Ιταλία, δεκαετία του ’60. Ο οίκος μόδας Christian Haute Couture βάλλεται από έναν μυστηριώδη εγκληματία που έχει βάλει «πλώρη» να βρωμίσει το όνομά του και να κατασπαράξει τις καλλονές του. Ο Mario Bava σε συνεργασία με τον Ubaldo Terzano, μετατρέπει έναν χώρο κυριολεκτικά σε κουκλόσπιτο και φτάνει το Χιτσκοκικό σύμπαν σε άλλο επίπεδο, ενσωματώνοντάς το στο Ιταλικό horror της εποχής. Μια ποικιλία χρωμάτων διαχέεται σε ένα ολοσκότεινο φόντο και συνθέτει το απόλυτο μυστήριο, κάτι στο οποίο ο Bava μας έχει συνηθίσει περισσότερο στα διάσημα γοτθικά του εγχειρήματα. Μετά το «Girl Who Knew Too Much», ο “μπαμπάς” των gialli περικλείεται από έναν αέρα ανανέωσης και παρεισφρέει στην μόδα των 60’s, αναδεικνύοντας την γυναικεία μορφή πιο “γυάλινη” από ποτέ.
Στο «Blood and Black Lace» ο Bava εκτός από ανατριχίλες παραθέτει και μαθήματα στους αναδυόμενους δημιουργούς του είδους και μας υπενθυμίζει πόσο δύσκολα κλονίζεται η θέση του. Εδώ το νουάρ συναντάει τα 60’s και το σινεμά μυστηρίου τις απαρχές του gore στα gialli. Ένοχα μυστικά, ξεθαμμένα ημερολόγια, κόντρες, δολοπλοκίες, μακάβριες δολοφονίες δίχως φανερό κίνητρο και εν ολίγοις ο σαδισμός στο μεγαλείο του, είναι μόνο λίγα από αυτά που θα απασχολήσουν τον ντετέκτιβ που ασχολείται με την φρικτή υπόθεση που λαμβάνει χώρα στον οίκο. Κι όπως αποδεικνύεται ο χώρος της μόδας δεν είναι τόσο φανταχτερός όσο φαντάζει. Όσο για τον δολοφόνο, ποιός θα μπορούσε ποτέ να φανερώσει τέτοια διεστραμμένα φονικά ένστικτα;

Τα μοντέλα είναι φωτισμένα και σκηνοθετημένα σαν μανεκέν, σαν κούκλες βιτρίνας. Είναι πολλές οι φορές στο «Blood and Black Lace» που νομίζουμε πως παρακολουθούμε τα δρώμενα μέσα από τζάμι ενός κουκλόσπιτου, δίχως βέβαια να λείπει και το χαρακτηριστικό φαντασμαγορικό στοιχείο του Mario Bava, που είναι άλλωστε και η επιπλέον “τσαχπινιά” των έργων του. Ο φονιάς δε, μοιάζει σαν να έκανε ένα σύντομο πέρασμα στην εποχή, σταματώντας για λίγο την “καριέρα” του στο νουάρ. Με μαύρη καμπαρντίνα, καπέλο και καλυμμένο πρόσωπο, παρακολουθεί και ετοιμάζει με δημιουργικότητα το επόμενό του χτύπημα.
Το «Blood and Black Lace», εκτός από συναρπαστικά αιχμηρό για τα δεδομένα του μυστηρίου της εποχής, είναι και ένα διδακτορικό στους φόνους. Τα μοντέλα αποδεκατίζονται με τους πιο ευφάνταστα τρομακτικούς τρόπους και πάντα με διακριτικότητα και καλαισθησία ως προς το τι θα φανεί και τι θα αφεθεί στην φαντασία. Διότι εκτός από μαέστρος, ο Mario Bava είναι και gentleman. Παρ’ όλα αυτά, δεν “μάσησε” όσον αφορά τις σκηνές των δολοφονιών. Με θεατρικού τύπου στατικές σκηνές, κατάφερε να φτάσει την αδρεναλίνη των θεατών στα ύψη αλλά και να τους ανατριχιάσει ως το κόκκαλο με τον απρόσωπο εγκληματία και τις απρόβλεπτες κινήσεις του. Και είναι πράγματι εξαιρετικά άδικο να μην διδάσκεται ως σπουδή για τους νεαρούς λάτρεις του κινηματογράφου, καθότι κάθε κάδρο του «Blood and Black Lace» είναι και ένα σημαντικό μάθημα.

Παρ’ ότι κανείς μπορεί να μιλήσει ατελείωτες ώρες για την σκηνοθετική αρτιότητα του «Blood and Black Lace», το σενάριό του επιβεβαίωσε πως δεν έχει εξίσου τίποτα να ζηλέψει από την σκηνοθεσία. Η ίδια η πλοκή στέκεται με επιμονή στα στοιχεία που θα οδηγήσουν στην λύση του μυστηρίου και δεν αρκείται σε φτηνές και επιπόλαιες εξηγήσεις. Ο Mario Bava αφήνει χρόνο και την αστείρευτη αδυναμία του στην μεθοδικότητα να λάμψει και να ενώσει σταδιακά όλα τα κομμάτια του παζλ που θα φέρουν την αλήθεια στο φως. Όποιος πλησιάζει το ημερολόγιο της Έριδος με στόχο να καθαρίσει το λερωμένο του παρελθόν, βρίσκεται κατευθείαν νεκρός πριν καν προλάβουμε να τον θεωρήσουμε ένοχο. Και κάπως έτσι μειώνεται εκθετικά ο αριθμός των υπόπτων, ενώ εν δυνάμει θα μπορούσαν να είναι στην κυριολεξία, όλοι.
Παρά την φτωχή ανταπόκριση που είχε κατά την εμφάνισή του στις Ιταλικές αίθουσες, το «Blood and Black Lace» έμοιαζε από τότε σίγουρα κάτι το οποίο έχει έρθει με σκοπό να φέρει την αλλαγή και αν και αρκετά υποτιμημένος σε αυτό το κομμάτι, ο Mario Bava δεν είθισται να φέρνει αλλαγές αποκλειστικά στην 7η τέχνη αλλά και στον ορισμό αυτού που έως και σήμερα αποκαλούμε αισθητική.
Δείτε το trailer της ταινίας εδώ: