποιούνταν μέσα από τα “τετράδια συζητήσεων”. Οι φίλοι του έγραφαν τι ήθελαν να του πουν σε τετράδια και ο ίδιος απαντούσε είτε λεκτικά, είτε γράφοντας μέσα σε αυτά τα τετράδια. Οι συζητήσεις περιλάμβαναν καθημερινά ζητήματα, αλλά κυρίως είχαν να κάνουν με μουσική.
Ο Μπετόβεν παρήγαγε σε όλη τη ζωή του τρομερά έργα. Δεν είναι άδικο, όμως, να θεωρήσουμε πως οι καλύτερες συνθέσεις του δημοσιεύτηκαν και δημιουργήθηκαν την περίοδο που δε μπορούσε να στηριχθεί σε μία από τις βασικές του αισθήσεις; Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αποτελεί η 9η Συμφωνία, η πλέον γνωστή, αλλά και τελευταία συμφωνία του Μπετόβεν. Η 9η Συμφωνία γράφτηκε τη διετία 1822-1824 και τον Μάιο του ίδιου χρόνου παρουσιάστηκε στο κοινό και μάγεψε τα πλήθη. Πολλοί κριτικοί χαρακτήρισαν το συγκεκριμένο έργο ως μία από τις σημαντικότερες επιτυχίες της δυτικής μουσικής. Τη δεκαετία του 2010 αποτελεί την περισσότερο εκτελεσμένη συμφωνία στον κόσμο.
Ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν αποτελεί πηγή έμπνευσης για πολλούς νέους καλλιτέχνες που επιθυμούν να ακολουθήσουν μία καριέρα στην κλασική μουσική. Τα προβλήματα υγείας που είχε δεν αναλώνονται μόνο στην πλήρη κώφωσή του, καθώς έπασχε από πλήθος προβλημάτων. Αυτό όμως δεν τον εμπόδισε να δημιουργήσει ένα τεράστιο όνομα με μεγάλο αντίκτυπο στη δυτική μουσική. Η μαγεία της μουσική του φαίνεται στο παρακάτω βίντεο που η συμφωνική ορχήστρα του Σικάγο παίζει την 9η Συμφωνία του Μπετόβεν.
Πηγές
https://en.wikipedia.org/wiki/Ludwig_van_Beethoven
https://www.britannica.com/biography/Ludwig-van-Beethoven
https://www.classicfm.com/composers/beethoven/