O Χριστιανισμός ως θρησκεία δεν είχε τις βάσεις, στο να κηρύξει Ιερό Πόλεμο, τουλάχιστον πριν το Μεσαίωνα. Δεν υπήρχε ένδειξη, τουλάχιστον 2 αιώνες μετά το θάνατο του Ιησού, πως θα προκαλούνταν τέτοια αιματοχυσία στην Ανατολή. Ο στενός δεσμός, που ακολούθησε αργότερα μεταξύ της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και του Χριστιανισμού με τον πρώτο αυτοκράτορα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, τον Κωνσταντίνο, αποτέλεσε την πρώτη επαφή της θρησκείας του Χριστού με πολεμικές επιχειρήσεις. Κάτι παρόμοιο θα μπορούσε να ισχύει και με το Ισλάμ.
Είχε ο Χριστιανισμός βάσεις για ιερό πόλεμο;
Για πρώτη φορά ο Χριστιανισμός, μετά από χρόνια καταδιώξεων και θανάτου εις βάρος του, είχε στα χέρια του τεράστια εξουσία. Mία από τις μεγαλύτερες παγκοσμίως, καθώς η δύναμη του αυτοκράτορα του Βυζαντίου ήταν τεράστια, ξεπερνώντας αυτή της Δυτικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. H οποία, με τη σειρά της, είχε ήδη ξεκινήσει να παρακμάζει. Οι επερχόμενοι αυτοκράτορες ήρθαν για πρώτη φορά αντιμέτωποι με ζητήματα ζωής και θανάτου, ειρήνης και πολέμου.
Ο Αυγουστίνος είχε εκφράσει μια σημαντική άποψη για το συγκεκριμένο γεγονός, την εποχή εκείνη (5ος αιώνας μ.Χ), όπου ο Χριστιανισμός προσπαθούσε να θεμελιωθεί με κάθε μέσο. Πίστευε λοιπόν, πως κάθε χριστιανός ηγέτης έπρεπε να πραγματοποιεί ένα «δίκαιο» πόλεμο, μόνο όταν υπήρχαν οι απαραίτητες συνθήκες. Ωστόσο, επέμενε πως οι πιστοί, δεν πρέπει να εμπλέκονται σε θρησκευτικούς πολέμους ή να καταστρέφουν αιρέσεις και να σκοτώνουν παγανιστές. Ο πόλεμος ήταν αρκετές φορές αναγκαίο κακό και δεν έπρεπε να χρησιμοποιείται από την εκκλησία ως εργαλείο, για να εξυπηρετεί τους σκοπούς της. Σοφά λόγια από κάποιον θα έλεγε κανείς, αν φανταστεί τις συνθήκες, που επικρατούσαν τότε με την άνοδο του χριστιανισμού.
Παράλληλα, όπως προαναφέρθηκε, η Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία βρισκόταν σε περίοδο παρακμής, ώσπου τα γερμανικά φύλα την κατέβαλαν. Αυτό μόνο θετικό θα μπορούσε να είναι για το Βυζάντιο την περίοδο εκείνη. Κι αυτό, διότι χάθηκε ένας σημαντικός ανταγωνιστής και, παράλληλα, καθιερώθηκε ο χριστιανισμός στη Δυτική Ευρώπη. Η Ανατολή δεν γνώριζε τότε τις διαστάσεις, που θα έπαιρνε ο διαχωρισμός της χριστιανοσύνης σε καθολική και ορθόδοξη.
Οι βάσεις του Ισλάμ για Ιερό Πόλεμο. Ο Μωάμεθ δημιουργεί νέα θρησκεία
Ένας πραγματικός ανταγωνιστής του χριστιανισμού έκανε την εμφάνιση του τον 7ο αιώνα από το Μωάμεθ, το μονοθεϊστικό Ισλάμ. Οι μουσουλμάνοι πιστεύουν, πως ο Θεός Εβραίων και Χριστιανών μετέδωσε το λόγο του στο Μωάμεθ, για να τον μεταφέρει στο λαό του. Ο λόγος του στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο Κοράνι, το ιερό βιβλίο των μουσουλμάνων. Παράλληλα, ο Μωάμεθ ανέφερε πως και παλιότερα υπήρχαν άνθρωποι στην Παλαιά Διαθήκη, που μετέφεραν τα ίδια λόγια από το Θεό, αλλά αγνοήθηκαν.
Ο Μωάμεθ δεν είχε δεχτεί τον Ιησού σαν εχθρό του, αλλά ως ευλογημένο προφήτη. Πίστευαν πως ο Θεός, πλέον, είχε βρει το νέο του λαό, ενώ θα άνοιγαν οι πόρτες του παραδείσου, για όποιον υπάκουε όποιος υπάκουε στο Κοράνι.
Ο Μωάμεθ ξεκινάει τις προφητείες και το κήρυγμα
Ο Μωάμεθ ξεκίνησε τις προφητείες του στη Μέκκα, ενώ αργότερα συνέχισε στη Μεδίνα, όπου έγινε και κυβερνήτης της. Επειδή, όμως, ο λόγος που κήρυττε, είχε και πολιτικό και θρησκευτικό περιεχόμενο, δεν άργησε να ασκήσει επεκτατική πολιτική. Οι μουσουλμάνοι είχαν βρει το ιδανικό μοντέλο ενός πνευματικού και όχι μόνο ηγέτη. Πλέον το Ισλάμ είχε στα θεμέλια του εκτός από τις προφητείες του Μωάμεθ για ειρήνη, το εμπόριο, τη δικαιοσύνη και τον πόλεμο. Αρχικά έγιναν επιθέσεις και κατακτήσεις σε άλλες αραβικές πόλεις, ακόμα και στην ίδια τη Μέκκα. Ο πόλεμος αυτός ονομάστηκε Τζιχάντ.
Οι μουσουλμάνοι πίστευαν, πως όποιος πεθαίνει στη μάχη, γίνεται μάρτυρας της πίστης. Με το που πεθαίνει κάποιος στο πεδίο της μάχης, το πνεύμα του σηκώνεται και οδεύει προς το παράδεισο. Η αρχή είχε γίνει και οι πόλεμοι, που ακολούθησαν, δεν ήταν μόνο Τζιχάντ. Οι μουσουλμάνοι πολεμούσαν, όποιον δεν πίστευε στον πραγματικό Θεό και όποιον θεωρούσαν, ότι ήταν απειλή προς το Ισλάμ. Επιπλέον, θεωρούσαν πως Χριστιανοί και Εβραίοι πίστευαν στον πραγματικό Θεό, απλά δεν δέχονταν τις προφητείες του Μωάμεθ. Δεν θεωρούνταν εχθροί του Ισλάμ, απλά παραπλανημένοι άνθρωποι, που δεν είχαν βρει το σωστό μονοπάτι. Καθώς πίστευαν στον πραγματικό Θεό, θα τους επιτρεπόταν να ασκούν την θρησκεία τους σε μέρη, που είχε κυριεύσει το Ισλάμ. Σε περίπτωση όμως που παρεμπόδιζαν την πρόοδο του Ισλάμ ή στρέφονταν εναντίον του, τότε αποτελούσαν και αυτοί εχθρό.
Η επέκταση του Ισλάμ
Μετά την κατάκτηση της Αραβίας, ο Μωάμεθ συνέχισε την επεκτατική του πολιτική με οράματα εξάπλωσης του Ισλάμ σε όλο τον κόσμο. Οι μουσουλμάνοι είχαν χωρίσει τον κόσμο σε δύο μέρη: το Dar al-Islam, δηλαδή τις περιοχές που διοικούνταν από το Ισλάμ και το Dar al-Harb, τον υπόλοιπο κόσμο όπου οι μουσουλμάνοι έπρεπε να ασκήσουν θρησκευτικό πόλεμο απέναντι στους άπιστους. Σκοπός ήταν να αυξάνεται το πρώτο και να συρρικνώνεται το δεύτερο, ώσπου όλος ο κόσμος να πιστεύει στο Ισλάμ.
Πραγματικά η επέκταση του ήταν ραγδαία. Μετά το θάνατο του Μωάμεθ το 632 μ.Χ, οι χαλίφες κατέλαβαν περιοχές όπως η Περσία, η Αίγυπτος και η Συρία. Αυξάνοντας τη δύναμη του Ισλάμ με τέτοιο τρόπο, που ο τότε γνωστός κόσμος άρχισε να προετοιμάζεται για τυχόν επίθεση. Η ραγδαία, όμως, επέκταση είχε και τις επιπτώσεις της. Δημιουργήθηκαν δύο ομάδες πιστών, οι Σιίτες και οι Σουνίτες, των οποίων η έχθρα κρατάει ακόμα και στις μέρες μας. Η έχθρα τους βασίζεται κυρίως σε διαδοχικά θέματα, αλλά και στην επιρροή του ιμάμη. Οι Σιίτες πίστευαν ότι αυτοί μπορούν να δείξουν το σωστό δρόμο, ενώ οι Σουνίτες επέμεναν στην πολιτική και θρησκευτική ένωση του Ισλάμ.
Οι βάσεις του Χριστιανισμού για τον Ιερό Πόλεμο
Θα ήταν πολύ σκληρό να λέγαμε, ότι το Τζιχάντ οδήγησε τον Χριστιανισμό στον Ιερό Πόλεμο. Ήδη από τον 7ο αιώνα, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία διεξήγαγε επεκτατικούς πολέμους βάσει θρησκείας με τον αυτοκράτορα Ηράκλειο (610–641). Παρά την εξάπλωση του Ισλάμ, οι Βυζαντινοί δεν είχαν διαθέσεις Ιερού πολέμου, παρά μόνο να πάρουν πίσω τις χαμένες περιοχές. Εκεί που ξεκίνησε η ιδέα του Ιερού πολέμου και έλαβε γερές βάσεις, ήταν στη Δυτική Ευρώπη.
Η επέκταση του Ισλάμ στη Δυτική Ευρώπη μέσω του Γιβραλτάρ και η κατάκτηση της Ισπανίας, αποτέλεσε τη βάση του μίσους. Η μάχη του Πουατιέ (732), όπου ο Κάρολος Μαρτέλος νίκησε τους μουσουλμάνους και τους ανάγκασε να επιστρέψουν στην Ισπανία, αποτέλεσε μια από τις σημαντικότερες μάχες που έγιναν ποτέ. Αυτή η μάχη άλλαξε τη ροή της ιστορίας και σταμάτησε την επέκταση του Ισλάμ στην Ευρώπη. Οι δυτικοί πίστευαν, πως οι μουσουλμάνοι δεν είχαν θέση στην Ισπανία, καθώς οι περιοχές αυτές ανήκαν στον Χριστό. Μίσος άρχισε να καλλιεργείται, αποτελώντας τη βάση του «Reconquista», που με τη σειρά του αιτιολόγησε θεολογικά και ηθικά τις Σταυροφορίες.
Κατά τους πρώτους αιώνες του «Reconquista»,η εκκλησία προήγαγε τον πόλεμο ως δίκαιη και κατάλληλη αντίδραση στη μουσουλμανική επιθετικότητα. Εντούτοις, δεν διατύπωναν ξεκάθαρα ότι οι κινήσεις αυτές θα κατέληγαν σε ένα ξέσπασμα πολέμου μεταξύ των δύο θρησκειών.