Για τον Emilio Gentile, ο οποίος μελέτησε τον ιταλικό φασισμόhttps://maxmag.gr/psychologia/mazopiisi-ke-fasismos/ υπό το πρίσμα του ολοκληρωτισμού, στον πυρήνα της δυναμικής του Φασιστικού Κόμματος υπήρξε η φασιστική πολιτοφυλακή, που λειτουργούσε όχι μόνο με την αναμενόμενη στρατιωτική πειθαρχία αλλά και με έναν αυστηρά καθορισμένο κώδικα φασιστικής ηθικής. Επρόκειτο για ένα είδος πολιτικού θεσμού, άρρηκτα συνδεδεμένου με το φασιστικό πολιτικό σύστημα, ο οποίος ενσάρκωνε το ιδεώδες της κοινής πίστης, του όρκου και της αφοσίωσης, εντός του πλαισίου μιας δικτατορίας “καισαρικού τύπου” με ολοκληρωτικού χαρακτήρα δομές και λειτουργία. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον συγκροτήθηκε μια νέα δεξαμενή πολιτικής βίας, οι Squadristi, που έδρασαν κυρίως στην Κεντρική και Βόρεια Ιταλία, αλλά κατάφεραν να νομιμοποιήσουν τη βία στις συνειδήσεις των πολιτών, ιδιαίτερα μεταξύ είκοσι και σαράντα ετών, αυτοπροβαλλόμενοι σαν γνήσιοι πατριώτες που εγγυώνται την τάξη.
Ήδη από την Άνοιξη του 1920 στους κόλπους του Φασισμού κερδίζει διαρκώς έδαφος η παραστρατιωτική βία και ο αντιμποσελβικισμός. Το Καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς στην Τεργέστη και στη Venezia Giulia η βία κορυφώνεται και οι νεαροί Φασίστες Squadristi εδραιώνουν τις εκστρατείες αντιποίνων, καίγοντας τα γραφεία σλαβικών και σοσιαλιστικών οργανώσεων ως απάντηση στη δολοφονία δύο αξιωματικών του ναυτικού από Σλάβους εθνικιστές. Αυτή είναι η αρχή μιας εξαετούς πορείας γεμάτης ριζοσπαστική βία κάθε μορφής. Οι Squadristi καλλιεργούν τον μύθο του αήττητου Φασίστα με επιτυχία που εντυπωσιάζει ακόμα και τον ίδιο τον Μουσολίνι.
Ο Μπενίτο Μουσολίνι ακολουθούσε αμφίσημη πολιτική μεταξύ ομαλοποίησης, δηλαδή προσέγγισης της αστικής τάξης, των θεσμών και της Εκκλησίας και ταυτόχρονα ελέγχου μέσω του τρόμου, επιδιώκοντας την ενσωμάτωση των Squadristi στο καθεστώς του. Οι Squadristi, αν και όχι τόσο γνωστοί όσο τα SS στη Γερμανία, βοήθησαν τον Μουσολίνι να καταλάβει την εξουσία και λειτουργούσαν ως παρακρατικός μηχανισμός.
Οι Squadristi, που είχαν καταφέρει να χρηματοδοτούνται από αγρότες κι επιχειρηματίες στον αγώνα κατά των Σοσιαλιστών, διέθεταν μια εντυπωσιακή στρατιωτική οργάνωση: είχαν υπηρεσία πληροφοριών και δρούσαν οργανωμένοι σε διμοιρίες και λόχους. Κάθε ομάδα δανειζόταν το όνομα είτε κάποιου εθνικού ήρωα του Α΄ΠΠ είτε αντλούσε έμπνευση από ιταλικό γνωμικό ή κάποια ρήση. Χρησιμοποιούσαν ένα ευρύ δίκτυο μεταφορών, που περιελάμβανε ποδήλατα, αυτοκίνητα, καμιόνια και τρένα, και εξασφάλιζε εύκολη μεταφορά από επαρχία σε επαρχία. Διακατέχονταν δε από υψηλότατο αίσθημα αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας και φημίζονταν για τον τρόπο που κατάφερναν να επικοινωνούν μεταξύ τους από μακρινές αποστάσεις, ώστε να διαφεύγουν της σύλληψης, εφαρμόζοντας “κανόνες απεμπλοκής”. Οι Squadristi είχαν ενσωματώσει στις ομάδες δράσης τους ανθρώπους έμπειρους και ετοιμοπόλεμους, ακόμα και μαθητές Λυκείου και φοιτητές και η φασιστική τους βία στρεφόταν κυρίως στη διάλυση των ρεφορμιστών Σοσιαλιστών, ενώ οι ίδιοι είχαν κατάφερναν να έχουν ελάχιστες απώλειες. Τα όπλα που χρησιμοποιούσαν ήταν στιλέτα, ρόπαλα, σιδερογροθιές, περίστροφα, πολυβόλα και χειροβομβίδες.
Η δημιουργία Φασιστικής Πολιτοφυλακής τον Ιανουάριο του 1923, ωστόσο, θορύβησε τους Squadristi, οι οποίοι φοβήθηκαν μια ενδεχόμενη πολιτική περιθωριοποίηση του “φασιστικού ελαχίστου”, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Gentile. Ήταν, ασφαλώς, ελεύθεροι να συνδράμουν, αλλά διακρίνονταν ήδη οι πιέσεις των οπαδών του Μουσολίνι για σταδιακή αποκλιμάκωση της βίας και περιορισμό του Squadrismo. Το πρότυπο του Ιταλού πολίτη θα ήταν πλέον ο πολιτοφύλακας που είχε να επιδείξει διαφορετικές αρχές και στάση ζωής από τον ανηλεή και ακραίο Squadrista.
ΠΗΓΕΣ
Emilio Gentile, Φασισμός, Ιστορία και Ερμηνεία, μτφ. Ευάγγελος Κατσιφός, εκδ. Ασίνη, Αθήνα, 2016.
Διάλεξη Κόκκορη, Ιστορικού Μεταδιδάκτορα.