Βρέθηκα ανάμεσα στο πλήθος λίγο πριν ξεκινήσει ο απόλυτος σεβασμός. Τους είδα να ξεφυσούν καπνούς μ’ ένα πλαστικό ποτήρι στο χέρι, να μιλούν και να σιωπούν, να ψάχνουν τους «άλλους» και να γεμίζουν τον χώρο όπως η άμμος την κλεψύδρα.
Μαύρα μαλλιά, γραμμικά τατουάζ να γυαλίζουν στον ιδρώτα και έντονο κόκκινο στα χείλη. Είδα κόσμο δίχως ηλικία και περιορισμούς, καθήμενους και όρθιους να περιμένουν, να στρώνουν τα μαλλιά τους και να μοιάζουν έτοιμοι.
Μια συναυλία είναι πάντα… μια συναυλία. Ξέρεις περίπου τη μουσική της, αλλά δεν ξέρεις τι σε περιμένει. Προετοιμάζεσαι, φρεσκάρεις τ’ ακούσματά σου, κλείνεις το youtube, βάζεις στην πρίζα –μετά από χρόνια– το πικάπ και το πρωινό σου μυρίζει βινύλιο.
Ήμουν κι εγώ, λοιπόν, στον Nick Cave και το πήγα σερί μετά τη δουλειά. Βρήκα κόσμο εκεί, με βρήκαν οι μνήμες και προσπάθησα να θυμηθώ πόσα τραγούδια έχω ξεχωρίσει απ’ τη δισκογραφία του. Δεν τα κατάφερα, αλλά είχα μόνο μια αίσθηση: τη χροιά της φωνής του. Αυτό αρκεί, σκέφτηκα και με τη σειρά μου κράτησα ένα ακόμα πλαστικό ποτήρι.
Δίχως support και χωρίς ιδιαίτερες κινήσεις εντυπωσιασμού, η σκηνή ζωντάνεψε. Η ίδια φιγούρα των παιδικών μου χρόνων, τα ίδιο στιλ, η ίδια φωνή, το ίδιο χτένισμα- κάτι από εξώφυλλο.
Στις πρώτες του νότες σιωπήσαμε. Είδα τον απόλυτο καλλιτέχνη να διεκδικεί και με τον πιο ευγενή τρόπο να απαιτεί σεβασμό. Στα χαμηλά του, στα ήρεμα του υπήρχε μόνο η σιγή μας. Ένα ολόκληρο στάδιο φανατικών και άλλων θεατών σιωπούσε για ν’ ακούσει ακόμα και την παύση του.
Γύρισα αρκετές φορές την πλάτη στη σκηνή για να μείνω στον ήχο της μουσικής και να παρατηρήσω τις εκφράσεις του κοινού. Οι προβολείς σκιαγράφησαν ρυτίδες από χαμόγελα, χαλασμένες κοτσίδες, μάτια γεμάτα μουσική – ακόμα και δάκρυα πάνω στις σκιές του προσώπου.
Ένα ολόκληρο στάδιο ζωντάνεψε και σεβάστηκε τον κύριο Cave, τον θαύμασε και με κάθε σοβαρότητα υπήρχε για τη μουσική και τον καλλιτέχνη. Η ατμόσφαιρα τού ανήκε, μαζί και ο κόσμος και οι ματιές τους και το μυαλό όλων. Ο Nick Cave ήρθε για ν’ ανταλλάξει κάτι απ’ τη σκέψη μας και να αφήσει μουσικές μνήμες. Στάθηκε όρθιος απέναντι σε όλους μας και δεν αρκέστηκε στην εμπορική του επιτυχία, ούτε στη σιγουριά της πολυετούς δισκογραφίας τους. Μοιράστηκε σαν γνήσιος καλλιτέχνης την άποψή του και βρήκε χώρο για τη σιωπή μας… τον σεβασμό μας.
Ήμουν κι εγώ στον Nick Cave όταν βρέθηκε να τραγουδά περπατώντας ανάμεσά μας και να έχει κερδίσει το μυαλό μας. Δεν τον άγγιξε κανείς, δεν τον ενόχλησε κανείς, δεν μας το επέτρεψε. Οφείλαμε να σεβαστούμε την επιθυμία του και να μη χαθούμε στις συνήθεις παραληρηματικές πρακτικές των συναυλιών και στην υπέρβαση της προσωπικότητας.
Αρκέστηκε να μας κάνει κοινωνούς στη συναυλία του με ένα απλό performance, εξαιρετική μουσική απόδοση και παιδεία δίχως ενδοιασμούς. Ακόμα και όταν η σκηνή γέμισε με δεκάδες –ίσως και εκατοντάδες– από τους φανατικούς του, ήταν εκεί για όλους, δίχως όμως να χαθεί.
Ο κύριος Nick Cave μaς δίδαξε σεβασμό και επαγγελματική συνέπεια, καθηλώνοντας τον καθένα μας, ακόμα και όλους εκείνους που δεν τον ακούν καθημερινά. Βρήκαμε στις νότες του τη σιωπή μας και μέχρι το τελευταίο ακόρντο αφεθήκαμε. Δεν τον χάσαμε και δεν μας έχασε. Μόνο μας κράτησε απ’ το χέρι και μας έσυρε στον κόσμο του· αυτόν τον κόσμο που ήρθε να υποστηρίξει και να μας τον γνωρίσει από κοντά.
Ήμουν κι εγώ στον Nick Cave κι έμαθα ν’ ακούω μουσική.