
Μέσα στην αφόρητη αθλιότητα ενός ασθενικού κόσμου, που μαστίζεται από τον πόλεμο και την σύγκρουση, ο άνθρωπος έρχεται αντιμέτωπος με την εφήμερη φύση του. Η ίδια του η ύπαρξη τραντάζεται καθώς αντιλαμβάνεται την τραγωδία του επικείμενου θανάτου του και το αιώνιο σκοτάδι που τον συντροφεύει. Ο κόσμος στην έβδομη σφραγίδα είναι εγκαταλελειμμένος από καθετί θείο. Είναι ένας κόσμος σε πλήρη αποσύνθεση όπου αίμα αθώων θυσιάζεται στον βωμό της πίστεως και ολόκληρες οργανωμένες κοινωνίες καταρρέουν από την θανατική ορμή της πανούκλας. Ο Bergman δημιουργεί μια ταινία μνημείο τέχνης για την ανθρώπινη κατάσταση και τον κλονισμό της πίστης σ’ένα σαθρό κόσμο που είναι στο έλεος της οργής της αποκάλυψης καθώς το άνοιγμα των εφτά σφραγίδων σηματοδοτεί την αρχή της ημέρας της κρίσης.
Η πλοκή επικεντρώνεται στην δωρική φιγούρα του ιππότη Αντώνιου Μπλόκ (Max von Sydow) μετά την επιστροφή του από την σταυροφορία στους Άγιους τόπους. Ο νόστος του όμως θα διακοπεί όταν θα παρουσιαστεί μπροστά του ο Θάνατος (Bengt Ekerot) για να του ανακοινώσει πως ο χρόνος του στον κόσμο έληξε. Ο ιππότης προκαλεί τον Θάνατο σε μια πατρίδα σκάκι με μοναδικό όρο να τον αποδεσμεύσει από το μακάβριο τέλος εφόσον κερδίσει. Κατ’αυτόν τον τρόπο τίθεται σε τροχιά η πορεία του Μπλόκ προς αναζήτηση γνώσης και πίστεως, πάντοτε με την συντροφιά του ιπποκόμου του Γιοφ (Gunnar Björnstrand) αλλά και μερικών θεατρίνων-ακροβατών ενός πλανόδιου θιάσου.

Η παρουσία του θανάτου είναι διαρκής σε όλη την πορεία του Μπλόκ και των συντρόφων του υπενθυμίζοντας την αναπόφευκτη νίκη του. Το κάθε μέλος της συντροφιάς διατηρεί διαφορετική στάση απέναντι του καθώς δεν έχουν όλοι την δυνατότητα να δουν την παρουσία του. Μερικοί προσπαθούν να σταθούν θαρραλέα απέναντι στο σκοτάδι υπερτιμώντας όμως τις δυνάμεις τους, άλλοι διατηρούν μια πίστη και πλέκουν εγκώμια που υμνούν τα θεία και άλλοι καθώς βρίσκονται σε απόγνωση και τρέμουν για την εύθραυστη ψυχή τους δημιουργούν μια πομπή αυτοτιμωρούμενων που εκλιπαρούν για έλεος.
Μια σημαντική λεπτομέρεια είναι το Dies irae (η μέρα της οργής) όπου ακούγεται στο άνοιγμα της ταινίας αλλά ψέλνεται και κατά την διάρκεια της πομπής. Είναι ένας πένθιμος ύμνος που εκλιπαρεί τον δημιουργό για οίκτο την ημέρα της κρίσης και θα λέγαμε πως ταυτίζεται με την θεματική στην έβδομη σφραγίδα. Ο Μπλόκ απεναντίας αναζητά την χαμένη πίστη του σε έναν απόντα θεό. Στα δέκα χρόνια όπου μαχόταν υπέρ του στους άγιους τόπους η σιγή του ήταν πιο εκκωφαντική από ποτέ,σκότωσε και μάτωσε κι εκείνος δέκα χρόνια για ένα πουκάμισο αδειανό (Σεφέρης, Ελένη).
Θα είχε κάποιο ενδιαφέρον να εξετάσουμε στην έβδομη σφραγίδα και την σύγκριση του Μπλόκ με τον ίδιο τον Άμλετ καθώς φέρουν κοινά χαρακτηριστικά. Πέρα από το προφανές που είναι η εμφάνιση το σημαντικότερο είναι οι σχέση των δύο χαρακτήρων με τον θάνατο. Η αναβλητικότητα βρίσκεται στην βάση της δράσης τους καθώς αποφεύγουν να αποδεχτούν τον επικείμενο ερχομό του. Ο μεν Άμλετ αναβάλει να αποδεχθεί πως πρέπει να προκαλέσει τον θάνατο του θείου του και ο δε Μπλόκ αναβάλει την παρτίδα του σε μια απέλπιδη προσπάθεια να παρατείνει την ζωή του. Γίνεται επίσης και μια αναφορά στην Ελσινόρη, την περιοχή που βρίσκεται το κάστρο του Άμλετ, με τον Μπλόκ να σχολιάζει την αναφορά λέγοντας πως η πανούκλα έχει σαρώσει την περιοχή. Οι δύο αυτοί χαρακτήρες καθώς βρίσκονται αντιμέτωποι με την παρουσία του θανάτου,σε έναν κόσμο απόλυτης φθοράς,αμφισβητούν την αξία της ίδια της ύπαρξης.“Κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανίας“

Ο Bergman στην έβδομη σφραγίδα κάνει μια προσωπική ψυχανάλυση και στρέφεται εντός προβάλλοντας τους φόβους του. Προσπαθεί να κατανοήσει, εν μέρει, και να συμφιλιωθεί με το βέβαιο τέλος, αναλογίζεται την αξία της ύπαρξης σε έναν αποκτηνωμένο κόσμο και προσπαθεί μετά μανίας να βρει κάποιο αποτύπωμα που να επαληθεύει κάποια θεϊκή παρουσία. Καταπιάνεται με το αιώνιο πρόβλημα, την παντοτινή αγωνία του ανθρώπου που μέσα στην μοναχικότητα της συνείδησης του γνωρίζει πως είναι θνητός. Μπορεί αυτή η έβδομη σφραγίδα να μοιάζει δύσπεπτη και πεσιμιστική αλλά είναι σαν μια μυσταγωγική εμπειρία που φέρνει την ψυχή στην κάθαρση υπονοώντας εν τέλη πως η άκρατη επιθυμία για ζωή και δημιουργία ωθούν τον κόσμο μπροστά και νοηματοδοτούν την ύπαρξη.